Τετάρτη 4 Οκτωβρίου 2023

ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2023-2024

 

ΛΕΣΧΗ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ ΕΝΗΛΙΚΩΝ

ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

 ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2023-2024

Σας ενημερώνουμε για το πρόγραμμα των συναντήσεων της Λέσχης μας κατά τη νέα περίοδο λειτουργίας (Οκτώβριος 2023 – Μάιος 2024).



 

Πέμπτη, 19 Οκτωβρίου 2023 (18:00)

 

Η γέφυρα των λεμονιών (νουβέλα)

Κώστας Φέρρης, Πέρσα Κουμούτση

Εκδόσεις Ποταμός

 

Πέμπτη, 16 Νοεμβρίου 2023 (18:00)

 

Η νοσταλγία της απώλειας (διηγήσεις)

Θεόδωρος Γρηγοριάδης

Εκδόσεις Πατάκη

 

Πέμπτη, 14 Δεκεμβρίου 2023 (18:00)

 

Το γεγονός (αφήγημα)

Annie Ernaux

Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη

Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

Πέμπτη, 25 Ιανουαρίου 2024 (18:00)

Το δέντρο με τις φωλιές (μυθιστόρημα)

Ελένη Πριοβόλου

Εκδόσεις Καστανιώτη

 

Πέμπτη, 22 Φεβρουαρίου 2024 (18:00)

 

Κόκκινο κουκούλι (διηγήματα)

Βάσω Σπηλιοπούλου

Εκδόσεις Ιωλκός

 

Πέμπτη, 28 Μαρτίου 2024 (18:00)

Μπλε ήλιος (μυθιστόρημα)

Διονύσης Μαρίνος

Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

Πέμπτη, 25 Απριλίου 2024 (18:00)

 

Ταξιδεύοντας σε ξένη γη (μυθιστόρημα)

David Park

Μετάφραση: Νίκος Μάντης

Εκδόσεις Gutenberg (σειρά Aldina)

 

Πέμπτη, 30 Μαΐου 2024 (18:00)

 

Ο σακάτης (ένα παραμύθι για μεγάλους)

Μαριάνθη Τεντζεράκη

Εκδόσεις ΑΩ

 

Στις συναντήσεις μας θα είναι μαζί μας, όπως πάντα, και οι συγγραφείς ή οι μεταφραστές (για τα βιβλία της ξένης λογοτεχνίας).

Στη Δημοτική Βιβλιοθήκη της Αγίας Παρασκευής – Μουσείο Αλέκου Κοντόπουλου (Κοντοπούλου 13)


Οι συντονίστριες της Λέσχης Ανάγνωσης Ενηλίκων

Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αγίας Παρασκευής

Διώνη Δημητριάδου
Δήμητρα Καραχάλιου



Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

2 ποιήματα του Κωνσταντίνου Μαρκογιάννη

 2 ποιήματα του Κωνσταντίνου Μαρκογιάννη


Αντικοινωνική Δικτύωση

 


Της μεταπολίτευσης παιδιά

του facebook η γενιά

Δεξιοί αριστεροί

προδότες πατριώτες

τρομοκράτες δημοκράτες

σε δίκτυα χαμένοι

έκτακτης επικαιρότητας

και εικονικής πραγματικότητας

Αλληλέγγυοι αργόσχολοι

σε διαδικτυακό εμφύλιο

αναρτούν κι αναμασούν

αληθινά ψέματα

και ψεύτικες αλήθειες

Εξαπολύουν ύβρεις

και ανταλλάσσουν προσβολές

ταΐζοντας το λιπαρό εγώ τους

Ξερνούν φαρμάκι και χολή

σε μια ανέλπιδη προσπάθεια

να γεμίσουν τις άδειες τους καρδιές



Υπηρέτης

 


Όχι λοιπόν...

Δεν θα σου πω αυτά που θες

Από τα χείλη τούτα

θ' ακούσεις μόνο την αλήθεια

Τη μύτη σου χαμήλωσε

και πάψε να μιλάς...

Δεν έχεις λόγο να καυχιέσαι

Είσαι ένα τίποτα, ένα μυρμήγκι...

Μικρό γρανάζι μιας πελώριας μηχανής

Καμάρι μου και λεβεντιά

δεν σου χαϊδεύω τα αυτιά

Γεννήθηκες για να υπηρετείς

 

 Κωνσταντίνος Μαρκογιάννης

 

 

 

 

 

 

 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ Ο Μάγος

 

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΔΑΜΟΠΟΥΛΟΣ

 


Ο Μάγος

 


Σκίτσο Σάντρα Χρήστου


Όλα άρχισαν εκείνη τη νύχτα που καθισμένοι δίπλα-δίπλα πάνω στο χώμα γύρω απ’ τη φωτιά, προσηλωμένοι στον Μάγο που ψέλλιζε λόγια ακατάληπτα για να ’ρθει επιτέλους το πνεύμα το καλό και να βρέξει· όταν εκείνος τέλειωσε και πρόφερε τις τελευταίες φοβερές συλλαβές κι έκανε λουσμένος στον ιδρώτα το ύστατο ιερό άλμα πάνω απ’ τις φλόγες, κάποιος μπάτσισε το μάγουλό του διώχνοντας ένα ζουζούνι. Και ύστερα κάποιος ρεύτηκε. Και κάμποσοι γέλασαν.

 

Αυτό δεν έπρεπε να γίνει.

