Πέμπτη 18 Ιουλίου 2024

«Θηρίο ή θεός» της Διώνης Δημητριάδου ΑΩ εκδόσεις Γράφει η Χριστίνα Λιναρδάκη Η πρώτη δημοσίευση στο STIGMALOGOU.GR

 

 

«Θηρίο ή θεός» της Διώνης Δημητριάδου

 ΑΩ εκδόσεις

Γράφει η Χριστίνα Λιναρδάκη

Η πρώτη δημοσίευση στο STIGMALOGOU.GR

Δύο βιβλία για το καλοκαίρι(;) - StigmaLogou

 



Οι (συγ)χρονισμοί είναι σημαντικοί, ακόμη και στη λογοτεχνία. Με αυτή την κάπως βαρύγδουπη φράση, θέλω να πω ότι έχει σημασία και το πότε διαβάζει κάποιος ένα βιβλίο, μέσα σε ποια προσωπική συνθήκη. Εγώ ας πούμε πήρα να διαβάσω το βιβλίο της Διώνης στις διακοπές μου, που φέτος ξεκίνησαν πολύ νωρίς. Λάθος, προφανώς – γιατί η χαρούμενη περίσταση των διακοπών ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με την ατμόσφαιρα του βιβλίου που είναι αρκετά βαριά. Αυτό δεν λέει βέβαια τίποτα για το βιβλίο της Διώνης, το οποίο είναι αριστούργημα.

 

Η γενικά βαριά ατμόσφαιρα λοιπόν του βιβλίου οφείλεται στο γεγονός ότι ο πρωταγωνιστής του, Ευγένιος, νιώθει βαθιά θλιμμένος εξαιτίας κάποιου ασήκωτου προσωπικού βάρους την ίδια στιγμή που στοχάζεται εντατικά για την ανθρώπινη ελευθερία. Μόνο πολύ αργά στο βιβλίο (στη σελίδα 91 από τις 95 συνολικά) μαθαίνει ο αναγνώστης ποιο είναι το βάρος που κουβαλάει ο Ευγένιος και δεν είναι άλλο από την απώλεια της συντρόφου του, Ελένης. Είναι μια αποκάλυψη που φωτίζει τον αναγνώστη και τον γεμίζει κατανόηση. Γιατί, ναι, είναι κατανοητό ότι μαζί με τον/την σύντροφο φεύγει ένα κομμάτι του εαυτού μας (ενδεχομένως το πιο λειτουργικό) και μένουμε λειψοί. Είναι κατανοητό ότι το φως του κόσμου μπορεί να σβήνει για μας, έτσι που να μοιάζει να μας περιστοιχίζει το σκοτάδι:

 

“Τώρα το μόνο που μπορούσε να σκεφτεί ήταν μια μαύρη εικόνα που του σκέπαζε κάθε τι το ζωντανό και ελπιδοφόρο για το αύριο. Η μαύρη εικόνα που είχε επισκιάσει ό,τι μέχρι τότε μπορούσε να ονομάσει ζωή, ελπίδα, προοπτική. Το αύριο απλώς δεν υπήρχε. Η Αθήνα εξακολουθούσε να κοιμάται κι αυτό το μεσημέρι, τα μισόκλειστα παράθυρα και πάλι απέπνεαν κάποια διάθεση γαλήνης, ησυχίας, οι δρόμοι ήταν, όπως κάθε μεσημέρι χρόνια τώρα, όλα τα χρόνια της ζωής του, ίδιοι μέσα στην ηρεμία της ανάπαυσης. Αυτόν, όμως, δεν τον αφοροόυσε αυτή η σιωπή. Είχε να εξοικειωθεί με τη δική του σιγή και παύση, να συμφιλιωθεί με την προσωπική του χρωματική κλιμακα, όλη να βάφει το δικό του σκοτάδι” (σσ. 79-80).

 

Μέσα στο σκοτάδι, όλοι μπορούμε να χαθούμε. Ιδίως όσοι έχουμε συνηθίσει σε μια τόσο δραστική εσωτερίκευση του κόσμου, που να συγχέουμε τον εξωτερικό με τον εσωτερικό. Επιπλέον, όταν όλα είναι μαύρα μέσα και γύρω μας, τα πράγματα λειτουργούν σε φαύλο κύκλο γιατί είναι ανθρώπινο να θέλουμε να γαντζωθούμε από ό,τι έχουμε πιο κοντινό: τη διάνοιά μας, τη μελέτη, την έρευνα – δηλαδή να οδηγηθούμε σε περαιτέρω εσωτερικεύσεις. Έτσι και ο Ευγένιος στοχαζόταν, ολοένα. Κυρίως περί της, κατά Αριστοτέλη, φύσης εκείνου του ανθρώπου που δεν ανήκει στο κοινωνικό σύνολο και της κατάταξής του στην τάξη ή των θηρίων ή των θεών.

 

Ο Ευγένιος όμως δεν επιλέγει καμία από τις δύο τάξεις, αν και ίσως οι παλιοί του γνωστοί – ορμώμενοι από την απομόνωσή του  – να τον κατέτασσαν σε κείνη του θηρίου, εκτός από τους λίγους που πραγματικά τον εκτιμούσαν οι οποίοι θα τον κατέτασσαν στη θεϊκή. Αντίθετα, ο Ευγένιος αντιπροτείνει τον ελεύθερο άνθρωπο που ενδέχεται, ένεκα του πνεύματος της ελευθερίας που τον διακατέχει (παρεμπιπτόντως, διαβάστε και το χθεσινό μας ποίημα της Δευτέρας από τη Λένια Ζαφειροπούλου που μιλάει για τον άνθρωπο και την ελευθερία), να οδηγηθεί εντέλει στην τραγικότητα: τον νοήμονα άνθρωπο, τον έξυπνο και γνωστικό. Τον άνθρωπο που κάνει ό,τι μπορεί για να αποφύγει τη μοίρα η οποία στέκεται πάνω από θεούς και ανθρώπους, καθορίζοντας όλους, αλλά τελικά δεν την αποφεύγει. Τον άνθρωπο του οποίου πρότυπο, στον μύθο, ήταν ο Οιδίποδας.

 

Ο Ευγένιος είναι ένας χαρακτήρας μάλλον πλασμένος κατά τα πρότυπα του ρομαντισμού: με μια σκιά πάνω του που δεν επιθυμεί να αποτινάξει, αλλά μάλλον επιζητεί, την ίδια στιγμή που κάνει λόγο για ελευθερία σαν γνήσιος απόηχος των σκοτεινών ηρώων του Μίλτον. Με μόνη διαφορά ότι ο Ευγένιος έρχεται υποκινούμενος  από τη θέση της απώλειας και όχι από υπαρξιακά κινήτρα.

 

Η νουβέλα της Διώνης (Θηρίο ή θεός, εκδόσεις ΑΩ, 2023) χρησιμοποιεί διάφορους τύπους γραφής: το ημερολόγιο, τις ανοικτές επιστολές, τον δοκιμιακό λόγο, τις σημειώσεις. Όλα συναρμόζονται για να καθοδηγήσουν τον αναγνώστη στον δρόμο προς τη διαμόρφωση των μεγάλων ερωτημάτων, στον προβληματισμό επί των απαντήσεων, εντέλει στη βαθύτερη κατανόηση της ανθρώπινης συνθήκης.

 

Χριστίνα Λιναρδάκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου