Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024

ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ Γκυστάβ Φλωμπέρ Όπως θέλετε – Λύσσα και αδυναμία Μετάφραση: Έφη Κορομηλά Εκδόσεις Ερατώ

 ΝΕΕΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΕΣ

Γκυστάβ Φλωμπέρ


Όπως θέλετε – Λύσσα και αδυναμία


Μετάφραση: Έφη Κορομηλά
Σελίδες: 160, Τιμή: 12.72 ευρώ
ISBN: 978-960-229-385-0
Εκδόσεις Ερατώ

 


Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Ερατώ το βιβλίο του Γκυστάβ Φλωμπέρ «Όπως θέλετε – Λύσσα και αδυναμία».

Δύο ιστορίες του Γκυστάβ Φλωμπέρ, πραγματικά θρίλερ και που για πρώτη φορά δημοσιεύονται στην ελληνική γλώσσα, βρίσκονται στις σελίδες του βιβλίου αυτού.

Στην ιστορία «Όπως θέλετε (Quidquid Volueris)» ο Ντζαλιόχ ένα υβριδικό πλάσμα, γέννημα ενός απάνθρωπου πειράματος, έχει μια τρυφερή καρδιά που πάλλεται από έρωτα και υποφέρει από την σκληρή απόρριψη όχι μόνο από τη γυναίκα που αγαπά, αλλά και απ’ όλο το περιβάλλον στο οποίο βρέθηκε να ζει παρά τη θέλησή του. Το πάθος και η απογοήτευση θα πυροδοτήσουν τα πρωτόγονα ένστικτα που καταπνίγει και που θα τον ωθήσουν σε πράξεις αποτρόπαιες, φρικιαστικές, μακάβριες. Η ίδια μακάβρια νότα υπάρχει και στην περιγραφή της ωραίας και αιθέριας νέας, που ο Φλωμπέρ σπεύδει να μας την περιγράψει μέσα στον τάφο της.

Στην δεύτερη ιστορία με τίτλο «Λύσσα και αδυναμία», ο νεαρός συγγραφέας οδηγεί τον αναγνώστη μέσα σε έναν τάφο όπου συναντά έναν θαμμένο ζωντανό και γνωρίζει την τρομερή αγωνία του, τους στοχασμούς του για τον Θεό και τον Διάβολο, την απελπισμένη προσπάθειά του να σωθεί.
Εκ πρώτης όψεως, αυτή η μανία, θα λέγαμε, του συγγραφέα εκπλήσσει: πώς είναι δυνατόνς ένας έφηβος 15, 16 ετών να έπλαθε με τη φαντασία του και να περιέγραφε με την πέννα του τέτοιες μακάβριες σκηνές με τα πιο σκληρά και σκοτεινά χρώματα;


Εκδόσεις Ερατώ
Βαλτετσίου 39, 10681 Αθήνα, Τηλ. 210 3830323
archetypo.com.gr,
eratobooks@gmail.com

 

Του καιρού που επιμένει Μικρά και μεγάλα πεζά Μαρία Στασινοπούλου εκδόσεις Κίχλη η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

 

Του καιρού που επιμένει

Μικρά και μεγάλα πεζά

Μαρία Στασινοπούλου

 εκδόσεις Κίχλη

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ. Με τη γοητεία του απλού • Fractal (fractalart.gr)



 


Με τη γοητεία του απλού

 

Σχολιάζοντας πριν από μερικά χρόνια τα μικρά πεζά της Μαρίας Στασινοπούλου, είχα πει: «Αυτά τα κείμενα τα αγαπάς. Ίσως χωρίς να ξέρεις ακριβώς τον λόγο, αλλά και χωρίς να χρειάζεται να τον εξηγήσεις». Παρακολουθώντας τη γραφή της στις επόμενες εκδοτικές της καταθέσεις εξακολουθώ να χαίρομαι την αξία των κειμένων της, τον λιτό, περιεκτικό της λόγο, τη θεματική της που ενσωματώνει την καθημερινότητα με μοναδικό τρόπο· το καθημερινό μπορεί να είναι από κοινότοπο έως παράξενο, διατηρώντας πάντοτε μέσα του τη γοητεία του απλού.

Η Στασινοπούλου αποτυπώνει τόσο προσωπικές μνήμες από τον δικό της βιωματικό χρόνο, όσο και το αποκύημα της πολύτιμης, για τη συγγραφική θεματική,  παρατήρησης, που εμπλουτίζει τον δικό της ορίζοντα, μεταφέροντας αλλότριες εικόνες. Σε κάθε περίπτωση παρών ο χρόνος, με την ικανότητα να διαστέλλει τις μνήμες, μέχρι να ενδυθούν τη σύγχρονη ματιά, με την όποια αναπόφευκτη αλλοίωση που φέρνει η απόσταση αλλά και η ωριμότητα. Έχει ενδιαφέρον, ωστόσο, πως η γραφή αυτή μπορεί και διατηρεί αναλλοίωτο ένα «παιχνίδισμα» του λόγου, μια ματιά συχνά περιπαικτική, χιουμοριστική όποτε χρειάζεται, πιο αυστηρή ή και αυτοσαρκαστική, πάλι κατά περίπτωση.



Επιφανειακά πολυπρόσωπη η αφήγηση, με την εναλλαγή των προσώπων σε κάθε ιστορία, στην ουσία, όμως, ο αφηγητής ένας, ταυτιζόμενος με το συγγραφικό υποκείμενο που μεταλλάσσεται άλλοτε ως πρωτοπρόσωπη μνήμη βιωματική, άλλοτε ως τριτοπρόσωπη παρατήρηση, άλλοτε με διάλογο προσώπων και άλλοτε με εξιστόρηση γεγονότων. Η τεχνική αυτή ως επιλογή απαιτεί τον κατάλληλο κάθε φορά χειρισμό της γλώσσας, ώστε να καταλήγει πειστική η αφήγηση. Η Στασινοπούλου, έμπειρη της γραφής, κατέχει άριστα τόσο τους αφηγηματικούς τρόπους όσο και τις αφηγηματικές τεχνικές. Έτσι, εντυπωσιάζει, πιο πολύ και από τη θεματική της, για τον τρόπο που παρουσιάζει τις μικρές της ιστορίες. Είναι η τέχνη του απλού, στη μορφή ενός μικρού πεζού. Να μπορείς, δηλαδή, να λες τόσα μόνον, ώστε να αφήνεις στην αναγνωστική φαντασία το «πριν» της αφήγησης όσο και το «μετά», ακόμη και αν (ή κυρίως αν) αυτό απαιτεί την ενεργό «συμμετοχή» του αναγνώστη στο σκηνικό της κάθε ιστορίας, κάτι που αποτελεί το ευκταίον κάθε γραφής· άλλωστε, γνωστό αυτό, όσα γράφονται δεν τελειώνουν ποτέ με την καταληκτική τελεία, αλλά παραμένουν ανοιχτά  σε κάθε νέα ανάγνωση, ακόμα και του ίδιου του δημιουργού τους.

Στην προηγούμενη συλλογή της (Ασκήσεις αντοχής στον χρόνο, Κίχλη, 2021) αναμετρήθηκε με τον χρόνο που ρέει ασταμάτητα, έχοντας βάλει αντέρεισμα τη μνήμη που αντέχει, που κατορθώνει να αντιμάχεται τη λήθη, να καθυστερεί τη φθορά. Τώρα, σε μια φυσική συνέχεια (και με την εύγλωττη συνδρομή της κλεψύδρας στο εξώφυλλο), η επισήμανση στον «καιρό που επιμένει» παραπέμπει περισσότερο στη γραφή της που επιμένει να παλεύει τον χρόνο, να τον φέρνει στα μέτρα της, να μοιράζεται έναν λόγο αισιόδοξο και παρηγορητικό.

Επιλέγω δύο από τα κείμενα αυτού του βιβλίου, για άλλο λόγο το καθένα.

Το πρώτο, γιατί μέσα σε μόλις λίγες λέξεις δίνει τη δική της «κλεψύδρα», τη δική της αίσθηση για τη ροή του χρόνου και τη συνακόλουθη ρέουσα επίσης σειρά διαδοχικών θανάτων:

 

Παλιότερα πίστευα ότι ο άνθρωπος πεθαίνει μόλις σταματήσει η μνήμη. καθώς περνούν τα χρόνια, αναθεωρώ. Ο άνθρωπος υφίσταται πολλούς, διαδοχικούς θανάτους. Μεγάλο μερίδιο ευθύνης γι’ αυτό έχουν οι αισθήσεις. Όταν δεν βλέπει κανείς την ομορφιά ή την ασχήμια, όταν δεν ακούει το τιτίβισμα των πουλιών ή τις κόρνες των αυτοκινήτων, όταν η όσφρηση δεν ξεχωρίζει μυρωδιές, όταν η γεύση δεν αναγνωρίζει τη νοστιμιά, αλλά κυρίως όταν η αφή χάνεται από τα ακροδάχτυλα της παλάμης, «η αφή, η ακριβεστάτη αίσθηση», όπως έλεγε ο Αριστοτέλης… Όλες αυτές τις φορές ο άνθρωπος υφίσταται έναν θάνατο. («Διαδοχικοί θάνατοι»).

 

Το δεύτερο, γιατί αποτυπώνει, συνδυάζοντας τον δικό της λόγο με αυτόν του Αλμπέρ Καμύ, με τόση ακρίβεια την έννοια της γοητείας. Δεν θα έβρισκα πιο κατάλληλο κείμενο για να απαντήσει στην ερώτηση «γιατί αρέσει η γραφή της Μαρίας Στασινοπούλου;»:

 

Δεν ήξερε τι ακριβώς είναι η γοητεία. Εκείνο που απολάμβανε όμως από τότε που κατάλαβε τον εαυτό του ήταν η διάθεση των φίλων να τον εξυπηρετούν και να είναι πλάι του στις δύσκολες στιγμές. Και ήρθε το τσιτάτο απ’ τον Καμύ, ο οποίος και άλλες φορές τού είχε δώσει λύσεις: «Γοητεία είναι ένας τρόπος να παίρνεις την απάντηση “ναι”, χωρίς να έχεις κάνει κάποια ερώτηση». («Γοητεία»).


Διώνη Δημητριάδου

 

 

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2024

Παναΐτ Ιστράτι Κυρά Κυραλίνα Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη Επίμετρο: Σταύρος Ζουμπουλάκης Εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

 

Παναΐτ Ιστράτι

Κυρά Κυραλίνα

Μετάφραση: Ρίτα Κολαΐτη

Επίμετρο: Σταύρος Ζουμπουλάκης

Εκδόσεις Μεταίχμιο

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Panaït Istrati: «Κυρά Κυραλίνα» (diastixo.gr)

 


Τη γνωριμία με τον Παναΐτ Ιστράτι οι περισσότεροι την κάναμε μέσω του Καζαντζάκη, ως όνομα αρχικά και κατόπιν αναζητώντας τα γραπτά του. Λησμονημένος εν πολλοίς σήμερα, παρεξηγημένος κατά καιρούς, περιφρονημένος από πολλούς αλλά και εκθειασμένος για τον τρόπο γραφής του από άλλους. Οι εκδόσεις Μεταίχμιο φέρνουν στην επιφάνεια, σε μετάφραση από την έμπειρη Ρίτα Κολαΐτη, ένα από τα γνωστότερα έργα του (μάλιστα το πρώτο που εκδόθηκε στη Γαλλία, το 1924, στη γαλλική γλώσσα, και τον έκανε ευρύτερα γνωστό), την Κυρά Κυραλίνα, ένα μυθιστόρημα σε τρία μέρη/τρεις μεγάλες αφηγήσεις, χωρισμένο, με το καθένα από αυτά να μπορεί να εκληφθεί και ως νουβέλα.

Ο αφηγητής είναι ο Αδριανός, ο οποίος μεταφέρει αφηγήσεις του Σταύρου που αφορούν η πρώτη τον αποτυχημένο γάμο του, η δεύτερη τη μητέρα του και την αδελφή του (την Κυρά Κυραλίνα) και η τρίτη την περιπλάνηση του Σταύρου στην Κωνσταντινούπολη και σε άλλα μέρη της Ανατολής. Όλο το βιβλίο παίρνει δικαιολογημένα τον τίτλο του από την ξεχωριστή μορφή της Κυράς Κυραλίνας, η οποία είναι το μόνο πλάσμα που ο Σταύρος αγάπησε και που, μετά την εξαφάνισή της, έθεσε μάταιο, όπως αποδεικνύεται, σκοπό της ζωής του να τη βρει. Όσο κι αν ο ίδιος ο Ιστράτι απέρριπτε τον χαρακτηρισμό που του απέδιδαν ως «μεγάλου παραμυθά» (φοβόταν μήπως τον πάρουν για αφηγητή ιστοριών μόνο), καθώς τον διαβάζεις με μια γλώσσα σε ακατάπαυστη ροή, με επιμέρους ιστορίες να ανοίγουν, εγκιβωτισμένες, δρόμο μέσα από την κύρια αφήγηση, σου θυμίζει τις Χίλιες και μία νύχτες, κι έτσι, ακόμα κι αν φοβηθείς τη σύγκριση, τουλάχιστον αποδέχεσαι τον χαρακτηρισμό του Ρομαίν Ρολλάν πως πρόκειται για έναν ιδιοφυή αφηγητή, «γεννημένο μυθογράφο της Ανατολής, που μαγεύεται και συγκινείται από τις δικές του διηγήσεις, κι αυτό τον συνεπαίρνει τόσο που σαν αρχινά μια ιστορία, κανείς δεν ξέρει, μήτε καν ο ίδιος, αν αυτό θα κρατήσει μια ώρα ή χίλιες και μία νύχτες». Ο Ρομαίν Ρολλάν είναι που τον ανακάλυψε, μαγεύτηκε από τη γραφή του, και τον παρότρυνε να εκδώσει τα γραπτά του, κάνοντας έτσι τη γνωριμία του αρχικά  με το γαλλικό κοινό.



Ο Ιστράτι δεν ακολουθεί στην ιστορία του την ευθεία/γραμμική χρονική αφήγηση, ξεκινώντας από τον αποτυχημένο γάμο του Σταύρου με τη Ρουμάνα Τινκούτσα, ως Ρουμάνος Ντόμνουλ Ισβοράνου, για να περάσει κατόπιν στην παιδική του ηλικία, ως Δραγομίρ (αυτό είναι το αληθινό όνομα του Σταύρου), δίπλα στη μητέρα και την πανέμορφη αδελφή του, την οποία αγαπά με πάθος, παρακολουθώντας την έκφυλη ζωή τους, καθώς οι δύο γυναίκες καθημερινά εναλλάσσουν τους ερωτικούς συντρόφους τους («μουσαφίρηδες», όπως τους ονομάζουν). Ο πατέρας, μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό τις κακοποιούν και τις δύο με βαναυσότητα. Ο  μικρός Δραγομίρ όταν απομείνει μόνος με την αδελφή του, θα παρασυρθεί και θα καταλήξει σκλάβος του Ναζίμ Εφέντη, προμηθευτή χαρεμιών, και θα χάσει για πάντα την αδελφή του, που θα πουληθεί σε χαρέμι. Δραπετεύει ο Δραγομίρ και μετά από νέες περιπέτειες καταλήγει στη Δαμασκό, όπου θα αλλάξει ταυτότητα, θα γίνει Έλληνας, με το  όνομά του πλέον να είναι Σταύρος. Ως Σταύρος θα γνωριστεί με τον πλανόδιο σαλεπιτζή μπαρμπα-Γιάννη, και πια μαζί θα περιπλανηθεί, μαθαίνοντας για λόγους επιβίωσης την τέχνη αυτή. Η συμπόρευσή του με τον «σοφό» γέροντα θα του αλλάξει τον τρόπο να βλέπει τη ζωή, θα τον διαμορφώσει πλέον ως ενήλικα.

 

Τη ζωή ενός ανθρώπου δεν μπορείς μήτε να την πεις μήτε να τη γράψεις. Τη ζωή ενός ανθρώπου που αγάπησε τη γη και τη διέτρεξε, είναι ακόμα πιο δύσκολο να τη χωρέσεις σε μια διήγηση. Κι αν ο συγκεκριμένος άνθρωπος ήταν ένας παθιασμένος, που γνώρισε όλα τα σκαλιά της ευτυχίας και της εξαθλίωσης περιδιαβαίνοντας τον κόσμο, τότε είναι σχεδόν αδύνατο να δώσεις μια ζωντανή εικόνα της ζωής του. Αδύνατο, πρώτα για τον ίδιο· και μετά, για όσους θελήσουν ν’ ακούσουν την ιστορία του. Η σαγήνη, η γλαφυρότητα, το ενδιαφέρον για τη ζωή ενός ανθρώπου με ψυχή δυνατή, θυελλώδη και συνάμα τυχοδιωκτική, δεν βρίσκεται πάντα στα πιο σπουδαία συμβάντα της ζωής του. Πολύ συχνά, η ομορφιά βρίσκεται στις λεπτομέρειες. Μα ποιος θέλει ν’ ακούει λεπτομέρειες; Ποιος τις απολαμβάνει; (σσ. 232-233).

 

Από όλη την αφήγηση του Σταύρου στον Αδριανό, διαφαίνεται η ακατάπαυστη επιθυμία του για την ελευθερία, στοιχείο που χαρακτηρίζει όλους τους ήρωες του Ιστράτι, ακόμα και αν το κόστος είναι μια αέναη περιπλάνηση σε αναζήτηση της ευτυχίας, μέσα από διαφορετικές ταυτότητες και εναλλαγή των εθνοτήτων – άλλωστε, ο Ιστράτι, γεννημένος το 1884 στη Βραΐλα της Ρουμανίας από Ρουμάνα μητέρα και Έλληνα πατέρα, δεν θα μπορούσε παρά να έχει μια (πρωτοποριακή για την εποχή του) διεθνιστική αντίληψη, η οποία αποτυπώνεται και στο έργο του. Ο ήρωάς του Δραγομίρ/Σταύρος/Ντόμνουλ νιώθει πατρίδα του όποιο μέρος μπορεί να του δώσει την αίσθηση της ελευθερίας, μιας νομαδικής ελευθερίας. Καθόλου τυχαίο, θα λέγαμε, ο Καζαντζάκης βρήκε στο πρόσωπό του ένα «σύντροφο των μακρινών ταξιδιών», όπως τον αποκαλεί σε επιστολή του από το Τόκιο, στις 19 Μαρτίου 1935. Η έκδοση συμπληρώνεται από Επίμετρο του Σταύρου Ζουμπουλάκη, με τον εύγλωττο τίτλο «Το βαρύ τίμημα της ελευθερίας».

Συγγραφέας με έκδηλη «ελληνικότητα», πλάνης των πολιτισμών, σε διάλογο του ελληνικού με τον βαλκανικό, με χαρακτηριστικά των γραφιάδων της Ανατολής, ιδιοφυής οπωσδήποτε στην εξέλιξη των μύθων του με διαρκείς ανατροπές, δικαιούται μια θέση ξεχωριστή ανάμεσα στους κλασικούς της γραφής. Οπότε, ευχής έργο, η υπενθύμιση της παρουσίας του από τις εκδόσεις Μεταίχμιο. Όπως γράφει στο Επίμετρο ο Ζουμπουλάκης «οι αναγνωστικές προτιμήσεις των ανθρώπων αλλάζουν, και από αυτή την αλλαγή άλλοι συγγραφείς του παρελθόντος κερδίζουν και άλλοι χάνουν». Θα συμφωνήσουμε μαζί του πως αυτή είναι η «παράδοξη μοίρα των βιβλίων».

Διώνη Δημητριάδου