 

Ο Μάγος στάθηκε τρέμοντας. Έδωσε μια κλωτσιά στα κάρβουνα, μάς κοίταξε όλους άγρια, δεν είπε λέξη κι έφυγε βιαστικός για την καλύβα του. Εμείς απομείναμε σαστισμένοι στον κύκλο, προσμένοντας το πνεύμα το καλό να μάς φέρει βροχή. Μα εκείνοι που γέλασαν έκαναν κιόλας τούμπες γύρω απ’ τη φωτιά, άρπαξαν τα όργανα του χορού κι είπαν ένα τραγούδι -ιερό- τής βροχής.

 

Την άλλη μέρα το πρωί, η μόνη καλύβα που δεν είχε ανοίξει ήταν τού Μάγου. Πήγαμε να τον ρωτήσουμε, μα τραβώντας το πορτέλι τον βρήκαμε σφαγμένο πάνω στο έδαφος. Κάποιοι έσκουξαν, οι γυναίκες έκρυψαν τα μωρά στον κόρφο τους κι ο νεαρός εκείνος που είχε ρευτεί, φορώντας τώρα τα ρούχα τού Μάγου, τριγυρνούσε μόνος ανάμεσά μας και μάς έδειχνε γελώντας τα μυστικά σύνεργα των ιερών τελετών μας που δεν ήσαν λέει παρά λόγια· λόγια τού αέρα: Κι ακόμη· σκόρδα για το μάτι, βασιλικός κρόκος ελλέβορος και τίποτ’ άλλο. Κι ο αγιασμός σκέτο νερό· τίποτ’ άλλο. Κι όλ’ αυτά πλέκοντας στα μπράτσα του τα δυο φριχτά ιερά φίδια που δεν μπορούσαν λέει να δαγκώσουν καν γιατί ο Μάγος τούς είχε βγάλει τα δόντια από πριν.

 

Μα δεν έβρεχε.


Και τώρα εκείνος παρίστανε τον Μάγο. Κι ο καθένας νόμιζε πως μπορεί να γίνει Μάγος. Μα πάλι πάθαιναν τόσοι και τόσοι απ’ την κακιά τη θέρμη και δεν έλεγε να βρέξει, ούτε στάλα. Και δεν μαζευόμασταν ποτέ πια όπως πριν γύρω απ’ τη φωτιά. Οι ωραίοι ήσαν πάντα τόσο ελάχιστα λίγοι· κι εμείς φοβόμασταν διαρκώς το κακό πνεύμα. Κι έτσι· μόνοι μαζί με τον θάνατο, η ζωή μας δεν είχε καμιά μαγεία.

 

 

Αθήνα 20 Σεπτεμβρίου 2023

©Αλέξανδρος Αδαμόπουλος

alexadam48@hotmail.com



Ο Αλέξανδρος Αδαμόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε Νομικά στο ΕΚΠ, σκηνοθεσία και κλασική κιθάρα στην Αθήνα και παρακολούθησε μεταπτυχιακά -Sociologie Politique- στη Σορβόννη.                                                                  

Υπήρξε ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος τής μη κερδοσκοπικής ‘Εταιρείας Φίλων Μουσικής Γιάννη Χρήστου’, με σκοπό τη διάσωση και διάδοση τού έργου τού συνθέτη. Εργάστηκε στο Μουσείο Ελληνικών Μουσικών Λαϊκών Οργάνων, από την ίδρυσή του, ως γενικός γραμματέας και ως πρόεδρος τού σωματείου των ‘Φίλων’. Διετέλεσε μέλος και γενικός γραμματέας τού διοικητικού συμβουλίου τού Εθνικού Θεάτρου. Συνεργάστηκε με την Ε.Ρ.Τ, το Γ΄ πρόγραμμα, το Θέατρο Τέχνης, το Κ.Θ.Β.Ε, την Ε.Λ.Σ, το Εθνικό Θέατρο, τα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Βόλου, Β. Αιγαίου και Ιωαννίνων, με το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα, το χοροθέατρο ‘Ροές’, καθώς και με το Φεστιβάλ Αθηνών, το Υπ. Πολιτισμού, το Μέγαρο Μουσικής, το Künstlerhaus Bethanien Berlin, το Warsaw International Festival ’91, την Norddeutscher Rundfunk Hamburg, το Indira Gandhi International Center for the Arts, την National Academy of Letters N.Delhi, την Frankfurter Buchmesse και το Boğaziçi University Istanbul· όπου εκλήθη και εδίδαξε δυο χρονιές ως επισκέπτης καθηγητής.

Οι συλλογές διηγημάτων του «Δώδεκα και ένα ψέματα» και «Ψέματα πάλι» κυκλοφόρησαν στη Γαλλία Γερμανία Ολλανδία Τουρκία και Ινδία. Το θεατρικό του «Ο Σιμιγδαλένιος» ανέβηκε σε περισσότερες από ογδόντα πέντε διαφορετικές παραγωγές (στο Εθνικό Θέατρο στο Κ.Θ.Β.Ε σε πολλά ΔΗΠΕΘΕ κ.α.) παρουσιάστηκε αγγλικά στο Wesley College τής Μελβούρνης και τουρκικά στο Κρατικό Şehir Tiyatro τής Κωνσταντινουπόλεως. Άλλα έργα: «Το τσιγάρο και η γιόγκα», «Οχιναιλέγοντας», «Ίναχος ο γιός τού Ωκεανού», «Τα όχι τού ΝΑΙ», «Οι Δαιμονισμένοι», «Auguste Rodin Διαθήκη», «Ο Αδάμ και το μήλο», «Ο κύκλος που δεν κλείνει».

Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2023

Πάρε ανάσα Δημήτρης Σίμος εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Πάρε ανάσα

Δημήτρης Σίμος

 εκδόσεις Μεταίχμιο

η πρώτη δημοσίευση στο Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Το υγρό και σκοτεινό τοπίο μιας γραφής • Fractal (fractalart.gr)


 

 

Το υγρό και σκοτεινό τοπίο μιας γραφής

 

Πιστός για μια ακόμη φορά στην υπηρεσία της καλής αστυνομικής λογοτεχνίας (σε πείσμα όσων δυσπιστούν για τη λογοτεχνική αξία του είδους στα χέρια ικανών δημιουργών), ο Δημήτρης Σίμος επιχειρεί για δεύτερη φορά να κάνει ένα διάλειμμα από τον αστυνόμο Καπετάνο (καθιερωμένο πλέον ως λογοτεχνική περσόνα μέσα από την επιτυχημένη του σειρά «Σκοτεινά νερά») για να καταδυθεί στο ακόμη πιο σκοτεινό τοπίο ενός θρίλερ. Η πρώτη του απόπειρα έδωσε το εξαιρετικής ατμόσφαιρας Σώσε με (Μεταίχμιο, 2020), και τώρα επανέρχεται με το Πάρε ανάσα, πάλι από τις ίδιες εκδόσεις.

Χωρίς να χάσει τη βασική του επιλογή, που τον έχει καταστήσει αναγνωρίσιμο στο πεδίο της αστυνομικής λογοτεχνίας,  δηλαδή την παρείσφρηση του κοινωνικού σχολίου στην πλοκή, χτίζει εδώ μια ιστορία, ξανά με ιδιαίτερη ατμόσφαιρα. Ένα υγρό τοπίο, αγαπημένο σκηνικό μοτίβο για τον Σίμο, προσφέρει για μια ακόμη φορά το θολό στοιχείο, σαν μια φωτογραφία που δεν εστίασε καλά, κι έτσι δεν μπορείς να διακρίνεις καθαρά τι έχει αποτυπώσει. Το ίδιο συμβαίνει και με τα πρόσωπα της νέας του ιστορίας. Δημιουργούν γύρω τους μια υποψία ενοχής, την ίδια στιγμή που θυματοποιούνται, μια εύστοχη εναλλαγή που κεντρίζει το αναγνωστικό ενδιαφέρον και καθιστά τον αναγνώστη εν δυνάμει «συμμέτοχο»-ερευνητή. Δεινός στο χτίσιμο της πλοκής ο Σίμος θα δίνει κάθε τόσο ένα στοιχείο που ταυτόχρονα θα περιπλέκει την εξιχνίαση της αλήθειας όσο και θα τη φωτίζει· εξαρτάται από ποια πλευρά την κοιτάζεις, αλλά και πόσο καλά μπορείς να αξιοποιείς την εισχώρηση του παρελθόντος (ανεξιχνίαστο κι αυτό στα σημεία του) στο παρόν της ιστορίας.



Η ηρωίδα του, η Σίλβια Κώτσου, δύτρια στις μυδοκαλλιέργειες στο Δέλτα του Αξιού, προσπαθώντας να ξεφύγει από ένα τραυματικό παρελθόν (θύματα ανεξιχνίαστης δολοφονικής ενέργειας ο πατέρας της και ο άντρας της, με τη μητέρα της  να επιζεί αλλά με μειωμένη την εγκεφαλική της λειτουργία) θα βρεθεί πάλι μπλεγμένη στα πλοκάμια του, με μια σειρά από δολοφονίες που θα την εμπλέξουν κατά ένα παράδοξο τρόπο, καθιστώντας την ταυτόχρονα  ύποπτη αλλά και πιθανό υποψήφιο θύμα. Ο Σίμος μοιάζει να θέτει ένα ερώτημα: μπορεί κανείς να συμφιλιωθεί με τον παρόν «ξαναζώντας» σκηνές του παρελθόντος, τραυματικά δεμένες πάνω του; Η Σίλβια, αξιοποιώντας με τον δικό της τρόπο μια ιδέα ιδιότυπης ψυχοθεραπείας που εφάρμοζε η μητέρα της, δημιουργεί θεατρικά σκηνικά μιας αναβίωσης του παρελθόντος με τη βοήθεια ναρκωτικών ουσιών, και την προσφέρει στους πελάτες της, τους επονομαζόμενους «νυχτοβάτες». Μόνο που κάποια στιγμή η κατάσταση θα ξεφύγει. Και τότε όλα θα ανατραπούν, οι βεβαιότητες θα καταρρεύσουν, και το τέλος της ιστορίας, αναπάντεχο και σοκαριστικό, θα οδηγήσει στην αλήθεια.

