Σκηνές καθημερινότητας
του κόμη Αλέξιου Ντε Λα
Βέγα
Βαγγέλης Αλεξόπουλος
εκδόσεις Οδός Πανός
η πρώτη δημοσίευση στο frear.gr
http://frear.gr/?p=24519
http://frear.gr/?p=24519
οι άγγελοι και τα
τέρατα
Τον καιρό εκείνο
συγκατοικούσα με τον
Ιωάννη Σεβαστιανό Μπαχ
σε ένα ημιυπόγειο στην
οδό Λένορμαν
Εκείνος δούλευε σε
βουλκανιζατέρ δύο στενά παρακάτω
Εγώ νυχτερινός στο
Σισμανόγλειο
Όταν εκείνος είχε φύγει
το πρωί, εγώ επέστρεφα
Πριν κοιμηθώ μάζευα
παρτιτούρες από το πάτωμα
Καθώς δεν ήξερα να τις
διαβάζω, έκανα κάτι πρακτικό
τις έχωνα κάτω από το
κατωσέντονο – είναι άριστο μονωτικό
Έτσι προέκυψε στη μουσική
η αντίστιξη, και
στην επιστήμη εδραιώθηκε
η θεωρία της σχετικότητας
(Η τέχνη της φούγκας)
Διαβάζοντας
την ποίηση του Βαγγέλη Αλεξόπουλου (ήδη βρίσκεται στην τέταρτη ποιητική του
συλλογή και με πολλά ακόμη ανέκδοτα ποιήματα για μια μελλοντική εμφάνιση) ο
συνειρμός ανεμπόδιστος με τα λόγια του Pessôa: Το
μοναδικό βαθύτερο νόημα των πραγμάτων/είναι ότι δεν έχουν κανένα βαθύτερο νόημα.
Μέσα στο οξύμωρο αυτό σχήμα (πάνσοφη η
νοηματοδότηση της φαινομενικής αντίφασης) εμπεριέχεται, νομίζω, ο
τρόπος, η ματιά με την οποία ο Αλεξόπουλος θεάται την Ποίηση. Είναι τα πράγματα
που συνιστούν τον κόσμο του, το καθένα με το δικό του βάρος, ικανό να φέρει
πάνω του το άχθος της ποιητικής εμβάθυνσης στο (κατ’ ουσίαν) αβαθές του
νοήματός του. Τα πράγματα (με την έννοια αυτή ορίζεται το όλον των φυσικών
όντων αλλά και των κατασκευασμένων και επινοημένων), ως είναι από τη φύση τους
καθορισμένο, δεν είναι τίποτα περισσότερο από ό,τι δηλώνουν με την παρουσία
τους. Είναι όμως η ενσωμάτωσή τους μέσα μας (ή αλλιώς η δική μας εισχώρηση σ’
αυτά) που τους δίνει το νόημα – ίσως και τη δικαιολογία της ύπαρξής τους. Αν,
μάλιστα, πρόκειται για μια ποιητικῇ ἀδείᾳ
εισχώρηση, τότε ας είμαστε ανοικτοί στα θαύματα. Το πεδίο αχανές,
δημιουργικά πολύμορφο. Οι συνειρμοί αναδεικνύουν την παντοδύναμη σχετικότητα,
το απόλυτο κατακρημνίζεται, ο ποιητής ελεύθερος από τις στενές νοηματικές
συμβάσεις οδεύει προς την προσωπική γραφή – καταφαίνεται πλέον η ιδιαιτερότητα
στο ύφος, στη χρήση των λέξεων, στη θεματική κυρίως.
…
Ως καλός αγωγός του ρεύματος
αντιλαμβάνομαι το υπέρτατο νόημα
του υπέρλαμπρου
nada
(Νυχτερινή σκηνή)
Μοιρασμένη η
νέα ποιητική συλλογή σε πέντε μέρη (Εισαγωγή,
Σκηνές τυπικής καθημερινότητας, Σκηνές φυσικής ιστορίας, Αμαρτωλές σκηνές, Επίλογος). Μια απόπειρα οριοθέτησης, ταξινόμησης, διευθέτησης ίσως
του αχανούς της δημιουργίας μέσα σε ενότητες; Περισσότερο, θα έλεγα, μια
εύστοχη αντίστιξη του υπερρεαλιστικού ἐν
κύκλῳ τοπίου με το ρεαλιστικό γήινο τετράγωνο. Μια πλήρης ποιητική σύνθεση.
Στο mare meum, που δίνει υπόσταση στην Εισαγωγή,
ο ποιητής με σαφήνεια ορίζει τον χώρο του:
Η ζωή μου είναι
μια θάλασσα κλειστή
Έτσι ορίζεται
και το ποιητικό τοπίο, κλειστό ως και κλειστοφοβικό καμιά φορά, με προφανή τον
αστικό (ενδημικό των πόλεων) λόγο. Ωστόσο από την αρχή θα δώσει τη δυνατότητα
για πτητικές απόπειρες διαφυγής:
[το παλτό μου είναι
μαγικό]
Το κουμπώνω
ανεβάζω τον γιακά μέχρι πάνω
και κυνηγώ τις γοργόνες, που
τρέχουν πάνω στη θάλασσα
Η τυπικότητα
των καθημερινών εικόνων έρχεται με τις Σκηνές
τυπικής καθημερινότητας, εκεί όπου με τη συχνή πρόταξη του πρώτου ενικού
προσώπου το ποιητικό υποκείμενο σε ενεργό παροντικό Ενεστώτα χρόνο θα σκιαγραφήσει τον χώρο του. Άλλωστε το έξοχο Πώς γράφονται στην Αθήνα τα ποιήματα θα
τεκμηριώσει τον τρόπο της γραφής του:
Στις Ευρωπαϊκές
πρωτεύουσες
υπάρχουν υπόγεια
διαμερίσματα
Μόνο που σε αντίθεση με
την Αθήνα
διαθέτουν υαλοπίνακες
Έτσι έχουν μια άποψη του
κόσμου,
έστω από κάτω προς τα
πάνω
Στην Αθήνα δε βλέπουν
ακούν μονάχα. τους διερχόμενους διαβάτες
Έτσι τους νομίζουν άλλοτε
αγγέλους
και άλλοτε τέρατα
Η μετάλλαξη
των εικόνων σε ποιητικό λόγο, η ματιά του ποιητή πρωτίστως. Μια θέαση στον
κόσμο από τα κάτω προς τα πάνω, η οπτική που παραλλάσσει τα μεγέθη στα μέτρα
του θεώμενου προσώπου – η ιδανική συνθήκη της ποιητικής δημιουργίας έτσι κι
αλλιώς.
Μετάβαση κατόπιν
στα φυσικά πράγματα με τις Σκηνές φυσικής
ιστορίας, που ακολουθούν. Και να εδώ μια αντιστροφή της θέασης:
«Την ακούνε» οι γάτες
όταν κοιτάζουν από ψηλά το κενό
Πολλές οι
αντιστροφές, οι ανατροπές των φυσικών εικόνων/νόμων ίσως(;) που προτείνουν μια
νέα όψη των πραγμάτων.
…
Οι λύκοι συμπονούν τον ψεύτη βοσκό
φωτίζουν τη μαύρη μοναξιά του
χορεύουν στις νότες της φλογέρας του
…
(Λένε πολλά ψέματα για τους λύκους)
Καμία
αμφιβολία για τον ποιητικό κόσμο που ισορροπεί στο λεπτό σχοινί – επάνω
ατενίζοντας τον αβέβαιο ουρανό και κάτω αγωνιώντας για μια θλιβερή πτώση· η
μοίρα των ποιητών ο θάνατος, με όποια υπόσταση νοείται αυτός, υπαρκτή και
ρεαλιστική ή αντιθέτως ιδεατή μα σκληρή περισσότερο.
Έχω δει με τα μάτια μου
ποιητές να παίρνουν αγκαλιά
τα σχιζοφρενικά συμπράγκαλά τους
και να βουτάνε
από γέφυρες
από ταράτσες
από πεζοδρόμια, κυρίως από πεζοδρόμια,
στο εσωτερικό κενό της ύπαρξής τους
…
(Οι γάτες των ποιητών είναι άτυχες)
Κι έρχονται
οι Αμαρτωλές σκηνές για να πληρώσουν
το ποιητικό τίμημα για όσα έχουν προηγηθεί. Κανείς δεν τα κατάφερε να διαβεί
μέσα από το παραμορφωτικό είδωλο του κόσμου χωρίς να αναρωτηθεί (μα και μοναχικά
να απαντήσει) για τη μηδαμινότητα του όντος που βαυκαλίζεται να θεωρεί τον
εαυτό του αυτάρκη. Κι εδώ, αν στρέψει προς τα επάνω το βλέμμα, μονάχα μοναξιά
αντικρίζει και αυτοεπιβεβαιωμένες αλήθειες, αδιέξοδες. Κι αν προς τα κάτω της
ζωής, πάλι μένει μονάχος να ελπίζει μια υπερβαίνουσα την πραγματικότητα
ανατροπή. Μα, είναι γήινο, τελικά, το περίβλημα της ποίησης; Μήπως είναι
εγγενές μέσα της το υπερβατικό στοιχείο;
[Φωτεινό άστρο της αυγής, που
οδήγησες τους Μάγους στην αρχή
του τέλους του αιώνιου κύκλου
Δίδαξέ με την εμβαδομέτρηση του
απειροστού κύκλου της ακάνθινης
σπείρας]
Μήπως είναι
αρκετή η επίκληση του άλλου ποιητή, μια ανάσα συμπαράστασης στην κοινή πορεία,
μια αίσθηση συμπόρευσης στο τεντωμένο σχοινί, κι ας έχει στην πραγματικότητα
σπάσει από καιρό;
Πού είσαι Μίλτο
να δεις πώς καταντήσαμε
Αντί για το φεγγάρι
να τρώμε τις σάρκες μας
Ο σύντομος Επίλογος κλείνει την ποιητική σύνθεση. Ο
Βαγγέλης Αλεξόπουλος άνοιξε μια πόρτα σε μια άλλη όψη του κόσμου – προνόμιο των
ποιητών η άλλη οπτική. Και τώρα ο δρόμος είναι ανοιχτός, τα ίχνη υπαρκτά για
όποιον αντέχει να κλείσει τα μάτια για να δει αληθινά. Όσο για τον ίδιο τον
ποιητή, έχει και αυτός την αγωνία του για τα δικά του ίχνη:
Εκείνο που φοβάμαι
δεν είναι ο λαβύρινθος
δεν είναι το δάσος
Εκείνο που φοβάμαι
είναι μη μου φάνε
τα πουλιά τα ψίχουλα
(Προσωρινά άτιτλο ή περπατώ εις
το δάσος όταν ο θάνατος δεν είναι εδώ)
Μέσα στην ποίηση
του Βαγγέλη Αλεξόπουλου βρίσκουν τον φυσικό τους χώρο και οι άγγελοι και τα τέρατα, χωρίς να έχει
απολύτως καμία σημασία ποιους θα ακολουθήσει γητεμένος από τις λέξεις τους. Οι
δύο όψεις των πραγμάτων πάλι εδώ, ζωντανές και δελεαστικές στη μορφή τους.
Η τελευταία
σελίδα του βιβλίου αποτελεί την πιο μεγάλη πρόκληση, με εκείνο το Υ.Γ. κενό
περιεχομένου είτε για να συμπληρωθεί από τον αναγνώστη/συμμέτοχο στα ποιητικά
πράγματα αυτοδικαίως είτε σαν μια υπόσχεση του ίδιου του ποιητή προς εαυτόν και
αλλήλους πως χρωστά ακόμη στην Ποίηση κάτι από τον εσωτερικό του κόσμο. Όπως
και οι προηγούμενες καταθέσεις του Αλεξόπουλου, έτσι και η πρόσφατη από τις
εκδόσεις Οδός Πανός, μια πλήρης πρόταση για ανάγνωση και για ποιητική
συμπόρευση, διάλογο ποιητή και αναγνώστη. Μα, όλα τα ερωτήματα γύρω από την
Ποίηση ανοιχτά δεν είναι;
Να μην
παραλειφθεί η μνεία στην άψογη εικαστική συμπλήρωση του ποιητικού λόγου από το
πρωτότυπο εξώφυλλο, σε σχεδιασμό του Στράτου Φουντούλη. Γιατί, για το καλό
περίβλημα των βιβλίων πρέπει να μιλάμε, καθώς ανοίγουν το πέρασμα στο
περιεχόμενο και δυνάμει συνομιλούν μαζί του.
Διώνη
Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου