Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2022

Les Trois Femmes Swinging on the Train το ταξίδι στη χρυσή εποχή του Μεσοπολέμου συνεχίζεται για 2η χρονιά κάθε Παρασκευή στις 21.30 στο Μουσικό Βαγόνι Orient Express

 

Les Trois Femmes Swinging on the Train

το ταξίδι στη χρυσή εποχή του Μεσοπολέμου

 συνεχίζεται για 2η χρονιά

κάθε Παρασκευή στις 21.30

στο Μουσικό Βαγόνι Orient Express

 


Για 2η χρονιά οι τρεις δροσερές, γυναικείες παρουσίες των Les Trois Femmes θα μας παρασύρουν μουσικά στα ανέμελα χρόνια του Μεσοπολέμου, κάθε Παρασκευή στις 21.30, μέσα στη μαγευτική ατμόσφαιρα του Μουσικού Βαγονιού Orient Express.

 

Κλείστε τα μάτια και φανταστείτε ότι έχετε μεταφερθεί 100 περίπου χρόνια πίσω. Τα κανόνια του πολέμου έχουν πλέον σιγήσει, οι πόλεις σφύζουν από ζωή και οι άνθρωποι κοιτάνε προς το μέλλον με ελπίδα. Η εποχή χαρακτηρίζεται από μια ανεμελιά και αθωότητα που θα γεννήσει καλλιτεχνικά κινήματα όπως τον σουρεαλισμό και τον εξπρεσιονισμό, τα οποία με την σειρά τους θα δώσουν την σκυτάλη στην Art Deco εποχή. Μια αισθητική που θα επηρεάσει όλες τις τέχνες και τις εκφάνσεις των κοινωνιών του δυτικού κόσμου και θα σημάνει την γέννηση της τζαζ, με μια σειρά συνθετών και ερμηνευτών που θα αλλάξουν τη μουσική για πάντα.

 


Οι Les Trois Femmes, είναι ένα γυναικείο, φωνητικό συγκρότημα που αναβιώνει την αισθητική αυτής της εποχής, ερμηνεύοντας συνθέσεις των μεγάλων δημιουργών του 20' και του 30' με αυθεντικότητα και περίσσεια αγάπη. Οι ενορχηστρώσεις είναι πρωτότυπες και υπογράφονται από τον Mark Joseph Priest, ο οποίος συνοδεύει με την κιθάρα του και ερμηνεύει μερικά από τα πιο αγαπημένα του τραγούδια της εποχής εκείνης. Στο κοντραμπάσο είναι ο μοναδικός και εξαιρετικά ταλαντούχος Κώστας Κωνσταντίνου. Οι τρεις γυναικείες φωνές είναι η Τατιάνα Μιχαηλίδου, η Μαντώ Παναγιωτάκη και η Μύρτα Σακελλαρίου.

 

Σας περιμένουμε στο Μουσικό Βαγόνι Orient Express για να ζήσουμε αξέχαστες βραδιές ταξιδεύοντας μαζί στη χρυσή εποχή του Μεσοπολέμου!

 

Λίγα λόγια για το μουσικό σχήμα:

 

Η Μύρτα Σακελλαρίου είναι μια πολύπλευρη μουσική προσωπικότητα με συμμετοχές σε πολλά είδη μουσικής. Έχει συνεργαστεί με πολλά σχήματα εντός και εκτός Ελλάδας ερμηνεύοντας από «ethnic» ακούσματα έως και πιο «pop/mainstream» επιλογές. Η αγάπη της για τη τζαζ και τα φωνητικά γκρουπ της εποχής εκείνης έχει εδραιώσει δυναμικά τον ρόλο και την παρουσία της στις Les Trois Femmes.

 


Η Μαντώ Παναγιωτάκη είναι από τους ανθρώπους που πολύ πιθανόν, τραγούδησαν πριν ακόμα περπατήσουν. Μετά από πολύχρονη συνεργασία με εγχώρια τζαζ σύνολα και την Αμαξοστοιχία-Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ, ξεκίνησε τη συνεργασία της με τις Les Trois Femmes όπου και αποτελεί μέχρι σήμερα αναπόσπαστο μέλος τους. Έχει την δυνατότητα να ερμηνεύσει αυθεντικά «blues» και να συνεπάρει τους θεατές με μια τζαζ μπαλάντα ή με ένα ζωηρό κομμάτι του Cole Porter σε γρήγορο «swing» ρυθμό.

 

Η Τατιάνα Μιχαηλίδου εκτός από επιστήμων είναι και μία μουσικός με ιδιαίτερη άποψη. Αποτελεί το θεμέλιο του φωνητικού τρίο των Les Trois Femmes καθώς οι χαμηλές της νότες δημιουργούν και ενισχύουν τις αρμονίες του συνόλου. Αποτελεί ένα από τα πέντε αναπόσπαστα κομμάτια του ψηφιδωτού που συνθέτουν το μουσικό σύνολο των Les Trois Femmes.

 


Ο Κώστας Κωνσταντίνου αποτελεί το στιβαρό κέντρο του γκρουπ. Η δράση του στα μουσικά δρώμενα είναι γνωστή σε όλους τους μουσικούς κύκλους, καθώς έχει δουλέψει με τους πιο σημαντικούς Έλληνες και ξένους μουσικούς όλων των ειδών. Είναι ο πρέσβης του εκλεπτυσμένου μουσικού γούστου και των μαγικών μελωδικών γραμμών που ωθούν τις Les Trois Femmes σε αυτήν την τόσο όμορφη μουσική περιπέτεια.

 

O Μάρκος Παπασηφάκις (Mark JosephPriest), είναι ο εμπνευστής των Les Trois Femmes. Το πάθος του για τη τζαζ και τα φωνητικά σύνολα, γέννησαν την ιδέα ενός συνόλου που παραπέμπει στα φωνητικά σύνολα της προπολεμικής περιόδου, όπως για παράδειγμα τις Andrews Sisters και άλλα παρόμοια σύνολα. Οι ενορχηστρώσεις είναι αυθεντικές και παρόλο που το σύνολο ερμηνεύει κυρίως μουσικές του 30 και του 40, ακούγονται σύγχρονες και μοντέρνες. Επίσης, εκτός από τις ενορχηστρωτικές του ικανότητες, είναι και ο κιθαρίστας των Les Trois Femmes, δημιουργώντας όλη την αρμονική ατμόσφαιρα του γκρουπ. Είναι τζαζίστας και μπλουζίστας ως μουσικός αλλά και στον τρόπο ζωής και σκέψης του. Ζώντας στην Αμερική, έχει παίξει και βιώσει τις μουσικές αυτές στην πηγή τους και αυτό τον καθιστά έναν από τους πιο αυθεντικούς καλλιτέχνες της εγχώριας (και όχι μόνο) μουσικής σκηνής.

 


 

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Μουσικό Βαγόνι Orient Express

κάθε Παρασκευή στις 21.30 (από 11/11/2022)

Γενική Είσοδος 18 Ευρώ

προαιρετικά: κρασί 4 Ευρώ / ποτό 7 Ευρώ / φαγητό από 5 Ευρώ

 

Προαγορά εισιτηρίων απαραίτητη:

- Ηλεκτρονικά στο https://www.viva.gr/tickets/music/les-trois-femmes-swinging-on-the-train/

- Τηλεφωνικά στο 11876 (viva)

- Φυσικά σημεία πώλησης viva (αφού προηγηθεί κράτηση ηλεκτρονικά ή τηλεφωνικά στο 11876)

Επικοινωνία  ArtsPR

 

Στην Αμαξοστοιχία-Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ λειτουργεί επίσης Wagon-Bar & Wagon Restaurant για φαγητό και ποτό. Κρατήσεις στα τηλ. 6937604988 & 2105298922 καθημερινά από 18.00 (εκτός Δε-Τρ.) και ηλεκτρονικά στο e-table.gr

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αμαξοστοιχία-Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ

Τηλ. 6937604988 & 2105298922 καθημερινά (εκτός Δευτέρας) 10.00 - 13.00 

Σιδηροδρομικός & Προαστιακός Σταθμός Ρουφ, επί της Λεωφ. Κωνσταντινουπόλεως

10’ με τα πόδια από το ΜΕΤΡΟ Κεραμεικός & από τη στάση Αγίας Μαρκέλλας (λεωφορεία 813, 026)

 

Δωρεάν Parking

 

 ΒΡΕΙΤΕ ΜΑΣ

www.totrenostorouf.gr

www.facebook.com/To-Treno-sto-Rouf-railway-carriage-theatre

https://twitter.com/ToTrenoStoRouf

https://instagram.com/ToTrenostoRouf

https://www.youtube.com/user/totrenostorouf

Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2022

Ο τελευταίος φύλακας μυθιστόρημα Δημήτρης Οικονόμου εκδόσεις Ίκαρος η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Ο τελευταίος φύλακας

 μυθιστόρημα

Δημήτρης Οικονόμου

 εκδόσεις Ίκαρος

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη  ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Κάποιος να μείνει τελευταίος • Fractal (fractalart.gr)

 



 

Κάποιος να μείνει τελευταίος

 

Η ανάγκη να μείνεις φύλακας, τελευταίος και ανήμπορος, για ό,τι αξίζει να διατηρηθεί στη μνήμη των μεταγενέστερων. Ο Οικονόμου ανατρέχει στην ιστορία της Ηπείρου από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα έως το τέλος του Εμφυλίου, μέσα από τρεις γενιές που η κάθε μια προσπάθησε να ανταποκριθεί στις ανάγκες των καιρών. Αν είναι κάτι που μετράει εδώ είναι η πίστη στην ελευθερία, που ακόμη κι όταν αποβαίνει ιδανικό απλησίαστο, αρκεί ότι ήσουν μαζί με όσους προσπάθησαν να αποτρέψουν το κακό που έβλεπαν να έρχεται.

Ιστορικό το μυθιστόρημα (με τη μυθοπλασία να συμπληρώνει το υλικό, αντλημένο από μια πληθώρα πηγών), με την προσωπική άποψη αλλά και τη συναισθηματική μέθεξη του γράφοντος, αναφέρεται στην Ηπειρωτική Εταιρεία (Ηπειρωτικό  Κομιτάτο), που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1906 από επιφανείς Ηπειρώτες, κατά τα πρότυπα της Φιλικής Εταιρείας. Σκοπός της Εταιρείας ήταν η προετοιμασία των ανθρώπων της υπαίθρου για την απελευθέρωση της Ηπείρου από τον Οθωμανικό ζυγό, καθώς η περιοχή δεν αποτέλεσε μέρος του ελληνικού κράτους το 1830. Ο Οικονόμου, συνδυάζοντας ιστορικά ντοκουμέντα, υπαρκτά πρόσωπα και επινοημένες λογοτεχνικές περσόνες, θα παρουσιάσει αρχικά τη μύηση στην Εταιρεία του Γιώργη (με το παρατσούκλι Μπάρκος), ενός ψαρά στη λίμνη Παμβώτιδα των Ιωαννίνων. Θα δούμε πώς αντιμετώπιζαν οι απλοί Ηπειρώτες την υπόθεση της ελευθερίας, ως αποκατάσταση της αδικίας, πέρα από αδιέξοδο εθνικισμό. Ο ηρωισμός τους ήταν μια πηγαία ενέργεια, τις διαστάσεις της οποίας δεν ήταν σε θέση ακόμη τότε να εκτιμήσουν. Ο Γιώργης και οι υπόλοιποι μυημένοι θα προετοιμάσουν τον τόπο τους για την απελευθέρωση, προσπαθώντας παράλληλα να αποσείσουν τον κίνδυνο ενσωμάτωσης της περιοχής τους στην επιρροή των Ρουμάνων, που εκμεταλλευόμενοι τις ομοιότητες της ρουμανικής γλώσσας με τη βλάχικη (μεγάλο μέρος της Ηπείρου ήταν βλαχόφωνο) επιθυμούσαν να προσαρτήσουν εδάφη στη βάση μιας κατασκευασμένης εθνικής ταυτότητας. 

Αυτή είναι η πρώτη από τις τρεις ιστορίες του βιβλίου, που αντιστοιχεί στην πρώτη γενιά. Η σημαντικότερη ιστορία (που απηχεί ίσως την αρχική συγγραφική πρόθεση) αφορά τη δεύτερη γενιά, αυτή του δάσκαλου Αντρέα (γιου του Γιώργη). Θα βρεθεί, λίγο πριν την εισβολή της Ιταλίας στα ελληνικά εδάφη, σε ένα τμήμα προκάλυψης, που ρόλο έχει να καθυστερήσει την επέλαση των ιταλικών στρατευμάτων μέχρι την έλευση του ελληνικού στρατού. Να αντέξουν για δυο, τρεις μέρες σε ακάλυπτες θέσεις, βορά στα εχθρικά στρατεύματα, και κατόπιν, όσοι διασωθούν, να βοηθήσουν πάλι μέχρι να έρθουν οι εφεδρείες. Ήρωες, ταγμένοι στην υπόθεση υπεράσπισης της πατρίδας, με περισσότερη βεβαιότητα για τον δικό τους θάνατο.


 

 «Αποστολή μας είναι να παρενοχλήσουμε την επέλαση του εχθρού προς τα νότια, ώστε να τον επιβραδύνουμε για δυο μέρες, μέχρι να συμπτυχθούν όλοι στη θέση αντίστασης, στο Καλπάκι. Κατάλαβες; Θα γίνουμε οι λαγοί τους».

Ο Αντρέας έχασε τη γη κάτω από τα πόδια του.

«Για δυο μέρες; Μόνοι μας; Μία διμοιρία; Σαράντα άντρες; Τρελάθηκες; Καταλαβαίνεις τι ζητάς; (σ. 36).

 

Σε μια σύνδεση της δεύτερης γενιάς με την τρίτη, θα συναντήσουμε τον Αντρέα και τον γιο του (Γιώργη επίσης) κατά τη διάρκεια του αδελφοκτόνου Εμφυλίου.  Εκεί θα φανεί πόσο αμφίβολη έννοια αποβαίνει η ελευθερία, πόσο ανάμεσα στους ως τότε κοινούς υπερασπιστές της πατρίδας παρεισφρέει η ιδιοτέλεια και η ανάγκη της προσωπικής ανάδειξης ή πιο συχνά (ως απότοκο των πολιτικών εξελίξεων) η μετατροπή της ιδεολογίας σε ιδεοληψία, η αντικατάσταση της ευρείας οπτικής με ένα στενό κομματικό ορίζοντα. Ό,τι προηγούμενες γενιές είχαν καταφέρει, τώρα κατακρημνίζεται.

Εκκινώντας ο Οικονόμου από την εμφορούμενη από πατριωτικά αισθήματα δράση της Ηπειρωτικής Εταιρείας, προχωρώντας κατόπιν στον ηρωισμό της διμοιρίας στον πόλεμο του 1940, καταλήγει στη διάψευση των ελπίδων, στη συνειδητοποίηση του εύθραυστου χαρακτήρα της έννοιας Ελευθερία. Καταδικάζει με έμμεσο τρόπο, χωρίς κατευθυνόμενο διδακτισμό, κάθε έννοια φανατισμού και εθνικισμού, αφήνοντας τα ίδια τα γεγονότα, τόσο πραγματικά όσο και επινοημένα, να μιλήσουν. 

Ως τεχνική δομής έχει επιλέξει την παράλληλη εξιστόρηση των γεγονότων που αφορούν την κάθε μία γενιά, χωρίς ευθύγραμμη χρονική σειρά. Ίσως μια τεχνική για να διατηρείται αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον; Πιστεύω ότι η συγγραφική πρόθεση πηγαίνει λίγο πιο πέρα:  δείχνει πώς δένουν σε μια άρρηκτη σχέση οι κρίκοι της αλυσίδας (άνθρωποι, γεγονότα, εποχές) συνιστώντας αυτό που ονομάζουμε ιστορική συνέχεια και,  κατ’ επέκταση, ιστορική συνείδηση. Η επιλογή, άλλωστε, του συγκεκριμένου θέματος από τον Δημήτρη Οικονόμου, τοποθετεί τον ίδιο στη θέση ενός «φύλακα», σαν και τον φύλακα του τίτλου, που στρέφει το ενδιαφέρον σε μια λησμονημένη υπόθεση της ελληνικής ιστορίας, συμβάλλοντας στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.


 Διώνη Δημητριάδου

Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2022

Λαχτάρα για κεράσια Μιούζικαλ για δύο από 28 Οκτωβρίου 2022 Η επετειακή παράσταση για τα 25 χρόνια της Αμαξοστοιχίας-Θεάτρου το Τρένο στο Ρουφ

 

Λαχτάρα για κεράσια

Μιούζικαλ για δύο

από 28 Οκτωβρίου 2022

Η επετειακή παράσταση για τα 25 χρόνια

της Αμαξοστοιχίας-Θεάτρου το Τρένο στο Ρουφ

 



Η Τατιάνα Λύγαρη γιορτάζει φέτος τα 25 χρόνια της αδιάλειπτης και επιτυχημένης καλλιτεχνικής πορείας της Αμαξοστοιχίας-Θεάτρου το Τρένο στο Ρουφ με την επαναφορά στη σκηνή του Θεατρικού Βαγονιού της θεατρικής παράστασης «Λαχτάρα για κεράσια» που στάθηκε αφορμή για να εμπνευστεί και να δημιουργήσει το Τρένο στο Ρουφ, τον μοναδικό στον κόσμο πολιτιστικό πολυχώρο που λειτουργεί σε βαγόνια τρένου.

 

Το 1997, το πρωτότυπο μιούζικαλ τσέπης «Λαχτάρα για κεράσια» της διάσημης Πολωνής ποιήτριας και συγγραφέως Agnieszka Osiecka συστήθηκε για πρώτη φορά στο ελληνικό κοινό στο πλαίσιο της σύγχρονης πολωνικής δραματουργίας, σε σκηνοθεσία του διάσημου Πολωνού ηθοποιού Daniel Olbrychski, με ερμηνευτές την Τατιάνα Λύγαρη και τον Ανδρέα Νάτσιο. Η μνημειώδης αυτή παράσταση συμπλήρωσε μεγάλο αριθμό παραστάσεων και έθεσε τις βάσεις για την μετέπειτα πολιτιστική διαδρομή της Αμαξοστοιχίας-Θεάτρου το Τρένο στο Ρουφ.



Σήμερα, 25 χρόνια μετά, η επανασύσταση στη νεότερη γενιά του έργου «Λαχτάρα για κεράσια» αποδεικνύει τη διαχρονικότητα της θεματολογίας και την πρωτοτυπία της δομής του. Αυτή τη φορά η σκυτάλη δίνεται στον νέο αλλά έμπειρο σκηνοθέτη Ευθύμη Χρήστου με στόχο να μεταφέρει τα ανθρωποκεντρικά μηνύματα του έργου στον σημερινό θεατή, με πρωταγωνιστές τους Λεωνίδα Καλφαγιάννη και Έλενα Μεγγρέλη και μουσικό επί σκηνής τον Αιμιλιανό-Γιώργο Σταυριανό.

Το έργο τοποθετείται στις δεκαετίες '60 και '70 μέσα στο κάδρο της τότε Λαϊκής Δημοκρατίας της Πολωνίας. Ένας άντρας και μια γυναίκα συναντιούνται τυχαία στην αποβάθρα ενός σιδηροδρομικού σταθμού και επιβιβάζονται στο τρένο, στο ίδιο βαγόνι. Αυτός κι εκείνη. Δύο εντελώς άγνωστοι. Ή μήπως όχι; Αναγκασμένοι να ταξιδέψουν μαζί, αποκαλύπτουν και μοιράζονται το παρελθόν τους, υποδύονται ρόλους τρίτων προσώπων που συνάντησαν στη ζωή τους. Το έργο κάνει μια βαθιά τομή όχι μόνο στις σχέσεις μεταξύ ζευγαριών αλλά και στο χάσμα δύο αντικρουόμενων «κόσμων». Αυτός είναι ένας ήρωας της καθημερινότητας που «οικοδομεί τον σοσιαλισμό». Εκείνη θέλει να αγοράσει «ένα…ροζ καπέλο»! Και οι δύο επιδίδονται σε μια οδυνηρή αλλά και χιουμοριστική διαμάχη με τρυφερότητα και ευαισθησία συνθέτοντας πρόζα, στίχους και ζωντανή μουσική μέσα από την πρωτότυπη μουσικοθεατρική φόρμα ενός μιούζικαλ για δύο!

 


Μέσα σε ένα τοπίο αποξένωσης, βίας, εύκολων διαδικτυακών γνωριμιών και φόβου για συναισθηματική σύνδεση, ο σύγχρονος άνθρωπος, αποφεύγει διαπροσωπικές σχέσεις που απαιτούν χρόνο, προσπάθεια και φροντίδα. Η «ποίηση» και το πάθος για κάθε τι ρομαντικό και βαθιά συναισθηματικό μοιάζει να απομακρύνεται ανησυχητικά από τις προσλαμβάνουσες του. Το έργο «Λαχτάρα για κεράσια», επανέρχεται επίκαιρο όσο ποτέ για να υπενθυμίσει την αρχετυπική ανάγκη του ανθρώπου για επανεκκίνηση του συναισθηματικού του κόσμου και ουσιαστική ανθρώπινη επαφή. «Λαχτάρα για κεράσια» σημαίνει επιθυμία για την άνοιξη, για κάθε τι που γεννιέται καινούργιο, φρέσκο. Σημαίνει όμως και επιστροφή στη ρίζα απ’ όπου γεννιούνται τα πρώτα αισθήματα, επιστροφή στην αγνότητα, την καθαρότητα και τη δύναμη του «νέου». Ο κύκλος της ζωής έχει μια νομοτελειακή φθορά κι η ανθρώπινη φύση λαχταρά να αντισταθεί σε αυτή την πορεία. Ο αγώνας είναι άνισος αλλά εν κατακλείδι σημασία έχει ο αγώνας.

 


«Αχ γιατί να κάνει κρύο, όταν κρύβει η ψυχή μας τόση δίψα και λαχτάρα για κεράσια;»

 

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

 

Καλλιτεχνική διεύθυνση Τατιάνα Λύγαρη Πρωτότυπο κείμενο Αγνιέσκα Οσιέτσκα Μετάφραση Ηρώ Μαυροειδή Σκηνοθεσία Ευθύμης Χρήστου Πρωτότυπη μουσική σύνθεση Μηνάς Αλεξιάδης Στίχοι Αφροδίτη Μάνου Τραγούδι off Αφροδίτη Μάνου, Σπύρος Σακκάς Χορογραφίες Νατάσσα Ζούκα Επιμέλεια κοστουμιών Εβελίνα Δαρζέντα Φωτισμοί Σάκης Μπιρμπίλης Φωτογραφίες Υπατία Κορνάρου Βοηθός σκηνοθέτη Μιράντα Ζησιμοπούλου

 

Πρωταγωνιστούν Λεωνίδας Καλφαγιάννης, Έλενα Μεγγρέλη

Μουσικός επί σκηνής Αιμιλιανός - Γιώργος Σταυρινός

 


Επικοινωνία ArtsPR

 

ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΙΣ

 

Θεατρικό Βαγόνι

Κάθε Παρασκευή & Σάββατο στις 21.00, Κυριακή στις 20.00

16 Ευρώ Ολόκληρο / 10 Ευρώ Φοιτητικό - Εκπτωτικό - Ανέργων / 5 Ευρώ Ατέλειες

 

Προαγορά εισιτηρίων απαραίτητη:

- Ηλεκτρονικά στο www.viva.gr

- Τηλεφωνικά στο 11876 (viva)

- Φυσικά σημεία πώλησης viva (αφού προηγηθεί κράτηση ηλεκτρονικά ή τηλεφωνικά στο 11876)

 


Για το ποτό και το φαγητό σας στο Wagon-Bar & Wagon Restaurant της Αμαξοστοιχίας μπορείτε να κάνετε κράτηση στα τηλ. 6937604988& 2105298922 καθημερινά από 18.00 (εκτός Δε-Τρ.) και ηλεκτρονικά στο e-table.gr

 

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

 

Αμαξοστοιχία-Θέατρο το Τρένο στο Ρουφ

Τηλ. 6937604988 & 2105298922 καθημερινά (εκτός Δευτέρας) 10.00 - 13.00

Σιδηροδρομικός & Προαστιακός Σταθμός Ρουφ, επί της Λεωφ. Κωνσταντινουπόλεως

10' με τα πόδια από το ΜΕΤΡΟ Κεραμεικός & από τη στάση Αγίας Μαρκέλλας (λεωφορεία 813, 026)

 

Δωρεάν Parking

 

ΒΡΕΙΤΕ ΜΑΣ

www.totrenostorouf.gr

www.facebook.com/To-Treno-sto-Rouf-railway-carriage-theatre

https://twitter.com/ToTrenoStoRouf

https://instagram.com/ToTrenostoRouf

https://www.youtube.com/user/totrenostorouf

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2022

Μια τελευταία επιστολή αγάπης μυθιστόρημα Ελιάνα Χουρμουζιάδου εκδόσεις Πατάκη η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

 

Μια τελευταία επιστολή αγάπης

μυθιστόρημα

Ελιάνα Χουρμουζιάδου

εκδόσεις Πατάκη

η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

«Μια τελευταία επιστολή αγάπης» της Ελιάνας Χουρμουζιάδου – Ιστορίες πιο τρομαχτικές από τη ζωή (κριτική) (bookpress.gr)


 

 


Ιστορίες πιο τρομαχτικές από τη ζωή

 

Η τέχνη θεραπεύει, η πραγματικότητα γδέρνει. Μια αλήθεια που εκφράζει η ηρωίδα του βιβλίου της Χουρμουζιάδου ήδη από τις πρώτες σελίδες, και που μοιάζει να φωτίζει ως συγγραφική ιδέα όλη την πορεία της ιστορίας. Ή μήπως των δύο ιστοριών; Γιατί μέσα στην αρχική επινοημένη μυθοπλασία εγκιβωτίζεται λειτουργικά μία δεύτερη, καθοδηγούμενες και οι δύο από τη συγγραφική παντογνωσία, μεταμφιεσμένη εδώ σε δύο αφηγηματικές πρωτοπρόσωπες φωνές. Πρόκειται για ένα έργο που ξαφνιάζει ευχάριστα με τον τρόπο που οι δύο ιστορίες συνδυάζονται, συνεπιδρούν λογοτεχνικά και εκβάλλουν σε έναν κοινό τόπο, που άλλοτε θυμίζει την πραγματική ζωή με όλο τον ρεαλισμό της, ικανή να εμπνεύσει τη μυθοπλασία, και άλλοτε μια ευφάνταστη λογοτεχνική αποτύπωση της. Πώς να ξεχωρίσουν, όμως, εύκολα αυτές οι δύο εκδοχές του πραγματικού, ιδίως σε μια γραφή από τις πιο ενδιαφέρουσες στο σύγχρονο λογοτεχνικό πεδίο;

Δεν σπανίζουν οι περιπτώσεις κατά τις οποίες οι συγγραφείς επιλέγουν τη θεματική τους μέσα από την ίδια τη διαδικασία της συγγραφής, τοποθετώντας κεντρικό πρόσωπο τον δημιουργό σε εσωτερική διαμάχη με το ίδιο του το έργο, από τη σύλληψη της ιδέας ως την υλοποίησή της. Δεν συναντάμε συχνά, ωστόσο, μια τόσο ολοκληρωμένη δουλειά, όπως αυτή της Χουρμουζιάδου, που κατορθώνει να διαχειριστεί δύο και όχι μία ιστορίες, με την αυτοαναφορικότητα της γραφής να ταξιδεύει από τη μία στην άλλη διαρκώς.

Η πρώτη, κεντρική, ιστορία αφορά μια παράνομη ερωτική σχέση που τελειώνει απότομα με ένα θανατηφόρο τροχαίο, αφήνοντας πίσω του την επιζήσασα Ντόρα Τσάκου, επιμελήτρια εκδόσεων στο επάγγελμα και ερωμένη του νεκρού Τάκη Γαζή, συμβολαιογράφου, και το πρωτόλειο μυθιστόρημά του με τον τίτλο Μια τελευταία επιστολή αγάπης, σε μορφή χειρογράφου. Η Ντόρα έχει να αντιμετωπίσει τη βίωση μιας σημαντικής απώλειας, παράλληλα να δώσει σάρκα και οστά στην επιθυμία της να δει σε εκδοτική μορφή το μυθιστόρημα του Γαζή. Το δεύτερο αυτό καθόλου εύκολο, καθώς συναντά την πεισματική άρνηση της συζύγου του και τις ποικίλες αντιδράσεις (άλλοτε με άρνηση και άλλοτε με σκεπτικισμό) των συγγενών και φίλων του Γαζή. Η δεύτερη ιστορία, εγκιβωτισμένη σε τρία σημεία της πρώτης, είναι η επινοημένη μέσα στο μυθιστόρημα αυτό του Γαζή, και αφορά μια δεύτερη ερωτική ιστορία ανάμεσα σε δυο χαρακτήρες προερχόμενους από εντελώς διαφορετικούς κόσμους: ο ένας είναι ένας εύπορος αστός του Κολωνακίου, που τα ενδιαφέροντά του εκκινούν από τον προσωπικό του μικρόκοσμο και καταλήγουν σ’ αυτόν, και η άλλη είναι μια ακτιβίστρια, η Τέα, που δουλεύει για μια ΜΚΟ με στόχο τη βοήθεια των χωρών της Αφρικής. Οι δυο τους γνωρίζονται στη διάρκεια μιας διαδήλωσης κατά του προέδρου Κλίντον, το 1999, στην οποία μόνο η Τέα, φυσικά,  βρίσκεται συνειδητά.

Όπως οι δύο ιστορίες μπερδεύονται μεταξύ τους, η Ντόρα πιστεύει ότι το βιβλίο του Γαζή Μια τελευταία  επιστολή αγάπης έχει εκείνην για έμπνευση, παρά την παραποίηση των χαρακτήρων, θεωρώντας πως πρόκειται για ένα τελευταίο μήνυμα του αγαπημένου της. Έτσι, μπερδεμένη ανάμεσα στην  πραγματική ζωή και στη μυθοπλασία, λησμονεί πως ό,τι γράφεται είναι ταυτόχρονα αλήθεια και επινόηση, καθώς η ζωή δίνει έναυσμα δημιουργίας στην τέχνη αλλά παράλληλα διαμορφώνει, ως συντελεσμένο πλέον έργο, την ίδια τη ζωή. Η Χουρμουζιάδου, κατά τη γνώμη μου, εδώ ανοίγει θέα στο πιο ενδιαφέρον επίπεδο του βιβλίου της, προτείνοντας μια ανάγνωση που εστιάζει σ’ αυτή την ίδια τη γραφή, τις αφορμές της, τη δημιουργία της επινοημένης πλοκής, την αποδοχή της από τον αναγνώστη με τη δική του εκδοχή ερμηνείας, τη μεταμόρφωση των πραγματικών χαρακτήρων αλλά και του συγγραφέα στη λογοτεχνική τους μεταφορά, τη μείξη του πραγματικού με το μυθοπλαστικό. Ίσως αυτή να ήταν και η αρχική ιδέα του βιβλίου, που βρήκε την εφαρμογή της στις δύο ιστορίες του. Πέρα από τη θεματική γύρω από την απώλεια, την επιβίωση και τη  μοναξιά, εν τέλει εδώ η γραφή με τον ιαματικό της χαρακτήρα, τον παρηγορητικό της ρόλο. Το γεγονός ότι πολλές αναφορές γίνονται σε εμβληματικές λογοτεχνικές μορφές (Κόνραντ, Πηνελόπη Δέλτα, Χένρι Τζέιμς, Ναντίν Γκόρντιμερ κ. α.) επιτείνει την αίσθηση πως έχουμε ένα μυθιστόρημα με θέμα (ανάμεσα στα άλλα) την ίδια την περιπέτεια της γραφής.



Ένα βιβλίο που ξεκίνησε να γράφεται, όπως εξομολογείται η συγγραφέας του, πριν από δεκαέξι χρόνια, δεν μπορεί παρά να φέρει μέσα του και τον απόηχο των πολιτικών γεγονότων, καθώς με άμεσο και εμφανή τρόπο, ή με έμμεσο και υποκρυπτόμενο, κάθε έργο δημιουργείται μέσα στην εποχή του και φέρει τα σημάδια της. Έτσι και εδώ, πίσω από τα πρόσωπα και τα γεγονότα της ζωής τους, βλέπουμε το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο κινείται ο μικρόκοσμος των δυο ιστοριών, με τη γραφή (υποψιαζόμαστε) να ακολουθεί τις εξελίξεις και να προσαρμόζει τη μορφή της  αναλόγως. Σε ένα σχετικά μικρό χρονικό φάσμα από το 1999 (χρόνος εκκίνησης της εγκιβωτισμένης ιστορίας) μέχρι το 2012 (χρόνος εξάπλωσης της κεντρικής ιστορίας) η δράση στο βιβλίο, με το πολιτικό σκηνικό να ενσωματώνει στο φόντο τα δικά του πραγματικά γεγονότα.

Οι δύο ιστορίες, καθώς διαβάζεις, διαδέχονται η μία την άλλη ομαλά, σαν να αποτελεί η μία συνέχεια της άλλης, με τον ίδιο τρόπο που η γραφή δένει αξεδιάλυτα με τη ζωή. Ακόμη και αν οι δύο πρωτοπρόσωπες αφηγήσεις μοιάζουν μεταξύ τους στο ύφος (μια ίσως αναπόφευκτη συνέπεια του ενός επινοητή τους, του συγγραφέα), στην αναγνωστική πρόσληψη εξισώνονται ως αυτονόητη συνέχεια η μία της άλλης, σε μια ιστορία που δύσκολα διακρίνεις πού αρχίζει η πρώτη αφήγηση και πού τελειώνει η δεύτερη. Πιστεύω πως αυτή είναι και η μέγιστη αρετή της συγκεκριμένης γραφής, που θυμίζει στα σημεία της τους παλιούς καλούς γραφιάδες, ικανούς να κρατήσουν αμείωτο το αναγνωστικό ενδιαφέρον στη μεγάλη αφήγηση, το μυθιστόρημα, με σωστά δουλεμένο ύφος, δένοντας άριστα τους χαρακτήρες με το περιβάλλον, παρουσιάζοντας τελικά μια εποχή μέσα σε μια ιστορία. Η Χουρμουζάδου πέτυχε όλα αυτά με δύο ιστορίες και με κερδισμένη την αληθοφάνειά τους. Εύστοχα ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου προλογίζεται από τα λόγια του Μένη Κουμανταρέα, μέσα από το δικό του Θησαυρό του χρόνου: Άραγε, υπάρχουν ιστορίες πιο τρομαχτικές από τη ζωή;

 

Διώνη Δημητριάδου

 

Απόσπασμα

 

Ο απόηχος της διαδήλωσης, οι σειρήνες, οι καπνοί, έσβηναν απαλά πάνω σε όσους τύχαινε να βρισκόμαστε εκεί γύρω. Και δεν ήμασταν εκεί χωρίς λόγο, ούτε από συνήθεια. ήμασταν εκεί για να έχουμε προνομιακή επαφή με τα επεισόδια. Επαφή ακουστική, αισθητική, αλλά χωρίς να αγγίζουμε την «καρδιά του σκότους». Τη βάζω σε εισαγωγικά, για να μη με κατηγορήσει κανείς για λογοκλοπή ή ασέβεια προς τον μεγάλο Κόνραντ, και ίσως για να μου επιτραπεί εφεξής η χρήση αυτής της πάντα επίκαιρης φράσης. […]Ήσουν το μόνο κινούμενο πλάσμα στη Βουκουρεστίου εκείνη την ώρα. Όπως μου είπες αργότερα, είχες καθίσει πρώτα στο κράσπεδο του πεζοδρομίου, με αίμα στο πρόσωπο. Έτρεχε από το κεφάλι σου. Δεξιά, μέσα από τα μαλλιά σου, κατέβαινε σαν ρυάκι. Είχες τα χέρια μπροστά στα μάτια, ίσως δεν είχες καταλάβει ακόμη πόσο αιμορραγούσες, δεν είχες δει τα χέρια σου κόκκινα. Πανεπιστημίου και Βουκουρεστίου, η καρδιά του δικού σου σκότους. Είχες διαβάσει τον Κόνραντ, είπες, όταν σε ρώτησα πολύ καιρό μετά. Είχες δει και το Αποκάλυψη τώρα, δεν ήσουν εντελώς ανίδεη, μόνο που εκείνη τη στιγμή σου ήταν αδύνατον να συνδέσεις την ταινία με την κατάστασή σου, παρότι από μακριά ακούγονταν σειρήνες περιπολικών, συναγερμοί καταστημάτων και φωνές. (σσ. 86,91).

 

 

 

 

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2022

Ο Παναγιώτης Χαλούλος γράφει για το μυθιστόρημα της Χρύσας Λυκούδη Το τρόπαιο εκδόσεις Υδροπλάνο

 

Χρύσα Λυκούδη

Το τρόπαιο

μυθιστόρημα

εκδόσεις Υδροπλάνο

Γράφει ο Παναγιώτης Χαλούλος







 


 

«Με το ψαλίδι όπλο και δηλητήριο στο χέρι της, άρχισε να τη χτυπά όπου έβρισκε και πάνω στη φούρια της, στα νεύρα της και την οργή της, η αιχμηρή μύτη του ψαλιδιού γύρισε, ο διάβολος το γύρισε, θα έλεγε αργότερα η Πέρσα για να δείξει πως αυτή δεν έκανε ποτέ κακό στο παιδί της, και της τράβηξε μια κάθετη χαρακιά, δίπλα στο αριστερό της μάτι, τρόπαιο μαζί και σημάδι για όλα τα χρόνια της ζωής της…»

Η Αιμιλία σημαδεύτηκε μεν κατ’ αυτό τον τρόπο, εντούτοις το σημάδι το εξέλαβε ως τρόπαιο για την επιμονή της να πραγματώσει το όνειρό της, να πετύχει πρώτη στην Ιατρική, να γίνει χειρούργος γιατρός, ειδικευμένη στην καταπολέμηση του καρκίνου, ακολουθώντας τη συμβουλή του παππού Αριστοτέλη: «…οι αδύναμοι ατενίζουν την κορυφή, οι δυνατοί την κατακτούν!...». Γρήγορα απέκτησε φήμη ως η καλύτερη στην ειδικότητά της και με ακαδημαϊκή καριέρα, κόντρα στα θέλω της χειριστικής μητέρας της, που την προόριζε για δασκάλα και σύζυγο σε ένα συμβατικό γάμο με καλό γαμπρό. «Να κάνεις καλά τους άλλους και να πεθάνεις εμένα; Αυτό θέλεις;»

Μια μορφή από την παιδική της ηλικία, ο Ορφέας, από το προηγούμενο μυθιστόρημα της Χρύσας Λυκούδη, «Τη μέρα που στέρεψε ο Λάδωνας – Η ψυχοκόρη», στοίχειωνε την ενήλικη ζωή της, ένας παιδικός έρωτας, εξιδανικευμένος, ανολοκλήρωτος μετά από μια παρεξήγηση που τους απομάκρυνε πολύ νωρίς. Αυτόν αναζητούσε, στα όνειρα και τις αναπολήσεις της η Αιμιλία, αλλά και επιστρέφοντας στο χωριό της τη Λυκούρια Καλαβρύτων, στις πηγές του Λάδωνα. Είχε στο μεταξύ γνωρίσει τον έρωτα, την αγάπη και την κατανόηση, αλλά και τη φθορά των ερωτικών σχέσεων, για διαφορετικούς λόγους κάθε φορά, έγινε μητέρα, αλλά εκεί, κοντά στο αγαπημένο της ποτάμι αναζητούσε την πρώτη χαρά, τη χαμένη… «Είχε αγαπήσει δυνατά και είχε αγαπηθεί ακόμη δυνατότερα στην ενήλικη ζωή της. Δεν είχε, όμως, αισθανθεί εκείνον τον Μεγάλο Έρωτα, γι’ αυτόν που γράφονται βιβλία και ποιήματα… Τώρα, αποστασιοποιημένη από τους έρωτές της με τους άντρες που γνώρισε, μπορούσε να πει ότι οι δύο σημαντικές σχέσεις της, …είχαν συναισθήματα αγάπης, λατρείας, θαυμασμού, αλλά έλειπε το πάθος, ο ίλιγγος, η τρελή παράφορη αγάπη χωρίς όρια, που σε απογυμνώνει και σε απογειώνει…»

Δυο φορές θα βρεθούν πολύ κοντά με τον Ορφέα, χωρίς να το καταλάβουν, ως μαθητές υποψήφιοι φοιτητές στην Πάτρα, όταν με τις φίλες της «Τα κορίτσια ενθουσιασμένα που βρήκαν τραπέζι δεν πρόσεξαν ποια ήταν η παρέα που έφευγε». Τη δεύτερη, στην Αθήνα, όταν κατά την εξέγερση του Πολυτεχνείου με το φίλο της βοήθησαν ένα νεαρό τραυματισμένο να βρει ταξί για το νοσοκομείο, δεν άκουσε το φίλο του που έδινε κουράγιο: «Υπομονή, Ορφέα, σε δυο λεπτά φτάνουμε στο νοσοκομείο…». Την Τρίτη φορά, στις πηγές του Λάδωνα, στο δικό τους ποτάμι, θα συναντηθούν, επιτέλους και θα ερωτευθούν, πάλι, ώριμοι πλέον κι εκείνος με οικογένεια! Παρεξηγήσεις του παρελθόντος θα έρθουν στην επιφάνεια, ένα παράδοξο φαινόμενο, που έχει ρίζες παραψυχολογίας και ευθυνόταν και για την απομάκρυνση του ενός από τον άλλο, θα βρεθεί τρόπος να εξηγηθεί και θα δημιουργήσει πιο στενό σύνδεσμο για τους δυο τους. Η Αιμιλία θα βρεθεί σε μεγάλο δίλημμα, αν ο έρωτας θα την ωθήσει σε μια σχέση που θα γίνει αιτία να διαλυθεί μια οικογένεια, αφού στη ζωή της είχε μια αρχή, «…η Αιμιλία θεωρούσε ανηθικότητα τον δεσμό με έναν παντρεμένο…».

Ο Ορφέας θα καταφέρει να την πείσει να ολοκληρώσουν τη σχέση και τον αναθερμασμένο παιδικό έρωτά τους; Ποιες αναστολές έχει ο ίδιος και πόση τόλμη; Η συγγραφέας θα έχει ένα ευρηματικό τρόπο να λύσει το μεταξύ τους πρόβλημα!...

Η Χρύσα Λυκούδη έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα, για ένα έρωτα, χωρίς να γράφει ένα αισθηματικό ρομάντζο, έχει την ικανότητα να αναλύει λεπτομερειακά χαρακτήρες, να ψυχογραφεί τους ήρωές της, βάζοντάς τους να συζητούν διεξοδικά τα συναισθηματικά και ψυχολογικά προβλήματά τους ψάχνοντας λύσεις στα αδιέξοδά τους.

Το παρόν βιβλίο έρχεται ως συνέχεια στο προηγούμενο έχοντας μια αυτοτέλεια, δεν απαιτείται ο αναγνώστης να έχει διαβάσει εκείνο. Λεπτομέρειες που αφορούν σε ιατρική, συγκεκριμένα στην ογκολογία, ή σε ιστορικά στοιχεία, που αφορούν τα χωριά της περιοχής Καλαβρύτων, έχει φροντίσει να τα λάβει από αξιόπιστες πηγές, είναι κατάλληλα ενταγμένα στον ιστό του μυθιστορήματος χωρίς να αποτελούν ξένο σώμα, παρεκβάσεις που απομακρύνουν από τη δράση και το θέμα.

Η Χρύσα ετοιμάζει το τρίτο κατά σειρά βιβλίο της, που με τα προηγούμενα θα αποτελεί τριλογία και, όπως η ίδια ομολογεί, «…Θέλησα να γράψω για το ποτάμι, τον τόπο μου, για τους ανθρώπους και τη ζωή, …τα παραμύθια, τις γεύσεις, τα τραγούδια,… Ελπίζω να μου χαριστεί το όνειρο και να ολοκληρώσω με ένα τρίτο μυθιστόρημα, που ήδη γράφω, ώστε να ξεπληρώσω το χρέος στις ρίζες μου. Τρία μυθιστορήματα, τρία δέντρα ριζωμένα στην ίδια γη, με διαφορετικούς καρπούς».

Όλα δείχνουν πως θα καταφέρει να μας παρουσιάσει ακόμα ένα άρτιο έργο, σε σχέση με τα προηγούμενα, αλλά αυτόνομο κι αυτό. Της το ευχόμαστε και αναμένουμε!


[Παρουσίαση: Παναγιώτης Χαλούλος, φιλόλογος]




Η Χρύσα Λυκούδη, με ρίζες από τη Λυκούρια Καλαβρύτων, κατοικεί οικογενειακώς στην Πάτρα, αλλά τελευταία ζει ανάμεσα στην Πάτρα και τη Γλασκώβη της Σκωτίας. Εργάστηκε ως Ειδικό Τεχνικό Εργαστηριακό Προσωπικό (Ε.Τ.Ε.Π.) στο Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Πατρών και σήμερα είναι συνταξιούχος. Αρθρογραφεί σε τοπικές εφημερίδες της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής της Αχαΐας («Πελοπόννησος», «Γνώμη», «Αχαγιώτικα Νέα») με λαογραφικά και πολιτιστικά θέματα. Έχει εκδώσει μέχρι σήμερα δύο μυθιστορήματα.



Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2022

Παροιμίες Γλωσσοδέτες Μάκης Τσίτας – Ράνια Μπουμπουρή Εικονογράφηση: Ανδριάνα Ρούσσου εκδόσεις Ψυχογιός η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Παροιμίες

Γλωσσοδέτες

Μάκης Τσίτας – Ράνια Μπουμπουρή

Εικονογράφηση: Ανδριάνα Ρούσσου

 εκδόσεις Ψυχογιός

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη  ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: Με παροιμίες και γλωσσοδέτες • Fractal (fractalart.gr)

 



με παροιμίες και γλωσσοδέτες

 

Στη σειρά βιβλίων Η Παράδοσή μας, των εκδόσεων Ψυχογιός, σειρά που απευθύνεται σε παιδιά από 4 ετών, κυκλοφόρησαν δύο τόμοι: Παροιμίες, Γλωσσοδέτες. Δύο συγγραφείς παιδικών βιβλίων, ο Μάκης Τσίτας και η Ράνια Μπουμπουρή, με σημαντικό έργο ο καθένας στον τομέα της παιδικής λογοτεχνίας, καταγράφουν μέσα από την πλούσια ελληνική παράδοση όσα διέσωσε ο προφορικός λόγος συνιστώντας πολύτιμο απόκτημα  του λαού μας. Οι παροιμίες, αποτέλεσαν γνώση που περνούσε προφορικά από γενιά σε γενιά, αποτυπώνοντας την εμπειρική σοφία μέσα από βιώματα και παθήματα της ζωής, υποκαθιστώντας στην ουσία την παιδεία μέσω εκπαίδευσης, ιδίως τα πολύ παλιά χρόνια. Όπως ακριβώς η κάθε γνώση για όλα τα πράγματα που ανταποκρίνονταν στις ανάγκες της καθημερινής ζωής τότε περνούσε από τον πιο έμπειρο στον πιο άπειρο, έτσι και η αποκρυσταλλωμένη σοφία συνιστούσε κομμάτι παιδείας από τους γεροντότερους στους νεότερους. Οι γλωσσοδέτες, από την άλλη, αφορούσαν την πιο χαλαρή καθημερινότητα, το παιχνίδι, το αστείο, τον αντίποδα της σκληρής ζωής. Το γεγονός ότι καθώς διαβάζουμε τα δύο βιβλία σήμερα, εποχή της τεχνολογίας, της πληθώρας πληροφοριών και των απίστευτων, πολυσύνθετων ηλεκτρονικών παιχνιδιών, θυμόμαστε κι εμείς τόσο τα εμπειρικά παροιμιώδη λαϊκά αποφθέγματα όσο και τα μπερδέματα της γλώσσας (ίδια και αναλλοίωτα σήμερα όπως και τότε), αποδεικνύει ότι η παράδοση καλά κρατεί, μόνο που αρνούμαστε να το παραδεχθούμε σε μια εντελώς λανθασμένη εκτίμηση της έννοιας της προόδου.  

 

Ο γιος του Ρουμπή, του Κουμπή,

του Ρουμποκουμπολογή,

βγήκε να ρουμπέψει να κουμπέψει,

να ρουμποκομπολογέψει,

και τον πιάσαν οι ρουμπήδες,

οι κουμπήδες,

οι ρουμποκομπολογήδες.

 

(Γλωσσοδέτες, σ. 44)

 

Αποθησαυρισμένες, λοιπόν, στα δύο αυτά βιβλία 32 παροιμίες (όλες επιλεγμένες κατάλληλα για την παιδική ηλικία) και 25 γλωσσοδέτες. Καθόσον οι Παροιμίες απευθύνονται σε παιδιά, πολύ σωστά οι δύο συγγραφείς παραθέτουν μια σύντομη ερμηνεία στην καθεμία, η οποία αποτελεί την αρχική ιδέα/έναυσμα για τον ενήλικα που θα θελήσει να παρουσιάσει το περιεχόμενο της κάθε παροιμίας στο παιδί με περισσότερα λόγια και παραδείγματα.




 

Ψάχνω ψύλλους στ’ άχυρα.

[όταν αναζητούμε κάτι που είναι πολύ δύσκολο ή αδύνατο να βρεθεί]

 

(Παροιμίες, σ. 18).

 

Τα δύο βιβλία, πολύχρωμα και ελκυστικά στην παιδική περιέργεια και προσοχή (η εικόνα αποτελεί τον πρώτο πόλο έλξης για αυτά) εικονογραφούνται ευφάνταστα από την Ανδριάνα Ρούσσου.

Η πρωτοτυπία των βιβλίων ολοκληρώνεται με Δραστηριότητες (από την εκπαιδευτικό Δήμητρα Ρουσέλη), με τον εύστοχο τίτλο Ελάτε να παίξουμε, οι οποίες αποσκοπούν στη συμμετοχή των παιδιών· γιατί και η γνώση ένα παιχνίδι είναι. Έτσι επιτυγχάνεται  με τον καλύτερο τρόπο η εμπέδωση της γνώσης που αποκτήθηκε, και το παιδί, επεμβαίνοντας το ίδιο σε ό,τι διάβασε ή του διάβασαν,  αρχίζει να νιώθει «δικό του» το βιβλίο. Για παράδειγμα, ζητάνε από το παιδί να θυμηθεί λέξεις από κάποια παροιμία που άκουσε, να συνδυάσει λέξεις και εικόνες, να ζωγραφίσει κ. λπ.

Πέρα από την απολαυστική ανάγνωση (ναι, και από εμάς τους μεγάλους), ας δούμε και την πολύτιμη προσφορά των δύο συγγραφέων στην υπόθεση διατήρησης της παράδοσης. Σε εισαγωγικό σχόλιο διαβάζουμε:

Η παράδοση είναι κάτι ζωντανό. Ζει και αναπνέει και υπάρχει γύρω μας. Θα ’χετε ακούσει, βέβαια, ότι παράδοση είναι ο τρόπος ζωής, τα ήθη και τα έθιμα των γονιών, των γιαγιάδων και των παππούδων μας. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό! Είναι και κάτι απίστευτα διασκεδαστικό! Μπορεί να μας προσφέρει ώρες χαράς, παιχνιδιού και απόλαυσης. Με αυτό το βιβλίο θα καταλάβετε πώς.

Για πρώτη φορά μια εκδοτική πρωτοβουλία και μια συγγραφική έμπνευση που αφορά τις μικρές ηλικίες, δίπλα σε όσα έχουν από σπουδαίους λαογράφους καταγραφεί, αναλυθεί και ερμηνευθεί, τα οποία απευθύνονταν στο ενήλικο κοινό. Εδώ, όμως, μιλάμε για την παιδική ηλικία που έχει άλλους τρόπους πρόσληψης της γνώσης. Με τα παιχνιδίσματα των εικόνων, με τα χρώματα, τις κατάλληλες λέξεις και τέλος με τις δραστηριότητες, όλα τώρα γίνονται προσιτά. Πράγματι επαληθεύεται η άποψη των δύο συγγραφέων: η παράδοση είναι και κάτι απίστευτα διασκεδαστικό. Μπράβο σε όλους τους συντελεστές!

 


Διώνη Δημητριάδου