Αν το Σώσε με είχε σαν βασικό του ατού τη δημιουργία του ατμοσφαιρικού σκηνικού (που, για να πούμε την αλήθεια, δεν αποδόθηκε όσο έπρεπε στην τηλεοπτική μεταφορά, αδικώντας έτσι το βιβλίο), το Πάρε ανάσα σε κερδίζει με τις αιφνιδιαστικές ανατροπές και τη σταδιακή αποκάλυψη, στο κλασικό μοτίβο δέση-λύση, και, κυρίως, με τις ψυχολογικές προεκτάσεις, δείχνοντας πως ο ικανότατος Δημήτρης Σίμος διαρκώς μας ξαφνιάζει με τις επινοήσεις του και την ενασχόληση του με όλο και διαφορετικά πεδία. Έχουμε επιθυμήσει τον αστυνόμο Καπετάνο και περιμένουμε την καινούργια του ιστορία, αλλά ο συγγραφέας του έχει πολλά να δείξει και στο πεδίο του ψυχολογικού θρίλερ, εμπλουτίζοντας έτσι την αστυνομική λογοτεχνία.


Διώνη Δημητριάδου

 

Απόσπασμα

 

Εξάλλου εγώ δεν σκάμπαζα από ψυχολογικές επιστήμες. Σκηνογράφος ήμουν. Πολλές φορές σκεφτόμουν πως η μαμά ζει τη δική της ύπνωση στη Γαλήνη και όταν ξυπνήσει το παρόν θα έχει αλλάξει ακόμα και για εκείνη. Ονειρευόμουν πως έχει καταφέρει να υπνωτίσει τον εαυτό της για να βρεθεί στο σπίτι στο Λαγονήσι δίπλα στην πισίνα και έχει καταφέρει να σκοτώσει τον δολοφόνο πριν αρχίσει  να πυροβολεί. Ευχόμουν πως μετά θα ξυπνούσε και θα είχε καταφέρει με τη μαγική της μέθοδο όλα να είναι διαφορετικά. Ίσως κατάφερνε να με μεταφέρει στον κόσμο όπου θα αλλάξω το παρελθόν, και έτσι, όταν ξυπνήσω με τη σειρά μου, το παρόν δεν θα μου φέρνει πόνο. Θα ζω στη Χαλάστρα, θα περπατώ στο ποτάμι και όλοι θα είναι ζωντανοί. Δεν θα είμαι εδώ αναγκαστικά, αλλά από επιλογή. Ο πατέρας μου θα ζει, η μάνα μου θα τρώει κανονικά και όχι με σωληνάκια, ο άντρας μου θα έχει καταφέρει  να με ερωτευτεί ξανά. (σ. 202).

 

 

Σημειώσεις ενός πορνόγερου Μετάφραση-Προλεγόμενα: Γιάννης Λειβαδάς Εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Τσαρλς Μπουκόβσκι

Σημειώσεις ενός πορνόγερου

Μετάφραση-Προλεγόμενα: Γιάννης Λειβαδάς

Εκδόσεις Μεταίχμιο

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Charles Bukowski: «Σημειώσεις ενός πορνόγερου» (diastixo.gr)

 

 


Εναλλακτικός, απρόσμενος, μια ξεχωριστή κατηγορία από μόνος του ο Μπουκόβσκι με μια γραφή που ξεφεύγει συνειδητά τόσο από τα στερεοτυπικά δεδομένα αλλά ομοίως και από τον αντίποδά τους, δηλαδή τον underground κόσμο (ό,τι κι αν μπορεί να εννοηθεί πως εμπίπτει σ’ αυτό τον χώρο). Επικριτικός για όλα όσα τον ενοχλούν, χωρίς διακρίσεις, προκλητικός και συχνά επιθετικός, ωστόσο με μια υπόρρητη τρυφερότητα να χαρακτηρίζει το έργο του. Μια αιχμηρή ματιά στον κόσμο που τον περιβάλλει, μια επίσης ανελέητη αυτοσαρκαστική διάθεση, καθώς δεν αφήνει ασχολίαστο ούτε τον εαυτό του. Όλα περασμένα μέσα από το λεπτό φίλτρο μιας επίσης ανελέητης και προσεκτικά στοχευμένης χιουμοριστικής διάθεσης.

 

Ο Τζακ, λοιπόν, είναι από καλή πάστα. Γνώρισα πάρα πολλούς διανοούμενους τελευταία. Μου φέρνουν ανία οι περισπούδαστες διάνοιες που είναι υποχρεωμένοι να ξεστομίζουν διαμάντια κάθε φορά που ανοίγουν το στόμα τους. με κουράζει να υπερασπίζεται ο καθένας αυτό που πιστεύει. Γι’ αυτό κι έμεινα μακριά από τους ανθρώπους τόσον καιρό, και τώρα που γνωρίζω ανθρώπους συνειδητοποιώ ότι πρέπει να επιστρέψω στη σπηλιά μου. Υπάρχουν κι άλλα πράγματα εκτός από το μυαλό, υπάρχουν έντομα και φοινικόδεντρα και πιπεριές και θα πάρω μια πιπεριέρα μαζί μου όταν επιστρέψω στη σπηλιά μου, είναι για γέλια. (σσ. 52-53).

 

Καθόλου τυχαία η αμερικανική κοινωνία αρνήθηκε στον Μπουκόβσκι την πλατιά αναγνώριση, καθώς μέσα στα γραπτά του προβάλλει τη μαυρόασπρη όψη της φανταχτερής επιφάνειας, αποκαλύπτοντας την άλλη όψη του αμερικανικού πολύχρωμου ονείρου – ποιος αντέχει να βλέπει το αληθινό του πρόσωπο στον καθρέφτη;

Οι Σημειώσεις ενός πορνόγερου πρωτοδημοσιεύτηκαν τον Μάιο του 1967 στην περιθωριακή, εναλλακτική εφημερίδα του Λος Άντζελες Open City, σε συνέχειες στην εβδομαδιαία στήλη του. Πρόκειται για την αυτοβιογραφία ενός ανθρώπου που ζει επικίνδυνα, σε τεντωμένο σχοινί, με επίγνωση πως ο τρόπος της ζωής του μπορεί ανά πάσα στιγμή να τον οδηγήσει σε ένα τέλος. Αυτή η συνειδητοποίηση τού δίνει τη δυνατότητα να μιλήσει χωρίς περιστροφές για τις ποικίλες καταχρήσεις, τον κόσμο του περιθωρίου, αλλά και το συγγραφικό σινάφι. Αναγνωρίζουμε, φυσικά, στην πρωτοπρόσωπη αφήγηση τον ίδιο, με το καυστικό του πνεύμα, καθώς αφηγείται στιγμές, περιστατικά, κάνει κρίσεις, καταθέτει στην ουσία κείμενα με σαφή τα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Ο ίδιος γράφει στην Εισαγωγή για την απήχηση που είχαν αυτές οι Σημειώσεις του σε ένα κοινό που αναγνώριζε στοιχεία του εαυτού του στα γραφόμενά του:

 


Άνθρωποι φτάνουν στην πόρτα του σπιτιού μου –πραγματικά πάρα πολλοί– και μου χτυπούν για να μου πουν πόσο τους εξιτάρουν οι ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΠΟΡΝΟΓΕΡΟΥ. Ένας αλήτης κάνει στάσεις από τις περιπλανήσεις του κι έρχεται μαζί με μια τσιγγάνα και τη γυναίκα του και πιάνουμε την κουβέντα, κάνουμε παλαβωμάρες, πίνουμε σχεδόν όλη νύχτα.  (σ. 16).

 

«Μικρο-πεζογραφία» ονομάζει ο μεταφραστής του βιβλίου Γιάννης Λειβαδάς το είδος στο οποίο συγκαταλέγεται η συγκεκριμένη γραφή: στην οποία παρατηρούνται η αποφυγή θεμάτων της επικαιρότητας που απασχολούν ευρύτερα την κοινή γνώμη και, ανά περίπτωση, ο συγκερασμός με την αισθητική του χρονογραφήματος, του μικρο-διηγήματος και της αποκαλούμενης flash fiction. (από τα Προλεγόμενα του μεταφραστή, σ. 7). Καλύτερα ακόμη ονομάζει τα κείμενα αυτά slices of life, καθώς πράγματι αποτελούν μικρές «φέτες»-αποτυπώσεις ζωής. Μιας ζωής που προκλητικά με τις επιλογές της προτείνει (ή και απαιτεί ακόμη) να δούμε χωρίς παραπλανητικά κάτοπτρα το αληθινό της πρόσωπο, ακόμη κι όταν αυτό που προβάλλεται είναι η ματαιότητα των πάντων.

 

Η επανάσταση ακούγεται πολύ ρομαντική, ξέρεις. Όμως δεν είναι. Είναι αίματα και σωθικά και παράνοια, είναι μικρά παιδιά σκοτωμένα άδικα, είναι μικρά παιδιά που δεν έχουν ιδέα τι συμβαίνει γύρω τους. είναι η πουτάνα σου, η γυναίκα σου με την κοιλιά ανοιγμένη στα δυο από μια ξιφολόγχη κι ύστερα βιασμένη απ’ τον κώλο, ενώ εσύ παρακολουθείς τη φρίκη με το ζόρι. Είναι άνθρωποι που βασανίζουν ανθρώπους που κάποτε γελούσαν με τα καρτούν του Μίκι Μάους. (σ. 113).

 

Οι ακραίες επιλογές του Μπουκόβσκι δεν απηχούν τόσο μια απόπειρα αυτοκαταστροφής όσο μια απάντηση στο νόημα της ζωής, δηλαδή στην απουσία νοήματος. Είναι άραγε η αποδοχή της απόλυτης ελευθερίας του ανθρώπου, άρα και της απόλυτης ευθύνης που τον βαραίνει; Υπαρξιακό το ερώτημα  σε κάθε περίπτωση, αλλά η γραφή  αυτή θέτει αναπόφευκτα τέτοιου είδους ερωτήματα· μια παρατήρηση αναγκαία, προκειμένου η επιφανειακή ελαφρότητα της θεματικής ως συγγραφικής επιλογής να μην επισκιάσει τη βαθύτερη ουσία μιας απαιτητικής λογοτεχνίας, μοναδικής στο αμερικανικό συγγραφικό στερέωμα, μιας λογοτεχνίας που αξίζει να διαβαστεί χωρίς τις κρίσεις που, όπως επισημαίνει ο Λειβαδάς, εσφαλμένα αποδόθηκαν στα έργα του. Το έργο του Μπουκόβσκι διαβάζεται όπως ακριβώς γράφτηκε, με τον αναγνώστη να «μετέχει» ακολουθώντας κάθε φορά τις συγγραφικές επινοήσεις, αυθεντικές και γεμάτες από μια ιδιότυπη αθωότητα.

 

Διώνη Δημητριάδου

Πέμπτη 21 Σεπτεμβρίου 2023

Το δέντρο με τις φωλιές μυθιστόρημα Ελένη Πριοβόλου εκδόσεις Καστανιώτη η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 


Το δέντρο με τις φωλιές

μυθιστόρημα

Ελένη Πριοβόλου

 εκδόσεις Καστανιώτη

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal 

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Στον χώρο του «πουθενά» • Fractal (fractalart.gr)

 


 

Στον χώρο του «πουθενά»

 

«Μαμά, με “Εκείνους”, που γίνονται εμείς, ανακαλύπτω τον εαυτό μου. Αυτό συμβαίνει και όταν σου μιλώ και σου μεταφέρω τις ιστορίες τους. Όταν μιλώ με τον Νιζάμ, είναι σαν να πιάνω κουβέντα με την ψυχή μου. Μαμά. Τα αδέλφια μου μου ρίχνουν κάθε μέρα ανάθεμα που παντρεύτηκα έναν άνθρωπο από το πουθενά. Όμως σε αυτό το πουθενά συναντηθήκαμε. Πέταξε εκείνος, πέταξα εγώ, και βρεθήκαμε πάνω στο δέντρο με τις φωλιές». (σ.137).

 

Διαβάζοντας το πρόσφατο μυθιστόρημα της Ελένης Πριοβόλου, έχω την αίσθηση πως μέσα σε ένα μικρό «σώμα» μυθοπλασίας κατόρθωσε να εγκιβωτίσει κάτι πολύ περισσότερο από μια επινοημένη ιστορία – είδος που άλλωστε γνωρίζει καλά τόσο από τις ιστορίες της για τα παιδιά και τους εφήβους όσο και από τη σημαντική της ενασχόληση με τη μεγάλη αφήγηση, το μυθιστόρημα.

Εδώ, μέσα από τον συμβολισμό του δέντρου με τις φωλιές, δίνει σε ένα πρώτο επίπεδο μια ερωτική ιστορία, η οποία όσο προχωράει η ανάγνωση φαίνεται πως δεν είναι παρά  μόνο ο καμβάς για να προχωρήσει στα επόμενα νοηματικά επίπεδα. Μια ιστορία οικολογικής ευαισθησίας; Ναι, αναμφισβήτητα, μια ιστορία που μας προκαλεί να τοποθετηθούμε με υπευθυνότητα απέναντι στον φυσικό μας χώρο, το φυσικό μας «σπίτι». Σε ένα επίπεδο ακόμη πιο πέρα, πρόκειται για μια «κραυγή» ελευθερίας, όπως βγαίνει από την ψυχή της Μαρίας, της ηρωίδας που επιλέγει να εγκατασταθεί εκεί στη μέση του πουθενά, στον κάμπο με τους κινδύνους, την απομόνωση, στην ουσία διωγμένη από την πατρική εστία, περιφρονημένη και αγνοημένη από τα αδέλφια της, με μόνη συντροφιά της τα πουλιά. Ακόμη πιο πέρα ανοίγει ένα διαφορετικό τοπίο. Στον κάμπο δεν είναι μόνη. Είναι και «εκείνοι», οι παράνομοι μετανάστες, θύματα εκμετάλλευσης από τα αδέλφια της, και ο κατασκευασμένος περίτεχνα φόβος που τους περιβάλλει· ανάμεσά τους ένα αόρατος τοίχος που ξεχωρίζει τους «κανονικούς» ανθρώπους από τους ξένους, τους αλλογενείς. Μόνο που, ως γνωστόν, τα σύνορα είναι για να παραβιάζονται, σε μια παμπάλαια συνθήκη της ανθρώπινης συμβίωσης. Έτσι, η προσέγγιση της Μαρίας με τον Νιζάμ (από την εθνική μειονότητα Ροχίνγκια) που φτιάχνει φωλιές για τα πουλιά,  θα ανατρέψει όλο το σκηνικό, θα οδηγήσει στην ακόμη μεγαλύτερη απομόνωση και τον στιγματισμό της Μαρίας, όμως θα φέρει τη γαλήνη, την αγάπη, τον έρωτα την απελευθέρωση των δύο ψυχών. Θα μπορούσε, λοιπόν, να χαρακτηριστεί η συγκεκριμένη γραφή μια ευθεία τοποθέτηση για τον ρατσισμό και τη βία απέναντι στον εκάστοτε έτερο, διαφορετικό.



Η Πριοβόλου σε ό,τι γράφει αφήνει  να διαφανεί ένα ιδεολογικό υπόστρωμα, που διαμορφώνει τη στάση της απέναντι σε ό,τι την περιβάλλει, την καθοδηγεί να επιλέξει τι αξίζει να αποτυπωθεί, προς τα πού πρέπει να στρέψει το συγγραφικό της ενδιαφέρον, όχι ως αυτοσκοπό αλλά ως έναν τρόπο να εκφράσει τη δική της συμμετοχή στα προβλήματα του ανθρώπου εν κοινωνία.  Η γραφή της, επομένως, είναι ξεκάθαρα και βαθιά πολιτική, πέρα από έτοιμα σχήματα και δεσμεύσεις, όπως αξίζει να είναι η πολιτική στάση ενός ελεύθερου ανθρώπου, που νιώθει χρέος του να μιλήσει με όση δύναμη έχει η φωνή του. Θαρρώ, λοιπόν, πως το απώτερο επίπεδο στο οποίο μας κατευθύνει αναγνωστικά η συγκεκριμένη γραφή (και που χωρίς αυτό κανένα από τα υπόλοιπα επίπεδα δεν θα λειτουργούσε αποτελεσματικά) είναι η συνειδητοποίηση πως εναπόκειται στον καθένα η κατάκτηση της γνώσης στα τρία της στάδια: αρχικά η γνώση του εαυτού μας, κατόπιν η σαφής γνώση του κόσμου που μας περιβάλλει και, τέλος, ως απότοκο των δύο, η γνώση της θέσης μας  σ’ αυτόν τον κόσμο.

