Παρασκευή 13 Νοεμβρίου 2015

Μια 'ανάγνωση' 
στο χρονικό «Καλά και σήμερα»
της Σοφίας Νικολαΐδου  
από τις εκδόσεις Μεταίχμιο



Πόσο δυνατές μπορούν ποτέ να είναι οι λέξεις;
«Λέω τη λέξη παντού, σχεδόν την πετάω στα μούτρα τους. Μου κάνει καλό αυτό. Δεν θέλω μυστικά, δεν θέλω κλειστές πόρτες, τα θέλω όλα στο φως. Καρκίνος, καρκίνος, καρκίνος. Η αρρώστια μου έχει όνομα. Και θεραπεία.»

Όταν η Σοφία Νικολαΐδου πήρε μπρος να καταγράφει το χρονικό του προσωπικού της καρκίνου, της αναμέτρησης με τον δικό της εχθρό σε έναν δικό της απολύτως πόλεμο, είχε ήδη την εξοικείωση με τον γραπτό λόγο, τη λογοτεχνική γραφή, που όμως έχει άλλους νόμους και άλλους ρυθμούς. Γιατί εδώ τα πράγματα έχουν αλλιώς. Η λογοτεχνία τρέφεται από τον μύθο, ενώ εδώ όλα αποκαλύπτονται και απομυθοποιούνται, χωρίς το προστατευτικό κάλυμμα των προσεγμένων και μεταμφιεσμένων λέξεων, «χωρίς συγκάλυψη μυθοπλασίας και ψευτιά πόζας».
«Όταν δεν γράφεις λογοτεχνία αλλά αντιγράφεις ζωή, όλα συμβαίνουν εν θερμώ. Τότε οι λέξεις γίνονται φάρμακο. Τρέχουν για να προλάβουν. Στριμώχνονται, βιάζονται, φωνασκούν. Τσιροκοπάνε μέσα στο κεφάλι σου.»

Έτσι μπήκε και η ίδια στη σειρά εκείνων των δημιουργών που όταν αντιμετώπισαν ανάλογα προβλήματα, όταν ο προσωπικός τους ασφαλής ως τότε κόσμος ανατράπηκε, βρήκαν αυτονόητα τον δρόμο προς το χαρτί και τις λέξεις.

Λέξεις σκληρές, όσο και η αρρώστια στο σώμα της, να πέφτουν στις προτάσεις με τη δική τους άποψη για τη δομή του κειμένου, να φτάνουν στον αναγνώστη σαν καρφιά στο μυαλό του, να κινητοποιούν τη σκέψη του, όχι για να ταυτιστεί με τη συγγραφέα (αδύνατον απολύτως) αλλά για να προσεγγίσουν κάπως το κείμενο που γράφεται με αίμα. Κυριολεκτικά.

Πώς γράφεται, λοιπόν, ένα τέτοιο κείμενο; Αλλά και πώς το σχολιάζεις; Να το κρίνεις δεν το επιχειρείς. Κι έτσι όπως βλέπω στην κεφαλίδα του δικού μου κειμένου τις λέξεις «κριτική προσέγγιση», νιώθω πως όλα αυτά που γράφω τώρα είναι ανακόλουθα.
Ας πω καλύτερα: «Τι νιώθω, τι σκέπτομαι, διαβάζοντας το χρονικό της Σοφίας». Έτσι με το μικρό της όνομα, όπως ταιριάζει σε φιλική κουβέντα με πρόσωπο που σου είναι άγνωστο αλλά που το συγκαταλέγεις τελείως απροσδόκητα στους φίλους.

Διαγνώστηκε με καρκίνο του μαστού η Σοφία στις 22 Σεπτεμβρίου του 2014. Έκανε μαστεκτομή την 1η Οκτωβρίου και άρχισε χημειοθεραπεία στις 29 του ίδιου μήνα. Καταγράφει όλο το χρονικό της αρρώστιας της, κάθε μέρα σαν σε ημερολόγιο, όσο το αντέχει η ίδια και όσο την ανακουφίζει να βλέπει το πάθος το σωματικό να εμφανίζεται στον λόγο που το περιγράφει. Είναι σαν να μιλάς σε κάποιον και να αντιλαμβάνεσαι, λέξη τη λέξη, πως μοιράζεσαι την εμπειρία, πως βάζεις λίγο από το δικό σου βάρος στον ώμο του άλλου.
«Η γραφή μεταθέτει το πρόβλημα: κάνει το συμβάν λέξεις: το πηγαίνει απέναντι κι εκεί δεν το ζεις, το κοιτάς να συμβαίνει.»

Μειώνεται ο πόνος; Θολώνει κάπως ο φόβος; Απαλύνονται οι συνέπειες μιας σκληρής για το σώμα θεραπείας; Πιστεύω πως όχι. Δεν γίνεται μοιράζοντας τη δική σου εμπειρία να μειώνεται το ειδικό της βάρος. Δικό σου παραμένει ολόκληρο. Στο μυαλό σου, όμως, γλυκαίνει η εικόνα, σαν να βρίσκεσαι με παρέα φίλων που ήρθαν να συμπαρασταθούν και με τον δικό τους λόγο να νιώθεις σαν ένας από αυτούς χωρίς τη δική σου ιδιαιτερότητα. Γιατί και ο αναγνώστης επικοινωνεί νοερά με τον συγγραφέα κι έτσι φθάνει κάποια από τη δική του σκέψη σ’ αυτόν.
Από τις 23 Σεπτεμβρίου 2014 μέχρι τις 24 Μαρτίου 2015 η Σοφία καταγράφει όλη την πορεία από το πρώτο πάγωμα στο άκουσμα της λέξης καρκίνος μέχρι το τέλος της χημειοθεραπείας της.
Παρακολουθείς αυτή την απροσχημάτιστη γραφή να ξεδιπλώνει όλη την επίδραση στο σώμα και στη σκέψη που ασκεί αυτή η πανάρχαια αρρώστια. Τα συναισθήματα διαφοροποιούνται συμβαδίζοντας με την εξέλιξη (πλοκή θα λέγαμε, αν είχαμε κάποιο μυθιστόρημα, αλλά εδώ η ορολογία είναι αδύναμη και άσχετη), το χειρουργείο, την ανάρρωση, την πλαστική, τις επιπλοκές, τη χημειοθεραπεία, τα χάπια, τις ενέσεις. Όλα τούτα που εδώ γράφονται μέσα σε λίγες γραμμές συναποτελούν την περιπέτεια μιας γυναίκας που από τη μια στιγμή στην άλλη θα πρέπει να αναθεωρήσει αξίες και προτεραιότητες, δεδομένα και ασφαλή λιμάνια.
Ταυτόχρονα ανακαλύπτεις σελίδα τη σελίδα αυτού του ιδιόμορφου ημερολογίου τους άλλους δίπλα της. Ο στενός της κύκλος, ο άντρας της και ο γιος της (σε μικρή ηλικία αλλά σπρωγμένος αναγκαστικά σε μια ζόρικη εφηβεία) κάνουν ό,τι μπορούν, σίγουρα πιο πάνω από τις δυνάμεις τους και από αυτά που ως τώρα αποτελούσαν  και γι’ αυτούς τα ασφαλή δεδομένα της ζωής τους.
«Οκέι λοιπόν. Στη Γάζα τα παιδιά περνάνε πόλεμο, στη Συρία και την Αφρική γερνάνε πριν τα οκτώ, ένας καρκίνος της μαμάς, που δείχνει να είναι θεραπεύσιμος, δεν είναι δα και το τέλος του κόσμου στη Θεσσαλονίκη.»
Αν μπορείς να κοιτάξεις τα πράγματα κάτω από αυτό το πρίσμα, τότε ο μικρόκοσμος με όλα του τα προβλήματα δεν φαντάζει και τόσο σημαντικός. Μπορείς πάντοτε όμως;
«Τρεις άνθρωποι στο σπίτι. Περνάμε την αρρώστια όλοι μαζί κι ο καθένας μόνος του.»
Οι μαθητές της, φίλοι και οι φίλες, κάποιοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, θα σταθούν δίπλα της ο καθένας με τον τρόπο του, ακολουθώντας θέλοντας και μη τη στάση που υπαγορεύει η ίδια η άρρωστη Σοφία, άλλοτε σαν να μη συμβαίνει τίποτε συνεχίζοντας αγαπημένες συνήθειες και ασχολίες αλλά και άλλοτε κατεβαίνοντας στον Άδη μαζί της, όταν αυτή θα καταρρέει. Και μαζί της θα ανοίξουν κι εκείνοι την καρδιά τους.
«Στην αρχή με ξένιζε, τώρα καταλαβαίνω καλύτερα. Οι άνθρωποι θέλουν να δουν μια ρωγμή. Μια δυστυχία που να αφήνει σημάδι. Τότε σε εμπιστεύονται κι ανοίγουν την καρδιά τους. Κι εγώ το ίδιο θα έκανα. Ο πόνος σε κάνει άνθρωπο. Σου δίνει δικαίωμα λόγου.»

Αλλά -η Σοφία εδώ είναι απόλυτη- όλο αυτό στην πραγματικότητα το περνάει μόνη της, γιατί όσο και να συμπαρίσταται ο άλλος, όσο και να συμπλέει μαζί της, ο πόλεμος είναι δικός της και πρέπει να κερδηθεί από αυτήν και γι’ αυτήν και μόνον.
«Άλλο να το ακούς (με τους μακρινούς), άλλο να το βλέπεις (με τους κοντινούς) κι άλλο να το ζεις (στο σώμα σου). Είναι τρία διαφορετικά είδη καρκίνου.»
«Μη μου λέτε λοιπόν ότι όλα θα πάνε καλά, γιατί δεν το ξέρετε. Γιατί δεν με παρηγορούν τα βάσανα των άλλων. Και γιατί, αν κάτι πάει στραβά, εσείς θα έχετε την πολυτέλεια να στενοχωρηθείτε. Εγώ όχι.»


Όπως κάθε προσωπική μάχη, έτσι και αυτή, απαιτεί καλή αρματωσιά αι πολλή θέληση για να βγεις απέναντι. Με τραύματα αναμενόμενα και ανεπούλωτα όχι μόνο στο σώμα αλλά κυρίως στον τρόπο βίωσης του κόσμου. Αναθεωρήσεις, νέες σταθερές, νέες προτεραιότητες.
«Η αρρώστια, όπως τα γηρατειά, σε αλλάζει. Σκάβει μέσα βαθιά και βγάζει τον ορυκτό εαυτό στην επιφάνεια. Σε κάνει αυτό που είσαι.»
Φθάνοντας στην τελευταία σελίδα αυτού του λόγου που αρθρώνεται  από μια ολοζώντανη φωνή νιώθεις πως ό, τι εσύ προσπαθείς να πεις μπορεί και να ακούγεται κοινότοπο.
Γιατί, τι να σχολιάσεις μπροστά στην πραγματικότητα της αλλαγής της ζωής σου, με σφηνωμένη εκεί στην άκρη του μυαλού την αλήθεια;
«Η ζωή μετά τον καρκίνο δεν είναι ίδια με τη ζωή πριν.»
Οι γιατροί μετρούν με τα ποσοστά και ανεβάζουν το προσδόκιμο ζωής ανάλογα με τις μετρήσεις τους. Πώς είναι, όμως, το να ζεις στηρίζοντας το μέλλον σ’ αυτά τα νούμερα.
«Τίποτα δεν τελείωσε. Ευχηθείτε μου να πάνε όλα καλά.»

Η Σοφία με το χρονικό της αυτό έγραψε, όπως λέει η ίδια, ένα βιβλίο με το σώμα της, και έτσι μας άνοιξε ένα παράθυρο στον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπων που υφίστανται τη δύσκολη, προσωπική όσο και μοναχική μάχη με έναν εχθρό, που ακόμη δεν γνωρίζουμε τη στρατηγική του και τα όπλα του. Μας έδειξε πώς μπορείς να τον πολεμήσεις και να βγεις απέναντι. Και κάτι πολύ σημαντικό, κι ας μην του φαίνεται. Είπε τα πράγματα με το όνομά τους, αντιμέτωπη σε μια κοινωνία που δεν τολμά ακόμη να προφέρει καν το όνομα της αρρώστιας. Αυτό είναι ένα πρώτο βήμα για να αναμετρηθείς με τον καρκίνο. Να πεις το όνομα του εχθρού σου. Κατόπιν, ζεις, μαθαίνεις, σκέφτεσαι, φοβάσαι αλλά και ελπίζεις.
«Αυτό είναι ένα ημερολόγιο που καταγράφει εν θερμώ όσα έζησα, όσα έμαθα, όσα σκέφτηκα, όσα φοβήθηκα και όσα έλπισα τους μήνες που πάλεψα με την αρρώστια.»

Διώνη Δημητριάδου



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου