Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαριάννα Παπουτσοπούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μαριάννα Παπουτσοπούλου. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2021

Η Λήδα και ο Κύκνος (Ιρλανδοί ποιητές του 19ου αι. και W. B. Yeats) ελληνική απόδοση: Μαριάννα Παπουτσοπούλου ΑΩ εκδόσεις η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

 

Η Λήδα και ο Κύκνος

(Ιρλανδοί ποιητές του 19ου αι. και W. B. Yeats)

ελληνική απόδοση: Μαριάννα Παπουτσοπούλου

ΑΩ εκδόσεις

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Η Λήδα και ο Κύκνος • Fractal (fractalart.gr)

 


 

 

Η ιρλανδική ποίηση, με τις πηγές της να ανάγονται στους μύθους, τους θρύλους και την πλούσια λαϊκή παράδοση, με την αγάπη για τη φύση και τη ζωή έκδηλη στους στίχους της, ακολουθεί από τις απαρχές της ως σήμερα τις περιπέτειες ενός λαού που αγωνίστηκε για την εθνική του συνείδηση και ταυτότητα. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η λόγια λογοτεχνική παράδοση του 19ου αιώνα, που αριθμεί σημαντικούς δημιουργούς και ομαλά οδηγεί στον 20ό αιώνα, εποχή άνθισης της ιρλανδικής λογοτεχνίας. Όσο κι αν σήμερα η προσοχή στρέφεται στη σύγχρονη ιρλανδική λογοτεχνία, και περισσότερο στην ποίηση, έχει ξεχωριστή σημασία να μη λησμονηθεί ό,τι προηγήθηκε και εν πολλοίς καθόρισε το σημερινό πρόσωπο της Ιρλανδίας στα γράμματα. Έτσι, αποτέλεσε ευχάριστη έκπληξη η πρόσφατη συλλογή των ΑΩ εκδόσεων που περιλαμβάνει Ιρλανδούς ποιητές του 19ου αιώνα και κατόπιν μεταπηδά στον κατ’ εξοχήν εκπρόσωπο της ιρλανδικής ποίησης, τον W. B. Yeats.  

Η Λήδα και ο Κύκνος, ξεκινάει με ένα ποίημα από το τέλος του 18ου αιώνα, που ανήκει στην ανώνυμη  δημοτική παράδοση («Η αγρυπνία του Φίνεγκαν»), στο οποίο προβάλλεται η οξύθυμη αλλά και γλεντζέδικη και όλο ζωντάνια ιρλανδική ψυχή που δεν ξεχωρίζει τη ζωή από τον θάνατο. Συνεχίζει με τέσσερα ποιήματα του Thomas Moore, εθνικού ποιητή και ιστορικού του 19ου αιώνα για να προχωρήσει σε ένα μακροσκελές ποίημα του εκπροσώπου του ρομαντισμού George Darley.  


Καθόλου τυχαία, φυσικά, η επιλογή της ποιήτριας/μεταφράστριας Μαριάννας Παπουτσοπούλου να αφιερώσει στον W. B. Yeats το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου (είκοσι τρία ποιήματα), καθώς, όπως μας πληροφορεί στο κατατοπιστικό εισαγωγικό της κείμενο, σχεδόν τριάντα χρόνια ασχολείται με την πλούσια λυρική του anima.


Συνεχιστής της παράδοσης ο Yeats, ωστόσο ταυτόχρονα ανανεωτής της ποίησης, χειρίζεται τον ρυθμό χωρίς να έχει ανάγκη τη ρίμα, επιλέγει την ανθρωποκεντρική θεματική του καταγράφοντας σκηνές ζωής με γνώση της φθοράς που φέρνει ο χρόνος, με κυρίαρχο τον έρωτα, χωρίς να ορρωδεί μπροστά στην αποτύπωση τολμηρών σκηνών προσφέροντας και τον εμβόλιμο σχολιασμό του για τα ήθη της εποχής του. Μια ποίηση πληρότητας τόσο σε ύφος και μορφή, όσο και σε αποτύπωση θέσεων, που δικαίως ξεχώρισε τον εικοστό αιώνα ως μία από τις σημαντικότερες (αν όχι η πιο σημαντική) παρουσία στην αγγλόφωνη ποίηση – Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1923. Διαβάζουμε ποιήματά του από τα πιο πρώιμα (1899) ως τα τελευταία του (1936-1939), γεγονός που επιτρέπει μια θεώρηση του συνολικού του έργου.

Το βιβλίο δανείζεται τον τίτλο του από το ομώνυμο ποίημα του Yeats, και κυκλοφορεί με τη γνωστή αισθητική των ΑΩ εκδόσεων προσεγμένη ως τη λεπτομέρεια με τον τίτλο στο εξώφυλλο σε πράσινο ιρλανδέζικο χρώμα. Η εξαιρετική ελληνική απόδοση οφείλεται  στη Μαριάννα Παπουτσοπούλου, η οποία εκτός από τις μεταφράσεις της από τα γαλλικά (M. Proust,  Ch. Baudelaire) έχει ως τώρα δώσει πολλά δείγματα της αξίας της και στη μετάφραση από την αγγλική γλώσσα. Οι μεταφράσεις της Παπουτσοπούλου φανερώνουν, εκτός από άριστη γνώση της ξένης γλώσσας, και την αίσθηση του ποιητικού ρυθμού του αρχικού ποιήματος (ποιήτρια άλλωστε η ίδια), τον οποίο φροντίζει πάντα να υπηρετεί πιστά στην ελληνική γλώσσα. Να επισημανθεί ότι πρόκειται για δίγλωσση έκδοση με τα ποιήματα να διαβάζονται στο πρωτότυπο και στη μετάφραση σε αντικριστές σελίδες, γεγονός που επιτρέπει την ταυτόχρονη απόλαυση του αρχικού ποιήματος αλλά και της εύστοχης ποιητικής απόδοσης.

 

Αποπάσματα

 

[…]

Ένα πρωί ο Τιμ σηκώθη πρόσβαρος

Ωσάν το φύλλο έτρεμε κι η κούτρα του βαριά

Πέφτει από τη σκαλωσιά, τσακίζει το κεφάλι του

Ευθύς τον πήραν και τον παν στο σπίτι να τον κλάψουν.

Τον τύλιξαν σε όμορφο και καθαρό σεντόνι

Και τον ξάπλωσαν στο κρεβάτι τακτικά

Μ’ ένα γαλόνι ουίσκι στα ποδάρια του

Κι ένα βαρέλι πόρτο στην κορφή του

[…]

(από την «Αγρυπνία του Φίνεγκαν», Ανώνυμος (1780 κ.ε.)

*

Ποιο ζωηρό αγόρι μού ’δωσε τα πιο πολλά

Απ’ όσα πλάγιασαν μαζί μου;

Στο λέω λοιπόν πως την ψυχή μου έδωσα,

κι αγάπησα και ρήμαξα,

Αλλά πολύ το χάρηκα τ’ αγόρι

Που η σάρκα μου ερωτεύτηκε.

 

Από την αγκαλιά του ξεγλιστρώντας πως γελούσα

Νόμιζα πως το πάθος του ήταν τόσο

Που πίστευε πως του παραχωρούσα την ψυχή.

Κάθε που έσμιγαν τα σώματά μας,

Στο στήθος του γερμένη, γελούσα με τη σκέψη

Πως και θεριό σ’ άλλο θεριό το ίδιο δίνει.

[…]

(W. B. Yeats, από την «Τελευταία εξομολόγηση», Η ανεμόσκαλα…(1933), Γυναίκα νέα και γραία


Διώνη Δημητριάδου 

Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2019

"Συντροφικά Σονέτα" του ελληνιστή καθηγητή Robert. L. Crist Δίγλωσση έκδοση σε εξαιρετική μετάφραση της Μαριάννας Παπουτσοπούλου από τις ΑΩ εκδόσεις με εξώφυλλο το εντυπωσιακό έργο του ζωγράφου Γιώργου Ξένου


Μια τόσο ξεχωριστή έκδοση!
"Συντροφικά Σονέτα" 
του ελληνιστή καθηγητή Robert. L. Crist 
Δίγλωσση έκδοση σε εξαιρετική μετάφραση 
της Μαριάννας Παπουτσοπούλου
 από τις ΑΩ εκδόσεις
 με εξώφυλλο το εντυπωσιακό έργο του ζωγράφου Γιώργου Ξένου


Εδώ ένα από τα Σονέτα του βιβλίου

Ταΐζοντας τους γλάρους

Και μόλις το καλάθι μας στην άμμο είχε ακουμπήσει
φτερούγισμα κατέβηκε τα πλούσια απομεινάρια να τιμήσει.
*
Μοναχικά, ζευγαρωμένοι, δέκα -δέκα, μορφές παντού
Πυκνώσαν στο πλατύ προσκήνιο τ’ ουρανού:
*
O χνουδωτός χιτώνας τους, το τυπικό γκρίζο –γλαυκό,
Τα μπαμπακένια σύννεφα καθρέφτιζε, του κύματος αφρό ˙
*
Κι ως με τα μάτια τους τον ουρανό τρυπούσαν,
ορμούσανε, βουτούσαν, τον Άρτο αρπάζαν :
*
Έτσι συναντηθήκαμε, αυτοί ψηλά κι εμείς στα χαμηλά εδώ,
στο Άλφα της ακτής & Ωμέγα σε τούτο το μυχό,
*
Και στο τρελό μας κι όλο ίλιγγο παιχνίδι έτσι δεμένοι,
ζήσαμε , σχηματίσαμε, κι αδράξαμε τη μέρα, αυτό που μένει:
*
Ο διάλογός μας έξοχος, συμπόσιο εξαιρετικό ˗
μπουκιές από ψωμί αγιασμένο, γουλιές από οίνο κοσμικό.
(Robert Crist, μετάφραση: Μαριάννα Παπουτσοπούλου)

Ο Robert Crist είναι ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας, μεταφραστής στα αγγλικά του Γιώργου Χειμωνά και του Άρη Αλεξάνδρου.

Δευτέρα 16 Νοεμβρίου 2015

Το ιστολόγιο «Με ανοιχτά βιβλία»
φιλοξενεί ένα μικρό πεζό
της Μαριάννας Παπουτσοπούλου




«Ένα κουτί με ξιφολόγχες»

Έπειτα μπήκαμε στην κρεβατοκάμαρά σου και τράβηξες το κουτί με τις ξιφολόγχες κάτω από το κρεβάτι, δεκαπέντε νομίζω ήταν και φοβερές, όλες μου τις έδειξες! Εγώ δεν ξέρω από όπλα αλλά καταλαβαίνω από αντικείμενα και από σένα, την ανάγκη σου να χεις τη φοβερή συλλογή, τη μοναδική σου.. Ό,τι αληθινό εμφιλοχωρεί πάντα σε μια συνάντηση. Κείμενο με κείμενο, μάτια με άλλα μάτια, χέρια με χέρια, σώματα. Λόγχες και θηκάρια. Σε ρώτησα σε ποιο όπλο υπηρέτησες στο στρατό, είπες: στους πεζοναύτες. Αντρική ζωή, σκέφτηκα, μια αντρική ζωή που τσάκισε η ατυχία. ‘Ένας άντρας σα βουνοκορφή, ψηλέας, ατέλειωτος κι έπειτα  η άτιμη στροφή. Εγώ  είμαι θηκάρι,  σου είπα, όταν με πρωτογνώρισες όμως, έλεγα πως είμαι σπαθί, και τα δυο ισχύουν. Θηκάρια είμαστε όλοι  που αγαπάμε, φίλες, φίλοι, μανάδες, πατεράδες, σύντροφοι της  μιας ή των  πολλών ημερών, χάρη σ’ αυτούς δεν είσαι κάθε μέρα στον πόλεμο. Σπαθί όμως ξηγιούνται  λίγες καρδιές, ελάχιστες. 
-Άσε τα μεγαλόφωνα, αυτά δεν χτίζουνε φωλιές για χελιδόνια, θα σκιαχτούνε τα πουλιά...


 Έπιασα το κεφάλι σου στις παλάμες   κι άρχισα σιγά αργά να το χαϊδεύω, μα τόσο απαλά που η οργή ατμίστηκε κι αυτή και χάθηκε. Τα ματόκλαδά σου έγειραν, ανάσαινες βαθιά κι άφηνες πού και πού κι ένα στεναγμό:
-Κουράστηκα, μάνα, σώθηκα, μου πες μπερδεύοντας στο μισοΰπνι τα πρόσωπα και τις εποχές, δεν έχει τέλος αυτή η πορεία.. Και αποκοιμήθηκες στο στήθος μου  ακούγοντας  την καρδιά μου.  Μα ήταν και τα ποιήματα, τα ποιήματά σου, και όλα τα άλλα που σε λύγιζαν, γεγονότα που προηγήθηκαν, αφού τα ποιήματα σ’ έσωζαν.. και λες πως έγιναν για να πουν τα πάντα, γιατί έλεγαν τα πάντα., γιατί δεν ήταν ποιήματα αυτά αλλά μυθιστορήματα, διηγήματα, όμως ποιητικά, γιατί εσύ ήσουν αυτός που ήσουν. Κι αναδύονταν από το βάθος του άδη που διάβηκες με τη στιλπνή λάμψη του βαφτισμένου σε άλλη σοφία κι άλλο βάσανο και κολασμό εαυτού σου, οι στίχοι σα μαχαιριές που έκοβαν ξανά στα σωστά του μέτρα το ρίγος του κόσμου για όσα εκκρεμούν και για όσα δεν έζησε.. Αυτόν τον εαυτό αγαπούσαν οι αναγνώστες σου, και κοντά σ’ αυτούς κι εγώ.

Μαριάννα Παπουτσοπούλου

(η Μαριάννα Παπουτσοπούλου, γεννημένη στην Αθήνα το 1951, μετά από πολλά χρόνια δουλειάς στην παιδεία, ζει με τους δυο γιους της, αγαπά τους φίλους της, μεταφράζει και γράφει)

(φωτογραφία: Hector Gomez) 




Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Διαβάζοντας και σχολιάζοντας (στο ρεύμα)


Η φωτογραφία του Jacob Morgan



Η ανάγνωση (από το «Στο ρεύμα κι αναπόταμα» 
της Μαριάννας Παπουτσοπούλου, εκδόσεις Ηριδανός):

«…στην πολυτάραχη οθόνη των περιστάσεων, που πίσω της γελούν ξεκαρδισμένα τ’ ανόητα χρυσά παιδιά, μαίνεται ο πόλεμος των σκιών διορύσσοντας με τον τραχύ πέλεκυ των συμφερόντων το φοβερό αιμάσσον χάσμα που αφανίζει τις μικρές κι ανυπεράσπιστες ζωές. Ενώ, εντελώς αντίθετα, το ρεύμα της πνευματικότητας και της γραφής συγκλίνει ειρηνικά απ’ όλα τα ποτάμια της γης αφήνοντας πίσω τα ιζήματα, για να φτάσει στις πηγές του ξανά, επουλωτικό και σωτήριο.»

Και ο σχολιασμός:

Ρεύμα σαρωτικό, στο διάβα του ισοπεδώνεται κάθε ευτέλεια, κάθε μικρότητα υποχωρεί. Μόνο που για να λειτουργήσει το επουλωτικό άγγιγμα πρέπει να βυθιστείς στο υδάτινο σώμα του αφήνοντας να σε παρασύρει μέσα από στενωπούς βραχώδεις, να αντέξεις πάνω σου τα πολλαπλά χτυπήματα και έτσι με όλες τις χαρακιές και τις ρωγμές να εισηγηθείς την ίαση. Η παραπάνω εικόνα, λοιπόν, καθόλου ειδυλλιακή δεν φαντάζει, ίσα-ίσα εξόχως απαιτητική και επώδυνη. Αλλιώς, όμως,  δεν γίνεται.


Διώνη Δημητριάδου