Οι ήρωες της Πριοβόλου, η Μαρία πρώτα και με τη σειρά του ο Νιζάμ, βρήκαν, βήμα βήμα τη θέση τους στον κόσμο, πέρα από κατασκευασμένα σύνορα, απαγορευτικές ετερότητες και, κυρίως, πέρα από τον παντοδύναμο φόβο.  Ακόμα κι αν ο κόσμος τους έμοιαζε να είναι ένα χώρος άχωρος, το «πουθενά» για όλους τους υπόλοιπους, που φάνηκαν αδύναμοι να κατανοήσουν τις βασικές ανθρώπινες αξίες. Η Πριοβόλου συμφιλιώνει τον άνθρωπο τόσο με τη φύση, όσο και με το δικό του ελεύθερο φρόνημα  (ικανό να αλλάξει τα πάντα) αλλά και με τον άλλο άνθρωπο, ολοκληρώνοντας την πολιτική του διάσταση, εν τέλει.  

 

Διώνη Δημητριάδου



Αποσπάσματα

 

Ξαφνικά μου φαίνεται αλλιώτικος ο κάμπος. Η μαγεία παίρνει νέα διάσταση. Το ποτάμι ζαφειρένιο λάμπει μέσα στο καταλυτικό ηλιόφως και τον όχτο ασημοστολίζουν οι κλαίουσες ιτιές και οι καλαμιώνες. Θέλω να απευθύνω κάπου, σε κάποιον προσευχή, και Εκείνος να μ’ ακούσει. Ασυναίσθητα κατεβαίνει στα χείλη μου μια φράση αποθηκευμένη στο υποσυνείδητο: «Μέγας ει, Κύριε, και θαυμαστά τα έργα Σου». (σ. 189).

 

Αυτός ο κύκλος των εποχών, οι εναλλαγές των αρωμάτων και των χρωμάτων, η γαΐτα που αργοκυλά στον ποταμό, αυτή η αίσθηση ότι υπάρχω μέσα στην πλάση, είναι ο κόσμος μου, ο τόπος μου, η ζωή μου. Είναι η ζωή μου με έναν Ροχίνγκια. Έναν άπατρι, όπως είναι τα πουλιά. (σ. 196).

 

 

Παρασκευή 15 Σεπτεμβρίου 2023

Μπλε ήλιος Διονύσης Μαρίνος εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 Μπλε ήλιος

Διονύσης Μαρίνος

 εκδόσεις Μεταίχμιο

 η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Η τραυματική ανατομία μιας σχέσης • Fractal (fractalart.gr)



 

η τραυματική ανατομία μιας σχέσης

 

Ο Διονύσης Μαρίνος γράφει ιστορίες. Ξέρει να γράφει ιστορίες. Με απλά υλικά, που μοιάζει να αποτυπώνουν την καθημερινότητα στη ραθυμία της, στη ρουτίνα της, στην αδιαφορία της τελικά για κάτι σημαντικό. Κι όμως! Καθώς οι ιστορίες του προχωράνε και, κυρίως, όταν ολοκληρωθούν, κατανοείς πως μέσα τους ήταν εγκιβωτισμένο κάτι πολύ περισσότερο· όσο η καθημερινότητα, χωρίς εξάρσεις και υπερβολές μπορεί να αποκαλύπτει αιχμηρές γωνίες, τόσο οι καλοί γραφιάδες θα την ανατέμνουν για να φέρουν στο φως μιας προσεκτικής αναγνωστικής μέθεξης (απαραίτητη αυτή) την ουσία της ζωής. Στο πρόσφατο μυθιστόρημά του (Μπλε ήλιος) επικεντρώνει για μια ακόμη φορά στις διαπροσωπικές σχέσεις και στις καθοριστικές εκείνες συνθήκες, συχνά τυχαίες, που ανατρέπουν τον μέχρι τότε κόσμο των ηρώων καταβυθίζοντάς τους από μια ασφαλή βεβαιότητα σε μια αρχική σύγχυση και κατόπιν σε μια πιο συνειδητή αντιμετώπιση των δεδομένων της ζωής τους.

Τρία είναι τα πρόσωπα της ιστορίας, αρχικά ο Γεράσιμος (Ένας άντρας πέφτει, είναι και ο τίτλος του πρώτου μέρους της ιστορίας), που πέφτει στον δρόμο χτυπημένος από εγκεφαλικό, κατόπιν ο Ιάσονας, που θα του δώσει τις πρώτες βοήθειες, μέχρι να μεταφερθεί στη εντατική, και φυσικά η Μαριάννα, γυναίκα του Γεράσιμου, η οποία θα βιώσει το τραυματικό γεγονός με έναν σύνθετο τρόπο, από τη μια σαν την ολοκλήρωση μιας στείρας από συναισθήματα ζωής, και από την άλλη με την έξαψη που της προξενεί η παρουσία του νεαρού Ιάσονα.



 Ο Μαρίνος επιλέγει την τριτοπρόσωπη αφήγηση, που όμως καθόλου δεν δημιουργεί την αίσθηση της αποστασιοποίησης, αντίθετα με την ευαισθησία της γραφής του, την ικανότητα να εστιάζει σε μικρές λεπτομέρειες, να περιγράφει τον περιβάλλοντα χώρο μέσα στον οποίο τοποθετούνται τα πρόσωπα, αλλά και τη διεισδυτική του ματιά στον ψυχισμό τους, φαίνεται σαν να ακούμε τις σκέψεις τους, να βλέπουμε τις αντιδράσεις τους, να «συμμετέχουμε» στα διλήμματά τους. Η εύστοχη χρήση των δύο αφηγηματικών τρόπων, της περιγραφής ισομοιρασμένης με την αφήγηση, χαρακτηρίζει τη γραφή αυτή, με τον ρυθμό ως αφηγηματική τεχνική να λειτουργεί καταλυτικά. Παραμένει εξωδιηγητικός αφηγητής ενσωματώνοντας στη δική του μηδενική εστίαση τρεις διαφορετικές οπτικές γωνίες, όσες και τα κύρια πρόσωπα της ιστορίας.

Άρτιος και ο τρόπος που ο Μαρίνος χειρίζεται τον χρόνο ως αφηγηματική τεχνική. Καταργώντας την ευθύγραμμη αφήγηση, ανατρέχει σε γεγονότα του παρελθόντος, φωτίζοντας τις συμπεριφορές. Ενδιαφέρον αποκτά η «φωνή» του Γεράσιμου, που διατρέχει από τη δική του πλευρά τη σχέση του με τη Μαριάννα, αφήνοντας να διαφανεί μια εντελώς διαφορετική οπτική από αυτήν που εισέπραττε τόσα χρόνια η γυναίκα του. Μαζί οι δύο «φωνές» συνιστούν το αδιέξοδο μιας σχέσης που με το αιφνίδιο γεγονός αποδομήθηκε, με τα κομμάτια της να σκορπίζουν ασύντακτα σε όλες τις κατευθύνσεις.

Η ιστορία έχει σαφή ρεαλιστικό προσανατολισμό, που ενισχύεται από τη λιτότητα των μέσων της γραφής, ωστόσο διαφαίνεται η συγγραφική πρόθεση να εμποτιστεί το ρεαλιστικό περιβάλλον με ένα φαντασιακό περιβάλλον, στο οποίο τα πρόσωπα θα ήθελαν να βρεθούν, όμως δεν το κατορθώνουν. Αν σ’ αυτά τα χαρακτηριστικά προσθέσουμε μια υπόρρητη αίσθηση ποιητικού ρυθμού, αυτό που απομένει στην αναγνωστική πρόσληψη είναι η εικόνα μιας αγάπης που δεν μπόρεσε να ολοκληρωθεί, κι όμως άφησε τα ίχνη της ως βίωμα, σαν ένας ήλιος που είναι εκεί και σε προσκαλεί να ζεσταθείς, αλλά το μόνο που σου στέλνει είναι η αίσθηση μιας ήσυχης απεραντοσύνης, στην οποία αφήνεσαι, κρατάς την αναπνοή σου για λίγο, μετράς τους σφυγμούς σου έναν προς έναν, κι αυτός ο ήλιος δεν φεύγει, δεν είναι μια παραίσθηση, παραμένει πάνω από το κεφάλι σου, σε ζεσταίνει αλλά δεν σε καίει. (σελ. 217). Μια γραφή που δεν παύει να μας συγκινεί, εδώ στην πιο ώριμη μέχρι τώρα στιγμή της.


Διώνη Δημητριάδου

 

Αποσπάσματα

 

[…] και σηκώθηκε αργά από την καρέκλα της, φόρεσε το μπουφάν της, πήρε την τσάντα της και ταλαντεύτηκε στα παπούτσια της. το σώμα της έγερνε μια προς τα εκεί που ήταν ο Ιάσονας, μια προς τα εκεί που ήταν η έξοδος. Για μια στιγμή, μια τοσηδά στιγμή σαν αναλαμπή, ήταν σίγουρη πως θα πήγαινε να του μιλήσει. Ήταν σαν ένας μικρός ηρωισμός που δεν στεφανώνει αυτόν που τον πραγματοποιεί. (σ. 257).

 

[…] μάθαινα τον εαυτό μου για πρώτη φορά από εσένα, κάθε μέρα ανακάλυπτα και πόσο είχα χαθεί από εμένα και πόσα πράγματα είχα χάσει από εσένα, έτσι που στο τέλος φοβόμουν πως θα σε χάσω ολότελα· κάποια μέρα θα επέστρεφα από τη δουλειά και δεν θα ήσουν εκεί, θα είχες μαζέψει τα ρούχα σου, τον εαυτό σου θα είχες μαζέψει, έτσι που σε σκόρπισα, και θα είχες φύγει αφήνοντας στο τραπέζι ένα σημείωμα που θα έλεγε μόνο «με έχεις στεναχωρήσεις πολύ», καμία κατηγορία, κανένα παράπονο, μόνο αυτή η αργόσυρτη πίκρα… (σ. 154).

 

στη σ