Παρασκευή 23 Μαΐου 2025

Η Χρύσα Φάντη γράφει για το βιβλίο της Διώνης Δημητριάδου Ο Φλοιός και ο Χυμός - Υπέργειες και Υπόγειες Προσεγγίσεις σε Λογοτεχνικούς Τόπους Εκδόσεις Κουκκίδα η πρώτη δημοσίευση στο Στίγμα Λόγου


 Η Χρύσα Φάντη γράφει για το βιβλίο της Διώνης Δημητριάδου

Ο Φλοιός και ο Χυμός - Υπέργειες και Υπόγειες Προσεγγίσεις σε Λογοτεχνικούς Τόπους

Εκδόσεις Κουκκίδα

η πρώτη δημοσίευση στο Στίγμα Λόγου

"Ο Φλοιός και ο Χυμός" της Διώνης Δημητριάδου - StigmaLogou




Το κριτικό βλέμμα ως αναζήτηση της έλλειψης: Μια ανάγνωση του κριτικού έργου της Διώνης Δημητριάδου


Το πλούσιο κριτικό έργο της Διώνης Δημητριάδου ─μέρος του οποίου συμπεριλαμβάνεται στον τόμο Ο φλοιός και ο χυμός: Υπέργειες και υπόγειες προσεγγίσεις σε λογοτεχνικούς τόπους (Κουκκίδα, 2024, ISBN: 9786182081174)─, αποτελεί ένα από τα πιο στοχαστικά παραδείγματα του πώς η λογοτεχνική κριτική μπορεί να λειτουργήσει όχι απλώς ως συνοδευτικό σχόλιο σε ένα έργο, αλλά ως αυτόνομη δημιουργική πράξη. Εδώ,  η έννοια του φλοιού και του χυμού αποκτά ιδιαίτερη ερμηνευτική ισχύ· λειτουργεί ως μεταφορά για την επιφανειακή και τη βαθύτερη ουσία του λόγου, αλλά και για τη διαρκή επικοινωνία ανάμεσα στον συγγραφέα και το έργο του. Ο φλοιός είναι το εμφανές, το αισθητό, το τεχνικά επεξεργασμένο· ο χυμός, το βαθύτερο, το ουσιώδες, το αθέατο αλλά παρόν.

Στις κριτικές προσεγγίσεις τριάντα τεσσάρων σύγχρονων Ελλήνων δημιουργών, τις οποίες περιλαμβάνει ο τόμος, η Δημητριάδου, παράλληλα με την αποτίμηση της δημιουργικής πορείας των δημιουργών που δεν βρίσκονται πλέον εν ζωή (Άρης Αλεξάνδρου, Κώστας Βάρναλης, Δημήτρης Αρμάος, Γιάννης Βαρβέρης, Η.Χ. Παπαδημητρακόπουλος, Γιάννης Κοντός, Κατερίνα Ρουκ, Μάριος Μέσκος, Γιώργης Παυλόπουλος, Μαρία Κυρτζάκη κ.ά.), προχωρεί σε μια τολμηρή, πολύπτυχη και ενδελεχή διερεύνηση του έργου λογοτεχνών που συνεχίζουν να γράφουν και να δημοσιεύουν. Ανάμεσά τους, οι: Σπύρος Λ. Βρεττός, Θωμάς Κοροβίνης, Θοδωρής Γκόνης, Γιώργος Γώτης, Παυλίνα Παμπούδη, Γιώργος Μαρκόπουλος, Αγγελική Σιδηρά, Τόλης Νικηφόρου, Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, Θανάσης Χατζόπουλος, Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, Έλσα Κορνέτη, Κωνσταντίνος Χ. Λουκόπουλος, Θανάσης Τριαρίδης, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, Γιάννης Πατίλης, Γιώργος Χρονάς, κ.ά. Πρόκειται για δημιουργούς των οποίων το έργο παραμένει εν εξελίξει, έχει όμως ήδη τύχει κριτικής προσοχής και έχει αγαπηθεί από το αναγνωστικό κοινό.

Τα δοκίμια του τόμου συγκροτούν ένα ενδεικτικό σύνολο του τρόπου με τον οποίο η κριτικός, μέσα από άοκνη και πολυετή μελέτη, προσδιορίζει τη θέση τους  στη νεότερη και σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία. «Δοκίμια κριτικής ευαισθησίας», «Κείμενα λογοτεχνικού στοχασμού», ή «κείμενα εφαπτόμενα της λογοτεχνίας», τα αποκαλεί η Ευσταθία Δήμου στον πρωτότυπο πρόλογό της. Ακολουθεί ο πρόλογος της συγγραφέως, με τον τίτλο: «Ο Φλοιός και ο Χυμός. Η κριτική προσέγγιση της Ποίησης. Η Μοναξιά της Κριτικής και το Ακριβό Αντιστάθμισμα» — ένα πολυεπίπεδο και διαφωτιστικό δοκίμιο, αποκαλυπτικό της ματιάς, των προθέσεων και της θεωρητικής σκευής της.

Η γραφή ως συνεχής αναζήτηση

Το βιβλίο της Δημητριάδου δεν διαβάζει απλώς τη λογοτεχνία — συνομιλεί μαζί της, αποκαλύπτοντας εντάσεις, ρωγμές, απόπειρες ρήξης με την παράδοση και, τελικά, τον πυρήνα του δημιουργικού συμβάντος. Αυτό που διακυβεύεται στο έργο της είναι η ανάδυση ενός κριτικού βλέμματος που, μέσα από την ευαισθησία, την οξυδέρκεια και τη γλωσσική ευχέρεια, αποφεύγει την επιφανειακή αποτίμηση της λογοτεχνίας και διατυπώνει μια απαιτητική στάση απέναντι στη σύγχρονη κριτική.

Χωρίς να προσκολλάται στην αναζήτηση ενός «απόλυτα ασφαλούς» κριτικού κριτηρίου —κάτι που θα οδηγούσε μοιραία σε απορρίψεις, δογματισμούς και έναν συντηρητισμό που αποκλείει κάθε νέα ερμηνευτική χειρονομία— η Δημητριάδου υποστηρίζει τη δυναμική και ανοιχτή φύση της γραφής. Η ίδια αναγνωρίζει ότι η συγγραφή είναι μια συνεχής αναζήτηση. Η λογοτεχνική δημιουργία δεν είναι απλή μεταφορά σκέψεων στο χαρτί. Είναι αναμέτρηση με τον εαυτό, με την παράδοση, με τις ίδιες τις λέξεις. Η έμπνευση δεν είναι απλώς μια αυθόρμητη στιγμή φωτισμού, αλλά μια σύνθετη διαδικασία, καθοριζόμενη από το τυχαίο, το υποσυνείδητο και την εσωτερική ανάγκη να αποτυπωθεί το άρρητο. O συγγραφέας δεν είναι πάντοτε κύριος του έργου του· συχνά μοιάζει να το ακολουθεί, να το ανακαλύπτει περισσότερο, παρά να το δημιουργεί. Είναι εκείνος που αγωνίζεται διαρκώς να εκφράσει μια εσωτερική αλήθεια που διαφεύγει, που δεν συλλαμβάνεται εύκολα.

Η Δημητριάδου εστιάζει σε αυτή την αθέατη πλευρά του αγώνα, αναζητώντας το μυστικό που κρύβεται πίσω από τις λέξεις — στην καρδιά κάθε λογοτεχνικού έργου. Στην προσέγγισή της, αναδεικνύει τις ρωγμές, τα κενά, τις εσωτερικές εντάσεις της συγγραφικής διαδικασίας. Η κριτική της δεν περιορίζεται στην τυπική παρουσίαση ή στην αξιολόγηση ενός κειμένου, αλλά γίνεται βαθιά λογοτεχνική πράξη: προσπαθεί να ανιχνεύσει τη σχέση του συγγραφέα με το ίδιο του το έργο. Η γραφή, άλλωστε, δεν είναι ποτέ αυτάρκης πράξη. Ο συγγραφέας διαρκώς αντιπαρατίθεται με την παράδοση: άλλοτε την υιοθετεί, άλλοτε την απορρίπτει, προκειμένου να διαμορφώσει τη δική του φωνή.

Η έννοια του κενού

Κεντρική έννοια στο κριτικό σύστημα της Δημητριάδου είναι αυτή του «κενού», ως εσωτερικός χώρος γόνιμος, από τον οποίο αναδύεται η δημιουργία. Το κενό αυτό παρεμβάλλεται ανάμεσα στο συγγραφικό υποκείμενο και το έργο του· είναι ο χώρος απ’ όπου εκλύεται η αισθητική και υπαρξιακή ενέργεια της γραφής. Η Δημητριάδου δεν επιδιώκει να καλύψει αυτό το κενό, αλλά να το αναδείξει ως παραγωγική ρωγμή, ως τόπο γένεσης του λόγου. Η κριτική της δεν είναι περιγραφική ή διακοσμητική, αλλά ερμηνευτική, σχεδόν μυητική: μια προσπάθεια να προσεγγίσει την ουσία της συγγραφικής πράξης — την ανάγκη για λόγο, γεννημένο από μια βαθύτερη, υπαρξιακή έλλειψη.

Κάθε βιβλίο είναι, τελικά, μια πράξη αποχωρισμού. Ο δημιουργός παραλαμβάνει τα στοιχεία του παρελθόντος, αλλά για να χαράξει τη δική του πορεία οφείλει να αποστασιοποιηθεί από αυτά. Η πρωτοτυπία δεν αφορά μόνο το ύφος ή την πλοκή, αλλά κυρίως την απόπειρα του συγγραφέα να χαρτογραφήσει έναν καινούργιο κόσμο λέξεων — έναν κόσμο που του ανήκει πραγματικά. Η έννοια του κενού, στην κριτική της Δημητριάδου, συνδέεται άμεσα με τη φύση της γραφής.  Η δημιουργία δεν είναι ποτέ πλήρης ή στατική· είναι μια ανοιχτή διαδικασία, εκτεθειμένη σε πολλαπλές αναγνώσεις. Ο αναγνώστης, επομένως, δεν είναι παθητικός δέκτης, αλλά συμμέτοχος στην αναζήτηση. Κάθε ανάγνωση αποτελεί αποκρυπτογράφηση, συνάντηση με το μυστικό που κρύβεται σε κάθε κείμενο. Η γραφή είναι, κατ’ ουσίαν, πάλη με το ανείπωτο· μια προσπάθεια αιχμαλώτισης μιας αλήθειας που πάντα διαφεύγει.

Η Δημητριάδου, μέσα από τα κριτικά της κείμενα, φέρνει στο φως όχι μόνο το περιεχόμενο των έργων που εξετάζει, αλλά και τον βαθύτερο μηχανισμό που τα παράγει. Κατανοεί βαθιά αυτόν τον εσωτερικό αγώνα του συγγραφέα: τις φράσεις που δεν ειπώθηκαν, τα σημεία της σιωπής που ίσως είναι πιο εύγλωττα από κάθε λόγο. Κάθε κριτικό της κείμενο αποτελεί ανοιχτό πεδίο εξερεύνησης αυτής της έλλειψης, μια πρόσκληση στον αναγνώστη να ανακαλύψει τις δικές του απαντήσεις.

Το έργο και ο δημιουργός του

Η Δημητριάδου θέτει με οξύτητα το ερώτημα της σχέσης μεταξύ έργου και δημιουργού — όχι για να το απαντήσει οριστικά, αλλά για να αποκαθηλώσει κάθε απόπειρα αυτονόμησης του ενός από το άλλο. Με διακριτικότητα και αποφασιστικότητα, αναδεικνύει τη διαλεκτική τους σχέση. Το έργο φέρει το αποτύπωμα του συγγραφέα — των βιωμάτων, της ιδιολέκτου, των στοιχείων που τον καθορίζουν. Την ίδια στιγμή, όμως, αποκτά αυτονομία, λειτουργεί ως ανεξάρτητη φωνή, δημιουργεί νέες ερμηνευτικές δυνατότητες. Το σχήμα αυτό αντλεί έμπνευση από την ψυχαναλυτική σκέψη αλλά και τη φαινομενολογική φιλοσοφία. Η συγγραφή γίνεται χειρονομία ανακάλυψης του εαυτού μέσω της γλώσσας — αλλά η γλώσσα δεν είναι ποτέ εργαλείο απόλυτα ελεγχόμενο. Αντιθέτως, είναι δύναμη που διαπερνά, καθορίζει και, ενίοτε, καθυποτάσσει τον δημιουργό.

Με την ενσυναίσθηση του ομότεχνου

Αξιοποιώντας την εμπειρία της ως συγγραφέως, η Δημητριάδου ασκεί την κριτική όχι με τη στεγνή μεθοδικότητα του θεωρητικού, αλλά με την ενσυναίσθηση του ομότεχνου. Εισχωρεί στο έργο όχι για να το αναλύσει ψυχρά, αλλά για να το αφουγκραστεί, να το κατανοήσει από μέσα. Αυτό που την ενδιαφέρει δεν είναι η τεχνική αρτιότητα, αλλά η εσωτερική λογική που το διαπερνά — η συνέπεια ενός ύφους, η σταθερότητα μιας υπαρξιακής αναζήτησης. Δεν ασκεί απλώς κριτική· συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της λογοτεχνικής παιδείας. Τα κείμενά της δεν καθοδηγούν, αλλά εμπνέουν· δεν επιβάλλουν, αλλά προσκαλούν. Ο αναγνώστης αντιμετωπίζεται ως ενεργός συμμέτοχος στη διαδικασία της ανάγνωσης.

Το έργο της καλλιεργεί μια αίσθηση λογοτεχνικής αλληλεγγύης — μια έννοια πολύτιμη σε εποχές όπου η γραφή απειλείται από την επιφανειακή κατανάλωση και την άκριτη αναπαραγωγή. Υπενθυμίζει ότι ο κριτικός οφείλει να ερευνά, να αποκαλύπτει τα στρώματα του λόγου, να φωτίζει ό,τι βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια. Χωρίς βιασύνη· με ευγένεια και επιμονή. Αυτή η στάση δεν είναι μέθοδος — είναι ήθος. Το κριτικό της έργο προβάλλει ένα μοντέλο διανοούμενου που δεν περιορίζεται στον ρόλο του σχολιαστή, αλλά γίνεται δημιουργός δίπλα στον δημιουργό. Με λόγο πλούσιο, διακειμενικό και στοχαστικά πυκνό, διαμορφώνει ένα ερμηνευτικό σύμπαν όπου η λογοτεχνία δεν αναλύεται απλώς — αναγεννιέται. Με την ευαισθησία της διακρίνει την αυθεντική φωνή από την ηχώ της μίμησης· ξεχωρίζει την εσωτερική αναγκαιότητα της γραφής από τον τεχνητό θόρυβο της παραγωγικότητας.

Σε έναν κόσμο όπου ο κριτικός λόγος τείνει να γίνει εργαλειακός ή διαφημιστικός, το παράδειγμά της μας υπενθυμίζει ότι η λογοτεχνική κριτική, όταν υπηρετείται με αγάπη, αφοσίωση και βαθύ σεβασμό προς τη γλώσσα, μπορεί ακόμη να λειτουργεί ως πράξη ανάγνωσης του ανθρώπου. Γνωρίζει ότι το μυστικό δεν κατοικεί στις ήδη ειπωμένες λέξεις. Το «Μυστικό της Γραφής» βρίσκεται στις «Λέξεις που Λείπουν». Κι αυτό είναι που καθιστά τη λογοτεχνία μια αέναη διαδικασία δημιουργίας και ανακάλυψης. Γιατί, όπως τελικά προκύπτει, ο «χυμός» που αναζητούμε στη λογοτεχνία είναι η λέξη που δεν ειπώθηκε ακόμα, αλλά που κάποτε ίσως ειπωθεί. Από τον συγγραφέα. Από τον αναγνώστη. Από τον κριτικό. Ίσως από όλους μαζί.


Χρύσα Φάντη

23 Μαΐου 2025

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου