Σάββατο 13 Ιουλίου 2024

Η ομορφιά του πυράκανθου Έλενα Δαρούσου εκδόσεις Ο μωβ σκίουρος η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

 

Η ομορφιά του πυράκανθου

Έλενα Δαρούσου

 εκδόσεις Ο μωβ σκίουρος

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500 ΛΕΞΕΙΣ

ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Ένα «ήσυχο βάθος» • Fractal (fractalart.gr)

 



Ένα «ήσυχο βάθος»

 

Πρώτο βιβλίο για την Έλενα Δαρούσου, δεκατρείς ιστορίες που αναζητούν, εν μέσω ασφυκτικά κλειστών τοπίων, την ανθρώπινη παρουσία, όπως ήταν κάποτε ή όπως θα έπρεπε ακόμη να είναι. Οι ήρωες ζουν στιγμές (αυτές αποτυπώνονται στις ιστορίες), σαν να «κόβεται» ο χρόνος και να τους αναλογεί ένα μικρό κομμάτι ζωής για να δείξουν ποιοι είναι. Είναι τέχνη, οπωσδήποτε, να καταφέρεις να δώσεις το περίγραμμα του κάθε προσώπου (ταυτόχρονα αχνό περίγραμμα ζωής) μέσα στο οποίο ομαλά θα ενταχθούν οι στιγμές που αποτελούν τον καμβά για να υφανθεί η πλοκή. Μέσα σε ένα κλίμα υπόκωφης θλίψης, οι ήρωες νοσταλγούν, ονειρεύονται, επινοούν αλλαγές, μονολογούν, εξομολογούνται. Αν και οι ιστορίες είναι όλες διαφορετικής θεματικής, ακολουθούν ένα αόρατο νήμα που τις κρατά στην ίδια ευθεία, να μην παρεκκλίνουν από μια αρχική ιδέα που φαίνεται να κατευθύνει τη γραφή αυτή, δηλαδή να παραμεριστεί με κάθε τρόπο  το υπαρκτό τοπίο για να αναδυθεί ο έσω κόσμος.

Στρέφομαι για λίγο στο εξώφυλλο (Κωνσταντίνος Μάσσος, What do you see when you look at me?, εικόνα ενταγμένη στη σχεδίαση του εξωφύλλου από τη Μιχαήλα Πλιαπλιά). Και μόνο το πλακάκι του δαπέδου παραπέμπει σε άλλη εποχή, με το κορίτσι να σταματά για λίγο την κίνηση της αιώρας για να μας κοιτάξει και να μας απευθύνει την άηχη ερώτηση. Έτσι και οι ιστορίες της Δαρούσου, μας κοιτάζουν κατευθείαν στα μάτια, με ειλικρίνεια, με αναμονή μιας απάντησης στο ερώτημα: «αλήθεια, όταν μας διαβάζεις, τι σκέφτεσαι; Οι ήρωες μέσα μας σου μοιάζουν;» Όλες μιλούν για ένα «ήσυχο βάθος», όπως αυτό αφήνεται να φανεί μέσα από μικρές ανατροπές, μικρές «επιστροφές» στο πριν της ζωής, όταν όλα μοιάζαν διαφορετικά, ή στο μετά (το όποιο μετά) μήπως κι όλα αλλάξουν, ή αλλού μέσα από μια μικρή συμφιλίωση με την πραγματικότητα.  

 

[…] Βούρτσισε πολλή ώρα τα φρεσκολουσμένα μαλλιά της πριν τα δέσει ψηλά με την κορδέλα, που είχε περισσέψει από το φόρεμα μιας κούκλας. Καρφίτσωσε στο κουμπί του λαιμού το παλιό καμέο της γιαγιάς της, που το είχε τόσα χρόνια στο κουτί. Έσφιξε τη ζώνη στη μέση της· δεν ήταν πολύ λεπτή, όχι, αλλά ήταν η μέση της. Κι ένιωσε την ομορφιά να της ανταποδίδει το χαμόγελο μέσα απ’ τον καθρέφτη. Ναι. Ήταν το δικό της μικρό θαύμα. («The dolllmaker», σσ. 66-67).


 

 Η ιδιαίτερη γραφή της Δαρούσου βάζει την τελεία σε κάθε ιστορία, όταν πιστεύεις ότι έχει ακόμη κάτι να πει. Έχει δύο πλεονεκτήματα αυτό το «ξάφνιασμα» του τέλους. Το ένα αφορά τη διαπίστωση (κοινή πεποίθηση σε όλους, κι ας μην την ακολουθούν πολλοί) πως οι ιστορίες δεν τελειώνουν ποτέ· οι ιστορίες που αφηγούμαστε αποτελούν μικρές στάσεις στην αδιάκοπη ροή του χρόνου, ένα διήγημα (κυρίως αυτή η μορφή γραφής) δημιουργεί ένα στεγανό  χώρο, μέσα στον οποίο χτίζεται η ιστορία, δομείται η πλοκή, βρίσκουν τόπο να σταθούν οι ήρωες. Το δεύτερο αφορά τον αναγνώστη που, έτσι, προκαλείται (ή προσκαλείται) να συνεχίσει με τις δικές του προσλαμβάνουσες, τα δικά του βιώματα. Και στις δύο περιπτώσεις κερδισμένη η γραφή.

Ένα σχόλιο, τέλος, για τον τίτλο που στεγάζει όλα τα διηγήματα. Απηχεί την ελπίδα ότι δεν γίνεται όλα να τελειώνουν άδοξα, σαν να λειώνουν ο πάγοι και να μας καταπίνει το νερό. Πάντα θα υπάρχει η άλλη εικόνα του κόσμου, που θα συγκινείται με την ομορφιά ενός πυράκανθου, μιας ανθισμένης αυλής με τα πολύχρωμα πλακάκια στο δάπεδο, με τα κόκκινα μαλλιά ενός κοριτσιού, με την ανάγνωση ενός βιβλίου. Κι αν αυτή την ελπίδα μπορεί να μας τη δώσει η λογοτεχνία, με τους δικούς της ιδιαίτερους, μαγικούς, τρόπους, ας πούμε πως κι αυτό είναι κάτι σπουδαίο.

 

[…] Η ζωή είναι ζεστή ύλη – μια φωσφορίζουσα ζύμη, που κρατάω στα χέρια μου κάθε στιγμή. Η κοκκινομάλλα από την Τρίτη τάξη μού χάρισε μια χούφτα μολύβια· μου φάνηκαν τόσο όμορφα. Στο διάλειμμα ένας παπαγάλος ήρθε και κάθισε στο δέντρο, φώναξα τα παιδιά να τον δουν. Παίρνω μήνυμα από έναν ξεχασμένο φίλο. Η ομορφιά του πυράκανθου με κάνει να δακρύζω. Όχι, ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να συμβεί πριν μπούμε στο χώμα. («Ανοιχτοί ορίζοντες», σσ. 104-105).

 

Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου