Πιστή και ενάρετη νύχτα
Louise Glück
μετάφραση: Χάρης
Βλαβιανός, Δήμητρα Κωτούλα
εκδόσεις Στερέωμα
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
Louise Glück: «Πιστή και ενάρετη νύχτα» (diastixo.gr)
Ένα λαμπερό φως διασχίζει ένα σκοτεινό δωμάτιο. Αυτή
θα μπορούσε να είναι μια χρωματική απεικόνιση της ποιητικής συλλογής Πιστή και ενάρετη νύχτα της Αμερικανίδας
ποιήτριας Louise Glück, μέσα από την αίσθηση που δημιουργεί η ανάγνωση μιας
ποίησης χαμηλόφωνης, εστιασμένης στις έννοιες του πένθους, της μνήμης, της
απώλειας, που επιτρέπει να δούμε την υποκρυπτόμενη ένταση, ένα δώρο στον
προσεκτικό αποδέκτη που εισχωρεί στο ποιητικό τοπίο και συμμετέχει. Ίσως εδώ να
εντοπίζεται και το ιδιαίτερο γνώρισμα αυτής της σπουδαίας ποιητικής σύνθεσης (βραβευμένης
με το National Book Award 2014), δηλαδή η πρόταση/πρόσκληση
που απρόσκοπτα προβάλλει να αποτελέσεις κι εσύ, με τα δικά σου βιώματα, «μέρος»
του κόσμου της.
Η θεματική του πένθους έχει πολλές διαφορετικές μορφές
στη λογοτεχνία (θα αποφύγω να πω «τεχνικές»), προκειμένου να δηλωθεί με λέξεις
ό,τι από τη φύση της η ανθρώπινη
δυνατότητα (δηλαδή αδυναμία στην ουσία) δεν κατανοεί με τα όργανα της λογικής,
παρά μόνο νιώθει (αν και εφόσον το κατορθώσει) μέσα από άλλες ατραπούς
προσωπικής ενατένισης. Ο θάνατος, που μόνον ως αρνητική έννοια νοείται, μόνον
ως ένα κενό στη θέση μιας πρότερης παρουσίας, εδώ στην ποίηση της Glück είναι
παρών καθ’ όλη την έκταση της μακροσκελούς αυτής σύνθεσης. Η ποιήτρια επέλεξε
να δει το σκοτεινό αυτό τοπίο μέσα από την επιστροφή στην παιδική ηλικία, εκεί από
όπου όλα εκκινούν και όλα ερμηνεύονται (ή ευφυώς παρερμηνεύονται) για να
ξετυλιχθεί αβίαστη η φαντασία στην πιο αυθεντική της εκδοχή, χωρίς παρεμβάσεις
και εκλογικεύσεις να καταργούν την επινοητικότητά της. Έτσι, μια νοηματική
παρανόηση δύο ομόηχων λέξεων (knight
και night), εύκολη στη συνείδηση του μικρού παιδιού, θα
ξετυλίξει το νήμα της αφήγησης δίνοντας και τον τίτλο σε όλη τη σύνθεση· ο
«πιστός και ενάρετος ιππότης» θα μεταποιηθεί σε «πιστή και ενάρετη νύχτα», και
έτσι ο αφηγηματικός ιστός με την καθοδήγηση της παιδικής αθωότητας θα προσεγγίσει
το άρρητο αλλιώς τοπίο.
[…]
Έξω χιόνιζε,
το τοπίο
μεταμορφωνόταν σε μια σειρά
από αδιάφορες
γενικεύσεις
που
σημαδεύονταν εδώ κι εκεί από αινιγματικά
σχήματα στα
σημεία όπου το χιόνι είχε παρασυρθεί.
Ο δρόμος ήταν
λευκός, τα διάφορα δέντρα ήταν λευκά –
Αλλαγές στην
επιφάνεια, αυτό όμως δεν είναι στ’ αλήθεια
το μόνο που
βλέπουμε;
(«Ο μελαγχολικός βοηθός»)
Τρεις είναι οι ποιητικές «περσόνες» που θα αναλάβουν την καθοδήγηση: ένα μικρό αγόρι, ένας ηλικιωμένος ζωγράφος και μια ποιήτρια – με την ίδια τη δημιουργό να μετέχει δικαιωματικά και στις τρεις, πότε ενσωματώνοντας δικά της βιωματικά (ή και αυτοβιογραφικά) στοιχεία και πότε με την αφηγηματική φωνή να σχολιάζει διευρύνοντας το τοπίο για να συμπεριλάβει την άφευκτη ανθρώπινη συνθήκη στο σύνολό της, δηλαδή την αδυναμία της θνητότητας να εννοήσει ό,τι την υπερβαίνει. Είναι η ποίηση που παρατηρεί, απομονώνει, αιχμαλωτίζει, «ερμηνεύει» και προτείνει τη δική της οπτική σαν μια χαραμάδα μέσα από την οποία θα λάμψει φως μέσα στο σκοτάδι. Σε μια επινοημένη πραγματικότητα, όπου ο χρόνος βρίσκει την αληθινή του ταυτότητα: άχρονος.
Πριν από
πολλά χρόνια, προτού γίνω μια βασανισμένη καλλιτέχνις, που αν και επιθυμούσε
σφοδρά σταθερές σχέσεις ήταν ανίκανη να τις δημιουργήσει, πριν από αυτό, ήμουν
μια ένδοξη ηγέτις που κατόρθωσα να ενώσω όλα τα μέρη της διαιρεμένης μου χώρας
– έτσι με πληροφόρησε η μάντισσα που εξέτασε την παλάμη μου. Μεγάλα πράγματα,
είπε, είναι μπροστά σου ή ίσως πίσω σου· δύσκολο να πω με βεβαιότητα. Κι
άλλωστε, πρόσθεσε, ποια η διαφορά; Τώρα είσαι ένα παιδί που μια μάντισσα του
κρατά το χέρι. Τα υπόλοιπα είναι υποθέσεις και όνειρα. («Θεωρία της μνήμης»).
Η ποίηση της Glück δεν συνιστά ένα εύκολα προσβάσιμο
τοπίο· απαιτεί αναγνωστική πείρα και κυρίως ποιητικές προσλαμβάνουσες για να
εννοηθεί ο τρόπος που τόσο η ποίηση αποκτά αφηγηματική φωνή, όσο και οι
εμβόλιμες «ιστορίες» χρησιμοποιούν τον ποιητικό ρυθμό. Εισχωρείς στον ιδιωτικό
της τόπο που τείνει να γίνει κοινό αναγνωστικό κτήμα με την αρωγή των εικόνων,
τη στροφή του βλέμματος στην παραμικρή λεπτομέρεια, την εναλλαγή του ελάχιστου
με το μείζον, συχνά μέσα στον ίδιο στίχο. Ταυτόχρονα, ο λόγος της αγγίζει τα
όρια μιας δοκιμιακής προσέγγισης αποδεικνύοντας έτσι ότι η γραφή όχι μόνον έχει
απεριόριστες δυνατότητες αλλά και ότι η μία μορφή της έρχεται να συνδράμει την
άλλη σε αγαστή συνύπαρξη και αλληλοσυμπλήρωση· έτσι κι αλλιώς ο στόχος (αν η
γραφή στοχεύει κάπου) είναι η αναγνωστική μέθεξη. Η ποίηση με την ποικιλία των μέσων της
ανοίγει μικρά παράθυρα, όμως ο τρόπος
που θα εισχωρήσεις μέσα από αυτά είναι προσωπικός πάντα. Σωστά επισημαίνει η
ποιήτρια στον λόγο της, με αφορμή την απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας
το 2020, πως ενώ η ποίηση απευθύνεται δυνάμει σε όλους, ο δρόμος είναι
προσωπικός για τον κάθε αναγνώστη: οι
αναγνώστες έρχονται πάντα ατομικά, ένας ένας.
Η Πιστή και
ενάρετη νύχτα είναι η πρώτη εκδοτική επαφή του ελληνικού αναγνωστικού
κοινού με τη σημαντική ποιήτρια, την οποία ως τώρα μόνο με αποσπασματικές
μεταφράσεις ποιημάτων της σε λογοτεχνικά περιοδικά είχαμε την ευκαιρία να
γνωρίσουμε. Η απονομή του Βραβείου Νόμπελ, ωστόσο, ήταν η αφορμή για την
εκτίναξη του ενδιαφέροντος γύρω από την ποίησή της. Οι εκδόσεις Στερέωμα εμπιστεύθηκαν
τους δύο μεταφραστές, τον Χάρη Βλαβιανό και τη Δήμητρα Κωτούλα, στην απόδοση
στα ελληνικά της συλλογής της, και μάλιστα σε δίγλωσση μορφή, οπότε δίνεται η
ευκαιρία να εκτιμηθεί τόσο η ποίηση στο πρωτότυπο όσο και η πιστότητα της
απόδοσης στα ελληνικά. Η έκδοση συνοδεύεται από ένα φυλλάδιο με την ομιλία της Glück
κατά την απονομή του Βραβείου Νόμπελ. Ευπρόσδεκτη, ωστόσο, θα ήταν και μια
εισαγωγή στο έργο της ποιήτριας.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου