Τρίτη 22 Φεβρουαρίου 2022

Θεσσαλονίκη Κωνσταντινούπολη Ανατολή Θωμάς Κοροβίνης Εκδόσεις Άγρα η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Θεσσαλονίκη

Κωνσταντινούπολη

Ανατολή

Θωμάς Κοροβίνης

Εκδόσεις Άγρα

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Θωμάς Κοροβίνης: «Θεσσαλονίκη. Κωνσταντινούπολη. Ανατολή» (diastixo.gr)

 


Σε μια εποχή έντονης σύγχυσης και απροσδιοριστίας, το συναξάρι προσωπικών κειμένων του Θωμά Κοροβίνη έρχεται να «συμμαζέψει» όσα κινδυνεύουν να χαθούν μέσα σε ένα συνονθύλευμα από ανούσιες φλυαρίες και ποικίλα φληναφήματα. Γιατί εδώ τίποτα δεν γράφεται χωρίς να εμπεριέχει πρώτα από όλα την ψυχή του συγγραφέα, που με τόλμη και θρασύτητα (πόσο θα έχανε η λογοτεχνία χωρίς αυτήν!) επιλέγει όσα αξίζει να αποτυπωθούν, σχολιάζει, προεκτείνει τα σημαινόμενά τους και έτσι εμπλουτισμένα τα προσφέρει. Ό,τι γράφει ο Κοροβίνης νιώθεις πως δεν αφορά μόνον αυτόν τον ίδιο, αλλά ξεπερνώντας τη συγγραφική οίηση αναζητά τη σύμφωνη γνώμη του αποδέκτη· σαν να λέει: βλέπεις κι εσύ αυτά που βλέπω;

Ένα κομμάτι της προσωπικής του μυθολογίας (έτσι το ονομάζει ο ίδιος στην Εισαγωγή του) με τόπους και πρόσωπα που καθόρισαν τη ζωή του και τη σκέψη του, του έμαθαν τον τρόπο να βιώνει και να ερμηνεύει τον κόσμο. Κάποια είναι αδημοσίευτα κείμενα και κάποια ήδη δημοσιευμένα, παλαιότερα αλλά και σύγχρονα, που αν τα δεις εν συνόλω διατρέχουν τη ζωή του με εύστοχες παρατηρήσεις για ό,τι τον περιβάλλει. Ταυτόχρονα όλα αυτά συνιστούν και αυτοβιογραφικές αποτυπώσεις μοιρασμένες σε δύο συνιστώσες χωροχρονικές: τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη, σε όλο τους το εύρος ώστε να συναντηθούν στον τρίτο όρο του  βιβλίου, την Ανατολή, δεσπόζουσα έννοια με όποιον τρόπο, άμεσο ή έμμεσο,  κι αν την αντιληφθεί κανείς. Τους τόπους αυτούς, μέσα από τη ματιά του Κοροβίνη δεν μπορείς να τους δεις σε απλή γειτνίαση (χώρου και ανθρώπων) αλλά σε μια αλληλοσυμπλήρωση. Κι αν η Ανατολή είναι περισσότερο αυτονόητη μιλώντας για την Κωνσταντινούπολη, έρχεται και η Θεσσαλονίκη να διεκδικήσει το μερίδιο που της αναλογεί από τη μεγάλη μητέρα. Πώς μπορούμε να εννοήσουμε τη Θεσσαλονίκη χωρίς τη μια της άκρη να εκτείνεται από την Κωνσταντινούπολη και πέρα, με μουσικές, με καημούς κοινούς, με σεβντά ανατολίτικο; Μα και πώς να εννοηθεί η Πόλη χωρίς τον ισχυρό σύνδεσμο που την κρατά δεμένη με την εδώ πλευρά (διστάζω να την πω δυτική, γιατί δεν είναι, αν δεις τα τόσα ανατολίτικα στοιχεία της), και μας κάνει να τη νιώθουμε ακόμη πατρίδα, κι ας μην είναι πια με τα μέτρα που καθόρισαν τα ιστορικά γεγονότα και οι πολιτικές επιλογές.

Η επιλογή των κειμένων οδηγεί αβίαστα σε καθαρές διαπιστώσεις. Κάποιες από αυτές αφορούν τα πρόσωπα και τους τόπους, που σαν οδοδείκτες κατευθύνουν προς τη σωστή πορεία· όχι σωστή στη βάση μιας προσωπικής επιλογής, αλλά στη βάση εκείνων των αξιών που αλίμονο αν χαθούν. Επισημαίνω κάποιες από αυτές:

-   Η συναδέλφωση των λαών, όχι με τη  μορφή  μιας αόριστης και γενικόλογης  θέσης, αλλά ως  αυτονόητη αγαστή συνύπαρξη λαών που η ιστορία τους έφερε κοντά και ευλόγησε την ανάμειξή τους – πιο ισχυρή από όσα μισαλλόδοξα την αντιπαλεύουν, από όσα ως απόρροια τραγικών γεγονότων λειτουργούν διχαστικά, χωρίς να επιτρέπουν να δούμε, όπως θα πει: τον κοινό εχθρό με τα πολλά πρόσωπα και τα τεράστια πλοκάμια («Κούρδοι, Τούρκοι, Έλληνες», σ. 238).  

 

Την ιστορία που ανακαλύπτουμε σιγά σιγά μόνοι μας μέσα από καινούργια βιβλία, τις νέες ανατρεπτικές ή πάντως διαφορετικές εκδοχές που ήρθαν να θάψουν τις παλιές μονοδιάστατες και πολλές φορές ανιστόρητες εθνικιστικές αντιλήψεις, που κράτησαν τους δυο γειτονικούς μας λαούς σε ολέθρια απόσταση. («Στο Γαλατά ψιλή βροχή» σ. 223).

 

-   Η αποδοχή της διαφορετικότητας, όχι ως ανέξοδη συμμετοχή σε ποικιλώνυμους συλλόγους μιας δήθεν διαμαρτυρίας, αλλά ως βιωματική σύμπλευση με κάθε κυνηγημένο από τις συμβατικότητες μιας υποκριτικής κοινωνίας, ως συμπαράταξη μαζί του απέναντι στην αδικία που του στερεί τα στοιχειώδη.

-   Η αναγνώριση της ρίζας που μας κρατάει όρθιους, η επίγνωση πως ό,τι είμαστε δεν είναι προϊόν παρθενογένεσης αλλά η συνισταμένη πολλών προσώπων που πέρασαν από τη ζωή μας, μας δίδαξαν και μας καθοδήγησαν στον τρόπο να βλέπουμε όσα αξίζει  να δούμε και να βιώνουμε όσα μπορούμε να συνεχίσουμε εμπλουτίζοντάς τα  με τη δική μας συμβολή.

-   Η αποτίμηση των αληθινών συνθηκών, μέσα στις οποίες ορίζεται η τωρινή μας ζωή, εντοπίζοντας τη σκόπιμη παραχάραξη, τις ποικίλες διαστρεβλώσεις της αλήθειας, τη μιζέρια και την ανοησία που δεσπόζει πλέον παραμερίζοντας την  απλή, ορθή λογική. Θέσεις που καταδεικνύουν το σωστό μέτρο του πολιτικού λόγου.

 

Δε φταις εσύ 2020, όχι! Όλοι εμείς φταίμε. Με την αρχοντοχωριατιά μας, με την αγραμματοσύνη μας, με την αβαθή μας σκέψη, με την απάθειά μας, με την προϋπηρεσία μας στη σαχλαμάρα, με τα «ωχ, δε βαριέσαι» μας, με την πολιτική μας ουδετερότητα, με το ρήμαγμα των εξοχών μας. («Αναφορά στο 2020», σ. 164).

 


Κάθε ένα από τα κείμενα αυτά δένει με τα υπόλοιπα, άλλοτε με οφθαλμοφανείς συνδέσεις τόπων και προσώπων, άλλοτε με πιο αφανείς (μα και πιο ισχυρές), ώστε εν τέλει να συναποτελέσουν τα πιο χαρακτηριστικά γνωρίσματα της θεώρησης του κόσμου, όπως τον εννοεί ο Κοροβίνης. Σε όλα του τα γραπτά γίνεται φανερή  αυτή η θεώρηση, στα μυθιστορήματά του, στις μελέτες του, στα τραγούδια του, στα θεατρικά του. Εδώ, ακόμη καλύτερα διαυγής η εικόνα του, χτίζεται ψηφίδα την ψηφίδα, με τα επιλεγμένα κομμάτια από άρθρα του, ομιλίες του, συμμετοχές του σε αφιερώματα, σχόλιά του στο διαδίκτυο. Ένα ένα για να δείξει τις καταβολές του, είτε αυτές αφορούν τους τόπους που τον γέννησαν ή τον κέρδισαν στην πορεία (το κισμέτ, όπως λέει που τον έφερε στην Κωνσταντινούπολη ή ο διττός πόλος έλξης και απώθησης που συντηρεί μέσα του διαχρονικά τη Θεσσαλονίκη – ο Κοροβίνης είναι από τις ελάχιστες φωνές που αποτιμούν ακριβοδίκαια το  νόημα αυτής της πόλης) είτε αφορούν πρόσωπα, παρόντα ή κυρίως απόντα, που συνέβαλαν να χτιστεί με γερούς δομικούς λίθους η προσωπικότητά του. Κάτω από αυτή την οπτική θα μπορούσε το συναξάρι αυτό να είναι ένας φόρος τιμής και μια χρεωστούμενη ευγνωμοσύνη σε ό,τι άξιο του δόθηκε. 

 

Δάσκαλος επιστήθιος που μου φώτισε μιαν άλλη αλφαβήτα του κόσμου. Έτσι τα ’φερε η ζωή που η συγγένεια μαζί του πήρε βάρος ίσο μ’ εκείνη της μάνας. Η παντοτινή απουσία του πολλαπλασιάζει απροσμέτρητα το μέγεθος της λατρείας. Άφησε μέσα μου την ανεξίτηλη σφραγίδα του μοναδικού δασκάλου και φίλου της δικής μου «εποχής της αθωότητας» και του παλιού μοιραίου αγαπημένου που σφράγισε για πάντα το πεπρωμένο μου. («Του μοιραίου δασκάλου μου»-του Δ. Ν. Μαρωνίτη, σ. 78).

 

Όπως, όμως, κι αν διαβαστεί αυτό το βιβλίο, με όσες προσλαμβάνουσες έχει ο καθένας από όσα γράφονται εδώ, παραμένει (όπως και σε ό,τι άλλωστε καταθέτει  ο εκλεκτός Θωμάς Κοροβίνης) η γοητεία μιας ξεχωριστής γραφής που σε κερδίζει με την αμεσότητα και την ειλικρίνειά της. 

 

Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου