Τετάρτη 16 Ιουλίου 2025

Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων Susan Sontag Μετάφραση: Χριστίνα Παπαδοπούλου εκδόσεις Gutenberg η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

 

Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων

Susan Sontag

Μετάφραση: Χριστίνα Παπαδοπούλου

 εκδόσεις Gutenberg

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | «Εμείς» και ο πόνος των άλλων • Fractal

 




«Εμείς» και ο πόνος των άλλων

 

Εφόσον αισθανόμαστε συμπόνια, θεωρούμε πως δεν έχουμε μερίδιο ευθύνης σε ό,τι είναι αυτό που προξένησε τη δυστυχία. Ο οίκτος που νιώθουμε είναι ένδειξη όχι μόνο της αθωότητας, αλλά και της αδυναμίας μας. (σ. 152). Η Susan Sontag (1933-2004),  μια από τις πιο επιδραστικές φωνές της διανόησης του 20ού αιώνα, στο δοκίμιό της Αντιμέτωποι με τον πόνο των άλλων αναλύει τους τρόπους που η κυριαρχία της εικόνας (με όλα τα μέσα προβολής που διατίθενται) δημιουργεί μια ψευδαίσθηση εγγύτητας με την πραγματικότητα, οδηγώντας συν τω χρόνω στην αδιαφορία και την παθητικότητα. Ποιοι, όμως, είμαστε «εμείς», μέσα στο πρώτο πληθυντικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί η Sontag, πόσες διαφορετικές ποιότητες συμπεριλαμβάνονται μέσα σε αυτό το εύκολα προσλαμβανόμενο ως συλλογικό υποκείμενο; Η παντοδύναμη εικόνα, απείρως ισχυρότερη από αυτή την υποτιθέμενη συλλογικότητα, μπορεί να μας αντιμετωπίζει ως σύνολο ομοειδών και ομοφρονούντων, τη στιγμή που ποικίλλουν, διακλαδίζονται, αλληλοσυμπληρώνονται ή αλληλοαναιρούνται όλα τα επίπεδα στα οποία βρισκόμαστε ο καθένας, οικονομικά, κοινωνικά, ιδεολογικά, πολιτικά, θρησκευτικά, για να δώσουμε μόνο τις συμβατικές και επιφανειακές κατηγορίες;

Ζώντας, επομένως, σε μια κοινωνία πολλαπλών αντιθέσεων και επιπέδων, δεν ανταποκρινόμαστε το ίδιο απέναντι σε ό,τι προβάλλεται μέσα από τους κυρίαρχους κάθε φορά εξουσιαστικούς μηχανισμούς. Υπάρχει μεγάλη διαφορά, εν προκειμένω, στον τρόπο που αντιδρά ο θεατής στις εικόνες ενός καταστροφικού πολέμου, ανάλογα με τη θέση του, οριζόμενη από τις παραπάνω παραμέτρους. Αλλά και μεγάλη διαφορά επίσης, αν πρόκειται απλώς για έναν θεατή των βραδινών ειδήσεων, πολύ μακριά ευρισκόμενο από το θέατρο της φρίκης,  ή αν πρόκειται για κάποιον που θεάται στην οθόνη την καταστροφή της δικής του ζωής, στη δική του πατρίδα.

Στο δοκίμιό της αυτό η Sontag συνεχίζει αλλά και ανασκευάζει στα σημεία του το προηγούμενο γνωστό της έργο Περί φωτογραφίας. Κυρίως στέκεται στη θέση που είχε διατυπώσει τότε για την υπονόμευση της ικανότητάς μας να ανταποκρινόμαστε στα ερεθίσματα των εικόνων με συναισθηματικό σφρίγος και ηθική μέριμνα. Τώρα, μένοντας περισσότερο στις προβαλλόμενες με καταιγιστικό ρυθμό σκηνές φρίκης, θα ανασκευάσει: […] αυτό που υπονομεύεται είναι η αίσθησή μας για την πραγματικότητα. Η ίδια η πραγματικότητα εξακολουθεί να υπάρχει, παρά τις όποιες προσπάθειες να μειωθεί το κύρος της. (σσ. 159-160).

Με αναλυτικές αναφορές σε φωτογραφίες ή κινηματογραφημένα ντοκουμέντα από διάφορους τόπους και διαφορετικές εποχές (αρχής γενομένης από την πρώτη απόπειρα καταγραφής ενός πολέμου, κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου και φθάνοντας έως τους Δίδυμους Πύργους, τον  πόλεμο στη Βοσνία, αφού θα έχει διατρέξει τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους, θα δείξει κατά πόσο η φωτογραφική μηχανή, που είναι το «μάτι της Ιστορίας» κατά τον φωτογράφο Μάθιου Μπρέιντι, μπορεί όχι μόνον να παραπλανά αλλά και να ψεύδεται ακολουθώντας εντολές άνωθεν· για παράδειγμα η επιλογή για πολιτική συμφιλίωση οδηγεί σε περιορισμό της μνήμης, την οποία υποτίθεται πως εξυπηρετεί η εικόνα, ή θα ήταν μάλλον αντιπατριωτική ενέργεια μια, ας πούμε, έκθεση φωτογραφίας με υλικό από τα χρόνια της δουλείας των μαύρων στην καθόλα προοδευτική Αμερική.



Στο βιβλίο της αυτό η Sontag δεν θα μιλήσει απλώς για την «κοινωνία του θεάματος», με τον όρο του Γκυ Ντεμπόρ, αλλά κυρίως θα στρέψει το ενδιαφέρον στον ρόλο του θεατή, όχι μέσα στο επιφανειακό και ανεδαφικό συλλογικό «εμείς», αλλά στην προσωπική ευθύνη που έχουμε ως άτομα σκεπτόμενα. Δεν έχει τόση σημασία για το θέμα που αναλύει το διαδεδομένο «Δεν ξεχνώ», καθώς η εστίαση σε κάποιο συγκεκριμένο γεγονός βαρβαρότητας υποτιμά τη λειτουργία της σκέψης χάρη στη μνήμη. Η μνήμη, όμως, έτσι κι αλλιώς συνδέεται, όπως θα πει, με τους νεκρούς. Το ζητούμενο είναι να αναρωτηθεί κανείς ποια η αρχή του νήματος, ποιος ευθύνεται για όσα φοβερά δείχνει η εικόνα,  πώς θα μπορούσε να αποφευχθεί, υπάρχει και η δική μας ευθύνη γιατί υποστηρίξαμε μια άδικη εξουσία που ανέλαβε δράση και προσπαθεί να μας πείσει πως σωστά πράττει, γιατί δεν αντιδράσαμε εγκαίρως, γιατί σιωπήσαμε;

Όλα αυτά δεν είναι εύκολα ερωτήματα, ούτε οδηγούν αυτονόητα στην επικράτηση του δικαίου, στο τέλος της φρίκης των πολέμων, των βασανιστηρίων, των εξευτελισμών. Ούτε εξαντλούνται σε αυτό το κριτικό σημείωμα όλες οι παράμετροι που εξετάζονται στο δοκίμιο της Sontag. Κρατώ για το τέλος μια σημαντική διάκριση που κάνει, ανάμεσα σε όλους «εμάς» και στους νεκρούς των φωτογραφιών, των ρεπορτάζ των δελτίων ειδήσεων, τους οποίους εμείς θέλουμε να σηκώσουμε στους ώμους μας: Εδώ οι νεκροί αδιαφορούν για τους αυτόπτες μάρτυρες – αδιαφορούν για εμάς. Γιατί να ζητήσουν την προσοχή μας; Μήπως θα είχαν κάτι να μας πουν; «Εμείς» –αυτό το «εμείς»  περιλαμβάνει όσους ουδέποτε βίωσαν καταστάσεις αντίστοιχες με αυτές που έζησαν εκείνοι– αδυνατούμε να καταλάβουμε. Αδυνατούμε να το συλλάβουμε. Δεν  μπορούμε με τίποτα να φανταστούμε τα όσα έζησαν. Δεν μπορούμε να φανταστούμε πόσο φρικτός, πόσο τρομακτικός είναι ο πόλεμος· και πόσο συνηθισμένος γίνεται. (σ. 182).

Χρόνια πολλά μετά την πρώτη έκδοση του δοκιμίου στην ελληνική γλώσσα, τώρα από τις εκδόσεις Gutenberg, σε νέα μετάφραση από τη Χριστίνα Παπαδοπούλου, πάντοτε επίκαιρη η σκέψη της  Susan Sontag, όσο η φρίκη θα συνεχίζεται απτόητη και η εικόνα της θα μας καθιστά θεατές της.


Διώνη Δημητριάδου 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου