Σκοτεινά φλας «ενός» πολέμου
Αγγελική Πεχλιβάνη
ΑΩ εκδόσεις
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Το διαχρονικό σκηνικό της φρίκης • Fractal
Το διαχρονικό
σκηνικό της φρίκης
[…] Χρόνια μετά θα καίω το Χαλέπι και τη Βηρυτό. Θα φτάσω στην Παλμύρα.
Κανείς δεν θα με σταματήσει. Ούτε ο Ευφράτης, ούτε κανένας ποταμός. Η
αναζωπύρωσή μου στους αιώνες είναι η μοίρα μου. Και η δικιά σας. (VIII).
«Πόλεμος πάντων μεν πατήρ εστί,
πάντων δε βασιλεύς, και τους μεν θεούς έδειξε τους δε ανθρώπους, τους μεν
δούλους εποίησε τους δε ελευθέρους», σύμφωνα με τον Ηράκλειτο. Με τη
φιλοσοφική, φυσικά, διάθεση κατανοούμε αφενός την πάλη όλων των αντιθέτων, σε
μια διαλεκτική ανταλλαγή, προκειμένου να προκύψει η σύνθεση, η δημιουργία του
νέου, αφετέρου κατανοητή επίσης και η φυσική διαδοχή στη βάση της ισχύος. Σε
μία παρεξηγημένη, ωστόσο, εκδοχή, μοιάζει ο πόλεμος των όπλων και της
απροκάλυπτης βίας να βρίσκει στον «σκοτεινό» φιλόσοφο το άλλοθι που χρειάζεται
για να αθωωθούν οι άνομες και ανήθικες πράξεις του.
Και η ποίηση, πώς
τοποθετείται απέναντι στον «πόλεμο», που, όπως σωστά γράφει στον τίτλο του
πρόσφατου ποιητικού πονήματός της η Αγγελική Πεχλιβάνη, ένας είναι, ίδιος παντού και πάντοτε, κι ας
θέλουμε να τον βαφτίζουμε με τίτλους-μάσκες, μήπως και τον αποενοχοποιήσουμε.
Μέσα σε δεκαεννέα κείμενα πεζόμορφα, αφηγηματικού ποιητικού ρυθμού και
ποιητικής πρόθεσης, η Πεχλιβάνη εξιστορεί τον πόλεμο με τις διαφορετικές του
μορφές, που όμως μία εν τέλει είναι, αυτή που σκορπίζει θάνατο, που κατακαίει
και αφανίζει, που καθιστά την αδικία κυρίαρχη. Καθώς ποιητικά θα περιηγηθεί σε
χώρο και χρόνο (συνυπάρχουν οι βίαιες μεθοδεύσεις του «πατερούλη» Στάλιν με το
δικό μας Δίστομο και την Καισαριανή, οι φονικές μάχες των δύο μεγάλων πολέμων,
με το δράμα της Ουκρανίας, της Παλαιστίνης, ο
Μικρασιατικός πόλεμος των δύο όψεων και των δύο λαών με τη δολοφονία του
Σωτήρη Πέτρουλα, η συμφωνία του Σοστακόβιτς στο πολιορκημένο Λένινγκραντ με την
Ίβο Τζίμα, το Ημερολόγιο καταστρώματος
του Σεφέρη με τη σονάτα του Προκόφιεφ) θα φέρει στο προσκήνιο στιγμές και
γεγονότα, σύντομα φλας της φωτογραφικής της μνήμης και ματιάς για να δείξει
τραγικές αποτυπώσεις της ιστορίας. Πρόκειται για ξεκάθαρη, άμεση τοποθέτηση,
καθιστώντας την ποίηση, πέραν της αισθητικής της αξίας (αναμφισβήτητη στην
περίπτωση της Πεχλιβάνη), έναν τρόπο παρέμβασης στα κοινωνικά και πολιτικά
πράγματα. Και αυτό χωρίς να έχει ανάγκη πολιτικής ταμπέλας. Ο πολιτικός σκοπός,
όπως υπηρετείται από την ποίηση, δεν καθορίζεται από εύκολα συνθήματα, ούτε
περιορίζεται από πολιτικές «γραμμές».
Αλλά και η αισθητική αυτής της ποίησης καταδεικνύει το ήθος της. Ο τρόπος που η ποιήτρια προσεγγίζει την τραγικότητα, χωρίς υπερβολές αλλά με την επιλογή του λιτού περιεκτικού λόγου, με τη δύναμη των λέξεων να αποτυπώνουν πολύ περισσότερα από όσα ως κώδικες συμβατικοί αντέχουν, φανερώνει μια ποίηση ξεχωριστής αξίας.
Σκέφτομαι αν αυτή η ποίηση
έχει μέσα της φως. Τα φλας, σκοτεινά στον τίτλο απηχούν το σκοτάδι που καλύπτει
τη βία και το αίμα. Σε όποια από τις δεκαεννέα ποιητικές της ιστορίες κι αν
κοιτάξουμε αντικρίζουμε ένα σκοτεινό αδιέξοδο. Κι όμως, τα πρόσωπα αναζητούν το
φως να έρθει έστω και για ένα δέκατο του δευτερολέπτου, όσο διαρκεί η στιγμιαία λάμψη, από ένα ανοιχτό
παράθυρο ανάμεσα στα αναχώματα, από τα τριαντάφυλλα που εξακολουθούν να ανθίζουν,
γιατί οι νεκροί εδώ και πενήντα χρόνια στην Κερύνεια τα έχουν ανάγκη να τα
βλέπουν έτσι, ένα φλας που θα τους βρει καταπρόσωπο, να σταθεί αντιστικτικά
απέναντι στα άλλα, τα σκοτεινά του «ενός» πολέμου. Διαβάζω το εξαιρετικό XIII
και διακρίνω ένα μικρό φως σαν λειψή ελπίδα:
Το κακό το βλέπεις καθώς πλησιάζει. Χιλιάδες αρουραίοι
ξεχύνονται στην πόλη, και τα τραμ σταματούν να περάσουν οι ορδές τους. Οι
νεκροί μένουν άταφοι –ο πάγος σκάβεται δύσκολα–, τους τυλίγουν σε κουρτίνες και
χράμια, τους αφήνουν στους δρόμους ή τους ρίχνουν στον Νέβα.
Το κακό το μυρίζεις σαν έρχεται, (Όχι, αυτοί οι νεκροί
δεν μυρίζουν, μήτε σαπίζουν. Τα μέλη τους είναι φρέσκα και τραγανά.) Μυρίζει
δέρμα που βράζει, λίπος καμένο και «βότκα του κομισάριου», δεύτερη.
Τις μέρες
αυτές, ο θάνατος είναι απλώς μια διάσταση, όπως ο χώρος και ο χρόνος· ξαπλώνεις
στο κρεβάτι σου και δεν ξανασηκώνεσαι ποτέ. Παρακολουθείς τα ίχνη του αρχαίου
φόβου, χωρίς να φοβάσαι. Μόνο πεινάς (η πείνα υπερισχύει του φόβου). Ακούς τον
θρήνο του αίματος –το ακούς το κακό– ακούς Σοστακόβιτς και τον πάγο να σπάει
στη λίμνη Λατόγκα.
Τότε, σ’ ένα παράθυρο βλέπεις μια γάτα με τα γατιά της
και αίφνης νιώθεις την άνοιξη· ξέρεις πως θα νικήσεις κι αυτή τη φορά. (XIII, σ. 26).
Λειψή ελπίδα, γιατί ξανά και
ξανά οι σκοτεινοί μηχανισμοί της βίας θα αναζητήσουν νέο αίμα. Η ποίηση, όμως,
έκανε το χρέος της.
Ανάμεσα στα ποιήματα
φωτογραφίες ασπρόμαυρες (Ιωάννα Φραγκοστεφανάκη) υπογραμμίζουν τα σκοτεινά
τοπία. Σε εξώφυλλο και οπισθόφυλλο έργα της Αρετής Κατσιγιάννη. Από τις ΑΩ
εκδόσεις με κλασική βιβλιοδεσία, που δεν τη συναντάμε πια συχνά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου