Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2023

Γιάγερμα Κώστας Μοναστήρας εκδόσεις Έναστρον η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Γιάγερμα

Κώστας Μοναστήρας

 εκδόσεις Έναστρον

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Γιάγερμα ή αλλιώς «επιστροφή» • Fractal (fractalart.gr)

 


 

Γιάγερμα ή αλλιώς  «επιστροφή»

 

Ο Κώστας Μοναστήρας, μας έχει συστηθεί ήδη με δύο συλλογές ποιημάτων (Ηλιοτριβείο,  Libron 2016 και Υέτιος στίχος, Έναστρον 2018), τώρα όμως προτείνει για ανάγνωση τα ιδιόμορφα πεζά του. Ιδιόμορφα, γιατί γράφονται με μια ενδόμυχη ανάγκη να ξεφύγουν από την πεζότητα και να  απογειωθούν σε μια ποιητικότητα που ανέχεται υπερβάσεις λογικές, που υποστηρίζει υπαινιγμούς και μεταφορικότητα. Εμβόλιμα μικρά ποιητικά υπενθυμίζουν πως στην ουσία η γραφή μία είναι, μορφοποιημένη με διαφορετικούς τρόπους. Ωστόσο, οι αφηγήσεις αυτές διατηρούν την αρχική πρόθεση του συγγραφέα να συστήνονται ως μικρές ιστορίες. Όλες, καθόλου τυχαία, στεγάζονται κάτω από τη σημαδιακή λέξη γιάγερμα, που σηματοδοτεί αλλεπάλληλες επιστροφές. Επιστροφές σε μνήμες παιδικές, σε ερωτικές απώλειες, σε εικόνες που αποτυπώθηκαν ως μόνα κατάλοιπα μιας ζωής περασμένης. Τριάντα επτά επιστροφές εν συνόλω (αριθμημένες), με τη πρόταξη δύο κειμένων που μεταφέρουν μνήμες παλαιότερες, από αυτές που με μυστικό, υπόγειο τρόπο, περνούν από γενιά σε γενιά διασώζοντας την ποθητή συνέχεια μιας ιστορικής μνήμης. Το αφήγημα «Μαηρέμα» και «Το δεύτερο της ζωής μου ταξίδι – Οκτώβριος 1922 – Του Κώστα απ’ τα ψηλά» μεταφέρουν την πραγματική ιστορία του παππού του που στα γεγονότα του 1922 ήταν φαντάρος στη Σμύρνη και επέστρεψε στην Ευρυτανία από την Οδησσό με τα πόδια, μέσα σε έξι μήνες. Μέτραγα τις μέρες. Εμμονικά επαναλάμβανα το όνομα της μέρας. Την ημερομηνία, το έτος. Δεν ήθελα να χάσω τις μέρες. Παρασκευή ξαναμύρισα σαν Κώστας. Ένα σκυλί που ούρλιαζε και μια βλαστήμια ελληνική. «Στο διάολο να πας…», ό,τι πιο ωραίο άκουγα εδώ και καιρό. Από εκεί γύριζα. Πήγες και γύρισες, συμπλήρωσα από μέσα μου. Στον διάολο πήγες και γύρισες Κώστα. (σ. 19).



Τα πρόσωπα συχνά εναλλάσσονται, και από το πρώτο ενικό μιας προσωπικής καταγραφής περνάμε στο δεύτερο ενικό μιας απεύθυνσης, που θα μπορούσε να νοηθεί και ως συγκαλυμμένη ξανά πρωτοπρόσωπη γραφή.  Όμως, ακόμη κι όταν επιλέγεται το αποστασιοποιημένο τρίτο πρόσωπο, νιώθεις πως η γραφή αυτή δεν έχει ξεφύγει από προσωπικές μνήμες. Η γλώσσα, από την άλλη, διαμορφώνει ένα ιδιαίτερο ύφος, πλούσια και εύστοχη, με επινοήσεις γλωσσοπλαστικές, προσαρμοσμένη στις απαιτήσεις της κάθε ιστορίας, γεγονός αξιοπρόσεκτο, καθώς πρόκειται για μια πρώτη πεζογραφική εμφάνιση, φυσικά έχοντας πίσω της μια γραφή δουλεμένη στο ύφος της μέσα στα χρόνια. Ο διάλογος, όπου υπάρχει, καλά δουλεμένος κι αυτός, εκπληροί τον σκοπό του, ζωντανεύοντας και κάνοντας πιο περίοπτο το ήθος και το συναίσθημα των προσώπων. Άνοιξε την πόρτα, τον καλομεσημέριασε. Γλυκά είναι τα κορίτσια», του είπε. «Τέτοιο γλυκό μου έφερες; Έχεις κορίτσι;» Το στόμα του δεν κόλλαγε στα συνηθισμένα, πήγαινε κατευθείαν στο ψαχνό. Μετά του ζήτησε να τρέξει τα χέρια του πάνω στο πρόσωπό του, μόνο τα χέρια του τρέχανε, πάλε, τώρα, τα πόδια του πήγαιναν σιγά, πολύ σιγά. Παλιός ναυτικός, στα καράβια λίγο τρέχουν τα πόδια, πιότερο τα χέρια. «Άσπρα γένια έχεις βρε; Τα μαύρα γένια είναι μαλακά, τα άσπρα είναι σκληρά, κρούσταλλα, τα μαύρα είναι νεράκι που τρέχει». (σ. 102).

Στα ποιητικά που συνοδεύουν τις ιστορίες, τιτλοφορημένα και αυτά ως επιστροφές, η γλώσσα λιτή, περιγραφική ή κατά τόπους αφηγηματική, δημιουργεί εικόνες ως απαραίτητο συμπλήρωμα της πλούσιας εικονοπλασίας που χαρακτηρίζει τα πεζά. Ξεχωρίζω την «Επιστροφή XXVII (Αρχαίοι μύθοι)», μια ισορροπία ανάμεσα στο ρεαλιστικό και στο φανταστικό, στον αρχέγονο μύθο και στη σημερινή εικόνα. […] Αυτός τη γλίτωσε./ Άθλος μεγάλος του Ηρακλή,/ που πλέον σκίζει…/ με τα δυο του χέρια/ τους τόμους των άθλων του, στις πλατείες./ Κατόπιν γυρνάει με δίσκο,/ «ό,τι προαιρείστε», γράφει στο πλακάτ./ Φοράει μόνο γάντια του Νέσσου το δέρμα/ κι επιστρέφει στο χαρτόκουτό του και κοιμάται,/ με το υπόλοιπο κορμί γυμνό./ Ρίχνει χιόνι και κρυώνει,/ το κρύο μπόρεσε να τον νικήσει,/ ενώ ολάκερο το δέρμα θα τον έκαιγε,/ θα τον ζέσταινε τελοσπάντων. (σ. 120).

Ιδιαίτερη γραφή στη θεματική της και στον τρόπο που μορφοποιείται σε μία ενιαία σύνθεση.  Άξια προσοχής.

 

 Διώνη Δημητριάδου

 

Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2023

4Χ4 Ποιήσεις #3 Χλόη Κουτσουμπέλη Ηρώ Νικοπούλου Λιάνα Σακελλίου Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου ΑΩ εκδόσεις η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

4Χ4

Ποιήσεις #3

Χλόη Κουτσουμπέλη

Ηρώ Νικοπούλου

Λιάνα Σακελλίου

Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου

ΑΩ εκδόσεις

 η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Συλλογικό έργο: «4 x 4» (diastixo.gr)

 


Όσο κι αν η τέχνη γενικότερα (και ακόμη περισσότερο η ποίηση) έχει ως εγγενές της χαρακτηριστικό τη μοναχικότητα, είτε αυτή αφορά την έμπνευση είτε την εσωτερική απολαβή του συντελεσμένου έργου ή ακόμη και την κάπως εγωιστική ανάπαυση πάνω σε προσωπικές δάφνες, συναντάμε καμιά φορά την επιθυμία μιας από κοινού ποιητικής κατάθεσης. Είναι τότε που η ποίηση λειτουργεί χωρίς ίχνος οίησης, με το μερίδιο της συνευθύνης που αναλογεί σε καθένα από τους συμμετέχοντες. Μια τέτοια προσπάθεια έχει ξεκινήσει ο ποιητής Αντώνης Σκιαθάς, δημιουργώντας τη σειρά «Συναντήσεις παντός καιρού – 4Χ4» στις καλαίσθητες εκδόσεις ΑΩ. Ήδη βρισκόμαστε στην τρίτη ποιητική συνάντηση, αυτή τη φορά με τη συμμετοχή τεσσάρων σημαντικών ποιητριών, της Χλόης Κουτσουμπέλη, της Ηρώς Νικοπούλου, της Λιάνας Σακελλίου και της Δήμητρας Χ. Χριστοδούλου. Η κάθε μία από τις ποιήτριες έχει ήδη το προσωπικό της έργο και τη δική της αξία να επιδείξει. Εδώ, θα τις συναντήσουμε, με το δικό της ύφος και τη δική της θεματική η κάθε μία, σε μια σπουδαία συνύπαρξη.

Η Χλόη Κουτσουμπέλη με Τα Άλλα, όπως τιτλοφορεί τη δική της συμμετοχή, γράφει μια ποίηση απολύτως προσωπική, στρέφοντας το βλέμμα στον ιδιωτικό της χώρο για να μιλήσει για το μοναχικό εσωτερικό τοπίο, όταν κάποιοι κατ’ ανάγκη αποχωρούν (Όταν η πόρτα κλείσει,/ μετά το ξεπροβόδισμα/ και τις αγκαλιές,/ το σπίτι γέρνει παράξενα κουτσό) ή όταν (μεγαλύτερη και βαθύτερη η μοναξιά εδώ) κάποιοι  οριστικά αποχωρούν (Όταν τα παιδιά φεύγουν απ’ το σπίτι/ πίσω μένουν τα Άλλα,/ αυτά που καταβρόχθισε το λαίμαργο στόμα μιας θάλασσας,/ αυτά που μια καμπουριασμένη γριά με ένα ψαλίδι/ αναίτια έκοψε το νήμα τους). Τότε το σπίτι παύει πλέον να μοιάζει με καταφύγιο, έτσι όπως οι μνήμες ολοένα και περισσότερο καταλαμβάνουν τον χώρο του. Η Κουτσουμπέλη στο γνώριμο ύφος της ξεκινά από τις απτές και καθημερινές εικόνες για να τις μεταποιήσει με τα στοιχεία του πάντοτε ιαματικού και σωτήριου «παραμυθιού», όπως η ίδια το εννοεί, με τις φιγούρες της μυθοπλασίας (αγαπημένες φίλες) να συντρέχουν στη μοναξιά της. Η θεματική στα είκοσι ποιήματα (δύο από αυτά επιμερισμένα σε πέντε) αγγίζει το πανάρχαιο ερώτημα κάθε θνητής ύπαρξης, το αναπάντητο, ποιος ελέγχει τη ζωή και τον θάνατο, τη μοίρα του ανθρώπου. «Μου ξέφυγε θηλιά» αναφώνησε η Κλωθώ./ «Υπάρχει τυχαιότητα, λοιπόν;» ρώτησε η Λάχεσις και τράβηξε έναν μαύρο λαχνό απ’ το καπέλο./ «Μόνο αυτό το τεράστιο ψαλίδι» δήλωσε κατηγορηματικά η Άτροπος./ «Κορίτσια φλυαρείτε και σπάτε την γραμμή παραγωγής», μάλωσε ο Άδης.




Η Ηρώ Νικοπούλου στα δικά της Στεγασμένα και Υπαίθρια, είκοσι πέντε ποιήματα (Δεκαπέντε ποιήματα από την ενότητα Χειμέρια Νάρκη /Ένα Βεστιάριο και δέκα ακόμη ποιήματα) ακολουθεί την εικονοπλασία για να αποδώσει μια δική της αίσθηση μοναξιάς. Παρατηρεί τα ζώα, που σαν κομμάτια της ψυχής μας μάς ψάχνουν, κάπου  να ακουμπήσουν τη δική τους μοναξιά, τη δική τους αθωότητα (Τα σκυλιά κοιτούν πάντα στα μάτια/ Κάτι μας φανερώνουν επίμονα/ ώς την Πιετά/ όταν αθώα πεθαίνουν στην αγκαλιά μας («Τα σκυλιά»). Ποίηση μιας ιδιαίτερα ευαίσθητης ματιάς, που απομονώνει από όσα βλέπει γύρω της αυτά που αξίζει να βάλει μες στο ποίημα, σκηνές καθημερινότητας, μέσα από τις οποίες φέρνει στην επιφάνεια και αναδεικνύει  ένα απρόσμενο βάθος. Έτσι, γράφει, για παράδειγμα, το έξοχο ποίημα «Εμμαούς»,  μια προσέγγιση της θεότητας με τον πιο ανθρώπινο τρόπο, μέσα από τα πιο απλά λόγια, έτσι όπως μόνο η καλή ποίηση μπορεί. Απ’ της κουζίνας το μισάνοιχτο παράθυρο/ φάνηκε ο δρόμος για Εμμαούς/ γυρνούσες κάθε τόσο κι έσπερνες κλεφτές ματιές/ ξεθωριασμένος μου φάνηκες πολύ […] κι όμως έχω μια θύμηση αμυδρή/ περπάτησα κάποτε μαζί Σου. Ολοκληρώνοντας τη δική της συμμετοχή, η Νικοπούλου, σε μια εξομολογητική διάθεση απέναντι στην ποίησή της θα μιλήσει με ακρίβεια: Αυτές οι λέξεις φτάνουν/ ίσα να βγει/ η δύσπνοια της νύχτας […] Μόνο θα χαράζω επίμονα/ σε χοντρά λεξικά σβησμένα/ τα δύσκολα ονόματα του κόσμου/ απ’ όταν αγαπήθηκε. («Δύσκολα»).

Η Λιάνα Σακελλίου με δεκατρία ποιήματα (κάποια μικρά και κάποια εκτενή) στη δική της συμμετοχή (Σκιασμών) δημιουργεί μια ατμόσφαιρα που ισορροπεί ανάμεσα στο πραγματικό και στο φανταστικό, όπως ο ποιητικός λόγος γνωρίζει να μεταλλάσσει τις δύο όψεις ενός και του αυτού, στην ουσία, καθόσον προσωπική πάντα η εκδοχή του αληθινού και ακόμη πιο προσωπική η είσοδος στο όνειρο. Η Σακελλίου μάς προσκαλεί να εισχωρήσουμε σε έναν ποιητικό κόσμο, όπου όλα τα παράξενα γίνεται να συνυπάρξουν, μέσα από αιφνιδιαστικές αλλαγές του σκηνικού, μέσα από παιχνιδισμούς των λέξεων. Ποίησή ανατρεπτική και πρωτότυπη. Μένω στο ποίημα «Επόησεν», στο οποίο η γραφή πατάει πάνω στα «Ποιήματα της Περγάμου» του Γερμανού ποιητή Gerhard Falkner, όπως παρουσιάστηκαν στο Μουσείο Περγάμου του Βερολίνου ερμηνευμένα από Γερμανούς ηθοποιούς, μέλη του Schaubühne Theater. Έτσι, λειτουργεί η «συνομιλία» ανάμεσα στους ποιητές αλλά ταυτόχρονα προτείνεται μια συναρμογή των τεχνών, ώστε το αποτέλεσμα να είναι μια καινούργια ποιητική πρόταση. Φέρνει την αθωότητά του στο Βερολίνο/ ένας νέος ονόματι Απόλλων/ συνομιλεί με κάθε αιχμάλωτη ψυχή,/ σε κεντρική αίθουσα της Αθήνας μιλά ο Σεμπάστιαν/ ηδονικό το στόμα, δασύτριχο το στέρνο,// η κάμερα κεντράρει στον κρόταφο, στο αυτί, στο μάτι,/ του τεμαχίζει το ακόντιο,/ τον αντιστρέφει./ Τώρα εκπνέει σαν το πετάρισμα του Ικάριου φτερού/ χωρίς στέφανο, λύρα, ρόδι./ Χωρίς αίμα. («ΙΙΙ. Απόλλων, Επόησεν»).

«Σημειωματάριο της Κακής Υγείας» ονομάζει τη δική της ποιητική συμμετοχή η Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, με υπότιτλο «Μία σύνθεση για την αβέβαιη υγεία σε θέμα και παραλλαγές». Είκοσι τέσσερα ποιήματα, όσα και τα γράμματα της αλφαβήτου που τα τιτλοφορούν, με είκοσι τέσσερις στίχους το καθένα, κατά την προσφιλή πλέον επιλογή της ποιήτριας να θέτει αυτό το όριο στα περιεκτικά όλης της νοηματικής ουσίας ποιήματά της.  Απέναντι σε έναν εσωτερικό προσωπικό «εχθρό» η Χριστοδούλου επιλέγει λέξεις «κλειδιά» για να ξεκλειδώσει αποκαλυπτικά τον πόνο, την ανησυχία, το άχθος της κακής υγείας, την αδυναμία πίστης σε μια άνωθεν άυλη και ανυπόστατη βοήθεια. Από την κάθε μία λέξη τραβά και ανασύρει ένα γράμμα σημαδιακό, που στη δική της ματιά έχει τη δύναμη να συνοψίσει το ανάλογο συναίσθημα, όπως για παράδειγμα το γράμμα Π από τη λέξη Παγετός: Η σιωπή θα είναι κάτι βρώσιμο,/ Σφίγγεις τα χείλη για να την καταπιείς/ Όπως το πι από τη λέξη «Παγετός»,/ Πάλλεται η γλώσσα αλλά δεν ακούγεται/ παρά ένα στραπατσαρισμένο φτερό. («Π»). Ποίηση που έχει τη δύναμη και δεν φοβάται να εκτεθεί, αφήνοντας ανοιχτή την είσοδο για να περάσει όποιος τον πόνο εννοεί. Η Χριστοδούλου στην ωριμότερη ώς τώρα θέαση της τέχνης της, πρόσωπο με πρόσωπο. Μια ποιητική σύνθεση που εκκινεί από το Α του «Άθεου» για να καταλήξει στο Ω της λέξης «Αγαπώ». Πληρότητα!

Ένα σπάνιας αξίας συλλογικό έργο, με τέσσερις ποιήτριες να καταθέτουν η κάθε μία ένα έργο ξεχωριστό, μια «συνομιλία» ποιητική από τις πιο σπουδαίες.

 

Διώνη Δημητριάδου

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2023

Κυκλοφόρησε το νέο τεύχος, 197 του περιοδικού Οδός Πανός ‛Oδός Πανός® εργοτάξιο εξαιρετικών αισθημάτων έτος 42o, τχ. 197 Απρίλιος-Ιούνιος 2023

 

Κυκλοφόρησε το νέο  τεύχος, 197

του περιοδικού Οδός Πανός  

‛Oδός Πανός®

εργοτάξιο εξαιρετικών αισθημάτων

έτος 42o, τχ. 197 Απρίλιος-Ιούνιος 2023



ΠEPIEXOMENA

Σελίδες της

Βιρτζίνια Γουλφ

3 Διήγημα της Βιρτζίνια Γουλφ: Στιγμές ζωής: Οι καρφίτσες του Σλάτερ δεν έχουν μύτη.

 Μεταφράζει: η Τούλα Τόλια

11 Τζον Ντος Πάσος: Η φωτιά. Μετάφραση, Θανάσης Θ. Νιάρχος

12 Θωμάς Κοροβίνης: Ο τραγουδιστής -μνήμη Κωστάκη Μπέσιου-

14 Βασίλης Κοντόπουλος: Εδώ Βερολίνο

18 Σωτήρης Σόρογκας: Ορέστης Κανέλλης: Ένα ιδανικό ορόσημο στη ζωή μου

21 Χρίστος Χριστοφής: Με την ματιά του συλλέκτη...

27 Θανάσης Θ. Νιάρχος: «Του κύκλου τα γυρίσματα»

28 Αλέξανδρος Κορδάς: Δυο καρδιές

*

29 Ελένη Καραΐνδρου: Το παιδί μέσα μου εξακολουθεί να είναι εδώ και να θριαμβεύει.

 Μία συνομιλία με τον Γιάννη Αντωνόπουλο

43 Μάριος Μπέγζος: Έρωτας ή Θάνατος?

49 Θανάσης Θ. Νιάρχος: Μια επιστολή

52 Κώστας Θ. Ριζάκης: εύρετρα των αρότρων

55 Laudatio Turiae. Εισαγωγή και απόδοση στα ελληνικά: Γεράσιμος Δενδρινός

70 Γιάννης Βασιλόπουλος: Δύο ρεμπέτικα τραγούδια και μία μπαλάντα

72 Χριστίνα Κόκκοτα: «Απόλλων», το θέατρο της καρδιάς μας

77 Γιώργος Κωνσταντίνος Μιχαηλίδης: ένας άγγελος παίρνει φωτιά στον Ακάδημο

78 Δημήτριος Μακρίδης: Μεσημέρι στου Ζωγραφίδη

80 Μάριος Βασιλόπουλος: 30 Χαϊκού

82 Χρήστος Μαυρής: Προοίμιο στην ποίηση του Γιώργου Α. Παναγιώτου

92 Βασίλης Μπότσιος: Δόντια

95 Σίμος Ιωσηφίδης: Ένα αστέρι πέφτει πέφτει...

98 Κωνσταντίνος Βορβής: Το Μεταξουργείο που χάνεται

99 Γιώργος Δρίτσας: Πέφτοντας στο κενό

100 Χρίστος Φιλίππου: Ειρήνη και σκλαβοπάζαρο

102 Βιβή Βασιλοπούλου: Μια είδηση της τελευταίας στιγμής: Ο Πάνας στους Δελφούς

104 Βιβλία. Γράφουν οι: Διώνη Δημητριάδου, Μανόλης Κορρές, Θεοφάνης Λ. Παναγιωτόπουλος,

 Σωτήρης Σουλιώτης, Γιώργος Κ. Μιχαηλίδης, Κωνσταντίνος Μπούρας, Γιώργος Χρονάς

137 Ιωσήφ Σ. Ιωσηφίδης: Στον ποταμό άλλα νέα θα δεις

138 Τα βιβλία μας του 2022 και του 2023 και ένα CD

140 Θέατρο. Γράφουν οι: Κωνσταντίνος Μπούρας, Αθανάσιος Βαβλίδας

151 Παναγιώτης Κάλκος (1956): Χρονικό Χριστουγέννων ’43

152 Αθανάσιος Βαβλίδας: Μουσικές Ανταπο-κρίσεις

163 Γιώργος Ζώταλης: Ποντικοφάρμακα

164 Δημήτρης Ι. Καραμβάλης: Τα ορυχεία των καλαμιών

166 Μπάμπης Ιμβρίδης: 63o Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

174 Μαριάννα Βλάχου Καραμβάλη: Πολύ αργά

175 Θάνος Οικονόμου: Ο ευνούχος

176 Μεταμόρφωση του Φραντς Κάφκα

180 Αναστασία Πατσούρη: Λεξικοπωλείο

182 Κύθηρα, το μακρινό και ποθητό ιδεατό!

184 Δευτέρα



Υπάρχει  στα βιβλιοπωλεία:

Πολιτεία

Ιανός (Αθήνα, Θεσσαλονίκη)

Πρωτοπορία (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Πάτρα)

Πατάκης

Αχιλλέας Σίμος

Ελευθέριος Τζανακάκης

Χρήστος Μαρίνης

Α. Κανάκης

Συμμετρία Α. Ε.

Τσιγαρίδας Α. Ε.

Ευριπίδης Α. Ε. 

Σμυρνιωτάκης Greek books

Δ. Τσανάς – Σ. Δημόπουλος

Σκλαβούνος Παράσχης

Ηλίας Μαγγόπουλος

Κέντρο του Bιβλίου (Θεσσαλονίκη)

Μαλλιάρης (Θεσσαλονίκη)

Κεντρί (Θεσσαλονίκη)

Oblik Editions (Θεσσαλονίκη)

Πολύκεντρο Θαλασσινού (Κως)

Βιβλιοπωλείο Οδός Πανός, Διδότου 39 και Ιπποκράτους

106 80 Αθήνα, τηλ 2103616782

e-mail: chronas@otenet.gr

και όπου ζητηθεί με αντικαταβολή.

Διανομή από το Πρακτορείο Τύπου, Άργος Α.Ε., μόνο στην Αττική,

και στο αεροδρόμιο Αθηνών

Ευγενία Lionel Duroy μετάφραση: Εύα Γεωργουσοπούλου εκδόσεις Πόλις η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Ευγενία

Lionel Duroy

μετάφραση: Εύα Γεωργουσοπούλου

 εκδόσεις Πόλις

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη  ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Μια σθεναρή αντίσταση στο Κακό • Fractal (fractalart.gr)


 

 

Μια σθεναρή αντίσταση στο Κακό

 

Όλα έμοιαζαν να προαναγγέλλουν μια τεράστια καταστροφή, δεν είχε άδικο, κι όμως εμείς συνεχίζαμε να καταστρώνουμε σχέδια και να οραματιζόμαστε το μέλλον. Οι εξελίξεις διαδραματίζονταν κατά κύματα, που το καθένα τους ματαίωνε και λίγο πιο βάρβαρα τις ελπίδες μας, αλλά μόλις έληγε ο συναγερμός αναθαρρεύαμε – άλλωστε, τα θέατρα ήταν πάντα γεμάτα, τα τρένα και τα τραμ κυκλοφορούσαν κανονικά […] (σ. 76). Έτσι περιγράφει ο Λιονέλ Ντιρουά την κατάσταση στη Ρουμανία κατά τη δεκαετία του 1930, όταν το αντισημιτικό κύμα μοιάζει να έχει σαρώσει τα πάντα, με κάποιους επιφανείς διανοούμενους, όπως ο Εμίλ Σιοράν, να τάσσονται απροκάλυπτα υπέρ του αναδυόμενου ναζισμού, να προβάλλουν τη βαρβαρότητα ως μία ιδανική λύση για τη ρουμανική κοινωνία. Κι όμως η πλειονότητα των πολιτών να μην  αντιλαμβάνεται προς τα πού βαδίζει η χώρα τους, και μάλιστα με τη δική τους συνενοχή.

Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα παρακολουθούμε την Ευγενία Ραντουλέσκου, μια  νεαρή φοιτήτρια, στη σταδιακή της πορεία προς τη συνειδητοποίηση της κατάστασης, της ύπαρξης του Κακού που ελλοχεύει μέσα στα σπλάχνα της ρουμανικής κοινωνίας από την εξουσία ως την οικογένεια, από τους πολιτικούς ιθύνοντες ως τον πιο απλό μέσο οικογενειάρχη. Αρχικά θα νιώσει τη διασάλευση κάθε ηθικής, μετά από τη βίαιη επίθεση των φασιστών εναντίον του Ρουμανοεβραίου διανοούμενου Μιχαήλ Σεμπαστιάν (ψευδώνυμο του Ιωσήφ Χέκτερ) και κατόπιν με τη στενότερη σύνδεσή της με την κυρία Κοστινάς, την καθηγήτριά της στη ρουμανική φιλολογία αλλά και με τον ίδιο τον Σεμπαστιάν, με τον οποίο θα βρεθεί σε μια ιδιόμορφη, ουσιαστικά μονόπλευρη,  ερωτική σχέση. Θα συγκρουστεί με την ίδια της την οικογένεια (με εξαίρεση τον αδελφό της Αντρέι, που κατανοεί, όπως κι αυτή πόσο υπέρτερη αξία από τα επιμέρους έθνη είναι η ανθρωπότητα στο σύνολό της) που δεν συνειδητοποιεί πως με την αδιαφορία της απέναντι στη ναζιστική βία συντηρεί τη χειρότερη μορφή απανθρωπισμού, και κυρίως με τον αδελφό της, τον Στεφάν, που τάσσεται συνειδητά στις φασιστικές ομάδες της Σιδηράς Φρουράς. Θα προσπαθήσει να προστατεύσει τον αγαπημένο της από τη σίγουρη εξόντωσή του, καθώς ως Εβραίος μοιάζει για τους διώκτες του να έχει απολέσει τη ρουμανική του ταυτότητα, και μετά τον θάνατό του θα καταγράψει τη ζωή του διασώζοντας  το ήθος του προσώπου απέναντι στον παραλογισμό, τη μισαλλοδοξία, τον φανατισμό.



Ο Λιονέλ Ντιρουά, πίσω από την ιστορία της Ευγενίας και του Σεμπαστιάν, τις διακριτές οντότητες που τολμούν να διαφοροποιηθούν εν μέσω μιας παραπαίουσας κοινωνίας, διασώζει και ένα κεφάλαιο της ρουμανικής ιστορίας, το πογκρόμ του Ιασίου το 1941, στη βάση κυρίως των ημερολογιακών καταγραφών του Σεμπαστιάν αλλά και ρεπορτάζ της εποχής. Έτσι, με την ιστορία να λειτουργεί ως πλαίσιο που διαμορφώνει συνειδήσεις, προβάλλει τα συγκεκριμένα πρόσωπα σε διαλεκτική σχέση με το περιβάλλον, να επιδρούν σ’ αυτό αλλά και να δέχονται επιδράσεις. Μια ισορροπία που συχνά διαταράσσεται πότε προς τη μία πλευρά και πότε προς την άλλη. Έτσι, όμως, προχωράει η ιστορία, πότε με  μεγάλες ανακατατάξεις/βίαιες ρήξεις,  και πότε με μικρές επαναστάσεις στον μικρόκοσμο των προσώπων. Ιστορικό μυθιστόρημα, βασισμένο σε αληθινά γεγονότα, αλλά ταυτόχρονα κοινωνικό και πολιτικό, στο πλαίσιο που ερευνά και εξετάζει τον ρόλο των μοναδικών προσωπικοτήτων σε δράση και αντίδραση με το ιστορικό γίγνεσθαι. Εκεί που κάθε άτομο απειλείται από την ενσωμάτωση στη μάζα, αναφαίνεται η ελπίδα μιας διαφοροποίησης. Η Ευγενία κάνει μια προσπάθεια να βρει την άκρη στην εξέλιξη των συνειδήσεω, εντοπίζοντας την αρχική κοιτίδα δημιουργίας των στερεότυπων αντιλήψεων, και αναρωτιέται: Πιστεύουμε τυφλά όσα μας λένε οι γονείς μας, και αργότερα τα υιοθετούμε κι εμείς για να τα μεταδώσουμε στα παιδιά μας. Γιατί είναι τόσο δύσκολο να εναντιωθεί κανείς σε τούτα τα λόγια, να του γεννηθούν αμφιβολίες, κι έπειτα, σιγά σιγά, η επίγνωση μιας διαφορετικής «αλήθειας»; (σ. 310). Είναι άραγε αυτή η αρχή για το αργό και σταδιακό ξήλωμα της ύφανσης του Κακού; Ή, μήπως, απαιτείται κάποιο ξαφνικό, συγκλονιστικό γεγονός για την αφύπνιση των συνειδήσεων που τελούν εν υπνώσει; Ίσως και τα δύο αυτά, σε μακρό χρόνο ή σε σύντομο. Έτσι κι αλλιώς η ιστορία βαδίζει και στα δύο αυτά χρονικά διαστήματα.

Συναρπαστικό μυθιστόρημα, συγκλονιστικό στις αλήθειες του, σε μετάφραση της Εύας Γεωργουσοπούλου και με την αισθητική των εκδόσεων Πόλις. Έξοχη η εικόνα που κοσμεί το εξώφυλλο (Στην άκρη της θάλασσας, Αυτοπροσωπογραφία,  Romaine Brooks).

 

Διώνη Δημητριάδου

 

 

 

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2023

Για το βιβλίο της Π. Λάμπρη Αγαθά στοιχειά γράφει η Ειρήνη Μπόμπολη

 

Για το βιβλίο της Π. Λάμπρη 

Αγαθά στοιχειά

γράφει η Ειρήνη Μπόμπολη

 



Ο «φυσικός άνθρωπος»

 

Ένας ύμνος στον φυσικό άνθρωπο, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί  το πόνημα των διηγημάτων «αγαθά στοιχειά» της ηπειρώτισσας φιλολόγου και λογοτέχνιδας, Παναγιώτας Λάμπρη. Δεκατέσσερις ιστορίες, ευσύνοπτα διηγήματα ή, αλλιώς, μικρογραφίες της καθημερινής ζωής, συναποτελούν το corpus  του συγκεκριμένου έργου της.

   Το καθένα από τα μικρά διηγήματα της συγγραφέως φέρει ως τίτλο το όνομα μιας γυναίκας- πρωταγωνίστριας, κατά κάποιον τρόπο. Ουσιαστικά το όνομά της  σφραγίζει τη συγκεκριμένη ιστορία. Δεκατέσσερα γυναικεία ονόματα, δεκατέσσερις ιστορίες μιας αγροτικής κοινωνίας στα μέσα του εικοστού αιώνα, στην μετεμφυλιακή Ήπειρο. Λάμπρω, Χρύσω, Πανάγιω, Λένη, Όλγα, Μαριάννα κλπ. Ανάμεσά τους η θρυλική Θανάσω που  κάνοντας πράξη «Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον»,  ή το «Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού», καταφέρνει με τον τρόπο μιας αφανούς επαιτείας να επιβιώνει η ίδια και να συντηρεί ταυτόχρονα  και τον άντρα της.

   Αξιοθαύμαστο το λαογραφικό υλικό που κατακλύζει κάθε γραμμή των ιστοριών αυτών. Καθημερινές συνήθειες, γιορτές, γάμοι, γεννήσεις, θάνατοι, συγγενικοί δεσμοί, σχέσεις των συγχωριανών, επαγγέλματα,  παράπονα, παρεξηγήσεις, εξομολογήσεις, παραμύθια, και όσα θα μπορούσαν να συμβαίνουν σε μια  μικρή κοινωνία.

   Οι περιγραφές σύντομες και δυνατές υποτάσσονται σε μια πυκνή και ρέουσα αφαιρετική αφήγηση με λόγο άμεσο, κοφτό και διανθισμένο τόσο με λεξιλόγιο ντοπιολαλιάς, όσο και περισσότερο λόγιο στις παρεμβάσεις του παντογνώστη  αφηγητή. Οι διάλογοι μικρής διάρκειας, φωτίζουν τους ευγενείς. σε μεγάλο βαθμό, χαρακτήρες των γυναικών και άλλων ηρώων της.

   Το αξιοθαύμαστο όμως στοιχείο του έργου, «αγαθά στοιχειά», της Παναγιώτας Λάμπρη είναι ο τρόπος που οι ηρωίδες της κυρίως αλλά και οι λιγοστοί ήρωες βιώνουν τις καταστάσεις που τους συμβαίνουν καθώς και το πώς τις αντιμετωπίζουν και  τις «διαχειρίζονται».  Εδώ παρατηρούμε το μεγαλείο του φυσικού ανθρώπου να δέχεται τη ζωή σχεδόν, όπως έρχεται, με νηφαλιότητα και καρτερία,  όχι όμως με μοιρολατρία. Οι ήρωες ενσαρκώνουν ρόλους φυσικούς και πορεύονται όπως το φυσικό κάλεσμα της ζωής ορίζει, σχεδόν δίχως διαμαρτυρία. Αναλαμβάνουν να επιτελέσουν δύσκολα «έργα» και κάποιες φορές μη αποδεκτά, ακόμα και σήμερα.

   Άνθρωπος και φύση συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται σε σχέση αδιάσπαστη.  Η ιστορία της μαίας Φανής που ξεγεννάει την αγελάδα- Μελίσσω είναι συγκλονιστική. Σήμερα ένα τέτοιο γεγονός θα γινόταν «θέμα» και θέαμα, ακατανόητο σε  πολλούς, στα δελτία ειδήσεων και social media,  ενώ έναν αιώνα πριν σε μια άγονη επαρχία, μακριά και από τον θεό, ήταν κάτι φυσιολογικό που έπρεπε να γίνει. Θέμα  πολυήμερου αναμασήματος από τα  «μέσα» θα γινόταν  η επίσης συγκλονιστική σκηνή όπου τα γεννητούρια συμβαίνουν στο ίδιο, ένα και μοναδικό  δωμάτιο που κοιμάται η υπόλοιπη οικογένεια, αλλά και ο φιλοξενούμενος εκείνης της βραδιάς.

    Εκεί στην αγροτική αυτή κοινωνία όλα αυτά απέρρεαν  χωρίς κόπο από το φυσικό και εθιμικό δίκαιο που τακτοποιούσε τις εκεί καταστάσεις. Στην ουσία τα «αγαθά στοιχειά» είναι ένα πόνημα επαναστατικής πνοής, αν όντως θέλουμε να συνταχτούμε με την αυθεντική πλευρά της ζωής και όχι με τις κατασκευασμένες συμβάσεις του σύγχρονου αστικού πολιτισμού.

   Πρέπει να τονιστεί πως η συγγραφέας, Παναγιώτα Λάμπρη, θέτει την αφηγηματική ματιά από το πρίσμα της «παραδείσου» που έχει η ανθρώπινη οντότητα μέσα της και όχι της «κόλασης». Αυτό δε σημαίνει πως όλα είναι αγγελικά σε μια τέτοια κοινωνία, τουναντίον μάλιστα, αλλά δεν είναι αυτό που απασχολεί τη συγγραφέα, παρά η αυθεντικότητα, η πηγαία καλοσύνη και η ευγένεια των χαρακτήρων. Ακόμα και φρικτές  πράξεις, όπως ο θάνατος της Ευανθίας, από τον αδελφό της για λόγους τιμής, δίνεται με τέτοιον τρόπο, ώστε ο φονιάς να εξιλεώνεται στη συνείδησή μας γιατί φαίνεται να δρα ως θύμα μιας αυστηρής και απαράβατης  εθιμικής εντολής.

   Φανερά η συγγραφέας λειτουργεί και γράφει κάτω από την επήρεια νοσταλγικής μέθης. Δεν φαίνεται βέβαια να επιθυμεί μια επιστροφή σε μορφές ζωής ανύπαρκτης πια, αλλά οι βιωματικοί της θησαυροί γίνονται μέσω της γραφής της γέφυρες  με τους αναγνώστες, τους οποίους μυεί κυριολεκτικά σε  «μια άλλη ζωή». Είναι βέβαιο ότι το φίλτρο του χρόνου εξωραΐζει τις σκέψεις μας και τα βιώματά μας και η προσέγγισή τους παίρνει τον χαρακτήρα ρομαντικής επιθυμίας του αδυνάτου.

   Τι κι αν οι ηρωίδες της δεν ξέρουν γράμματα. Ξέρουν όμως πολύ σοφά να μετρούν τον χρόνο στα χέρια τους. Στους κόμπους, στους ρόζους, στα στίγματα, στις φλέβες που κουβαλούν τη μνήμη μιας ζωής. Όσα παιδιά μεγάλωσαν, όσα ζώα φρόντισαν, όσους ανθρώπους φρόντισαν, όσα φαγητά μαγείρεψαν, όσα πλεχτά ή υφαντά έκαμαν αυτά τα ευλογημένα χέρια, θυμίζοντας εδώ το αντίστοιχο ποίημα του Μιχάλη Γκανά. Στην «Πανάγιω» η Ανθούλα παρατηρεί τα «διάφανα χέρια της γιαγιάς… που οι φλέβες τους έμοιαζαν με διακλαδώσεις ποταμών των οποίων οι πηγές και οι εκβολές είναι αόρατες . .»

   Συγχαρητήρια στην Παναγιώτα Λάμπρη και καλοτάξιδο το βιβλίο της! Είναι βέβαιο πως η ανάγνωσή του θα σας μαγέψει.

 

Ειρήνη Μπόμπολη

 

Η Ειρήνη Μπόμπολη είναι φιλόλογος, συγγραφέας - ποιήτρια.

Σημείωση: Όποιος θέλει να διαβάσει ή να χαρίσει τα «Αγαθά στοιχειά», ας πατήσει την ακόλουθη διεύθυνση: https://issuu.com/panagiotalampri/docs/_-_4edc698a5c8dac

 

Περιδιαβαίνοντας στη Γερμανία Σήμερα και χθες Γιάννης Κατσίκης ΑΩ εκδόσεις η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Περιδιαβαίνοντας στη Γερμανία

Σήμερα και χθες

Γιάννης Κατσίκης

 ΑΩ εκδόσεις

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Με παρατήρηση και στοχασμό • Fractal (fractalart.gr)



 

 

Με παρατήρηση και στοχασμό

 

Ο Γιάννης Κατσίκης έχει δώσει μέχρι τώρα σημαντικά ταξιδιωτικά βιβλία, που δυσκολεύεσαι να τα χαρακτηρίσεις μόνο βιβλία ταξιδιωτικών εντυπώσεων, γιατί ενσωματώνει στις ενδιαφέρουσες αυτές εντυπώσεις ακόμη πιο ενδιαφέρουσες στοχαστικές προεκτάσεις. Αν σ’ αυτά τα δύο χαρακτηριστικά των βιβλίων του προσθέσουμε μια γλώσσα ιδιαίτερης ευαισθησίας, που έχει την ικανότητα να προσεγγίζει την ουσία των τοπίων, των γεγονότων και των προσώπων αποτυπώνοντάς την με τις κατάλληλες λέξεις, έχουμε την πλήρη περιγραφή των «ταξιδιωτικών» του Κατσίκη.

Στο πρόσφατο βιβλίο του παρουσιάζει τα ταξίδια του στη Γερμανία, Ανατολική και Δυτική του παρελθόντος (στο ταξίδι του το 1981) αλλά και στην ενιαία σημερινή. Μια ματιά που αφορά τόσο την αλλοτινή εικόνα των δύο κρατών ή τη σημερινή κοινή τους, αλλά που ταυτόχρονα επιτρέπει να δούμε τη σκέψη του ταξιδευτή, τότε και τώρα, με συνακόλουθη τη σταδιακή ωριμότητα που έφερε ο χρόνος και τη συνεκτίμηση των καταιγιστικών αλλαγών που η ιστορία έφερε στο σκηνικό μιας από τις ισχυρότερες δυνάμεις στον παγκόσμιο χάρτη.

Χωρισμένο σε δύο μέρη το βιβλίο («Βερολίνο», «Σκόρπιες εικόνες στη Βαυαρία και στη Ρηνανία»), προλογίζεται με ένα εισαγωγικό κείμενο που τοποθετεί τη Γερμανία στον ευρωπαϊκό αλλά και παγκόσμιο πολιτικό χώρο, δίνοντας παράλληλα τα απαραίτητα ιστορικά στοιχεία, ενώ ταυτόχρονα σχολιάζει τη σχέση της με τη χώρα μας από το απώτερο παρελθόν μέχρι σήμερα. Το κείμενο αυτό προϊδεάζει τον αναγνώστη για ό,τι θα ακολουθήσει, δείχνοντας πως ο Κατσίκης δεν είναι απλώς ένα ταξιδιώτης-τουρίστας αλλά μελετά σε βάθος τη χώρα που επισκέπτεται, κρίνει, συγκρίνει, διατυπώνει σκέψεις αλλά και κατασταλαγμένες θέσεις.


Ενδιαφέρουσες σελίδες, κυρίως όσες αφορούν τις σκέψεις που γεννά το επαίσχυντο Τείχος του Βερολίνου, το μακρινό 1981, όταν κανείς δεν θα φανταζόταν τι θα ακολουθούσε κάποια χρόνια μετά. Ιστορίες ανθρώπων που επιχείρησαν μάταια τη δραπέτευσή τους, που καλοτύχιζαν τους ταξιδιώτες γιατί είχαν την ελευθερία να περνούν από τη μία Γερμανία στην άλλη, που έβλεπαν ζοφερό το μέλλον και αδιέξοδη τη ζωή τους. Με οξεία ματιά ο Κατσίκης βλέπει πίσω από την επιφάνεια και σχολιάζει, εμπλουτίζοντας το κείμενό του με φωτογραφίες. Το πρώτο μέρος ολοκληρώνεται με ένα κεφάλαιο, στο οποίο διατυπώνει τον προβληματισμό του, κοιτώντας χρόνια μετά τη Γερμανία του 2019, σχετικά με την εξέλιξη του ενιαίου πλέον κράτους, τη διάλυση του Συμφώνου της Βαρσοβίας, την αλλαγή στο σκηνικό του κόσμου: Έγινε ο κόσμος καλύτερος; Νομίζω όχι. Καινούργια προβλήματα ταλανίζουν τη Γερμανία και την υπόλοιπη γηραιά ήπειρο, ίσως και σοβαρότερα εκείνων του παρελθόντος. Οι αντιθέσεις γιγαντώνονται, αλλά τα πολιτικά κόμματα δεν προτείνουν λύσεις. Τα άλυτα ζητήματα συσσωρεύονται. (σ. 68). Στο δεύτερο μέρος αρκετές ιστορικές πληροφορίες, με εμφανή εδώ τη λογοτεχνική γραφή, και πολλές πληροφορίες για τη Βαυαρία και τη Ρηνανία, τους κατοίκους, τη νοοτροπία τους σε σύγκριση με την ελληνική. Εικόνες από  μια χώρα πειθαρχημένη, με πολιτική αλλά και οικολογική συνείδηση, φέρνουν αναπόφευκτα τη σύγκριση με την «απειθάρχητη» δική μας χώρα. Δεν παραλείπει να μεταφέρει την εντύπωση που του προξένησε η βαριά κληρονομιά της Βαυαρίας, το Νταχάου.

Ο τρόπος που ο Κατσίκης αφηγείται δίνει τη δυνατότητα της αναγνωστικής «συμμετοχής», πράγμα σπουδαίο σε ανάλογες γραφές. Παρακολουθείς τη δική του ματιά, μοιράζεσαι τους συνεχείς συνειρμούς της σκέψης του, αποδέχεσαι τον προβληματισμό του. Συγκινείσαι με ό,τι τον αγγίζει, γεύεσαι ό,τι ο ίδιος δοκιμάζει. Στις πλαγιές των λόφων της κοιλάδας (όπως και πλάι στο Ρήνο) υπάρχουν εκτεταμένοι αμπελώνες που παράγουν το διάσημο λευκό κρασί (ημίγλυκο, αρωματικό), συνιστώντας σημαντική πλουτοπαραγωγική πηγή. Όσες φορές το δοκίμασα επί τόπου –σε ποτήρι, όχι από μπουκάλι– μου φάνηκε υπέροχο· αντίθετα, όποτε το γεύτηκα στην Ελλάδα εμφιαλωμένο, δε μου άρεσε.  Αρκετές φορές συνέβη το ίδιο με προϊόντα ξένων χωρών. Πιστεύω πως κάθε γεύση είναι προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες συνθήκες του τόπου παραγωγής, εξόριστη υποβαθμίζεται. (σσ. 113-114).

Καλαίσθητη η έκδοση (γνωστή η αξία των ΑΩ εκδόσεων και η προσωπική φροντίδα του Πέτρου Μιχάλη), σε επιμέλεια και σχόλιο στο οπισθόφυλλο από τον Δημήτρη Φύσσα.

Διώνη Δημητριάδου

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2023

Φως Γρηγόρης Σακαλής

 Φως

Γρηγόρης Σακαλής

 


Τρεις φορές προσπάθησες

να δώσεις τέρμα

στη ζωή σου

σ’ όλες απέτυχες

μάλλον δεν το πίστεψες

μάλλον δεν το ήθελες

αρκετά, γιατί το ένστικτο

της αυτοσυντήρησης

στάθηκε πιο δυνατό

από τη θέληση του θανάτου

ό,τι κι αν είναι αυτό

που σε πιέζει

όσα προβλήματα κι αν

σου μαυρίζουν τη ζωή

είναι όμορφο να ζεις

να βλέπεις

τον ήλιο ν’ ανατέλλει

ό,τι κακό κι αν συμβεί

πάντα θα ’ρθουν

καλύτερες μέρες.

 

Γρηγόρης Σακαλής
(φωτο: Keenan Constance)

Άβυσσος άβυσσον επικαλείται Ελένη Γκίκα ΑΩ εκδόσεις η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Άβυσσος άβυσσον επικαλείται

Ελένη Γκίκα

ΑΩ εκδόσεις

 η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

https://diastixo.gr/kritikes/poihsh/19572-gkika-avissos-epikalite

 



Ωστόσο αντέχεται η οδύνη; Πίσω από αυτό το ερώτημα κρύβεται όλη η πρόσφατη ποιητική κατάθεση της Ελένης Γκίκα. Ίσως γιατί μέσω της ποίησης είναι δυνατή μια απάντηση, όσο αντέχει η οδύνη να γραφεί και, ακόμη περισσότερο, όσο αντέχει να δει τον εαυτό της στον καθρέφτη, έστω και με θολό, χιμαιρικό είδωλο. Έχει η Ελένη Γκίκα το προσωπικό της μερίδιο στη χίμαιρα, να μπορεί να αντιμετωπίζει με ιδιαίτερο σθένος (της το δίνει άραγε η τριβή της με τον ποιητικό λόγο;) κάθε διάψευση, κάθε απώλεια, κάθε νέα απόχρωση του σκοτεινού μαύρου, και να το μεταπλάθει σε λόγο με διττή τη δυνατότητα της ιαματικής δράσης: προς τον εαυτό της αρχικά και κατόπιν προς τον αποδέκτη. Καθόλου τυχαία στην  προμετωπίδα  ο στίχος του Ελύτη από τον Μικρό Ναυτίλο μοιάζει να «προλογίζει» τη συλλογή: Αυτή την ψυχή τη λέω αθωότητα./ Κι αυτή τη χίμαιρα, δικαίωμά μου. Ο ποιητικός λόγος της Ελένης έχει κάτι από την αχλύ μιας χίμαιρας, έτσι που προσεγγίζει το ανέφικτο, την ησυχία της ψυχής,  με την επίγνωση πως οι θλίψεις τελειωμό δεν έχουν – άλλωστε ο τίτλος της συλλογής (Άβυσσος άβυσσον επικαλείται, Ψαλμοί, 41) εκεί ακριβώς παραπέμπει, στην ατελείωτη  σειρά των θλίψεων, με το σκοτάδι να εναλλάσσεται με νέο σκοτάδι. Η σκοτεινιά στη σκοτεινιά/ Και η πληγή στην πληγή, θα πει η ποιήτρια.

 Προσωπική ποίηση (Όλοι οι δρόμοι, βλέπεις,/ χαράζονται εντός// Ακόμα και οι αδιάβατοι) με έντονο βιωματικό βάθος, που υπερβαίνοντας το ιδιωτικό τοπίο κατορθώνει με την ευαισθησία της να μας αγγίξει όλους. Μέσα στους στίχους της ο έρωτας, στο κέντρο της θεματικής αυτών των ποιημάτων, αποκτά την άυλη υπόσταση του ανεκπλήρωτου, ωστόσο ζωντανού στη μνήμη, ακόμα και στην αφή, σαν ένα άγγιγμα φευγαλέο, χιμαιρικό (Γεράσαμε/ Κι ακόμα ονειρεύεται ο ένας τον άλλον). Στη βίωση αυτής της απώλειας η ποίηση στρέφει προς τα ενδότερα για να ανακαλύψει εκεί όχι τη λύση μα τη δυνατότητα: Μια νοσταλγία/ για εκείνο/ που ίσως/ ποτέ δεν έρθει// Η εκδοχή του εν δυνάμει. Κι αυτό, νομίζω, είναι το πιο συνταρακτικό, η επίγνωση δηλαδή πως ούτε κι έτσι, με τον ποιητικό τρόπο, θα ιαθεί το τραύμα· το μόνο που μπορεί να δώσει η ποίηση είναι η αναζήτηση μιας δυνατότητας. Σκληρή αλήθεια, που πάλι ποιητικά αντιμετωπίζεται.

Ποιήματα που ακολουθούν ένα ημερολόγιο δύο μηνών που αποκορυφώνουν στον Σεπτέμβρη με πολλές καταγραφές, προσωπικές αποτυπώσεις στο χαρτί, που θέλουν να μοιραστούν, μήπως έτσι κοπεί σε πολλαπλά διαφορετικά κομμάτια η θλίψη. Η ποιήτρια σχολιάζει τη γραφή της αποκαλύπτοντας τις σκοτεινές της γωνίες: Ένας ακόμα κύκλος με θεοσκότεινο Φως. Στο οξύμωρο αυτό, με την επιφανειακή αντίφαση στη συνύπαρξη των δύο λέξεων, εν συνόψει όλος ο ποιητικός κόσμος της Ελένης, σαφής απόηχος μιας ανάλογης ζωής με την αναζήτηση του φωτός να προσκρούει σε μια διαρκή ματαίωση των ελπίδων, σε συγκυρίες που καταργούν το όνειρο, ωστόσο να παραμένει φως, περισσότερο οδύνης παρά ελπίδας. 


Θα μπορούσε αυτή η πρόσφατη συλλογή να θεωρηθεί μια ειλικρινής εξομολόγηση, ένας ποιητικός απολογισμός ζωής, ποιητικός ίσα ίσα για να αντέχεται. Και αλήθεια, όταν ο κατασταλαγμένος πόνος βρίσκει τα γραμμένα λόγια, τότε μοιάζει να κλείνει ένα κεφάλαιο ζωής. Γράφει η ποιήτρια: Τα ποιήματα είναι σαν την αστραπή./ Εκεί που είχε χρόνια να βρέξει,/ ξαφνικά κάτι σε σπλαχνίστηκε/ κι ανοίξαν οι ουρανοί./ Κι ό,τι ήταν να γίνει/ μέσα σε ένα;/ δυο μήνες;/ Έγινε. Όσο κρατά μια αστραπή./ Όλη μας η ζωή/ σ’ ένα Σεπτέμβρη («Αποχαιρετώντας έναν κύκλο ζωής»).

Αλλά ταυτόχρονα και μια ώριμη, αν και εν απογνώσει, θεώρηση της ερωτικής σχέσης, που έχει τα δικά της μέτρα και σταθμά, που δεν ορίζεται από τον χρόνο, που δεν καταργείται με την απουσία της ζωής, καθώς με τη δική της δυναμική μπορεί ακόμη και τον θάνατο να περιγελά, να τον ξεπερνά.  

Ίσως πέρα από τις παραπάνω αναγνώσεις, εμφανής εδώ η ανάγκη να ορισθεί χωροταξικά η άβυσσος (Έχει κι η άβυσσος τη χωροταξία της), με την αρωγή (πώς αλλιώς;) της ποίησης. Η ποιητική αυτή αντανάκλαση της αβύσσου την καθιστά έστω και για λίγο ορατή. Και είναι τότε που η ποίηση, μέσα από αυτό το ελάχιστο φως που διασπά το πηχτό σκοτάδι, αποκτά απρόσμενη δύναμη. Η έσω άβυσσος ενσωματώνεται στο χάος που την περικλείει, η γραφή μεταποιείται σε δυνάμει ιαματικό βάμμα, η ζωή αντέχεται λίγο περισσότερο.

Τα σχέδια της Φωτεινής Χαμιδιελή, σε μια έκδοση εξαιρετικής αισθητικής, αποτυπώνουν με ελλειπτικό τρόπο το πένθος των ποιημάτων, με το κόκκινο και το μαύρο χρώμα, με το σμίξιμο των δύο προσώπων στη ζωγραφιά που «αγκαλιάζει» ενιαία, σε εξώφυλλο και οπισθόφυλλο, το βιβλίο. Αυτό το σμίξιμο σχολιάζει η ποιήτρια, «συνομιλώντας» έτσι με την εικαστική παρέμβαση της ζωγράφου: Έτσι τους φανταζόμαστε/ τους εραστές/ Πάντα μόνους τους/ κι ας μας ζωγράφιζε/ η Φωτεινή/ τον ένα/ κουρνιασμένο στο λαιμό/ του άλλου («Γίναμε ένα»).

 

Διώνη Δημητριάδου