4Χ4
Ποιήσεις#2
Κώστας Α. Κρεμμύδας
(Δεν μπορείς να ξεφύγεις από τις αμαρτίες σου)
Τριαντάφυλλος Η. Κωτόπουλος
(Εγκλησμός)
Γιάννης Πανούσης
(Ποιήματα)
Νίκος Φωτόπουλος
(Λύπες λιμναζόντων υδάτων)
εκδόσεις
Πικραμένος & ΑΩ εκδόσεις
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ: 4Χ4 Ποιήσεις#2 • Fractal (fractalart.gr)
Συναντήσεις εν κλειστώ
Με την από κοινού συγγραφική
κατάθεση, κατισχύει η ουσία του ποιητικού λόγου απέναντι στην οίηση, συνθήκη εν
πολλοίς συνακόλουθη της συγγραφικής προβολής. Οι διαφορετικές ποιητικές
προτάσεις όχι απλώς συνυπάρχουν (που και αυτό σπουδαίο είναι) αλλά αλληλοσυμπληρώνονται σε συμπαράταξη ή σε
αντίστιξη. Είναι ο δεύτερος τόμος υπό τον κοινό τίτλο 4Χ4 Ποιήσεις, σειρά που δημιούργησε και διευθύνει ο ποιητής Αντώνης
Δ. Σκιαθάς, και εδώ οι τέσσερις ποιητές (Κώστας Α. Κρεμμύδας, Τριαντάφυλλος Η.
Κωτόπουλος, Γιάννης Πανούσης και Νίκος Φωτόπουλος), διαφορετικού ύφους σε μια
εν μέρει κοινή θεματική, συμπράττουν ενώνοντας την οπτική τους και την
ευαισθησία τους.
Ο Κώστας Α. Κρεμμύδας, σε
πρωτοπρόσωπη φωνή μιλάει για τη μοναξιά μπροστά στη δημιουργία, εκεί που ο
ποιητής αντιπαλεύει μέσα του την ορμή προς το καινούργιο με τη ματαιότητα της
σιωπής. Πόσο φαντάζουν ευκολότερες οι
νότες/ Πόσο αδίσταχτοι μας φαίνονται οι στίχοι/ Πάντοτε βράδυ για να γράφονται
τα ποιήματα/ Κι όμως φοβάμαι στα σκοτάδια να ξεμένω. Όλο και περισσότερο ωθείται προς τη μνήμη
για να δει αν κάπου στράβωσε όλη η
πορεία ή αν εκεί πίσω στον χρόνο βρίσκονται τα αληθινά του μεγέθη, το μέτρο της
έμπνευσής του. Καθόλου τυχαία, θα θυμηθεί τον εκλιπόντα ποιητή με μια αίσθηση
σύμπλευσης: Οι περισσότεροι στίχοι του
έμειναν άγραφοι/ Κι αυτούς που έγραψε μείναν αδιάβαστοι («Ποιητής από
συνήθεια», Στον Λάμπρο Σπυριούνη). Ποίηση εκπορευόμενη από κλειστό προσωπικό
χώρο, λιτή στα μέσα της, σπουδαία στα σημαινόμενα της.
Ο Τριαντάφυλλος Η.
Κωτόπουλος θα αναζητήσει την έννοια του εγκλεισμού (εγκλησμού) στις
διαφορετικές εκδοχές του, όταν εκών άκων ο έγκλειστος ανακαλύπτει τις αλυσίδες
του, ορατές ή όχι. Μνήμη που σε κρατάει δέσμιο, ένα παιδί που περπατάει
μεγαλώνοντας στην έγκλειστη πόλη/συμπρωτεύουσα, οι εγκλεισμοί των εραστών, τα
τείχη μιας πόλης με καταδικασμένους στην
απομόνωση κατοίκους της. Ή, μήπως, όλα
αυτά συγκλίνουν στον εθελούσιο εγκλεισμό του ποιητή στην τέχνη του που διαρκώς
ζητά το αίμα του για να ανασάνει; Πιάστηκες
τόση ώρα να φαντάζεσαι πως γράφεις στα σοβαρά/ Πως σε διαβάζουν οι φίλοι και οι
άγνωστοι, οι επόμενοι/ Καμώθηκες να σηκώνεσαι από τη μπερζέρα/ Να αφήνεις
σημειώματα για την εξαγορά του χρόνου («Μπερζέρα»). Ποίηση ειλικρινής,
ευθύβολη, με πρώτο στόχο τον ίδιο τον ποιητή, ανοιχτή όμως σε όλους τους ομού
πάσχοντες.
Ο Γιάννης Πανούσης, θέτοντας
ως τίτλο στη δική του ενότητα το αυτονόητο, λιτό και περιεκτικό Ποιήματα, αποδίδει με τον δικό του τρόπο
την ποιητική ουσία. Εδώ η φωνή δεν είναι πρωτοπρόσωπη αλλά εναλλάσσονται τα πρόσωπα (δεύτερο ενικό,
τρίτο ενικό και το περιεκτικό πρώτο πληθυντικό) για να συμπεριλάβει τους ομοίους (εν τέχνη και εν
ζωή) στο ιδιωτικό τοπίο του ενός που εδώ γράφει. Κοινή μοίρα, κοινή πορεία, η τραγικότητα
περιγράφει όλους με τον ίδιο τρόπο· κι όμως είναι η ποιητική ματιά που
εντοπίζει, επισημαίνει, αποτυπώνει. Έτσι, η ποίηση αποκτά μια φιλοσοφική
διάσταση, που τολμά να προτείνει στάση ζωής. Κλωτσώντας τις πέτρες στο δρόμο/ δεν καθαρίζεις τη γειτονιά από
περιττές παρουσίες […] Απλώς χαλάς τα
παπούτσια σου/ και δεν θα μπορείς πια/ να σηκωθείς στις μύτες τους/ για να δεις
τι υπάρχει πίσω από το φράχτη («Άνευ νοήματος»). Ποίηση ουσίας, επίσης ανοιχτή
στον αποδέκτη της.
Με εναλλαγή των προσώπων και
η ποίηση του Νίκου Φωτόπουλου, σε τόνους μιας ενδόμυχης θλίψης που σημειώνεται εξ
αρχής (Λύπες λιμναζόντων υδάτων)
υπογραμμίζοντας τις αφορμές της· ο χρόνος, οι μνήμες, η απώλεια προσώπων και
χώρων, ο έρωτας ακόμα σε διαχρονική ισχύ, οι φίλοι συνοδοιπόροι ζωής και
τέχνης, τέλος η μοίρα, κοινή για όλους να υπενθυμίζει τη θνητότητα. Ποτέ δεν φύγαμε από το σπίτι αυτό/ δεν
ταξιδέψαμε στις φλέβες του νοτιά/ να πάμε παραπέρα/ κι ούτε ανοίξαμε την
εξώπορτα μιας αυλής/ για να βρεθούμε στη μεγάλη λεωφόρο. («Ποτέ δεν φύγαμε από το σπίτι αυτό»). Σε μια απόπειρα
σύνδεσης του προσωπικού «εγώ» με το συλλογικό «εμείς», ο Φωτόπουλος θα πει ως
απόσταγμα ζωής: Να αναδειχθείς άξιος του
χώματος/ και να θυμούνται οι μελλούμενοι των ουρανών/ πως δεν υπήρξες ελάχιστος
και φοβικός/ παρά μόνο ένα δέντρο που ’θελε δάσος να γενεί. («Το σκοτεινό
αφήγημα μιας αρχαίας μοίρας»). Ποίηση χαμηλών τόνων αλλά δυνατών αναταράξεων.
Τέσσερις απόπειρες
καταγραφής του κλειστού χώρου, όπως κι αν νοηθεί αυτός, με έντονη την αίσθηση
του εγκλεισμού μέσα στον ιδιωτικό χρόνο, αλλά ταυτόχρο
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου