Λι Μπάι
Ποιήματα
Απόδοση – Επίμετρο: Γιώργος Βέης
εκδόσεις Σμίλη
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Ο ποιητής των παραμυθιών • Fractal (fractalart.gr)
Ο ποιητής των
παραμυθιών
«Τι κάθεσαι και κάνεις, ζώντας
ολομόναχος στο βουνό;»
με ρωτούν κι εγώ χαμογελώ, είναι ήσυχη η
καρδιά μου.
Σαν πέσουν οι ανθοί και περάσει το
φουσκωμένο το νερό
ο κόσμος μου πια ολάκερος δεν είναι των
ανθρώπων.
(«Βουνίσιος διάλογος»)
Σε μια εξαιρετικής καλαισθησίας έκδοση από τη Σμίλη, έχουμε την ευκαιρία να διαβάσουμε την ποίηση του Λι Μπάι (αλλιώς Λι Πο ή Τάι Λι Πο), ενός από τους σημαντικότερους Κινέζους ποιητές, στην απόδοση του επίσης ποιητή Γιώργου Βέη. Έτσι κι αλλιώς η μετάφραση/απόδοση της ποίησης απαιτεί μια «ποιητική» ανάγνωση, την ευαισθησία με την οποία ο μεταφραστής-ποιητής θα προσεγγίσει το αρχικό κείμενο και θα κατορθώσει, στην άλλη γλώσσα πλέον, να διασώσει την «ανάσα» του πρωτότυπου. Ακόμη πιο απαιτητική η εργασία αυτή, όταν η αρχική γλώσσα διακρίνεται για την ιδιομορφία της, τον πλούτο των διαφορετικών εκδοχών ερμηνείας που εγκιβωτίζει στα (ιδεο)γράμματά της (συχνά αποδίδουν ένα ολόκληρο σκηνικό και όχι μόνο μία λέξη/έννοια), στοιχεία φυσικά που υπογραμμίζουν και την ξεχωριστή αξία των κειμένων της. Ο Βέης, αντιμετωπίζοντας με σοβαρότητα το εγχείρημα της μετάφρασης/απόδοσης, όντας γνώστης της κουλτούρας της Άπω Ανατολής, χρησιμοποίησε ποικίλα μεταφράσματα από την αγγλική απόδοση του έργου του Λι Μπάι, κατορθώνοντας μαζί με τις πολύτιμες συμβουλές φίλου Κινέζου ποιητή, να μην προδώσει τη σπουδαία αυτή ποίηση, διατηρώντας στην ελληνική γλώσσα (πλούσια και περιεκτική) τις ζωντανές εικόνες των ποιημάτων και την ενάργεια της σκέψης του Κινέζου ποιητή. Έτσι η μετάφραση συνιστά μια σπουδαία ποίηση επίσης.
Στα 46 ποιήματα (από τα περίπου
χίλια της ποιητικής προσφοράς του Λι Μπάι) που διαβάζουμε στη συλλογή,
κυρίαρχες οι εικόνες της φύσης, έτσι όπως εισβάλλουν στους στίχους γεμάτες από
λυρισμό, από συναισθηματική συμμετοχή του ποιητή, με τις στοχαστικές
προεκτάσεις τους να αγγίζουν τον άνθρωπο και τα προβλήματά του, τον έρωτα, την
απώλεια, τον φόβο του θανάτου – μια μείξη εξαιρετική της ζωής με ό,τι την
ξεπερνά, μια υπόμνηση πως όλα τελικά ένα είναι, κοινή η ουσία τους. Η ποίηση
αυτή άσκησε και ασκεί τεράστια επιρροή στην ποιητική δημιουργία όχι μόνο στη χώρα του δημιουργού της αλλά και στη
Δύση. Ίσως αυτή η αίσθηση πως βρίσκεται πολύ κοντά στον πάσχοντα άνθρωπο,
ανοίγοντας χαραμάδες ελπίδας μέσα από τη
σοφία της φύσης, που γνωρίζει πώς να επουλώνει τα τραύματά της, να κάνει αυτή
την ποίηση διαχρονικά σημαντική. Κι ας έχει γραφεί πριν από περίπου τρεις
χιλιάδες χρόνια· ο Λι Μπάι έζησε από το
701 - 762 μ. Χ. Αν ο σύγχρονος άνθρωπος χρειάζεται ένα στήριγμα, μια εμψύχωση,
σε δύσκολους καιρούς, η ποίηση αυτή που εμπεριέχει μια αισιόδοξη νότα, μια
ελπίδα για ζωή, μπορεί να θεωρηθεί επίκαιρη.
Δύο παραδείγματα εδώ:
Τι φεγγάρι! Το πλένουν τα πράσινα νερά.
Τι φως, αλήθεια! Οι ερωδιοί ξαφνιάζονται
νομίζουν ότι ξημέρωσε
για μια στιγμή κάνουν να πετάξουν.
Μια γυναίκα μαζεύει κάστανα του νερού
ο άντρας την ακούει
μετά κι οι δυο τους τραγουδούν
γυρνώντας σπίτι μέσα στη νύχτα.
(«Τραγούδι του φθινοπώρου
πάλι στα πράσινα νερά»)
Θα πρέπει πολλές κανάτες να πιούμε
πώς αλλιώς τις πίκρες μας να διώξουμε μια και καλή;
Τέτοιες νύχτες, οι εξομολογήσεις ποτάμι που ξεχύνεται.
Σελήνη μου λευκή, μην αφήσεις τον ύπνο να φανεί.
Μεθυσμένοι θα γείρουμε στις σπηλιές του βουνού
στρώμα και προσκέφαλό μας ας είναι ο ουρανός και η γη.
(«Ως τα ξημερώματα»)
Καταφυγή στη φύση, πάντα το
φεγγάρι σύντροφος του ποιητή, αλλά και η μέθη, ένα ακόμη δικό του «καταφύγιο»,
δημιουργούν τα μοτίβα της ποίησής του. Στο κατατοπιστικό του Επίμετρο, για τη
ζωή και τον ποιητικό τρόπο του Λι Μπάι, γράφει ο μεταφραστής:
Ως απόλυτος νομάς, ως
μοναχός των δασών και των λιμνών, άγγιξε την ωραιότητα της Φύσης, αλλά και τον
σκοτεινό πυρήνα της. κατά τ’ άλλα, ο υπόλοιπος κόσμος, αυτός των θνητών, που
τον αφήνει συνειδητά πίσω του, δεν είναι τίποτε άλλο παρά ντουκχά, δηλαδή πόνος, σύμφωνα πάντα με την περιώνυμη αρχή του
βουδισμού περί της ατελείας, η οποία δεν παύει ποτέ να κατατρύχει καταστατικά
τα ορατά. (σσ. 59-60).
Στο εξώφυλλο το έργο του
Γκάο Κιπέι (1660-1734) Μπαμπού, άνθη
δαμασκηνιάς και σελήνη, 1713, μελάνι και χρώμα σε χαρτί. Την αισθητική της
έκδοσης συμπληρώνει το επεξεργασμένο φόντο στις σελίδες των ποιημάτων: Ο Λι Μπάι θαυμάζοντας τον καταρράκτη.
Έργο του Ιάπωνα ζωγράφου Σοάμι (περ. 1500-1525), μελάνι σε χαρτί, Asian Art Museum του Σαν Φρανσίσκο.
Διώνη Δημητριάδου