Μικρός αιώνας
Τζένη Μανάκη
εκδόσεις Έναστρον
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Μικρές σπουδαίες ιστορίες ανθρώπων • Fractal
Μικρές σπουδαίες
ιστορίες ανθρώπων
Δίπλα στη «μεγάλη» ιστορία,
της αποτύπωσης των γεγονότων που επηρεάζουν μεγάλες ομάδες ανθρώπων, λαούς
ολόκληρους, και η οποία καταγράφεται (συχνά ως επίσημη εκδοχή) στα ιστορικά
κιτάπια, υπάρχουν και οι μικρές ιστορίες των ανθρώπων, αυτές που δεν θα τις βρούμε
πουθενά καταγεγραμμένες, που το βεληνεκές τους ως άσκηση επιρροής, αριθμεί
λιγοστά πρόσωπα. Ωστόσο, μέσα στη λογοτεχνία βρίσκουν χώρο να σταθούν και βήμα
να μιλήσουν όλες αυτές οι προσωπικές ιστορίες, λειτουργώντας, στο μερίδιο που
τους αναλογεί, ως επιμέρους αποτυπώσεις του κλίματος, της περιρρέουσας
ατμόσφαιρας, ως μικρά στο μέγεθος, κι όμως σπουδαία κομμάτια του ευρύτερου
ιστορικού πεδίου.
Η Τζένη Μανάκη, γράφοντας
για τον μικρό αιώνα, τέτοιες ιστορίες
έχει στον νου της, και με τον συγγραφικό της τρόπο «μεγεθύνει» τον ιδιωτικό
χώρο των ηρώων της, έτσι που να
συνομιλήσει ως θέση-αντίθεση-σύνθεση διαλεκτικά ο μικρόκοσμός τους με
αυτόν της ευρύτερης ιστορίας.
Είχε αρχίσει να εδραιώνεται η πίστη ότι η πανανθρώπινη
αυτή δοκιμασία θα έβαζε νέους κανόνες, θα ισχυροποιούσε τουλάχιστον την ιδέα
του παράγοντα Άνθρωπος. Αντίθετα, η πλειονότητα , τσακισμένη ψυχικά και
οικονομικά, έψαχνε ακριβώς εκείνον τον άνθρωπο στον οποίο θα φόρτωνε όλη την
εκδικητικότητα και κακία που ήταν σωρευμένη μέσα της.
Ο πόλεμος, που κανείς δεν πίστευε ότι θα συμβεί,
συνεχίζει να αποτελεί το καθημερινό αιματοβαμμένο σκηνικό κάθε οικιακής οθόνης.
Η Αθηνά ασφυκτιούσε από την ανθρώπινη ανοησία. Έκλεινε
τα μάτια και ήταν ακόμη μπροστά της το μετείκασμα της έκρηξης μιας βόμβας που
αφάνιζε ανθρώπους και κτίρια. (σσ.
49-50).
Έχει ενδιαφέρον ο τρόπος που χτίζει την πλοκή
της, μέσα από (στην ουσία) τρία ζεύγη προσώπων (την Κάτια και τον Λούκα, την
Αθηνά και τον Κωνσταντίνο, τη Μάχη και τον Πέτρο) ή αλλιώς με τρεις επιμέρους
ιστορίες, που η καθεμία από αυτές θα μπορούσε να σταθεί αυτόνομα, όμως εδώ
γειτνιάζουν, τέμνονται και αλληλοσυμπληρώνονται. Ίσως γιατί καμία διαπροσωπική
σχέση, κυρίως των δύο ατόμων, δεν αποκόπτεται από το περιβάλλον, δεν
εξελίσσεται χωρίς τις ποικίλες παρεμβάσεις των άλλων, άμεσες ή έμμεσες, φανερές
ή κρυφές. Ταυτόχρονα, και οι τόποι εναλλάσσονται, η Θεσσαλονίκη, το Μιλάνο, η
Φλωρεντία, ως χώρος δράσης των προσώπων. Όσο για τον χρόνο, σημαντική η
δυστοπική περίοδος της πανδημίας, επηρεάζει την πλοκή, όμως η αφήγηση
εκτείνεται πιο πριν από αυτήν και, θα λέγαμε, και πιο μετά, έτσι όπως με το
τέλος του βιβλίου διαφαίνεται μια ελπίδα
για κάτι καλύτερο, τουλάχιστον στην κατεύθυνση της ειλικρίνειας των σχέσεων.
Μέσα σ’ αυτά τα χωροχρονικά πλαίσια η Μανάκη, ακολουθώντας τις επιταγές της μεγάλης αφήγησης, θα εντάξει, διατηρώντας τη συγγραφική απόσταση από τα τεκταινόμενα, ανατροπές, αιφνιδιασμούς, εξομολογητικές γραφές, μυστικά και αλήθειες (ειδικά αυτές στην ώρα τους), εξάπτοντας το αναγνωστικό ενδιαφέρον. Και είναι άξιο λόγου το γεγονός πως γύρω από τα κεντρικά πρόσωπα (αναγκαστικά περισσότερα του ενός) ανακαλύπτεις ενδιαφέρουσες παρουσίες στη σκιά τους· ίδιον γνώρισμα μιας καλής γραφής, που ξέρει από φωτισμό των προσώπων, που ξέρει πώς και πόσο να εστιάσει στο καθένα από τα πρόσωπα, κύρια και δευτερεύοντα της αφήγησης. Φέρνω το παράδειγμα της, ουκρανικής καταγωγής, μητέρας του Λούκα, της Μάρτα Κράβετς, που διακριτικά βλέπουμε την παρουσία της μέσα από τα λόγια των άλλων, το προσωπικό της δράμα, τις αποφάσεις της, το τέλος της. με όλα αυτά τα επιμέρους στοιχεία, διάσπαρτα στο βιβλίο, να δημιουργείται μια ιδιαίτερα σημαντική παρουσία-προσωπικότητα.
Αργότερα σκέφτηκε πόσο λίγα είναι αυτά που μας μένουν
από κάθε άτομο που έρχεται ακάλεστο στη ζωή μας μέσα στον χρόνο… ίσως ελάχιστα
ψήγματα της ύπαρξής του, που κι αυτά ύστερα παίρνουν τον δρόμο της λησμονιάς.
Κάπως έτσι συμβαίνει με όλους, μέχρι να φτάσουμε σ’ εκείνο το αναπόδραστο
σημείο, που κανείς πια δεν μπορεί να μας σκέφτεται… ούτε καν να μας θυμάται…
σαν να μην υπήρξαμε ποτέ. (σσ. 115-116).
Στην αξία του βιβλίου, πέρα
από την πλοκή γύρω από τις περιδινούμενες ανθρώπινες σχέσεις, προστίθεται η
διάθεση της Μανάκη να μην αφήσει χωρίς στοχαστικές προεκτάσεις και
ψυχαναλυτικές διεισδύσεις κανένα από τα σημεία εκείνα που ίσως κάποιος άλλος,
μένοντας στην επιφάνεια της αφήγησης, θα τα είχε προσπεράσει. Η μυθοπλασία,
όμως, ξεχωρίζει όταν υπερβαίνει τις ίδιες τις λέξεις της, όταν βλέπει πίσω από
αυτές και ανοίγει τον ορίζοντα της. Όπως
ακριβώς συμβαίνει εδώ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου