Γιώργος Ρούσκας
Χοϊκά –
Χάικου και Δεπέλλιχοι
συν δύο δοκίμια
εκδόσεις Κοράλλι, 2021
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
Γιώργος Ρούσκας: «Χοϊκά» (diastixo.gr)
Δημιουργικές σκέψεις πάνω στη μικρο-ποίηση
Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ποιητής Γιώργος Ρούσκας επιλέγει την ποιητική φόρμα των χάικου, πιστός στη νοηματική συμπύκνωση που τα τρίστιχα, αυστηρά μετρημένα ποιήματα φέρουν μέσα τους. Είναι, ίσως, μια απόπειρα να «χαλιναγωγηθεί» (όσο γίνεται) το νοηματικό εύρος της ποίησης μέσα σε ελεγχόμενη μορφή, επιτρέποντας ωστόσο την ερμηνευτική ανάπτυξη – ένας τρόπος να λειτουργήσει η συν-δημιουργία ανάμεσα στον ποιητή και στον αναγνώστη/αποδέκτη. Στο συνοδευτικό δοκίμιο διαβάζουμε: Τι είναι το χάικου; Η μέγιστη συγκέντρωση της ουσίας αυτών που θα έλεγε σε εκατοντάδες σελίδες ένας συγγραφέας ή σε λίγους στίχους ένας ποιητής, συμπυκνωμένη ακριβώς στο ελάχιστο λεκτικό κύτταρο των δεκαεπτά συλλαβών με μία χθόνια μουσικότητα. (Χάικου με γλώσσα ελληνική, σελ. 13). Εδώ, όμως, στην πρόσφατη ποιητική του κατάθεση, συνταιριάζει τα χάικου με τα ελληνικής εκδοχής σύντομα ποιήματα (με τον δικό του όρο «Δεπέλλιχοι», ποιος είπε πως οι ποιητές δεν είναι γλωσσοπλάστες;) στον επίσης μετρημένο στίχο, αυτή τη φορά του δεκαπεντασύλλαβου: έρωτας πόνος όνειρα/ τον χρόνο ξεπλανεύουν. Ευφυής συσχετισμός που δείχνει τις ενδιαφέρουσες παράλληλες δημιουργίες σε διαφορετικό πολιτισμικό περιβάλλον. Όπως γράφει ο ίδιος στο εισαγωγικό δοκίμιο: Η ελληνική ποιητική έκφραση λειτούργησε για εκατοντάδες χρόνια μέσα στην αγκαλιά του δεκαπεντασύλλαβου, με πρωτεργάτη τον ιαμβικό. Το ελληνικό μέτρο, το Ελληνικό Γλωσσικό Μουσείο Μέτρων και Σταθμών, έχει βαθιά εγκοπή στο νούμερο Δεκαπέντε. (Δεπέλλιχος. Διαμορφισμός της αθανασίας, σελ. 59). Αυτός ο συσχετισμός δίνει στον ποιητή την ευκαιρία, σε δύο δοκίμια που συμπεριλαμβάνονται στο βιβλίο, να εξηγήσει, με τη διεισδυτική κριτική ματιά που τον διακρίνει, πώς λειτουργεί αυτή η μικρο-ποίηση στον τρόπο που η τέχνη αντανακλά στη ζωή, στην αναπόφευκτη αντίστιξη ανάμεσα στη διαχρονικότητα της μιας και στη θνητότητα της άλλης. Σ’ αυτό το νοηματικό κέντρο παραπέμπει και ο τίτλος που στεγάζει όλα τα ποιήματα «Χοϊκά», αναδεικνύοντας τον γήινο χαρακτήρα της ανθρώπινης φύσης αλλά και τον τρόπο που η ποίηση την προσεγγίζει – εύστοχα άλλωστε έχει ως υπότιτλο στους Δεπέλλιχους: Διαμορφισμός της αθανασίας, συνδέοντας τους δύο ποιητικούς κόσμους, Χάικου και Δεπέλλιχους, και οδηγώντας στην ποιητική στόχευση: απόπειρα του ποιητικού λόγου να διασπάσει το θνητό κέλυφος που περικλείει τη ζωή και να προσφέρει την ελάχιστη (σωτήρια όμως) πνοή αθανασίας, ακόμη κι αν αυτή απαιτεί τον υπαινικτικό και μεταφορικό ποιητικό λόγο αλλά και την αναγκαία αναγνωστική ερμηνευτική (όσο προσωπική κι αν είναι) διείσδυση για να εννοηθεί.
Ο Ρούσκας
ξεπερνά στα χάικου το ιαπωνικό πρότυπο που καθορίζει το νοηματικό περιεχόμενο,
καθώς εκείνο, τουλάχιστον στην αρχική του εκδοχή, επικεντρώνει στη φύση και στην εναλλαγή των
εποχών προκειμένου να οδηγήσει κατόπιν με έμμεσο τρόπο στον άνθρωπο· εδώ, στην
ποιητική άποψη με την οποία προσεγγίζονται αυτά τα λιλιπούτεια δημιουργήματα, επιλέγεται από τον ποιητή κατά άμεσο τρόπο η
ανθρωποκεντρική θεματική, στοιχείο άλλωστε που χαρακτηρίζει το νοηματικό κέντρο
όλης της ποίησής του αποτελώντας
ταυτόχρονα τον βαθύτερο στόχο της: να μιλήσει στον άνθρωπο για τον άνθρωπο. Τα
ποιήματα διακρίνονται για το στοχαστικό τους ύφος (σαν δεν βιώνεις/ το εκάστοτε παρόν/ τι μέλλον έχεις;) έμμεσα
διδακτικό αλλού (όλα λειψά αν/ στην
αυτοσυγχώρεση/ δεν προχωρήσεις) – αν νομιμοποιείται η ποίηση να αποτελέσει
κατευθυντήρια οδό και κατ’ επέκταση ο ποιητής να αναδειχθεί σε εισηγητή προτύπων– δεικτικό ή ειρωνικό
κατά περίσταση (στις αναρτήσεις/ η
ξιπασιά κρυμμένη/ με προσωπίδες), υπηρετώντας την άποψη πως η ειρωνεία μπορεί να αποδειχθεί ικανός τρόπος εύρεσης
της ουσίας. Μια συνολική, επομένως θεώρηση της ανθρώπινης συνθήκης με όχημα τον
εύστοχο ποιητικό λόγο.
Ως προς τον
τρόπο που ο ποιητής δουλεύει το υλικό του, δεν γίνεται να μη σχολιαστεί η επιλογή της γλώσσας. Με
την προσεκτική επεξεργασία του λεκτικού κώδικα –τίποτα εδώ δεν είναι τυχαίο–
αποδίδεται με άριστο τρόπο η αναγκαία
συμπύκνωση των νοημάτων, προσφέροντας ένα έργο πλήρες ως προς την αισθητική του
πρόσληψη. Ο Ρούσκας χρησιμοποιεί την
ανάλογη κάθε φορά γλώσσα (της γλώσσας του
τη ρώμη) πότε με τις εμπνευσμένες συνθέσεις λέξεων (γήρας σημαίνει/ προεφηβείας τρέλα/ φοβολουσμένη), και πότε με το
απλό λεξιλόγιο της καθημερινότητας (σε
τενεκέ από τυρί/ μέχρι και ορτανσία) – μια απόδειξη της σύμπλευσης του
νοήματος και της μορφής αποσκοπώντας στην καλύτερη απόδοση της αρχικής ιδέας.
Με την
ταυτόχρονη παρουσία του δοκιμιακού λόγου στα δύο συνοδευτικά κείμενα, ετούτο το πόνημα συνιστά
κάτι ίσως σπουδαιότερο και από την αισθητική απόλαυση του ποιητικού
αποτελέσματος. Πρόκειται για ένα πολύτιμο συμπλήρωμα στη γνώση μας για τα ολιγόστιχα ποιήματα, γνώση εμπλουτισμένη με την επινοητικότητα του ποιητή να παραπέμψει
στην ελληνικότροπη και ελληνογενή δεκαπεντασύλλαβη μικρή ποιητική. Μία, εν κατακλείδι, σημαντική
προσφορά του ποιητή/κριτικού Γιώργου Ρούσκα στην υπόθεση της ποίησης και, κυρίως,
της θεωρητικής της προσέγγισης.
Την
έκδοση εικαστικά στολίζουν σχέδια της Νεφέλης Ρούσκα, με απλό περίγραμμα αλλά
πολυσημία στον εσωτερικό τους διάκοσμο, άρα σοφά συνδιαλεγόμενα με το μικρό
σώμα των ποιημάτων και την πολλαπλή ερμηνευτική τους ανάπτυξη.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου