Ανάπτυγμα βατράχου
Νουβέλα
Ρούλα Γεωργακοπούλου
εκδόσεις Στερέωμα
η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress
«Ανάπτυγμα βατράχου» της Ρούλας Γεωργακοπούλου (κριτική) (bookpress.gr)
Ένα πολυπρόσωπο μπάρκο εν ύπνω
Το δείπνο με
τους ναυτικούς είναι άσκηση συντονισμού, πνευματισμού και ετοιμότητας, θα πει η Ρούλα Γεωργακοπούλου, και θα μας οδηγήσει
ως συνδαιτυμόνες κι εμάς, με την ευφάνταστη γραφή της (γνώριμη και αναγνωρίσιμη
σε ό,τι επιχειρεί) σε ένα χείμαρρο
συνευρέσεων σε χώρο υπερβατικό, όσο μπορεί να ξεπερνά την πραγματικότητα η βύθιση
στον ύπνο· χώρος ενδιάμεσος, ευρηματικός, αποκαλυπτικός για όσα υποφώσκουν και
δεν τολμούν να αναδυθούν στην επιφάνεια της συνείδησης. Σ’ αυτό το «δείπνο»
(σωστά δείπνο και όχι γεύμα, καθώς βραδινό το σκηνικό του ύπνου) χωρούν πολλοί,
όπως ο Ίψεν με τον Γιον Γκάμπριελ Μπόρκμαν του, ο Ανδρέας Καρκαβίτσας με τον
μπαρμπα-Καληώρα του, ναυτικοί που φόρτωναν παστές ρέγκες κάπου στη Νορβηγική
θάλασσα, Υδραίοι καραβοκύρηδες, μέχρι και ο Βρε, ο παράξενος βάτραχος (ή μήπως
παπαγάλος, όπως θα επιθυμούσε;) που αφήνει παντού στο σπίτι τα ίχνη του
πηδώντας από δω και από κει. Μορφές που μεταλλάσσονται κατά το δοκούν – ποιος
θα ελέγξει άλλωστε τη δύναμη των υποσυνείδητων, εν ύπνω, μεταμορφώσεων;
Ταυτόχρονα, μεταπηδήσεις εν είδει αναπτύγματος βατράχου, από θέμα σε θέμα,
μικρές ψηφίδες που συγκροτούν εν τέλει μια έξοχη τοιχογραφία, λες και κάθε
εναλλαγή βρίσκεται εκεί για να δώσει υπόσταση στις προηγούμενες.
Δεν αιφνιδιάζει η γραφή της Γεωργακοπούλου, ίσα ίσα
διαβάζοντας επιβεβαιώνεις τις παλαιότερες συγγραφικές της καταθέσεις· παντού
και πάντοτε ο κυρίαρχος συνειρμικός τρόπος, μοναδική απόδειξη για τη βαθύτερη
σύνδεση όσων ορατών απαιτούν ερμηνεία και όσων αφανών διεκδικούν μια ανάδυση. Γιατί,
όσο κι αν φαίνονται άσχετα ως προς τη θεματική τους, η ανασκαφή αρχαιολόγων και
η εξόρυξη ορυκτών των μεταλλωρύχων, εδώ σ’ αυτή τη γραφή βρίσκουν τη θέση τους
υποβοηθώντας την αρχική ιδέα: όσο περισσότερα γίνεται να έρθουν στην επιφάνεια,
να δώσουν ώθηση στην αποκάλυψη εαυτού. Κι αν ρεαλιστικές εικόνες είναι
απαραίτητη αρωγή στις υπερβατικές υπερρεαλιστικές, ας γίνει κι έτσι, όλα θα
συνυπάρξουν. Δυο κόσμοι αντιθετικοί (ή μήπως αλληλοσυμπληρούμενοι;): αυτός των
ερωτήσεων, με τη γήινη, ρεαλιστική του απατηλή βεβαιότητα, και αυτός των
απαντήσεων, με την εμφάνισή του (αν καταστεί εφικτή) μόνον όταν η συνείδηση
υπνώττει.
Λογοτεχνικές συνδέσεις, καθόλου τυχαίες, έρχονται καταιγιστικά, εισχωρώντας η μία μέσα στην άλλη για να συνδεθεί ο σαιξπηρικός Γιόρικ και το υπαρξιακό ερώτημα to be or not to be, με την απορία του Σωκράτη στον πλατωνικό Κρίτωνα – τόσο αθώα να τον ρωτάει μέσα στους αιώνες, κι ας ξέρει τον λόγο της άφιξής του: Τι τηνικάδε αφίξαι, ω Κρίτων; Κι όλα να αναδύουν βαθιά από μέσα τους κάτι από τις καφκικές συνυπάρξεις του απτού με το αφανές, κάτι ομοίως από τα ηδονικά μυρωδικά του καβαφικού κόσμου. Αναφορές ποικίλες που, όπως θα πει στο επιλογικό «Στοιχεία ταυτότητας» η Γεωργακοπούλου: στο δικό μου το μυαλό είναι μοχλοί του ονείρου και της πραγματικότητας. Έτσι, όμως, όπως με την άδεια (ή το ευεργετικό θράσος άραγε;) της λογοτεχνίας όλα δένουν φυσιολογικά, γιατί να μη δούμε και γεωγραφικές παρεμβάσεις, γιατί να μη συνδεθούν (όλα τα νερά άλλωστε ένα είναι) η βόρεια νορβηγική θάλασσα με την υδραίικη μεσογειακή, και οι βόρειοι ψαράδες και παραμυθάδες με τους δικούς μας καραβοκύρηδες και τα δικά τους παραμύθια;
Μια γραφή που αυτοαθωώνεται, μια που η τύχη μας ήταν να σωθούμε, όπως θα πει παίρνοντας τα λόγια
του ναυτικού που κακοπάθησε κι όμως επέζησε· η θάλασσα έχει τη δική της
δικαιοσύνη. Κι έτσι το νήμα οδηγεί και δένει τις θάλασσες μεταξύ τους, τα
πρόσωπα σ’ αυτό το παράδοξο μπάρκο, τις γραφές των άλλων με αυτή εδώ (φυσική
συνέχεια), αφού εν τέλει όλα ένα είναι. Αρκεί να είσαι σε θέση να το εννοήσεις.
Εδώ ο Βρε αναλαμβάνει να καθοδηγήσει τη συγγραφική ματιά καθώς και την
αναγνωστική προσοχή, ώστε να φανούν τα ράμματα, οι ραφές, οι συνδέσεις, με το
ευφυές τέλος να επαναλαμβάνει την απορία ως γενεσιουργό δύναμη και αφετηρία των
πάντων: τάχα τίνος είναι τούτο το κεφάλι;
ακούστηκε μακριά, πέρα απ’ το σκάμμα η φωνή του Γιόρικ. Μα, φυσικά, όλα
εκκινούν και όλα καταλήγουν στο ίδιο σημείο, την απορία, την ερώτηση, είτε εν
εγρηγόρσει είτε εν υπνώσει.
Προσεγμένη η έκδοση από το Στερέωμα, με την εικόνα του
εξωφύλλου (Romina Bassu) να υπογραμμίζει εύστοχα τη χαλάρωση του ύπνου σε
αντίστιξη με τη ζωηρή κίνηση στο ανάπτυγμα
βατράχου του τίτλου.
Διώνη Δημητριάδου
Αποσπάσματα
Πολλά ήταν τα βράδια που άκουγα και ξανάκουγα τέτοιες
τερατολογίες μα ούτε μια φορά δεν τις πίστεψα, γι’ αυτό το λόγο επεδίωκα να τις
ακούω και να τις ξανακούω μήπως και προλάβω ανάμεσα σε δυο ριπές κάτι που να
μοιάζει με αλήθεια, πριν να τη ρουφήξει στη δίνη του το παλιό πλεούμενο που
βογκούσε και παραδινόταν στις καταστάσεις. Δεν βαριέστε… Ό,τι γίνει στη θάλασσα
γρήγορα λησμονιέται, λέει κάποιος κάνοντας ταυτόχρονα σήμα στο τσούρμο να
γυρίσουν απότομα τη μαΐστρα, ν’ αλλάξουν ρότα, κι όλοι μαζί να προσαράξουν τα
μάτια τους κατευθείαν απάνω στον αριστερό μου ώμο. Μμμ! Ωραίος ο παπαγάλος σας!
Μιλάει; (σ. 15)
Κανονικά θα ’πρεπε να τα ’χα παρατήσει προ πολλού, να
’χα πάει να βουτήξω όλη ένα κεφάλι, ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός,
ου Βρε, ου Μπόρκμαν, ου τίποτα. Ν’ αφήσω τη δουλειά να την τελειώσουν μόνα τους
τα νωχελικά κύματα Δέλτα· κι εμένα να με δει το σκυλόψαρο –το μοβόρικο ψάρι–,
να ’ρθει μπρος στο γυαλί της περικεφαλαίας μου, θέλοντας να γνωρίσει το νέο
θεριό που συνεμπήκε στα νερά του. (σ. 29)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου