Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βίκυ Δερμάνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Βίκυ Δερμάνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 8 Ιουλίου 2022

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ Βίκυ Δερμάνη Ενδορηγματώσεις Εκδόσεις Στίξις

 

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ

 

Βίκυ Δερμάνη

Ενδορηγματώσεις

Εκδόσεις Στίξις

 




Μία ποίηση με επίκεντρο τον άνθρωπο και τις σκοτεινές πτυχές της ύπαρξης: τον πόνο, την απουσία, το αδιέξοδο, ενώ με έντεχνο λυρισμό και λιτό ύφος αναδύονται η ομορφιά και η λύτρωση.

 

Ρωγμές I

 

Κάθονται όλοι στο ίδιο σπίτι

με τ’ όνομά της το μικρό την καλούν

την αγκαλιάζουν με χέρια άσαρκα

με μάτια σβηστά την κοιτούν

 

στην αρχή ήτανε μία

μετά γίνηκαν πολλές 

του τοίχου τις ρωγμές

στο λαιμό όλες τις κρέμασε

να της θυμίζουν πάντοτε

πως πιότεροι οι νεκροί

από τους ζωντανούς της




Τρίτη 8 Οκτωβρίου 2019

Κρω κρω κρω της Βίκυς Δερμάνη μαζί με μια φωτογραφία του Άγγελου Τζωρτζίνη



Κρω κρω κρω

της Βίκυς Δερμάνη

μαζί με μια φωτογραφία του Άγγελου Τζωρτζίνη




Θα στέκομαι εκεί. σαν ένα ασκί άδειο και ζαρωμένο. θα τρέμει το πηγούνι μου. θα κροταλίζουν τα δόντια μου. θα μυρίζει άσχημα η ανάσα μου. θα είμαι πεσμένη στο πάτωμα. εκεί. άπλυτη. ένα ντεπόζιτο ιδρώτα θα είμαι. θα έχω καταρρεύσει. θα είμαι. δεν θα είμαι. ένα ντεπόζιτο ιδρώτα. θα είναι μέρες μακρινές. κοντινές. στη λήθη απωθημένες. θα με βρουν. θα με αρπάξουν σαν υλικό περίπλοκο. αδιαφανές. ανέγγιχτο. ρωγμές της μνήμης. τρυφερό σούρουπο. νιότη των μαύρων αλόγων. γήρας της ρυτιδιασμένης θάλασσας. θα θυμηθώ όσα πίσω μου άφησα: δεν πρέπει να θυμάμαι: θα θυμηθώ: δεν πρέπει να θυμάμαι: εκεί πίσω υπήρχε ένας κήπος: αν μπορούσα να ξαναγυρίσω εκεί: αν μπορούσα να κρυφτώ εκεί. κρω, κρω, κρω. πεινασμένα πετάνε πάνω από το κεφάλι μου. κρω. θυμάμαι. κρω. πεινάω. πεινάνε. κρω. το χώμα κυλά. τις σκοτωμένες λέξεις κρύβει. λάσπη. λάσπη. να θυμηθώ τη γεύση της λάσπης. παίζει η γλώσσα. τα χείλη σκουπίζει. κρω, κρω, κρω. παραλύω. σαπίζω. μορφάζω. μορφασμός. πεσμένη στο πάτωμα. κρύο πάτωμα. παγωμένα μέλη. είμαι αυτό. είμαι αυτό. είμαι αυτό το μάτι με τη συσσωρευμένη οργή. είμαι αυτό το μάτι που στη λάσπη κυλά. βλέφαρα κλειστά. βλέφαρα. βλέφαρα. μορφασμός. τα βλέφαρα να στάζουν καπνιά. η γλώσσα γλύφει. αυτήν την ουλή από μαχαίρι. στο πρόσωπο. αυτήν την ουλή. φεύγει. φεύγει. ζητώ το σώμα μου πίσω. ζητώ τα μάτια μου πίσω. φεύγει. φεύγει ο καπνός. το σώμα φεύγει. σκορπισμένα κύτταρα και αιμοσφαίρια. το σώμα μου πεσμένο στο πάτωμα. φεύγει. φεύγει. στο βρυχηθμό του ζώου. στη μάχη. στην πυρόλιθη σπηλιά. στη θυσία και στην τρέλα. στον απειρόμετρο φόβο της αρχής. στο φόβο του ήλιου. στο φόβο της καταιγίδας. στο φόβο των προσωπίδων. στο φόβο της πείνας. της εγκατάλειψης. της άρνησης. φεύγει. στο ματωμένο ναό της φρίκης. κρω.
ω μυστήριο! ω απάτη! ω νοσταλγία ζωής!


Βίκυ Δερμάνη

(από την ποιητική συλλογή «Ο πόνος μαύρος σκύλος π’ αλυχτά», ΑΩ εκδόσεις)

Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου 2017

«Που πάμε;» της Βίκυς Δερμάνη


«Που πάμε;»

της Βίκυς Δερμάνη





Νύχτα

Προστατευτικό πηχτό κολλώδες σκοτάδι. Ακινησία απόλυτη. Μια ρυπαρή γαλήνη τους δρόμους σκέπαζε. Γλιστρούσε ανάμεσα σε φαρδιές λωρίδες ομίχλης, αθόρυβα, η λήθη.

Την επομένη

Ευειδείς και καλοντυμένοι πολίτες διάβαζαν, μειδιώντας, στο συγκεντρωμένο πλήθος, αμέτρητα υστερόγραφα τετελεσμένων ερώτων. Επιχειρήματα σαθρά στρογγυλοκάθονταν στων καφενείων τις καρέκλες. Θύτες και θύματα με θερισμένες ψυχές τα κέρδη ζυγιάζουν. Καιρός αψύς, μέρες κουτσές και δύστροπες. Δρόμοι χωρίς ονόματα, γεμάτοι ξόβεργες, στα γέλια έστηναν καρτέρι. Βίοι λαθραίοι έτρεχαν στ' άξενα, τα δίχως παράθυρα υπόγεια της πόλης να κρυφτούν.

Νύχτα ξανά

Με κοίταξες στα μάτια βαθιά.

Που πάμε, με ρώτησες, που πάμε;



Βίκυ Δερμάνη

(η φωτογραφία του Χαρισιάδη, 1956, καφενείο Ζαχαράτου)

Παρασκευή 23 Ιουνίου 2017

Προδημοσίευση Δύο ποιήματα της Βίκυς Δερμάνη από την υπό έκδοση ποιητική της συλλογή «Ψυχή πουθενά»



Προδημοσίευση

Δύο ποιήματα της Βίκυς Δερμάνη
από την υπό έκδοση ποιητική της συλλογή
«Ψυχή πουθενά»






Ανατομία




Της ερημίας τα βράδια τα ημισέληνα

γέμιζαν απ’ των νεκρών τις μνήμες 

τότε που στάχτες τα μάτια δάκρυζαν

και της ψυχής γίνονταν τα σύννεφα βαριά

τότε που ρίζωναν τα πόδια μας στις λάσπες

κι όμορφα βουλιάζαμε στου τάφου τη σιωπή



έτσι ακύμαντα περνούσε η ζωή μας

αιθάλη σαν ανέπνεε το στήθος

και κούρνιαζε στην πόρτα το κλειδί





Εν πόλει






Περιενδεδυμένοι μανδύα περίτεχνο

άνθρωποι φτηνοί με μάτια σαύρας

ως σμήνη κατηφόριζαν όχλου επικίνδυνου

λυμαίνονταν τη μισοφαγωμένη πόλη

φωνές ερπετές ξέσκιζαν το γαλακτώδη αέρα

φίδια φοβισμένα απολεπίζονταν

γέμισαν φολίδες οι κίτρινοι δρόμοι

ώρες παχύρρευστες εκκένωναν

παγωμένες φαντασμάτων ανάσες



τσακισμένοι οι προδομένοι και κατάκοποι

απ’ το γνέσιμο λόγων ανείπωτων

οι των τιμαλφών ιερών κληρονόμοι

του δικαίου κοιμόνταν το σκυλίσιο ύπνο

Βίκυ Δερμάνη



(Προδημοσίευση από την υπό έκδοση ποιητική συλλογή "Ψυχή πουθενά", η οποία θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις ΑΩ)


(artwork: Bill Viola)