Ο έμπορος του φωτός
Roberto Vecchioni
μετάφραση:
Δημήτρης Παπαδημητρίου
εκδόσεις
Κριτική
Η φιλοσοφική θεώρηση της οδύνης
Είναι η ιδιαίτερης αξίας
συγγραφική τέχνη που καθιστά ένα μικρό αφήγημα (μόλις 160 σελίδων) ισότιμο
μεγάλων μυθιστορημάτων ως προς τη θεματική αλλά και τους τρόπους επεξεργασίας
του αρχικού υλικού. Το δεύτερο βιβλίο με το οποίο ο Vecchioni κερδίζει την αναγνωστική
πρόσληψη (έχει προηγηθεί από τις ίδιες εκδόσεις Ο βιβλιοπώλης του Σελινούντα) διεκδικεί μια θέση δίπλα σε αυτά που συνδυάζουν την πλοκή και τη
σκιαγράφηση των χαρακτήρων με τον φιλοσοφικό στοχασμό, οδηγώντας έτσι στην
εντύπωση πως η μυθοπλασία ήταν μια εύσχημη αφορμή προκειμένου να αποτυπωθεί στη
γραφή μια ολόκληρη κοσμοθεωρία ή αλλιώς μια στάση ζωής απέναντι στην οδύνη, την
άφευκτη απώλεια, τη συντριβή. Οι δύο ήρωες της ιστορίας, ο Στέφανο και ο Μάρκο,
πατέρας και γιος αντίστοιχα, θα ομοιάσουν με πρόσωπα τραγικού θεάτρου, έτσι
όπως ο Αισχύλος, ο Σοφοκλής, ο Ευριπίδης καθόρισαν τη σύγκρουση της ταπεινής
θνητότητας με την προκαθορισμένη μοίρα της. Ο Μάρκο από τη μια πλευρά,
καταδικασμένος από τη σπάνια ασθένεια της προγηρίας να οδεύει προς το τέλος της
σύντομης ζωής του, με τη σοφία ενός ενήλικα. Και από την άλλη ο Στέφανο,
πεπεισμένος για τη δύναμη των γραμμάτων και της ελληνικής σοφίας να προσπαθεί
να μεταλαμπαδεύσει στον γιο του κάτι από αυτό το φως για να δώσει νόημα στη ζωή
που του απομένει αλλά ταυτόχρονα για να ενδυναμωθεί και ο ίδιος – μια παράλληλη
πορεία με προδικασμένο το τέλος της, και για τους δύο. Δύο ερωτήματα –ομοίως απαιτητικά–
προκύπτουν σε αναγκαία αλληλοσυμπλήρωση συνιστώντας την ουσία του εξαιρετικού
αυτού βιβλίου:
Το ένα αφορά αυτή καθεαυτή
τη βίωση της οδύνης. Πώς αντιμετωπίζεται η συνειδητοποίηση της επερχόμενης
απώλειας, πολύ περισσότερο αν αυτή αφορά ένα παιδί; Είναι ίσως η άρνηση της
πραγματικότητας, τροφοδοτούμενη από μια πίστη με θεϊκή προκάλυψη αλλά με ανθρώπινες
ρίζες, που μπορεί να βοηθήσει; Ή μήπως η συμφιλίωση με την άδικη μοίρα που
υπερβαίνει την ανθρώπινη αξίωση για την ελάχιστη ζωή που αναλογεί στον καθένα; Ο
πληττόμενος άνθρωπος αισθάνεται μόνος και ανυπεράσπιστος, έρμαιο των συνθηκών
που ερήμην του καθόρισαν τις κινήσεις του. Το δεύτερο σχετίζεται με την
απόπειρα όχι μόνον να αντιμετωπισθεί το πάθος αλλά και με την ελπίδα μιας πιθανής
ερμηνείας του. Μήπως ανατρέχοντας στη σοφία των αιώνων, σε όσα έχουν γραφεί για
τα ανθρώπινα «πήματα», δηλαδή τις συμφορές με τις οποίες άφευκτα συμβαδίζει η
ζωή, υπάρχει κάπου ο τρόπος, η διαδικασία που οδηγεί σε μια λύτρωση; Αλλά και
ποια η φύση αυτής της λύτρωσης, πόσο υποκειμενικός ο χαρακτήρας της, πόσο
φαντασιακή η υπόστασή της;
Ο Στέφανο, δεινός μελετητής της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, θεωρεί ικανό τον αρχαίο λόγο να φωτίσει τη ζωή, τη δική του αλλά και του Μάρκο· σ’ αυτό το φως γίνεται «έμπορος», γιατί προσδοκά την ανταμοιβή του βλέποντας τον νου του παιδιού του να δέχεται τον πλούτο που του προσφέρει και να δίνει νόημα, φυσιογνωμία, ξεχωριστό χαρακτήρα στη ζωή του. Όσο ο Μάρκο θα ανταποκρίνεται ανακαλύπτοντας και ο ίδιος τη μαγεία του αρχαιοελληνικού λόγου, την αντιστοιχία ανάμεσα στην πραγματικότητα και στο θεωρητικό της συμπλήρωμα, τόσο πατέρας και γιος θα μεταβαίνουν από τη σκληρή αλήθεια στη βίωση μιας άλλης εσωτερικής και προσωπικής εκδοχής της – όλα μπορεί να ερμηνεύονται, όλα να καθίστανται υποφερτά στη θεωρητική τους επεξεργασία. Ο τρόπος της Σαπφούς θα δείξει την ανεπάρκεια του ανθρώπου μπροστά στον αναπόφευκτο αποχωρισμό, και ο φόβος του Αρχίλοχου μέσα στη μάχη θα δώσει το μέτρο του αληθινού ηρωισμού: «Αυτός είναι ο Αρχίλοχος, Μάρκο. Πιστεύεις πως δεν νιώθει φόβο; Μα φυσικά φοβάται. Η μοίρα έχει χαράξει το δικό σου μονοπάτι έξω από κάθε πεπατημένη οδό, όμως εσύ είσαι εσύ κι αυτό είναι το μονοπάτι σου. […] Είσαι διαφορετικός απ’ όλους, είσαι η εξαίρεση. […] ένας ήρωας όμως ζει πάντα μόνος, όπως οι άγιοι, οι κακοποιοί, οι επαναστάτες, οι ποιητές· ο καθρέφτης τους είναι διαπερατός, η μορφή τους είναι για τους άλλους δυσανάγνωστη και η ψυχή τους ένα αίνιγμα. Μονάχα οι ίδιοι αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στον αντικατοπτρισμό, αυτοί ξέρουν να ανασυνθέτουν την κατακερματισμένη τους ενότητα». (σ. 90). Μια σισύφεια πορεία (κατά τη φιλοσοφία του παραλόγου) διαγράφεται εδώ: […] ήταν μια παρηγοριά μπροστά στο ανεξήγητο, όταν πραγματικά δεν υπάρχει τίποτα που μπορείς να εξηγήσεις. Δεν βγαίνει νόημα και τέλος δεν υπάρχει κάτι να κατανοήσεις, παρά μόνο να ζήσεις. (σ. 46)· ή σε μια άλλη εκδοχή η συνειδητή οιδιπόδεια πορεία προς την ανάληψη της προσωπικής ευθύνης για τον επερχόμενο όλεθρο, που ανατρέπει έτσι την πρωτοκαθεδρία της μοίρας. Ο Μάρκο φθάνει στη συνειδητοποίηση του τέλους του με τα δικά του βήματα ξεπερνώντας τον Στέφανο· το φως έχει διαποτίσει τον νου και την ψυχή του πρόωρα γηρασμένου παιδιού, που αν και δεκαεπτά χρονών μοιάζει ογδόντα. Όταν έρχεται το τέλος, ο αναγνώστης δεν αιφνιδιάζεται· όλα γίνονται όπως πρέπει ακολουθώντας τη συγγραφική προοικονομία. Ακόμα και η λυτρωτική «έξοδος» του Στέφανο στο τελευταίο κεφάλαιο, προσλαμβάνεται από τον αναγνώστη ως η αναγκαία κάθαρση, η απόληξη της τραγικής πορείας.
Ο Vecchioni, δεινός
μελετητής του αρχαίου λόγου ο ίδιος, γράφει εδώ όχι μόνον μια συγκλονιστική
μυθοπλασία αλλά και ένα φιλοσοφικό δοκίμιο ιδιαίτερων αξιώσεων. Η γραφή του
ευτύχησε στη μετάφραση του Δημήτρη Παπαδημητρίου που απέδωσε το πολύμορφο και
πολυεπίπεδο κείμενο με τις πολλαπλές αναφορές παρέχοντας ταυτόχρονα τις
αναγκαίες βιβλιογραφικές πληροφορίες. Από τις εκδόσεις Κριτική με φροντίδα,
όπως πάντα, ως τη λεπτομέρεια.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου