Ο Χρήστος Νιάρος γράφει για τα
Πορτρέτα
της Αθήνας Βογιατζόγλου
εκδόσεις Κέδρος 2021
Έχασε την ελπίδα πως θα
πεθάνει.
Ίσως είμαι αθάνατος,
σκέφτεται
όταν διαβάζει την Ιλιάδα
και προσπαθεί να
καταλάβει τα τερτίπια
του Δία και της Αθηνάς.
Ποτέ δεν ένιωσε το κεντρί
της εκδίκησης
την αλαζονεία, το ύψος
των νεφών.
Έπαιρνε τα πράγματα όπως
έρχονταν,
κι έτσι κατάφερε να θάψει
δυο παιδιά
και τρία εγγόνια.
Τώρα τα δισέγγονά του
αμιλλάται
σ’ αυτή την άσφαλτο που
κατακαίει ο ήλιος.»
Πορτρέτα της Αθήνας Βογιατζόγλου
εκδ.Κέδρος 2021
(αντί κριτικού σημειώματος, μικρές σκέψεις )
Του Χρήστου Νιάρου
Ποια είναι η αληθινή ιστορία των προσώπων και των πραγμάτων, όταν τα
αφηγούμαστε ή τα βλέπουμε στο χαρτί αποτυπωμένα; Στο μετά τους δηλαδή, που
αποτελεί και η δεύτερη και η τρίτη τους ευκαιρία, όταν τα ξαναδιαβάσουμε, όταν τα
αγγίζουμε, τι άλλο μπορεί να μας λένε; Ποια επίσης μπορεί νάναι η αληθινή
ιστορία του μύθου και των συμπερασμάτων του, της κάθε ιστορίας δηλαδή, που σε
χρόνους παράλληλους με το είναι μας, συγκριτικά και αναστοχαστικά,
έρχεται, φεύγει, χάνεται, αιθεροβατεί... και πότε ακριβώς γίνεται αυτό στα
υφάδια και στις κλωστές και στην λεπτομέρεια του χτες με το σήμερα, τι έμεινε,
τι αποκαθηλωθηκε, πόσο υπήρξε...
Ρητορικά ερωτήματα και σκέψεις με αποσιωπητικά, πηγαία και αυθόρμητα, έρχονται
στο παιγνίδι του χρόνου. Κάποια σελίδα,
κάποιο γεγονός, κάποιο ελάχιστο στον καθρέφτη του χρόνου μένει ακόμη μετέωρο όσο και να ’ναι καρφωμένο και
μακρινό. Αλλά και τα κατασταλαγμένα που
κάποτε δεν τα αμφισβητούσες,στο μετά τους, έρχονται και σε βρίσκουν χωρίς
καμμία δυσκολία. Αλλά και ως βίωμα ταυτότητας και ως λέξη, όλα
ταυτόχρονα από ένα κάποιο αλλού του χρόνου γίνονται μια αποδεκτή καινούργια πραγματικότητα. Όλα αυτά εννοείται ξανά και
ξανά. Όπως ακριβώς κοιτάμε μια φωτογραφία και μας κοιτάει και εκείνη. Περαστικοί και μόνιμοι κατοικούμε στα γιατί και στα θέλω και στα ναι και
όχι της κάθε ιστορίας της. Είναι όμως
όλα τους δεδομένα εν κινήσει. Όπως και ο
θάνατος χωρίς γιατί έχει γίνει πρό πολλού. Με μια ελπίδα πεθαίνουμε, με μια
ελπίδα κρατιόμαστε αθάνατοι, με ένα αχ, με ένα βαχ, με ένα σώμα. Όχι ανιστόρητα.
Απλώς ακούμε με τα χρόνια τα χνάρια της ιστορίας που πέρασε στην φλέβα και στο
μεδούλι μας, σαν δεδομένο χρήσης και ώσμωσης. Αλλά και σαν σκίρτημα μας
ακολουθεί στην πορεία και από άλλους δρόμους έρχεται να μας συναντήσει.
Όπως και η γλώσσα και τα πρόσωπα που είχαν και έχουν τον ρόλο τους σε όλη αυτή την διαδρομή. Και η Αθηνά Βογιατζόγλου,
στη δεύτερη ποιητική της συλλογή, στέκεται με παρρησία και στο φως αλλά και
στην όποια διάψευση του χρόνου και του ταξιδιού του. Στήνει μια παράσταση με
λεπτότητα στις εκφράσεις και στο πριν και στο μετά του χρόνου ζωγραφιζει
ιστοριές με μαεστρία. Στις γραμμές των
γραφών της τα ταξίδια είναι αθάνατα. Και με την ελπίδα και την σιωπή τους αναμετριέται.
Στέκεται με παρρησία και γνησιότητα,δωρικά και λυρικά, στις αντιθετικές εικόνες
που περνάνε απο μπροστά της και τις συμπληρώνει. Οι εικόνες και η πυξιδα του χτες μέχρι το μέσα μεδούλι του σήμερα υπάρχουν. Κεντρωμένα ακομη και τα
αυριανά. Όσο και να κατακαίνε, τσιμπηθηκανε και πέρασαν από πολλές δοκιμασίες. Καθε
εικόνα με νοηματική αλληλουχία μας την κομίζει. Από την Ιλιάδα επιστρέφει και
καταλήγει στην άσφαλτο. Όλα γίνονται μια διαρκής καθημερινότητα στην πορεία των
χρόνων. Σαν μια φωτογραφία, σαν ένα κάδρο που όλοι χωράμε και όλοι αφηγούμαστε,
ακόμη και αν σωπαίνουμε στο πλαίσιο και στο περίγραμμά του, κάτι μάθαμε, κάτι
αποδεχτήκαμε. Μια ωριμότητα, με ή χωρίς
λόγια συνεχώς κινείται μπροστά στα μάτια
μας. Χωρίς να γερνάνε, χωρίς να τελειώνουν το στοίχημα με ό,τι ξημερώνει στους
στοχασμούς του αύριο προχωράνε.
Και αντιστρόφως
πηγαίνουμε και στην αρχή. Αλλού το μήνυμα της ζωής, άλλου η ζωή. Οχι
συγκριτικά. Ενορατικά με παλμό και ανάσα μυρίζουμε τις λέξεις της συγγραφέως. Με
ενα όρο, με μια σκέψη όμως. Πρέπει να κεντρωθείς, από την εκδίκηση, την
αλαζονεία των θεών, των μακρινών και κοντινών αλλά και από τα τερτίπια τους. Τερτίπια
καλά, σοφά, φαντατικά, ειπωμένα, μόνιμα. Αλλιώς μένεις στάσιμος και στα απόμακρά
τους ακόμη δεν κατάλαβες ούτε το τι έγινε, αλλά και ούτε πώς σε ταξίδεψαν. Δεν
διαβάζει με μονομέρεια τις αλλοτινές δόξες και τις εποχές. Ολα γίνονται οικεία,
έχουν την ώρα τους, όταν συνεχώς εξηγούνται και κάνουν τον κύκλο τους. Και κει τα ερωτήματα και τα
απωσιωπητικά,αλλαζουν και κέντρο και ακτίνα και δρόμους.
Καλώς υπήρξαν τα ταξίδια τους. Αλλά το να πετάς στα συννεφάκια, χωρίς
γνώση, συναίσθημα και λόγο, ακέντρωτος, ακέντρωτη, χωρίς μύθο, χωρίς τα κλειδιά
του μύθου τους να μην σου εχουν μάθει
κάτι, με τον καιρό έρχεται η πραγματικότητα ανθρώπων και πραγμάτων, με τα άλλα
τους κλειδιά, με τις άλλες τους εικόνες, με τα αλφα τα στερητικά κυρίως
ανώνυμων και εκ του ίδιου αίματος, να σε προσγειώσει, χωρίς δεύτερη κουβέντα. Με
τον καιρό και οι κώδικες επικοινωνίας τρέχουν με διαφορετικές ταχύτητες, από
γενιά σε γενιά αλλά και σε ό,τι είναι δίπλα μας και πολύ κοντινό.
Και όλα αυτά γίνονται στον μικρόκοσμο και στον μεγαλόκοσμο, και της ζωής και της τέχνης. Η
Αθήνα Βογιατζόγλου, ορίζει με τον τρόπο της και τη γνώση του συναισθήματος αλλά και το εφικτό και το ανέφικτο του χρόνου. Τον ρυθμό και την ωμότητά του στα χώματα και
στον ουρανό τον σπέρνει. Συναντάει τα κύματά του σε όλη του τη διάσταση και
μέσα στις αποχρώσεις των λέξεων τον περπατάει. Πορτρέτρα και γεγονότα στην
τελική τους στροφή καταλήγουν στιγμιαία και εξακολουθητικά να ’ναι σε ταξίδι. Αλλά
και να υπάρχουν και κάτω από τον ίδιο ήλιο
της πραγματικότητας. Με αυτογνωσία και κάλλος στέκεται στις στιγμές. Όχι
απόμακρα και ανταγωνιστικά. Μα με στοργή και σκίρτημα .Στα ταξίδια της αρχής
και του τέλους του χρόνου της, του χρόνου μας, βιωμένου και μη, χωρίς ρητορική
και φτιασίδια αποτυπώνει στις γραμμές των ποιημάτων και τα δικά μας ρήματα
και τις γραμματικές και τα λόγια μας.
Η συγγραφέας ζει την εποχή. Αλλά ζει και το
καθετί γύρω της με την κάθε ρυτίδα και ελπίδα του χρόνου να μη μένει
στατική και στάσιμη. Αλλωστε και η ζωή και με ελπίδα προχωράει και στα τσιμέντα
αλλά και στα όνειρα και στο κάθε μετά.
Με ό,τι φέρνει η ζωή και τα γυρίσματα της, δίπλα μας και κυρίως μέσα μας συμπλέει κανείς μαζί της. Ως συνέχεια αφορμών και ως σταθμοί, και με πρόσωπα
και με ιστορία προχωράμε. Υπαρκτά και ανύπαρκτα, μακρινά και κοντινά, όλα έχουν
τον ρόλο τους. Και η Αθηνα Βογιατζόγλου, κεντρίζεται και από τους
δυο κόσμους. Και τους βγάζει στο φως. Χωρίς βουητά αλλά με πολλές ή λίγες κουβέντες
με το παραπέρα των αισθήσεων
συνομιλεί.. Όπως ακριβώς και τα Πορτρέτα.
[ H Aθηνά Bογιατζόγλου γεννήθηκε το 1966 στην Aθήνα. Σπούδασε νεοελληνική φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Kρήτης και εκπόνησε το διδακτορικό της στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου. Δίδαξε στις Φιλοσοφικές Σχολές της Kρήτης και της Πάτρας και το 2001 εξελέγη Λέκτορας στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Iωαννίνων, όπου σήμερα υπηρετεί ως αναπληρώτρια καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας. Έχει εκδώσει τα βιβλία H Mεγάλη Iδέα του λυρισμού. Mελέτη του “Προλόγου στη Zωή” του Σικελιανού (Πανεπιστημιακές Eκδόσεις Kρήτης, 1999), Η γένεση των πατέρων. Ο Σικελιανός ως διάδοχος των εθνικών ποιητών (Καστανιώτης, 2005) και Ποίηση και πολεμική: Μια βιογραφία του Γιώργου Κοτζιούλα. (Κίχλη, 2015). Eπιμελήθηκε την έκδοση του μυθιστορήματος του Aχιλλέως Λεβέντη H Tασσώ (στη σειρά «H πεζογραφική μας παράδοση», Εκδόσεις Nεφέλη, 2000), καθώς και το βιβλίο του Γ. Π. Σαββίδη Λυχνοστάτες για τον Σικελιανό (Εκδόσεις Eρμής, 2003).]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου