Παρασκευή 31 Μαΐου 2019

Μόλις πού προλαβαίνουμε... (ποίημα π. Σταύρου Τρικαλιώτη)



Μόλις πού προλαβαίνουμε...
(ποίημα π. Σταύρου Τρικαλιώτη)








Ἄστο

πονάει,

θέλει τόν χρόνο του

νά γιάνει.

Τό γιατρεύει

ἡ σιωπή,

τά ἀθῶα

παιδικά δάκρυα

καί ἡ σκέψη

γιά τά ὄμορφα καλοκαίρια

πού μᾶς περιμένουν.

Κυρίως ὅμως,

ἡ εἰλικρίνεια,

τό προνόμιο τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων

τοῦ μόχθου

καί ὄχι τῶν σαλονιῶν

καί τῆς ραστώνης.

Τό βλέπω,

κάνεις φιλότιμες προσπάθειες

νά εἰσχωρήσεις

στά βάθη τῆς ὕπαρξης.

Εἶναι ὄμορφο τό ταξίδι

πού μᾶς στέρησαν κάποτε

οἱ συνθῆκες τῆς ζωῆς

καί τά πελώρια κύματα

πού ράπιζαν

τά κουρασμένα μας πρόσωπα.

Σέ λίγο ξημερώνει.

Πρέπει να βιαστοῦμε.

Μόλις πού προλαβαίνουμε

τό πλοῖο τῆς γραμμῆς.

Μόλις πού προλαβαίνουμε

τόν ἥλιο πού ἀνατέλλει...



Σταύρος Τρικαλιώτης



31 / 05 / 2019

Η Χαρά Νικολακοπούλου σχολιάζει τον «Ευτυχισμένο Σίσυφο» της Διώνης Δημητριάδου


Η Χαρά Νικολακοπούλου σχολιάζει

τον «Ευτυχισμένο Σίσυφο» της Διώνης Δημητριάδου

(ΑΩ εκδόσεις, 2019)



Αρχαίες αλήθειες



στα λασπωμένα ρείθρα η ζωή

στα ζάρια παίζει την ανάσα της

και ο δρόμος με αθόρυβη τη χλεύη του

για το ορθό και το αψεγάδιαστο

ακολουθεί πανάρχαια πορεία

πάντοτε ανάποδα (απόσπασμα)




Ο Σίσυφος περιγελά την τάξη αυτού του κόσμου γιατί κατέχει μια πολύ απλή αλήθεια. Γι’ αυτό ίσως μπορεί να είναι ευτυχισμένος. Το γνωμικό του Ηράκλειτου που έχει κατανοήσει ο Σίσυφος και εκείνο το άλλο το συγκλονιστικό του Ηρόδοτου (κύκλος όλα τα ανθρώπινα και «φθονερόν το θείον») και οι δράκοι, βγαλμένοι από παμπάλαια παραμύθια, φοβισμένοι και μόνοι, αλλά και το πανάρχαιο έθιμο που παραπέμπει στον Άδωνη και στα έθιμα ταφής, όλα μπερδεύονται γλυκά στην ποίηση της Διώνης Δημητριάδου Διώνη Δημητριάδου για να μας μαγέψουν.
Η ποιήτρια αγαπά τις πόλεις με στενά μπαλκόνια και τους κλειστούς φωταγωγούς γιατί « μας δίναν πάντοτε/ τα πιο αληθινά μεγέθη», αγαπά τη μοναχικότητα «μοναδικά μοναχικά δικά της/ όλα στην πίσω όψη του γυαλιού», αγαπά τις μικρές παραβολές και τους μύθους, ομνύει στο σώμα και στη μνήμη του σώματος «μόνο το σώμα/ (από συνήθεια παλιά) / κράταγε ακόμα μιαν αναλαμπή/ γύρω από ανύπαρκτη φωτιά», αναζητά «μια μοναχή πατρίδα/ να επιστρέφουμε σ’ αυτήν/ συνειδητά επαναπατριζόμενοι» και οδεύει προς τα εκεί όπου ο κύκλος κλείνει και το τέλος είναι μια αρχή «μα μια αρχή σαν πεμπτουσία.»
Ποίηση κατασταλαγμένη, με υψηλούς δείκτες στοχαστικότητας, ευαισθησίας και ευφυΐας.

Από τις Εκδόσεις ΑΩ 2019
Χαρά  Νικολακοπούλου

Πέμπτη 30 Μαΐου 2019

Μπροστά σε αλλότριες προκλήσεις Κριτικά σημειώματα για βιβλία (Φεβρουάριος 2013-Δεκέμβριος 2015) Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης εκδόσεις Οδός Πανός η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress


Μπροστά σε αλλότριες προκλήσεις

Κριτικά σημειώματα για βιβλία

(Φεβρουάριος 2013-Δεκέμβριος 2015)

Γεώργιος Νικ. Σχορετσανίτης

εκδόσεις Οδός Πανός
η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress
https://www.bookpress.gr/kritikes/idees/schoretsanitis-nik-georgios-odos-panos-mprosta-se-allotries-prokliseis-dimitriadou




η πρόκληση της ανάγνωσης
Μια χρονική περίοδο τριών χρόνων (2013-2015) καλύπτει η συλλογή κριτικών σημειωμάτων του Γ. Ν. Σχορετσανίτη, δημοσιευμένων σε ιστοσελίδες του διαδικτύου αλλά και σε έντυπα περιοδικά και εφημερίδες. Κριτικά σημειώματα που αφορούν βιβλία Ελλήνων και ξένων συγγραφέων, που ο δεινός αυτός αναγνώστης ξεχώρισε, μελέτησε και θέλησε να τα μοιραστεί με τους άλλους. Βιβλία που, όπως δηλώνει και ο τίτλος της συλλογής, τον προκάλεσαν.
Ενδιαφέρουσα, λοιπόν, η πρόκληση ως αφορμή για έναν αναγνώστη/κριτικό, που γράφει μόνον όταν το ίδιο το βιβλίο με κάποιον τρόπο τον προκαλεί αρχικά σε έναν ιδιότυπο, δημιουργικό  διάλογο μαζί του και κατόπιν του γεννάει την ανάγκη να μιλήσει γι’ αυτό στους άλλους. Προσωπική η ανάγνωση, όπως προσωπικές θα είναι και οι απόψεις που θα προκύψουν – ανταποκρινόμενες στα βιώματα, στις προσλαμβάνουσες παραστάσεις της ζωής και φυσικά στον ιδεολογικό/θεωρητικό κόσμο του κριτικού. Απέναντι στη θεωρία του «αντικειμενικού» κριτή των βιβλίων, που αποφεύγει να εκφέρει γνώμη καλυπτόμενος πίσω από το θεωρητικό οπλοστάσιο, το οποίο σε κάθε περίπτωση αναφέρει, απέναντι στον κριτικό που εκλαμβάνει τη σύνταξη ενός κριτικού σημειώματος ως διάλεξη ακαδημαϊκή, στέκεται εκείνος ο μελετητής των βιβλίων, που θα χρησιμοποιήσει τη θεωρητική του κατάρτιση ως μέσον προκειμένου να στηρίξει τεκμηριωμένα τη θέση/άποψη που έχει για το συγκεκριμένο βιβλίο κάθε φορά. Η περίπτωση του Σχορετσανίτη είναι αυτή ακριβώς. Με την απαραίτητη γνώση του αντικειμένου και με μια γραφή προσωπικού ύφους (πολύ σημαντικό και αυτό, στον αντίποδα της βαρετής επανάληψης τυποποιημένων εκφράσεων) παρουσιάζει το περιεχόμενο του βιβλίου επισημαίνοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που το κάνουν αξιοδιάβαστο. Παραθέτει επαρκή στοιχεία για τον συγγραφέα, για το είδος, την εποχή, τις ιδέες. Κυρίως, όμως, έχεις την αίσθηση πως τοποθετεί τον εαυτό του μέσα στην ιστορία, ώστε να τη δώσει με τον καλύτερο τρόπο. Το κείμενό του το υποστηρίζει με φωτογραφικό υλικό, σχετικό με τα πρόσωπα και τους τόπους που ιστορούνται ή με τον συγγραφέα και τις εκδόσεις του έργου του. Έτσι, ένα κριτικό σημείωμα στα χέρια του Σχορετσανίτη είναι μια πλήρης, πολύπλευρη και ενδιαφέρουσα προσέγγιση του βιβλίου, ικανή να λειτουργήσει με τη σειρά της ως πρόκληση προς τον αναγνώστη.
Παραθέτω ένα παράδειγμα προς υποστήριξη των παραπάνω. Ένα από τα κριτικά σημειώματα του βιβλίου έχει ως θέμα/αφορμή το μυθιστόρημα του Χούλιο Λιαμαθάρες «Το φεγγάρι των λύκων», εκδόσεις Σ.Ι. Ζαχαρόπουλος, 1991. Ο Σχορετσανίτης δίνει αρχικά το θέμα του βιβλίου:
[…] ένα ανθρώπινο ταξίδι των μαχητών του Δημοκρατικού Στρατού, αμέσως μετά τα χρόνια του Ισπανικού εμφυλίου πολέμου, που αντιστάθηκαν όσο μπόρεσαν στα βουνά.
Στη συνέχεια επισημαίνει την εστίαση του έργου όχι τόσο στην ιστορική ή πολιτική άποψη όσο στα πρωτογενή ένστικτα της ανθρώπινης επιβίωσης, που οδηγούν στην ανεξέλεγκτη βία. Ακολουθούν τα στοιχεία για τη ζωή και το έργο του συγγραφέα και η σύγκριση του συγκεκριμένου βιβλίου με ένα άλλο του ίδιου, με το οποίο ο κριτικός θεωρεί πως υπάρχουν κοινά σημεία, όπως η κοινή αντιμετώπιση του φυσικού χώρου από τον άνθρωπο/υποκείμενο – η ηθική κλήση του ανθρώπου προς ένα φυσικό περιβάλλον που αποτελεί και το βασικό του κίνητρο. Ακολουθεί η αναφορά στη δομή του βιβλίου (χωρισμός σε 4 μέρη, το καθένα με το όνομά του από το έτος που λαμβάνουν χώρα τα γεγονότα, 1937, 1939, 1943 και 1946) και μετά η υπόθεση του έργου και η βασική ιδέα στην οποία εστιάζει ο συγγραφέας – η σταδιακή μετάπτωση των ανθρώπων στο επίπεδο του ζώου. Ο κριτικός, όμως, δεν αρκείται σ’ αυτά· εντάσσει το έργο μέσα στην εποχή κατά την οποία δημιουργήθηκε (δημοσιεύεται το 1980),  γεγονός που ερμηνεύει και τις κοινωνικές και πολιτικές καταβολές του δημιουργού αλλά και καταδεικνύει τον αντίκτυπο που είχε στην εποχή του, συνδεδεμένο συνειρμικά με τα τρέχοντα γεγονότα αλλά και με όσα ακολούθησαν σε βάθος χρόνου. Επισυνάπτει μικρά αποσπάσματα του έργου (κάτι απολύτως απαραίτητο για το ύφος της γραφής και την ποιότητα της γλώσσας) και καταλήγει με την παράθεση του πλέον ενδιαφέροντος στοιχείου του βιβλίου (που ήταν εμφανές αποσπασματικά σε όλο το κριτικό δοκίμιο), τη σταδιακή ταύτιση του αναγνώστη με τον πρωταγωνιστή και το πέρασμα σε μια μυθική σχεδόν διάσταση –ο απώτερος στόχος του συγγραφέα– μέσα από τον αγώνα απέναντι στο αδυσώπητο πέρασμα του χρόνου, όπως δηλώνει ο ίδιος.


Μέσα από το χαρακτηριστικό  αυτό δείγμα από το βιβλίο του Σχορετσανίτη γίνεται, νομίζω, κατανοητό πως η κριτική προσέγγιση σε ένα βιβλίο αποτελεί πρωτίστως πρόκληση για τον ίδιο, γι’ αυτό και επιστρατεύει όλο το γνωστικό πλούσιο οπλοστάσιό του προκειμένου να αποδώσει την αίσθηση που του προξένησε η ανάγνωση. Μια προσφορά πλέον στον επόμενο αναγνώστη. Αυτό συμβαίνει προφανώς γιατί, σε ένα πρώτο επίπεδο, αγαπάει το βιβλίο για το οποίο μιλάει – ικανή αφορμή για να οδηγηθεί στη γραφή του κριτικού σημειώματος. Μετά θα έρθουν οι υπόλοιπες αναγκαίες και ικανές συνθήκες που θα συντελέσουν στο άρτιο αποτέλεσμα.
Διώνη Δημητριάδου

Τετάρτη 29 Μαΐου 2019

Pagotό διήγημα του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου μαζί με δύο φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου


Pagotό



διήγημα του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου
μαζί με δύο φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου







       Στην Κίμωλο είπανε; στη Φολέγανδρο· δεν θυμάμαι, θα σε γελάσω. Ήτανε πάντως καμιά εικοσαριά χρόνια πριν· τότε που σταματήσαν οι πολλές δραχμές· κι ένα ματσάκι άνηθος κόστιζ’ ένα ευρώ και μας φαινόταν τζάμπα. Τότε, ο Παναγιώτης ο ψαράς, νοίκιασε για όλο τον Αύγουστο το σπίτι του σ’ ένα μεγαλομόδιστρο απ’ το Παρίσι. Ο μεσιέ Μάρτιν τάδε. Ο κυρ-Μάρτιν· καμιά σαρανταπενταριά, ίσως και λίγο πάρα πάνω. Ψηλούτσικος, κοντά μαλλιά, λιγνός πετσί και κόκκαλο, μ’ ένα κινητό συνέχεια κολλημένο στο αυτί του. Ήθελε ηρεμία· κανείς να μην τον ενοχλεί, τίποτα να μη βλέπει, να μην ακούει τίποτα. Μόνο αυτός να μιλάει απ’ το κινητό του. Και με το αμόρε του: Έναν ίδιον μ’ αυτόν πάνω κάτω· μόνο λίγο πιο σκούρο. Μαροκινός. Εντάξει. Ο.Κ no problem: Ησυχία, ηρεμία!



    Και για να μην ενοχλήσει, έστειλε ο Παναγιώτης ο ψαράς, την άλλη μέρα το πρωί, το γιο του τον Αγαθοκλή -ούτε πέντε χρονών παιδάκι- να σκουπίσει το κεφαλόσκαλο και τα παρτέρια γύρω στην αυλίτσα. Κι ο άλλος από μέσα,  το ’κανε χάζι το μικρό, να σαρώνει, σκουπιδάκια και μαμαλίθρες με μια σκούπα δυο φορές σαν το μπόι του. Ρώτησε κι έμαθε πως το ice cream, οι ιθαγενείς εδώ το λένε pagotό. Και πιάνει και τού δίνει ένα ευρουλάκι· ίσα-ίσα για να πάρει ένα pagotό. Τρελάθηκε ο Αγαθοκλής· περιχαρής τον παίρνει τον μισθό του. Κι όπως δεν ήταν διόλου βλάξ, το ’πιασε αμέσως· πως το παγωτό οι μεγαλομόδιστροι απ’ το Παρίσι το λένε pagotό: ‘Pagotό’ έλεγε ξανά και ξανά, και ξανά και πάλι, κι όλο γλειφότανε με κουνιστό κεφάλι και μάτια υγρά, τουρλώνοντας έξω τα χείλια και χασκογελώντας μόνος: ‘Pagotό’.



   Και την επομένη το πρωί, μια και δυο παίρνει μόνος του τη σκούπα και πάει πάλι και βάλθηκε να σκουπίζει όλο το σπίτι γύρω, αρχινώντας απ’ την πίσω μεριά. Κι ύστερα πάει και χτυπάει απαλά την κλειστή ξώπορτα με το σκουπόξυλο. Μες απ’ τα κουρτινάκια δεν βλέπει κανέναν ο κυρ-Μάρτιν -πού τον δει το μπόμπιρα- ανοίγει, και τονε βλέπει να τον κοιτάει σε στάση προσοχής, με την παλάμη του έτοιμη και να τού λέει, λάμποντας από χαρά, με τέλεια προφορά, σουφρώνοντας πάλι τα χείλια: ‘Pagotό!’. Έλιωσε ο μόδιστρος: Τι έξυπνοι που είν’ οι Έλληνες, τι unique greek islands, τι υπέροχος λαός, κι άλλα τέτοια ανέξοδα.




   Κι από τότε, πήρε το κολάι ο μικρός και πήγαινε κάθε μέρα σάρωνε και ζήταγε pagotό. Και ο κυρ-Μάρτιν τού έδινε. Δεν υπήρξε φορά, να μην τού δώσει. Τριάντα ευρώ εξτρά τού κόστισε το σκούπισμα· χαλάλι! Όλοι όμως εκεί τον λάτρεψαν: Τι καλός κύριος, τι ευγενικός, διακριτικός· ποτέ δεν ενόχλησε με τον Μαροκινό του, τι χουβαρντάς· όλα κι όλα!  




   Κι ο μικρός Αγαθοκλής έγινε λαϊκός ήρωας τότε, σ’ όλο το νησί· που από πολύ νωρίς έμαθε να τα παίρνει απ’ τους ξένους. Έκαστος εφ' ω  ετάχθη· θα κοντεύει στα τριάντα τώρα. Όλα καλά κι όλοι ευχαριστημένοι...



   Κι εκείνη η ηλιοψημένη -κάτι σαν artistic director λέει, γενικώς, και real estate- που μάς έλεγε χτες τούτη την ιστορία· Ελληνίδα, φίλη τού Martin, απ’ το Παρίσι -και νονά τού Αγαθοκλή, παρακαλώ!- ακόμα πιο ευχαριστημένη. Περήφανη· μονοπωλώντας άνετα και πολύ φτηνά το ενδιαφέρον μέσα στη γενική βαρεμάρα. Εγώ όμως· γιατί ήθελα να βάλω τα κλάματα ακούγοντάς την; Κι ήταν όλοι στην παρέα ένας κι ένας, υποτίθεται· γαμώ το…



Αθήνα 27 Μαΐου 2019

©Αλέξανδρος Αδαμόπουλος








Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά, σκηνοθεσία, κλασική κιθάρα· συνεχίζοντας με Sociologie Politique στο Παρίσι. Υπήρξε ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος τής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’. (Μέλη: Κ. Κούν, Μ. Χατζιδάκις, Γ. Τσαρούχης, Δ. Χορν, Μ. Κακογιάννης, Ντ. Τσάτσου, Απ. Δοξιάδης, Θ. Αντωνίου κ.α.). Εργάστηκε στο Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Μουσικών Οργάνων, ως γενικός γραμματέας και ως πρόεδρος των ‘Φίλων του Μουσείου’. Διετέλεσε γενικός γραμματέας τού δ.σ τού Εθνικού Θεάτρου. Συνεργάστηκε με την Ε.Ρ.Τ, το Γ΄ Πρόγρ., το Θέατρο Τέχνης, το Κ.Θ.Β.Ε, τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Βόλου και Β. Αιγαίου, το Πελοπον. Λαογραφικό Ίδρυμα, το χοροθέατρο ‘Ροές’, το Φεστιβάλ Αθηνών, τo Υπ. Πολιτισμού, το Μέγαρο Μουσικής, το Ε.ΚΕ.ΒΙ, καθώς και Künstlerhaus Bethanien Berlin, Warsaw International Festival ’91, Norddeutscher Rundfunk Hamburg ’93, India National Academy of Letters, Indira Gandhi National Center for the Arts, Frankfurt International Book fair, Istanbul International Book fair, και Boğaziçi University Istanbul, όπου δίδαξε δις ως visiting Professor. Έργα του έχουν μεταφραστεί αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, τουρκικά. Η συλλογή διηγημάτων ‘Δώδεκα και ένα ψέματα’ (1η έκδ. ‘Ίκαρος’, 2η έκδ. ‘Άγρα’) παρουσιάστηκε,  αγγλικά, στη National Academy of Letters, N. Delhi. Τα ‘Ψέματα πάλι’ (εκδ. Άγρα), στα γερμανικά, στην έκθεση βιβλίου τής Φραγκφούρτης το 2016. Το θεατρικό ‘Ο Σιμιγδαλένιος’ (12η έκδοση ‘Εστία’) έχει παιχτεί σχεδόν παντού στη χώρα, μα και (τουρκικά) στο Κρατικό Şehir Tiyatro τής Γείτονος, αλλά και (αγγλικά) στην Αυστραλία. Το θεατρικό του ‘οχιναιλέγοντας’ (εκδ. ‘Ίκαρος’) εξεδόθη και στα τουρκικά ‘hayirevet diyerek (BenceKitap 2016), και μεταφράστηκε στα αγγλικά, noyessaying.


Για τον «Ευτυχισμένο Σίσυφο» της Διώνης Δημητριάδου γράφει Ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal


Για τον «Ευτυχισμένο Σίσυφο» 
της Διώνης Δημητριάδου
γράφει
Ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
https://www.fractalart.gr/o-eutyxismenos-sisyfos/



Πόση πύκνωση, πόσοι κραδασμοί, πόσες ανατροπές, πόσοι δρόμοι μπορεί να επιχειρούνται με μια αράδα στίχους; Κι όμως, σε πείσμα κάθε άλλης μορφής λόγου, η ποίηση μπορεί και αυτούς να επιχειρεί και ακόμη παραπάνω. Διαβάζω, λοιπόν:

μια διονυσιακή μανία ιερή
θαρρείς φυσά καμιά φορά στην ποίηση
και τότε ο λόγος συναντά τις ξέπλεκες μαινάδες
που τρελαμένες ψάχνουνε
ποια θα ξεσκίσει πρώτη τον άμοιρο θνητό
για να τον κλάψει ύστερα πικρά μετανιωμένη
για τα φθαρτό του σώματος
απ’ την απάτη του θεού ξεγελασμένη
 
κι η ποίηση έτσι


Έστω και αν λείπει το δραματικό στοιχείο, εγώ θα μιλήσω εδώ για τη σκηνοθεσία της θεατρικής πράξης: ο ποιητικός λόγος παίρνει εκείνη την πόζα, έχει εκείνη τη μορφή που υποστηρίζει την έκφραση του νοήματός του. Εξηγούμαι. Υπάρχει εδώ μια αναλογία, που απαρτίζεται αφενός απ’ τις ξέπλεκες μαινάδες και αφετέρου από την ποίηση, για να υπογραμμίσει τη μεταξύ τους ομοιότητα με το καταληκτικό «έτσι». Ανάμεσά τους μεσολαβεί και ένα διάκενο με πολύ σημαντικό λειτουργικό ρόλο, αφού φιλτράρει την  ένταση και την παραφορά του πρώτου σκέλους και τη μεταστοιχειώνει στη στοχαστική ηρεμία και στη λακωνική αποφθεγματικότητα του δεύτερου σκέλους. Τούτη ακριβώς τη διαδικασία της παραφοράς, του φιλτραρίσματος και της μεταστοιχείωσης εικονίζει το ποίημα, σαρκώνοντας με τη μορφή που έχει λάβει την ιδέα που κομίζει.
Αλλά αν στάθηκα ειδικά σε αυτό το ποίημα δεν είναι γιατί το ξεχώρισα από τα άλλα,  σε αυτή τη συλλογή δύσκολα μπορείς να ξεχωρίσεις κανείς ανάμεσα σε όλα τα ξεχωριστά. Νομίζω όμως ότι εδώ η Δημητριάδου μιλώντας για την ποίηση μιλά και για τη δική της ποίηση, ανοίγει την πόρτα στο  δικό της εργαστήριο, σχολιάζει τη δική της συλλογή. Ιδού λοιπόν η ποιητική συλλογή της Δημητριάδου: εκκινεί από ένα σημείο ψυχικής έντασης, αλλά στην αισθητική επεξεργασία του καταφέρνει να το ελέγξει να το τιθασεύσει και να το αποδώσει άλλοτε με αφαιρετικό τρόπο, άλλοτε με εξομολογητικό τόνο άλλοτε με αποφθεγματική διάθεση, άλλοτε με δωρική αυστηρότητα και πάντα με μια ανυπόκριτη φυσικότητα.
 Σε σχέση με τον «Βιωμένο χρόνο» βλέπω εδώ μια συνέχεια αλλά και μια περαιτέρω πρόοδο. Ξανά η ποιητική ματιά περιφέρεται ανάμεσα στο υπαρξιακό και στο κοινωνικό, ξανά το ποιητικό εργαστήρι κείται έξω από την αυταρέσκεια της ποιητικής σοφίτας και από τις βοές της αγοράς, ξανά ο ποιητικός τόνος εναλλάσσεται ανάμεσα στην πίκρα, στην κούραση, στην ήττα, στη σκληρή αυτοκριτική και στη λεπτή ειρωνεία, αλλά υπάρχει μια σημαντική εξέλιξη στην ποιητικότητα του λόγου. Ο ποιητικός ρυθμός είναι τόσο ενσωματωμένος στην εκφορά του λόγου και ακολουθεί τόσο ομαλά τον βηματισμό του, ώστε σαν να αναβλύζει από παντού, απ’ τη σύνταξη, τα εκφραστικά μέσα, το λεξιλόγιο, τα διάκενα των λέξεων ή των στροφών, πράγμα που δεν λείπει μάλιστα ούτε και από τα μικρά πεζά της συλλογής.
Κλείνω το σύντομο αυτό σημείωμα με μια παραδοχή. Είναι δύσκολο να είσαι αντικειμενικός για κάτι που σε κερδίζει απ’ την πρώτη λέξη μέχρι την τελευταία. Οπότε λείπει η αποστασιοποίηση που δικαίως αξιώνει η σοβαρή κριτική. Αλλά το ξανάπα κι αλλού, δεν γράφω κριτικές, αναγνωστικές εμπειρίες κομίζω. Στην περίπτωση δε της Δημητριάδου, θεωρώ αναγνωστικό μου καθήκον να κομίσω μετ’ επιτάσεως την αναγνωστική εμπειρία που αποκόμισα.
Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης

(Ο Ευτυχισμένος Σίσυφος, Διώνη Δημητριάδου, ΑΩ εκδόσεις)


Τρίτη 28 Μαΐου 2019

Η ποιήτρια Βίκυ Δερμάνη για τον "Ευτυχισμένο Σίσυφο" της Διώνης Δημητριάδου ΑΩ εκδόσεις


Η ποιήτρια Βίκυ Δερμάνη 
για τον "Ευτυχισμένο Σίσυφο"
 της Διώνης Δημητριάδου
ΑΩ εκδόσεις

Η Διώνη Δημητριάδου, με την τόλμη και την εκφραστική δύναμη της γραφής της, στον «ευτυχισμένο Σίσυφο», στρέφει με θάλπος το βλέμμα στον άνθρωπο, αφηγείται μικρές ποιητικές ιστορίες του κόσμου των ζωντανών και των νεκρών, του κόσμου του σήμερα και του κόσμου των αναμνήσεων. Πέφτει και σηκώνεται ξανά και ξανά σε αυτόν τον «κόσμο τον μικρό, τον μέγα», αποκαλύπτοντας τον πόνο, ταυτόχρονα όμως την ομορφιά και τη χαρά του αιωνίου αγώνα, μιλάει για την άοκνη προσπάθεια του ανθρώπου να κουβαλάει τον «βράχο» του, το βαρύ του φορτίο που με πολύ κόπο και συνεχή προσπάθεια σπρώχνει προς την κορυφή σε μία διαρκή και επίπονη εξελικτική πορεία.

Ο «ευτυχισμένος Σίσυφος» είναι μια ποιητική σύνθεση με ακρίβεια ανατομικού φακού στην ατομική, αλλά και στην ανθρώπινη περιπέτεια.
Η Διώνη Δημητριάδου διαμορφώνει τη Σισύφεια ιστορία της ζωής και του ανθρώπου σύμφωνα με την οπτική της, ενώνει ποίηση και φιλοσοφική σκέψη, σκάβει στη ρίζα των πραγμάτων, κρατά το μυαλό της κοφτερό, την ψυχή της τρυφερή και την καρδιά της γεμάτη αγάπη. Αυτό σημαίνει να είσαι άνθρωπος, αυτό σημαίνει να είσαι ποιητής.
Βίκυ Δερμάνη

Διώνη Δημητριάδου "Ο Ευτυχισμένος Σίσυφος" - Παρουσίαση στο Polis art café (φωτογραφίες)


 Διώνη Δημητριάδου
"Ο Ευτυχισμένος Σίσυφος"
ποιητική συλλογή
εκδόσεις ΑΩ


Παρουσίαση
στο  Polis art café 
 τη Δευτέρα, 27 Μαΐου 2019
(φωτογραφίες και video)
Γιώργος Βέης
Αντώνης Δ. Σκιαθάς
Βίκυ Δερμάνη
Διώνη Δημητριάδου