Πώς μια νουβέλα ανεβαίνει στη σκηνή και βρίσκει την καλή της
ώρα, εκεί που σμίγει η φαντασία της γραφής με την απογειωτική ματιά του
σκηνοθέτη.
«Ισορροπιστής αεροσκαφών», η νουβέλα του Θόδωρου Θεοδωρίδη
μεταφερμένη στη σκηνή του θεάτρου με τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Θοδωρή Γκόνη.
«Πήγαινα στην άκρη του διαδρόμου και με ανοιχτά τα χέρια, δίκην
φτερών, άρχιζα να τρέχω με όλη μου τη δύναμη. Έτρεχα, έτρεχα, έτρεχα, στην αρχή
πατώντας σταθερά με ολόκληρα τα πέλματα στον ασφαλτοτάπητα κι ύστερα από κάποια
μέτρα στις μύτες των ποδιών μου κι έλεγα να, τώρα θα ξεκολλήσω από το έδαφος,
τώρα θα απογειωθώ…
…
Μια φορά, όμως, τα κατάφερα. Ναι, μάλιστα. Όπως το ακούτε. Τα
κατάφερα και απογειώθηκα. Πέταξα όπως τα πουλιά και, μάλιστα, καλύτερα από
κείνα…
…
Όλοι όσοι με είδαν έλεγαν για έναν μεγάλο γυπαετό που ήρθε
από πίσω μου κάνοντας μια κάθετη εφόρμηση, με άρπαξε τάχα από τα ρούχα την ώρα
που έτρεχα στον αεροδιάδρομο και αφού με περιέφερε σ’ όλο τον μεγάλο κάμπο και
με ανέβασε ψηλά, πολύ ψηλά στη φωλιά του, στην κορυφή του βουνού να με δουν τα
γυπαετοπουλάκια του, με ξανάφερε και με άφησε με προσοχή εκεί ακριβώς απ’ όπου
με είχε αρπάξει.
Μιλούσαν για ένα θαύμα, για μια αλλόκοτη συμπεριφορά του αρπακτικού
πτηνού, αλλά έλεγαν ψέματα, γιατί εγώ ήξερα καλά ότι πέταξα με τις δικές μου αποκλειστικά
δυνάμεις και κανένας γυπαετός δεν με
άρπαξε.» («Ισορροπιστής αεροσκαφών, Θόδωρος Θεοδωρίδης)
Μια μεστή γραφή, απολύτως αλληγορική, με αποδέκτες αυτούς που
αφέθηκαν στο όνειρο μιας απογείωσης από τα συμβατά όρια, χωρίς να εκτιμήσουν
όσο έπρεπε τους όρους του «συμβολαίου».
Και μια θεατρική αποκαθήλωση όλων των ψευδαισθήσεων των
απλών και αφελών που νόμισαν κάποτε πως τους χαρίστηκε ο κόσμος. Αυτός, όμως,
ήταν πάντοτε δίπλα τους, εκεί που έφτανε το χέρι τους.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου