Μια
‘ανάγνωση’ στο μυθιστόρημα του François Vallejo «Μεταμορφώσεις»,
από τις εκδόσεις Πόλις.
Νομίζω
ότι ο πληθυντικός στον τίτλο (μεταμορφώσεις και όχι μεταμόρφωση) δίνει με
εξαιρετικά λιτό τρόπο όλη την ουσία του βιβλίου. Γιατί, εκεί που αντιλαμβάνεσαι
(από τη αρχή της υπόθεσης) ότι πρόκειται για μια μεταμόρφωση, μετάλλαξη ίσως,
του νεαρού Αλμπάν Ζοζέφ σε Αμπντελκρίμ Γιουσέφ, στην πορεία μια σειρά από
διαφοροποιήσεις θα συμβούν σε άλλα πρόσωπα της πλοκής.
Οι
αλλαγές, κοινός τόπος η αλήθεια αυτή, δεν είναι ούτε εύκολες ούτε καν αποδεκτές
από τους περισσότερους. Ακόμη και όταν συντελεστούν. Το βέβαιο είναι, ωστόσο,
ότι προβληματίζουν τον περίγυρο, το στενό περιβάλλον στο οποίο ανήκει ο
‘μεταμορφωθείς’, κυρίως αν μέχρι τότε ήταν υπό την προστασία του. Όπως εδώ, ο
μικρότερος, ετεροθαλής αδελφός της Αλίξ, μέσα από την οπτική της οποίας
παρακολουθούμε την ιστορία αυτής της αλλαγής.
Δεν
είναι οπωσδήποτε μικρή υπόθεση να πληροφορείσαι ότι ο αδελφός σου άλλαξε το
όνομά του. Πόσο μάλλον αν αυτή η αλλαγή εμπεριέχει, κάτω από την επιφάνεια του
ονόματος, και την μεταπήδησή του σε άλλη θρησκεία, ιδεολογία, κοινότητα
ανθρώπων. Κάπως έτσι ο Αλμπάν γίνεται Αμπντελκρίμ, ο ως τότε άθεος γίνεται
μουσουλμάνος («οι λέξεις των απίστων, απάντησε ο Αλμπάν, γεμίζουν την έρημο της
σκέψης τους, αλλά η άμμος της ερήμου σύντομα θα γεμίσει το στόμα τους…»), ο
ήσυχος μεταπτυχιακός φοιτητής, που ετοιμάζει τη διατριβή του στη μοριακή
χημεία, μετατρέπεται σε φανατικό τζιχαντιστή, με όραμα για αλλαγή του κόσμου
υπό την καθοδήγηση αόρατης αρχής.
Μη
αναμενόμενη αυτή η μεταστροφή για την αδελφή του, η οποία νιώθει προσωπική της
υπόθεση να ερευνήσει τα αίτια της αλλαγής αλλά κυρίως την αυθεντικότητά της.
Ευρηματικός ο συγγραφέας θέλει το επάγγελμά της να είναι συναφές απολύτως με
την προσπάθειά της να αποκαλύψει τα στάδια που πέρασε ο αδελφός της ώσπου να
καταλήξει σ’ αυτήν την απρόσμενη (αδικαιολόγητη για την ίδια) μεταπήδηση σε
έναν άλλο κόσμο. Η Αλίξ είναι συντηρήτρια μεσαιωνικών τοιχογραφιών θρησκευτικού
περιεχομένου. Αποκαλύπτει με τα εργαλεία της τις προηγούμενες εικόνες, τις
θαμμένες πίσω από τις νέες, και
αποκαθιστά την αλήθεια των αρχικών παραστάσεων. Επεξεργασία ενός παλίμψηστου,
μόνο που εδώ δεν έχουμε χειρόγραφο αλλά τοιχογραφία. Συμβολισμός; Οπωσδήποτε.
Μας επιτρέπει να στοχαστούμε κι εμείς πάνω στα διάφορα στρώματα ιδεών και
στερεότυπων αντιλήψεων, η κάθε μία εκ των οποίων διεκδικεί την ορθότητά της και
την αυθεντικότητά της. Πόσο ορθή, εν προκειμένω, είναι η δυτικότροπη
κοσμοθεωρία, η αποθέωση της κατανάλωσης, η κυριαρχία της επιστήμης, η
απολυτότητα των θρησκευτικών δογμάτων; Ποια είναι η άλλη θεώρηση, η
‘προτεινόμενη’ από την ισλαμική κουλτούρα; Ποια είναι η αλήθεια των πραγμάτων;
Αυτή που φαίνεται ή μήπως αυτή που υποκρύπτεται, αποσιωπάται ή ακόμη και
καλύπτεται; Ο αναγνώστης, μαζί με την Αλίξ, αμφιβάλλει πια για όλα. Όπως αργά
και μεθοδικά αποκαλύπτεται το ένα στρώμα πίσω από το άλλο, δεν μπορεί πλέον με
βεβαιότητα να επαναπαυτεί πάνω στις δικές του σταθερές.
Κάθε
αποκάλυψη, όμως, φέρνει και μεταμορφώσεις/αποκαλυπτήρια σε άλλα πρόσωπα, κύρια
ή δευτερεύοντα, στον οικογενειακό και στον φιλικό κύκλο του νεοφώτιστου
Αμπντελκρίμ. Πόσο αληθινή στα συναισθήματά της είναι η στενή συνεργάτις της
Αλίξ; Πόσο αυθεντικό είναι το ενδιαφέρον των γονιών, της κοινής τους μητέρας
αλλά και του πατριού; Πόσο πιστοί σ’ αυτά που λένε αποδεικνύονται οι φίλοι;
Πόσο μπορείς να εμπιστευθείς τις αντιτρομοκρατικές αρχές, όταν εμπλακούν στην
υπόθεση; Όλα ρευστά και αναπόδεικτα.
Εν
μέσω, όμως, όλων αυτών των αμφιβολιών
διασώζεται η βεβαιότητα της αδελφικής αγάπης. Γιατί το εν λόγω μυθιστόρημα
μπορεί να είναι μια ‘μελέτη’ για το δύσκολο θέμα της τρομοκρατίας, των
φανατικών ισλαμιστών και των κινήτρων τους αλλά ταυτόχρονα είναι και η αποθέωση
της αγάπης ανάμεσα στα δύο αδέλφια. Τόσο η αδιάκοπη προσπάθεια της Αλίξ να
φθάσει στην άκρη του νήματος και να πείσει τον αδελφό της για τη λανθασμένη
πορεία που ακολουθεί, να τον βοηθήσει («…παράτα τις παλιές σου αποσκευές, αν
θέλεις να ξανάρθεις κοντά στον αδελφό σου…») καλύπτοντάς τον ή και
αποκαλύπτοντας, όπου χρειάζεται, στοιχεία γι’ αυτόν, όσο και η τελική αποδοχή
του αδελφού ως προς την εμπιστοσύνη που πρέπει να δείξει στην αδελφή του. Τα
δύο αδέλφια θα βρουν τον τρόπο συνεννόησης, μέσα από πολλές διακυμάνσεις και
ανατροπές. Θα απαντήσουν σε απορίες και αμφιβολίες τους.
Πολλά
ερωτήματα, ωστόσο, θα μείνουν αναπάντητα στον αναγνώστη. Μέσα σ’ αυτά και το
πιο βασικό: τι συνέβη στην πραγματικότητα; Κάποιος μπορεί αυτό να το θεωρεί
μειονέκτημα της γραφής. Δεν είναι όμως. Μήπως πρόκειται για θέμα εύκολα
προσπελάσιμο; Αν εξαιρέσουμε κάποιες ‘έτοιμες’ απαντήσεις (αμφίβολης προέλευσης
ή και ύποπτης σκοπιμότητας), ποιος είναι σε θέση με καθαρότητα να περιγράψει
έστω (πόσο περισσότερο να ανιχνεύσει σε βάθος) το φαινόμενο του
φονταμενταλισμού; Ανοιχτό θα παραμείνει και σε μας, τους αναγνώστες, λοιπόν,
αυτό το δύσκολο ερώτημα.
Εντούτοις, η επιλογή του Vallejo να μας παρουσιάσει μέσα από την πρωτοπρόσωπη αφήγηση όλη αυτή τη σκοτεινή υπόθεση κατόρθωσε να μας βάλει στη διαδικασία να σκεφτούμε μαζί με την ηρωίδα (που καταγράφει στον υπολογιστή της βήμα βήμα τη διερεύνηση του προβλήματος) τις διαφορετικές όψεις της αλήθειας, την υποχώρηση της αρχικής ιδέας, τον επαναπροσδιορισμό της με νέα δεδομένα, την αμφισβήτηση του τρόπου σκέψης μας. Μας επιτρέπει να αφήσουμε μια χαραμάδα ανοιχτή στην άλλη νοοτροπία, να ακούσουμε την άλλη εκδοχή των πραγμάτων. Όσο ανίδεη περί τα τεκταινόμενα στους χώρους αυτούς είναι η ηρωίδα, όσο προκατειλημμένη εμφανίζεται απέναντι στην άλλη ‘όχθη’, άλλο τόσο κι εμείς αδυνατούμε να κατανοήσουμε από την πρώτη σελίδα την πολυπλοκότητα του θέματος. Θα έχουμε όμως την ίδια οπτική και στο τέλος του βιβλίου;
Η
ηρωίδα πάντως (γιατί, ας μην ξεγελαστούμε, μπορεί η πλοκή να ‘χτίζεται’ γύρω
από τον αδελφό της αλλά η βασική ιδέα του συγγραφέα αναμφίβολα δομείται γύρω
από την ίδια, δηλαδή γύρω από το θέμα της πρόσληψης του φονταμενταλισμού από
όλους εμάς) θα βιώσει τη δική της μεταμόρφωση («…η πραγματικά παράνομη της
υπόθεσης, από την αρχή, είμαι ίσως εγώ, η μοναδική φανατική της οικογένειας, η
εξτρεμίστρια γραφομανής, η συγγραφέας επιθέσεων ενάντια στη συστολή του αδελφού
της…). Από την ενασχόληση με το παρελθόν θα απογειωθεί ως καλλιτέχνις με τη
δημιουργία σύγχρονων τοιχογραφιών μεταποιώντας τις αυστηρές θρησκευτικές
απεικονίσεις σε πολύχρωμες
‘απαθανατίσεις’ της μορφής του αδελφού της.
Ένα
μυθιστόρημα πρωτότυπο ως προς τη θεματική του αλλά και ως προς τον τρόπο
προσέγγισης των ιδεών που την καθορίζουν. Ένας τρόπος γραφής που κρατά αμείωτο
το ενδιαφέρον και οδηγεί τον αναγνώστη στις δικές του μεταλλάξεις, μια
μυθοπλασία που αντλεί από την πραγματική ζωή για να μας μεταφέρει με τον δικό
της τρόπο σε μια θεώρηση της ζωής από άλλη θέση. Προνομιούχα όσο και η τέχνη,
την οποία υπηρετεί. Άλλωστε η λογοτεχνία συχνά αρέσκεται να παίζει με την
πραγματικότητα. Με όλο το κόστος φυσικά ενός παιχνιδιού. Δείτε, επομένως, το
συγκεκριμένο βιβλίο σαν ένα αθώο (αλλά ανοιχτό) βλέμμα σε κάποιο πολύ σοβαρό θέμα. Πολύ πιο
σημαντικό εν τέλει από κάποια ενδελεχή και εξειδικευμένη ανάλυση.
(Διώνη
Δημητριάδου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου