Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2024

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ ΠΡΩΤΗ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

 ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ

ΠΡΩΤΗ  ΜΕΡΑ  ΣΤΟ  ΣΧΟΛΕΙΟ

 


Μπροστά στα χιλιοπάτητα σκαλιά,

με μάτια φωτεινά και γέλιο ζωγραφιά,

ένα και οι δάσκαλοι με τα παιδιά.

Τα χέρια τους, απλωμένες φτερούγες στους ώμους,

να τα ψάχνουν, να τα μετρούν,

να τα βλέπουν αφτέρουγα πουλιά

και  μ’ αυτό το στοργικό τους βλέμμα

να τα σμπρώχνουν στα πάνω τα σκαλιά.

Στην αίθουσα! Για μάθημα!

Στριμωξίδι με τριαντάφυλλο καρδιά,

ξεφωνητά ,φασαρίες και αναποδιές,

αγόρια , κορίτσια,  ανέμελα και ζωηρά.

Ο Αιμίλιος, ο Γιώργος και η Λενιώ,

η  Αρετούσα, το Μαριώ  και ο Έλιο

κι όλα τ’ άλλα τα ατίθασα και άτακτα παιδιά.

Μύριζαν βασιλικό κι αυγή.

Απ’ το παράθυρο έμπαινε η ανατολή

και κάθε παιδική φωνή μια ξέχωρη γιορτή.

Και σταματούσαν. Και καρτερούσαν.

Τη  δασκάλα, μάνα, φίλη και αδερφή,

το  δάσκαλο, πατέρα, φίλο και αδερφό!

Πρώτη μέρα στο σχολείο!

Όμορφο καλωσόρισμα η πρώτη καλημέρα,

χαρούμενο ξεκίνημα το κάλεσμα της σφυρίχτρας,

έρωτες πρώτοι, αθώοι, παιδικοί

τ’ αντάμωμα,  ξάφνιασμα, η γελαστή φοβέρα.

Και ανέβαιναν οι δάσκαλοι, συνάδελφοι, μαζί,

μ’ ένα γύρο από άμαθα στο πέταγμα πουλιά,

για φτερούγισμα ψυχής και τρίλιες,

για αριθμούς και αλφαβητάρια,

για αλήθειες, μαρτυρίες  και σπουδή,

ρίχνοντας οβολό και την ψυχή τους

στων ονείρων των παιδιών τα ανοιχτά παγκάρια.

Δεν έσφαλλαν που διάλεξαν το δασκαλίκι,

ούτε και τους αδίκησε η ζωή.

Χωρίς αντάλλαγμα η αίθουσα η σχολική,

γιατί της ζωής η ομορφιά, είναι το παιδί.

Πόση αγάπη ακόμη τους περισσεύει,

να μοιραστούν με δέος και λαχτάρα

της ψυχής τους την άπλα και αρχοντιά,

ξεφυλλίζοντας   γνώσεις και  εμπειρίες

σε ανυπόμονα μαθητούδια  με ανοιχτά  μυαλά.

Πρώτη μέρα στο σχολείο!

Στην απλόχωρη αυλή το παιδομάνι,

χαμόγελα, φιλιά,  χειραψίες κι αγκαλιές

μαλώματα, τρικλοποδιές κι  αντιμιλιές.

Στην αίθουσα του λόγου και της διδαχής,

συμβουλές, προτροπές και ενθαρρύνσεις,

παρατηρήσεις, φοβισμοί και υποδείξεις!

Κυλάει και πάλι, γάργαρο ρυάκι η ζωή!

 

Γιώργος   Αλεξανδρής

(φωτογραφία: Βούλα Παπαϊωάννου, Καθρέφτης σε αυλή σχολείου, 1946 - Μουσείο Μπενάκη)

Δημήτρης Μάνος Έρχομαι τάχυ Θεατρικό μονόπρακτο Κάπα εκδοτική η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

 

 

Δημήτρης Μάνος

Έρχομαι τάχυ

Θεατρικό μονόπρακτο

Κάπα εκδοτική

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 Δημήτρης Μάνος: «Έρχομαι τάχυ» (diastixo.gr)

 


Αυτός μας παίρνει τα μυαλά, αυτός τα κάνει όλα. Κοστίζει ακριβά. Αξίζει όμως όσο τίποτα. Χωρίς αυτόν, χωρίς τη βία του, την ένταση, την προσμονή του, τί να την κάνεις τη ζωή; Αυτός μας βγάζει απ’ την αφάνεια, απ’ την ανωνυμία! Αυτός μας κάνει να υπάρχουμε. Είμαστε όμηροί του. Όλοι σ’ αυτόν προσβλέπουμε, άλλο αν δεν το λέμε, αν δεν το γράφουμε, δεν το συνειδητοποιούμε! (σσ. 43-44).

 

Η ΚυρίαΚ), ουσιαστικά ο μοναδικός χαρακτήρας του θεατρικού μονόπρακτου του Δημήτρη Μάνου, εξωτερικεύει με τον μονόλογό της τον εσώτερο εαυτό της, τη βίωση της ερωτικής έξαρσης, του πάθους για το ερωτικό υποκείμενο, με τόση ένταση, ώστε αληθινά μας είναι αδιάφορο αν υπάρχει ίχνος αλήθειας σε ό,τι, συχνά παραληρηματικά, αφηγείται. Μονόλογος είναι, γιατί ακόμη κι όταν  απευθύνεται στη Γυναίκα (τυπικά η Γ είναι το δεύτερο πρόσωπο του έργου) ή όταν συμπλέκεται βίαια με τους άνδρες που εισβάλλουν στον περίκλειστο χώρο της, παραμένει μόνη μέσα στη σιωπή ή στην κραυγή της αναλόγως. Η παρουσία της λειτουργεί όπως μια πέτρα που πέφτει μέσα στη λίμνη και δημιουργεί με το βάρος της ολοένα και πιο φθίνοντες ομόκεντρους κύκλους – οι δευτερεύοντες χαρακτήρες υπάρχουν ίσα ίσα για να τονίζουν τη δική της υπόσταση, από την οποία πηγάζει η δική τους κίνηση.

Ο έρωτας (το έργο είναι μια ωδή στον έρωτα, κατά τον συγγραφέα) έχει εγγενή χαρακτηριστικά του τη βία, όσο και την ένταση, το πάθος, την προσμονή της ολοκλήρωσης, τη συντριβή της απώλειας, το απωθημένο της ανολοκλήρωσης. Αλλά είναι και γενεσιουργός δύναμη για όλη εν γένει την παρουσία μας, κινητοποιώντας ένστικτα και επιθυμίες, διαμορφώνοντας τη στάση μας, τη θέση μας στον κόσμο, τη δράση μας ή την αντίδρασή μας, τη διάθεση να παρέμβουμε σε ό,τι αποτελεί μια παγιωμένη κατάσταση), σε ό,τι προβάλλεται ως στερεοτυπικό και απόρθητο. Είναι το βαθύτερο συστατικό της ιδεολογίας, αυτό που, αν απουσιάζει (σε όποια μορφή κι αν το εννοήσουμε) καμία επανάσταση δεν καρποφορεί, καμία κοινωνική ή πολιτική διεκδίκηση δεν ολοκληρώνει τη μορφή της ως «σχήμα» νέο και ελπιδοφόρο που αλλάζει τα δεδομένα μιας κοινωνίας. Καθόλου τυχαία, στο προλογικό του σημείωμα ο Μάνος θεωρεί τον έρωτα αίτιον του παντός.

Υποθέτω πως ο Δημήτρης Μάνος θα ήθελε το θεατρικό του έργο να μη δίνει μόνον την εντύπωση μιας ερωτικής απουσίας, με την εσαεί αναμονή του ερωτικού προσώπου, κι ας συγκαταλέγεται σ’ εκείνα τα θεατρικά που εδράζονται στη θεματική μιας ατέρμονης αναμονής που δεν ευοδώνεται ποτέ. Πιο πέρα και πιο πάνω από αυτή την ερωτική επιφάνεια (ωστόσο δουλεμένη με τα καλύτερα υλικά γραφής) αναδύεται η διάθεση μιας σκέψης που ανατέμνει την κοινωνική δομή της ανισότητας, την αυτόκλητη επιβολή του ισχυρού στον ανίσχυρο, την περιθωριοποίηση του διαφορετικού, τον εγκλεισμό και την απομόνωση του «επικίνδυνου» για τους υπόλοιπους «υγιείς», συνθήκες που απογειώνουν τη δύναμή τους αν το πάσχον πρόσωπο νομίζει πως οικειοθελώς «αποσύρθηκε» από την ενεργό ζωή.


 

[…] έχω αποσυρθεί, ο κόσμος με κουράζει. Γίνεται αδιάκριτος, ευέξαπτος· κακός σχεδόν χυδαίος! Ορμάει πάνω σου να σε κατασπαράξει, κι αν είσ’ ευαίσθητος, όπως εγώ, δεν έχεις περιθώριο, βγαίνεις αιμόφυρτος, όλο πληγές, αήθεις προσβολές! (σσ. 10-11).

 

Ο Μάνος αποδεικνύεται προσεκτικός στη χρήση του λεκτικού κώδικα, που προβάλλει και περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο το κοινωνικό status του κεντρικού χαρακτήρα, της Κ, αλλά και την ψυχοσύνθεση μιας διαταραγμένης προσωπικότητας, που μπερδεύει το αληθινό με τις επινοήσεις της φαντασίας της, το επιθυμητό και προσδοκώμενο με το πραγματικό και εφικτό, που παρανοεί και παρερμηνεύει τη φύση του χώρου που βρίσκεται καθώς και τον ρόλο των προσώπων που την περιβάλλουν. Σχηματοποιεί, έτσι, συγγραφικά ένα σκηνικό που περικλείει μέσα του τον διαταραγμένο ψυχισμό, εντείνοντας με τη συμβολή του τις εξάρσεις, τον παραλογισμό της πάσχουσας προσωπικότητας. Όπως τονίζει και ο ίδιος στο προλογικό του σημείωμα: […] Η έλλειψη, ο χρόνος, το φάσμα της απώλειας, η μοναξιά, η ταύτιση ονείρου, ψυχισμού και αντικειμενικότητας, οδηγούν στην αναβίωση της χαμένης ευτυχίας την «Κ», που προσπαθεί απεγνωσμένα να δώσει υπόσταση στον μύθο της με μοναδικό όργανο τη γλώσσα. (σ. 4).

Αυτό που προβάλλει εν τέλει στην πρόσληψη του αναγνώστη/θεατή είναι το ερώτημα αν τόσο ο χώρος όσο και τα πρόσωπα αφορούν μόνον την επινοημένη θεατρική δράση ή αν επεκτείνονται εντασσόμενα στην ευρύτερη κοινωνική αλλά και στην πολιτική πραγματικότητα· άλλωστε, όσο ένα θεατρικό έργο έχει τη δύναμη να γεννά προβληματισμό που αγγίζει τη σύγχρονη ζωή, τόσο η αξία του μεγεθύνεται. Η Κ του έργου προσλαμβάνει, έτσι, με την ανωνυμία της, μέσα στο σκηνικό ενός τόπου που δεν προσδιορίζεται, τα χαρακτηριστικά μιας καφκικής περσόνας (με τη διαφορά, φυσικά, πως απουσιάζει η συνειδητοποίηση της κατάστασής της ως βασικού στοιχείου του επινοημένου χαρακτήρα), που εγκλωβίζεται μέσα στα στενά όρια μιας δεδομένης κοινωνίας, τα τείχη της οποίας, ενώ τα βλέπει, δεν αποτολμά να τα υπερβεί.

Στο εξώφυλλο μια μοναχική καρέκλα τονίζει τη λιτότητα των σκηνικών, σε κίτρινο φόντο που παραπέμπει στην ανησυχία, ίσως στην επιθετικότητα, ταιριαστό με την ουσία του έργου.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

 

 

Το νησί και ο Πέρα Κόσμος Νέλλη Σπαθάρη εκδόσεις Ελκυστής η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

 

Το νησί και ο Πέρα Κόσμος

Νέλλη Σπαθάρη

 εκδόσεις Ελκυστής

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Το σύστημα ή ο άνθρωπος; • Fractal (fractalart.gr)

 

 

 


Το σύστημα ή ο άνθρωπος;

 

Αποκτούσε οικειότητα με τον χώρο, εμπειρία με την παράλογη λογική αυτού του εγχειρήματος κοινωνικής οργάνωσης. Κι αυτή η οικειότητα τού δημιουργούσε και μια αίσθηση υποταγής. (σ. 72).

Μια αίσθηση πως βρίσκεσαι εγκλωβισμένος μέσα σε ένα απολύτως καφκικό τοπίο, εκεί που τα τείχη θα μπορούσαν να είναι ορατά για σένα, κι όμως αρνείσαι να τα δεις· ίσα ίσα ολοένα και περισσότερο υποκύπτεις στην καταλυτική δύναμη της συνήθειας και της ενσωμάτωσης στον αποδεκτό «χώρο» των πολλών. Το βιβλίο της Νέλλης Σπαθάρη ανατέμνει προσεκτικά τον δυστοπικό κόσμο του Νησιού, ενός τόπου, όπου αν βρεθείς, θα πρέπει να ξεχάσεις ό,τι ώς τότε θεωρούσες ορθό, να υποταχτείς στη «λογική» των νέων νόμων και των παράλογων απαγορεύσεων. Μακριά από το νησί του ο άνδρας, ήρωας της «νουβέλας» (το φανταστικό της θεματικής του βιβλίου δεν επιτρέπει τον χαρακτηρισμό του ως νουβέλας, οπότε σωστά η Σπαθάρη το ονομάζει αφήγημα), επιστρέφει μετά από τριάντα χρόνια για να επισκεφθεί τους τάφους των γονιών του, ωστόσο ανακαλύπτει πως το νησί του είναι πλέον «Το Νησί», και ακόμα και κάτι τόσο φυσιολογικό, όπως αυτή η επίσκεψη στο νεκροταφείο, πλέον θεωρείται παράνομη. Ένα κοινωνικό σύστημα με απόλυτη οργάνωση, διοικείται από μια Αόρατη Αρχή («Και ποιος είναι αυτός που δίνει εντολές;» «Δεν τον γνωρίζουμε. Είναι άυλος», σ. 49), που κατευθύνει ένα ομοιόμορφο σύνολο «πολιτών», που αδυνατούν να αντιμετωπίσουν μια εξουσία που δεν βλέπουν (Ήθελε να βγάλει γλώσσα στην εξουσία. Μια εξουσία που δεν έβλεπε. Μια εξουσία που δεν ήξερε, σ. 62), σε έναν τόπο απομονωμένο από τον Πέρα Κόσμο.


Η Σπαθάρη έχει δομήσει την ιστορία της στη βάση μιας απροσδιοριστίας και ανωνυμίας (δεν ονομάζεται ο τόπος ούτε προσδιορίζεται ο χρόνος), με αυτό το καφκικό χαρακτηριστικό γραφής να δημιουργεί την αίσθηση πως το εφιαλτικό σκηνικό θα μπορούσε να υπάρχει σήμερα, παντού, και εμείς (είτε το αντιλαμβανόμαστε είτε όχι, κυρίως το δεύτερο) να συγκαταλεγόμαστε σ’ αυτούς τους υποταγμένους ανθρώπους. Αυτή, άλλωστε, είναι και η υποκρυπτόμενη επιτυχία μιας δυστοπικής ιστορίας, να δημιουργεί, δηλαδή, την αίσθηση της εγγύτητας. Ας δούμε ένα παράδειγμα: ο ήρωας κατανοεί κάποια στιγμή τον κίνδυνο της ενσωμάτωσης στη δύναμη της επανάληψης, της αυτοματοποιημένης επανάληψης της καθημερινότητας (σ. 73), και αμέσως σκέφτεται πως και στον Πέρα Κόσμο υπήρχε η καθημερινή επανάληψη, η ρουτίνα της δουλειάς, όμως έβρισκε και δικλείδες ασφαλείας, ρωγμές διαφυγής για να περνάει το φως. Μήπως, όμως, και αυτές οι ρωγμές διαφυγής είναι προβλέψιμες από ένα εξουσιαστικό σύστημα (σήμερα και πάντα) που επιθυμεί να διατηρήσει την υποταγή μέσα από την ψευδαίσθηση της ελευθερίας; Αν είναι έτσι, τότε η ιστορία της Σπαθάρη αφορά και εμάς, και όχι μόνον ως αναγνώστες.  

Στέκομαι σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι το εισαγωγικό σημείωμα, στο οποίο η Σπαθάρη μιλά για την αφορμή αυτής της γραφής, δηλαδή  το δοκίμιο του William Golding «Δοκίμιο για τον Άρχοντα των μυγών», στο οποίο γίνεται λόγος για την αναποτελεσματικότητα των κοινωνικοπολιτικών συστημάτων που, αγνοώντας τους ανθρώπους που προορίζονται να υπηρετούν, εστιάζουν στο σύστημα αυτό καθεαυτό. Ένα τέτοιο σύστημα, με την  υπερβολή φυσικά που δικαιολογείται στη λογοτεχνία, είναι και το Νησί. Έχουμε, λοιπόν, εδώ μια ιστορία που παρουσιάζει την αρνητική μορφή, προκειμένου να μας οδηγήσει συλλογιστικά στην αναζήτηση του σωστού, όσο κι αν αυτό φαντάζει ουτοπικό· μέσα στους αιώνες ανάλογα εγχειρήματα απέβησαν άκαρπα, έως και εφιαλτικά. Εδώ ακριβώς έρχεται το δεύτερο σημείο, αυτό από τον Επίλογο του βιβλίου, όπου παρατίθεται απόσπασμα από την ιστορία του Κάφκα «Ένας καλλιτέχνης της πείνας», όπου καταξιώνεται η ελεύθερη βούληση (ναι, αυτή που φαντάζει παράλογη συνθήκη σε όσους υποτάσσονται στην πλασματική «ελευθερία» τους) στο πρόσωπο ενός καλλιτέχνη της πείνας, ενός νηστευτή που επιμένει στη νηστεία και την πείνα του, αφού τίποτα δεν βρίσκει να του αρέσει επαρκώς. Αυτά τα δύο σημεία που ανέφερα έρχονται και συνταιριάζουν με τον ήρωα της Σπαθάρη, που, με όποιο κόστος, θα αναζητήσει τη διαφοροποίησή του, έχοντας περάσει από όλα τα προηγούμενα στάδια: την απορία και το ξάφνιασμα, την αμφιβολία, την αμφισβήτηση, την άρνηση.

Ένα βιβλίο ιδιόρρυθμο, ξεχωριστό, γι’ αυτό και ενδιαφέρον, που δεν λέει απλώς ότι υπάρχει διέξοδος αλλά τολμά και να δείξει τα όρια, και από εκεί το σημείο της υπέρβασης. Δανείζομαι για το τέλος τον τρόπο που ο Θανάσης Τριαρίδης ορίζει αυτό το σημείο: «Υπάρχει ένα σημείο πέρα από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή. Το σημείο αυτό οφείλουμε να το προσφέρουμε ως έσχατη σωτηρία» («Κάφκα ή η αποδιδαχή – σχεδίασμα για ένα αφηγηματικό είδος», Επίμετρο στην  έκδοση Ένας καλλιτέχνης της πείνας και άλλες δύο αποδιδαχές, μτφρ. Θοδωρής Τσομίδης, Επίμετρο Θανάσης Τριαρίδης, Gutenberg, 2022, σ. 147). Γιατί –πώς αλλιώς;– οι ιστορίες συναντώνται δημιουργώντας εποικοδομητικό διάλογο.


Διώνη Δημητριάδου

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2024

ΔΕΚΑΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΟΙΗΣΗΣ ΑΘΗΝΩΝ (το πρόγραμμα)

 

ΔΕΚΑΤΟ ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΠΟΙΗΣΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

(το πρόγραμμα)

 




Δευτέρα 23.09.2024, ώρα 20:00

Μέγαρο Μουσικής, Τελετή έναρξης

Βασ. Σοφίας & Κόκκαλη

 

Παραγωγή/Σκηνοθεσία: Θοδωρής Γκόνης 

Παρουσίαση: Γωγώ Μπρέμπου

Κιθάρα: Βασίλης Γκόφας,

Κοντραμπάσο: Γιώργος Βεντούρης

Power Pints: Alex Bloom, C. Otis & Associates

 

Άντρεα Άπλμπι

Άγιο Αγιούλα-Αμάλε


Αναστάσης Βιστωνίτης


Λέλο Βότσε

Αρντίτα Ιατρού

Μαρία Καντ

Κλεοπάτρα Λυμπέρη


Μάριος Μιχαηλίδης


Λέλη Μπέη

Αθηνά Παπαδάκη

Μανώλης Πρατικάκης

Ομάρ Πέρες

Τόμας Ρόζιτσκι

Μοσάμπ Αμπού Τόχα

 

Τρίτη 24.09.2024, ώρα 19:00

 Σπίτι της Κύπρου, Ξενοφώντος

50 χρόνια από την τουρκική εισβολή Ποίηση και συζήτηση

 

Συντονιστής: Αλέξης Ζήρας 

Μουσική: Αναστασία Χατζηπαύλου

 

Ερατώ Ιωάννου

Μαρία Καντ

Φροσούλα Κολοσιάτου


Αυγή Λίλλη

Μάριος Μιχαηλίδης

 

Τρίτη 24.09.2024, ώρα 20:00

 Βιβλιοπωλείο Επί λέξει, Ακαδημίας 32

 

Συντονίστρια: Αγγελική Κορρέ

Άγιο Αγιούλα-Αμάλε

Γιώργος Βέης

Στέλλα Δούμου


Φιλίπα Λεάλ

Μιχάλης Παπαντωνόπουλος

Ιφιγένεια Σιαφάκα

 

Τρίτη 24.09.2024, ώρα 20:00

 Blue Bear Café, Θεμιστοκλέους 80, Εξάρχεια

Συντονιστής: 

Γιώργος Κουτούβελας 


Άννα Αφεντουλίδου

Λέλο Βότσε

Έφη Καλογεροπούλου

Ναταλίγια Ντόβγοπολ

Φλώρα Ορφανουδάκη

Λέανδρος Πολενάκης

 

Τετάρτη 25.09.2024, ώρα 18:00

 Μουσείο Μπενάκη, Κουμπάρη 1


Συντονίστρια: 

Αναστασία Σιώτου


Γιώργος Αλισάνογλου


Άντρεα Άπλμπι

Πέτρος Σκυθιώτης

Μοσάμπ Αμπού Τόχα

Λίλια Τσούβα

 

Τετάρτη 25.09.2024, ώρα 19:00

Βιβλιοπωλείο Κομπραί, Διδότου 34, Εξάρχεια

Μια ματιά στη γυναικεία ποιητική γραφή / Ποίηση και συζήτηση

Συντονίστρια: 

Αντιγόνη Κατσαδήμα 


Αναστασία Γκίτση

Κρυστάλλη Γλυνιαδάκη

Διώνη Δημητριάδου 

Αρντίτα Ιατρού 

Μαρία Κουλούρη

 

Τετάρτη 25.09.2024, ώρα 20:00, Βιβλιοπωλείο Ζάτοπεκ 

(Π. Τσαλδάρη 209, Καλλιθέα) 

Συντονιστής: Δημήτρης Αγγελής

Βαγγέλης Αλεξόπουλος


Κατερίνα Καριζώνη


Γιοστ Μπάαρς

 Ομάρ Πέρες 

 Λίνα Στεφάνου

 Γιάννης Στρούμπας

 

Τετάρτη 25.09.2024, ώρα 20.00

Μάντρα Μπλόκου Κοκκινιάς Ηλιουπόλεως 102 Α, Νίκαια, Στάση μετρό Νίκαια - (Versopolis)

Επιμέλεια / παρουσίαση εκδήλωσης: Ειρήνη Ρηνιώτη

Επιμέλεια προγράμματος Versopolis: Θάνος Γώγος, Marija Dejanovic  Μουσική: Αντώνης Μυτακίδης

Ελισάβετ Αρσενίου

Φροσούλα Κολοσιάτου 

Αυγή Λίλλη

Τόμας Ρόζιτσκι 

Αντώνης Σκιαθάς 

Χρήστος Τσιάμης

 

Πέμπτη 26.09.2024, ώρα 18:30

Αμερικανική Αρχαιολογική Σχολή, Cotsen Hall, Αναπήρων Πολέμου 9

Απονομή του βραβείουBarbara Fields-Siotis του Κύκλου Ποιητών στην Αλίσια Στόλινς


Παρουσίαση: Ρίβα Λάββα

Σαξόφωνο: Χάρης Μαθιόπουλος

 

Θοδωρής Γκόνης

Σόνια Ζαχαράτου

Ερατώ Ιωάννου

Θεώνη Κοτίνη

Πάνος Κυπαρίσσης

Φιλίπα Λεάλ

Βασίλης Λεβαντίδης


Λάνα Μανδύλα 


Γιοστ Μπάαρς

Nαταλίγια Ντόβγοπολ

Αλίσια Στόλινς 

Αλέκος Φλωράκης

Γιώργος Χουλιάρας

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

 

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ

ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ




Τούτο το καλοκαίρι,

ήταν ο πιο ανυποψίαστος και αθώος

ερωτικός μονόλογος.

Λιτός απόηχος,

του σκεπτικισμού και της προσδοκίας.

 *

Περατάρης σε ανοιχτές στράτες

ο ήλιος στέγνωνε τη γη

και έχανε ο ουρανός το χρώμα,

την ώρα που στ’ αποκαμωμένο

κορμί της αιωνόβιας ελιάς,

αλαζονικά μυρμήγκια

σε φιδόσυρτο δίστρατο,

γήτευαν τον οργασμό της ζωής

και τ’ ασυμμάζευτο τζιτζίκι

με την απορημένη σαύρα,

τολμούσαν  ν’ αποδράσουν

στου μεσημεριού το κάμα.

*

Τρεμάμενη σκιά η αναμονή,

αφώλιαστη σε φύλλα χωρίς απάγγιο,

η αγωνία μακαρισμός

και μετέωρη ματιά

η κάθε αποστροφή του λόγου.

 *

Σε καρτερούσα άσπιλο στόμα,

γεμάτο ιερές σιωπές κι απόκοσμους ψιθύρους,

ακόρεστη δίψα,

στο νάμα της ψυχής σου

και τους χυμούς του κορμιού σου.

*

Γλυκό τραγούδι να σε ακούω

σε κάθε στεναγμό κι ανάσα,

στα μάτια σου το κάλεσμα να βλέπω

για την πιο όμορφη και αρμονική

ερωτική πανδαισία.

*

Ερχόσουν μόλις από το χθες

και έγερνες στις κρυφές επιθυμίες,

με τις σκέψεις να συνομολογούν

χωρίς  προφάσεις και αδιέξοδα,

με χέρια ανοιχτά και τολμηρά

και λαχανιασμένα στήθια,

ν’ αφεθείς και να υποκύψεις

στον ερχομό της αιώνιας στιγμής,

για να προλάβεις την ομορφιά της καταιγίδας

που παραμόνευε,

και την ικέτευες,

στο γέρμα του ιερού πόθου.

 *

Τούτο το καλοκαίρι,

σε πρόσμενα νιόβγαλτο φεγγάρι,

στις αγκαλιές της γης και τ’ ουρανού

κι εσύ έλαμψες  πανσέληνος

στο σταυροδρόμι της ζωής μου.

 

Γιώργος  Αλεξανδρής

(φωτογραφία: Δημήτρης Χαρισιάδης, Κορινθιακός κόλπος, 1938)

Σάββατο 7 Σεπτεμβρίου 2024

Κωνσταντίνος Θεοτόκης Διηγήματα [Κορφιάτικες ιστορίες] Με είκοσι χαράγματα του Μάρκου Ζαβιτζιάνου Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας Εκδόσεις Κείμενα η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

 

 

Κωνσταντίνος Θεοτόκης

Διηγήματα

[Κορφιάτικες ιστορίες]

Με είκοσι χαράγματα του Μάρκου Ζαβιτζιάνου

Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας

Εκδόσεις Κείμενα

η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

«Διηγήματα» του Κωνσταντίνου Θεοτόκη (κριτική) – Η αποτύπωση της τραγικότητας του ανθρώπου (bookpress.gr)

 


Η αποτύπωση της τραγικότητας του ανθρώπου

 

Έκδοση σημαντική, οι Κορφιάτικες ιστορίες, στη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τον θάνατο του σπουδαίου Κερκυραίου λογοτέχνη Κωνσταντίνου Θεοτόκη (1872-1923), από την Αναγνωστική Εταιρία Κέρκυρας και τις εκδόσεις Κείμενα. Παράλληλα η έκδοση αυτή τιμά και τον σημαντικό, πρωτοπόρο χαράκτη και ζωγράφο Μάρκο Ζαβιτζιάνο, από τον θάνατο του οποίου επίσης συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια (1884-1923), με είκοσι δικά του χαράγματα εμπνευσμένα από το έργο του Θεοτόκη, δείχνοντας τον τρόπο που οι Τέχνες συνομιλούν και αλληλοσυμπληρώνονται.  Πρότυπο για την καινούργια, αναθεωρημένη έκδοση αποτέλεσε η παλαιότερη εμβληματική των Διηγημάτων, (Κείμενα, 1978, 1982) από τον Φίλιππο Βλάχο, που έφερε στο εκδοτικό προσκήνιο το έργο του Κωνσταντίνου Θεοτόκη με μια νέα προσέγγιση. Η Εισαγωγή του Γιάννη Δάλλα («Το πρόβλημα της εντοπιότητας στην πεζογραφία του Θεοτόκη, Η κοινωνικότητα της ανάγκης και της τιμής») συνοδεύει και την παρούσα έκδοση, μαζί με Προλόγισμα του Θανάση Μακρή, την Εισαγωγή του Δημήτρη Ζυμάρη, και κείμενα των: Δημήτρη Θεοτόκη, Κώστα Λιντοβόη, Νάσου Μαρτίνου, Μαρίνας Παπασωτηρίου και Ανδρέα Ανδρέου, στον οποίο οφείλουμε και τη νέα φιλολογική, επιμέλεια. Στο τέλος παρατίθεται το απαραίτητο Γλωσσάρι. Μια πολυπρισματική προσέγγιση.

Στο κείμενο του φιλόλογου-σκηνοθέτη Ανδρέα Ανδρέου («Ο αγαπημένος μου σκηνοθέτης») προσεγγίζεται το έργο του Θεοτόκη από την πολύ ενδιαφέρουσα οπτική της σκηνοθετικής του δύναμης, καθώς υπογραμμίζεται η ικανότητά του να ρίχνει το κατάλληλο «φως» σε κάθε σκηνή, χαρακτηριστικό που είχε επισημανθεί  και από τον Κωνσταντίνο Καβάφη σε επιστολή του στον Μάριο Βαϊάνο το 1925. Ο Δημήτρης Θεοτόκης αναφέρει στοιχεία για το αρχείο του συγγραφέα (οικογενειακό κειμήλιο). Ο φιλόλογος Κώστας Λιντοβόης («Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης και η Βόρεια Κέρκυρα») αναφέρεται στην επίδραση που άσκησε στο έργο του Θεοτόκη ο κόσμος της υπαίθρου ως προς τη γλώσσα και τα ήθη. Ο ψυχίατρος και λογοτέχνης Νάσος Μαρτίνος εισχωρεί με το κείμενό του («Η διαπραγμάτευση της εσωτερικής σύγκρουσης») στις ενδοψυχικές συγκρούσεις των ηρώων του Θεοτόκη, έχοντας ως αφορμή τρεις από τις Κορφιάτικες ιστορίες. Παρουσιάζει, έτσι, τον ζοφερό κόσμο των ηρώων του, μέσα από έναν απόλυτο ρεαλισμό, χωρίς τη διαμεσολάβηση του φανταστικού στοιχείου. Τέλος η Μαρίνα Παπασωτηρίου, δρ μουσειοπαιδαγωγικής, ασχολείται με τον Μάρκο Ζαβιτζιάνο, την παράλληλη πορεία του με τον Θεοτόκη και τα χαράγματα που συνοδεύουν τα διηγήματά του, με τέσσερα από αυτά να έχουν για πρώτη φορά ταυτοποιηθεί. Στην ουσία, επισημαίνει, πρόκειται για μια χαρακτική της ηθογραφίας, πέρα όμως από την εξιδανίκευση, στην κατεύθυνση του ρεαλισμού και του νατουραλισμού, συμβαδίζοντας, έτσι με τη συγγραφική οπτική των διηγημάτων.


Ο Θεοτόκης δεν αρκείται στην απλή καταγραφή των ηθών και εθίμων, αλλά ψάχνει (ακολουθώντας με ανοδικά βήματα το «οικοδόμημα» του σοσιαλιστικού ιδεολογικού μοντέλου) κάτω από τις συμπεριφορές να βρει το οικονομικό υπόβαθρο, τις κοινωνικές συνιστώσες και κατ’ επέκταση τις πολιτικές ιδεολογίες, που διαμορφώνουν τη συμπεριφορά των χαρακτήρων του, τόσο ως μεμονωμένες περιπτώσεις όσο και ως συλλογικότητες, αναδεικνύοντας  τη διαλεκτική τους σύνδεση. Με τον τρόπο αυτό, οι χαρακτήρες του Θεοτόκη καθίστανται πιο κατανοητοί, με τα θετικά τους χαρακτηριστικά να προβάλλονται ως πρώιμες εκδηλώσεις μιας αλλαγής νοοτροπίας, και τα αρνητικά τους να αποκτούν μια επαρκή δικαιολογία.  

Η έκδοση δίνει την ευκαιρία μιας εκ νέου ανάγνωσης του έργου του Θεοτόκη, και μάλιστα των Κορφιάτικων ιστοριών του, που αποτελούν τη στροφή του από τη θεματική του φανταστικού στον ρεαλισμό, κυρίως τον κοινωνικό ρεαλισμό, από το διήγημα ηθών στο κοινωνικό διήγημα, που συνιστά και την ιδεολογική του στροφή από τις αριστοκρατικές-αστικές του καταβολές σε μια προσέγγιση των προβλημάτων μιας κλειστής κοινωνίας της υπαίθρου, που μέσα στην ανέχεια και την άγνοια δημιουργεί θύτες και θύματα, ενώ αδυνατεί να συλλάβει το πνεύμα μιας νέας εποχής· ο αδελφός του ιστοριοδίφης Σπύρος Θεοτόκης εύστοχα τον χαρακτηρίζει «αριστοκράτη-σοσιαλιστή». Στα Διηγήματά του αποτυπώνονται οι εσωτερικές συγκρούσεις των ηρώων του, που απηχούν και τις δικές του προσωπικές αντινομίες, όντας το «μαύρο πρόβατο» της τάξης του, παλεύοντας ανάμεσα στο πραγματικό και το ιδανικό, την ατομικότητα ως ανάγκη και τη συλλογικότητα ως απώτερο σκοπό. Γι’ αυτό και δικαιολογημένα έχει άρρηκτη σύνδεση το έργο του με την τραγικότητα της ανθρώπινης μοίρας, γεγονός που συνηγορεί για τη διαχρονική του αξία.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

Απόσπασμα

 

[…] Στα μικρά, συνθετικά στην κατασκευή και σχεδόν ποιητικά στη σύλληψη και το αποτέλεσμα, διηγήματα, που είναι όλα μαζί προϊόντα αφαιρέσεων  και το καθένα χωριστά μια γρήγορη ριπή και εκκένωση πάθους, παρακολουθούμε τη βίαιη αντίδραση των ηρώων, που προκαλείται διαδοχικά από την προσβολή της ερωτικής τιμής («Πίστομα!», «Ακόμα;»), του προσωπικού συμφέροντος («Κάιν»), του αντρικού φιλότιμου («Τίμιος κόσμος») και, πλατύτερα τώρα, του οικογενειακού γοήτρου («Ζωή του χωριού») ή της υπόληψης όλου του γένους («Υπόληψη»). Έτσι περνούμε στα τελευταία μεγάλα διηγήματα της σειράς με την αναλυτική γραφή και τη φυσική ανάπτυξη της πλοκής, όπου η δράση κατανέμεται και σε δευτερεύοντες ρόλους και επεισόδια. Ταυτόχρονα βλέπουμε και τη μετάταξη του διηγήματος ηθών σε διήγημα των κοινωνικών καταστάσεων, των ψυχολογικών συγκρούσεων, των ηθικών προβληματισμών, αλλά με τη κοινή τους κατάληξη και σφραγίδα τη συνειδητή και αναμενόμενη τραγική κάθαρση. (από την Εισαγωγή του Γιάννη Δάλλα, σσ. 32-33).