Μαργαρίτες
Χρυσοξένη Προκοπάκη
εικονογράφηση:
Μιχάλης Αμάραντος
εκδόσεις
Στίξις
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
οι
εύθραυστοι ήρωες
Γιατί
τότε συνειδητοποίησα ότι η καθημερινότητα μπορεί να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή
από ένα τυχαίο γεγονός.
Η παραπάνω αλήθεια διατρέχει όλα τα
διηγήματα στη νέα συλλογή της Χρυσοξένης Προκοπάκη, αποδεικνύοντας κάτι που
ήταν εμφανές και από την προηγούμενη συγγραφική της κατάθεση, το μυθιστόρημα
«Μια τυχαία Ιφιγένεια»: η γραφή είναι ένα παιχνίδι ανάμεσα στον δημιουργό και
τις επινοήσεις του, τις καταστάσεις και τους χαρακτήρες. Η γραφή της Προκοπάκη
δεν αναζητά το απρόσμενο και το αιφνίδιο σε περίπλοκες σχέσεις, σε ιδιάζουσες
λογοτεχνικές περσόνες, σε απίθανες ιστορίες. Απολύτως κατανοεί πως η ανατροπή
όσων θεωρούνται δεδομένα και ασφαλή βρίσκεται μέσα στην καθημερινότητα των
απλών ανθρώπων, αυτών που ίσως δεν θα προσέλκυαν τους συγγραφείς ως χαρακτήρες
των ιστοριών τους, ωστόσο αποτελούν το πιο καθαρό και αυθεντικό υλικό για μια
πολύ ενδιαφέρουσα γραφή. Ακριβώς γιατί η τυχαιότητα με τη δυναμική της αφορά χωρίς
διακρίσεις τη ζωή στο σύνολό της και της αρέσει να κρύβεται μέσα σε απλές,
καθημερινές και κοινότοπες βεβαιότητες.
Ο τρόπος, που οι ήρωες των διηγημάτων
αντιλαμβάνονται τη σημασία των ανατροπών της τύχης, καθορίζει και την επίδραση
που θα έχουν αυτές στη ζωή τους. Η συμφιλίωση με τις άφευκτες συνθήκες, η
προσαρμογή των επιθυμιών τους με τα νέα δεδομένα, είναι ο δικός τους οπλισμός
απέναντι σε δυνάμεις που τους ξεπερνούν. Και είναι τότε που μπορούν να συνεχίσουν
τη ζωή τους, όχι αλώβητοι αλλά δυνατοί. Έχοντας πλέον στη συνείδησή τους την
ποιότητα του φόβου – ως τότε μάλλον ελάχιστη ή ασήμαντη.
Φόνη:
Δεν ξέρω. Φοβήθηκα. Είναι κακό;
Κοπέλα:
Όχι, δεν είναι κακό. Αλλά ο φόβος υπάρχει μόνο για ένα λόγο.
Φόνη:
Και ποιος είναι αυτός;
Κοπέλα: σε κάνει πιο έυθραυστο. Συνειδητοποιείς τα όριά σου με το φόβο. (σελ. 79)
Οι ήρωες της Προκοπάκη συνειδητοποιούν
ότι η ζωή είναι αλλού. Όσο επώδυνη και να είναι η νέα θέα στην πραγματικότητα,
κατανοούν πως είναι δική τους επιλογή η προσαρμογή· ακόμα κι αν η επιλογή τους
είναι συνώνυμη με μια φυγή με «βαλίτσες απελπισμένων προορισμών», όπως ευφυώς
τιτλοφορείται το πρώτο διήγημα της συλλογής. Κανείς δεν εγγυάται ότι μια στροφή
μπορεί να οδηγεί σε ένα καλύτερο σκηνικό· κι όμως πρέπει να πάρουν την απόφαση
οι ίδιοι. Η γραφή τουλάχιστον εγγυάται για τα ενδιαφέροντα σκηνικά. Σκοπίμως ο θεατρικός όρος εδώ, γιατί πολλές από τις
ιστορίες του βιβλίου δημιουργούν την αίσθηση ότι τις βλέπεις να παριστάνονται
υποκριτικά στο θεατρικό σανίδι. Ίσως θα ήταν μια ιδέα να αποτελέσουν τον πυρήνα
για να γραφούν μικρά μονόπρακτα ή να λειτουργήσουν ως μονόλογοι σε θεατρικά
αναλόγια.
Ο συνδετικός ιστός των διηγημάτων
πλέκεται, έτσι, γύρω από τους χαρακτήρες με τις ανασφάλειές τους, τους
κατακτημένους φόβους τους την εξοικείωσή τους με τις ανατροπές της ζωής τους.
Δεν εξαντλείται, όμως, εκεί η σύνδεση των φαινομενικά ανόμοιων σε ύφος και σε
μορφή ιστοριών.
[…]
για τον καθένα έχουμε διαφορετικό όνομα. Ή μάλλον δεν έχουμε καν όνομα, μονάχα
αναμνήσεις. Όπως εγώ με τη μαμά. Δεν θυμάμαι πια το όνομα της μαμάς. Θυμάμαι
όμως τα χέρια της, τον μακρύ λαιμό της, τα χρυσά σκουλαρίκια της. Θυμάμαι τις
μαργαρίτες που είχε πάντα σ’ ένα βάζο. Το όνομά της όμως το ξέχασα. Δεν ξέρω
πότε ακριβώς. Ίσως να μην το έμαθα και ποτέ. (σ.84)
Ο τίτλος της συλλογής «Μαργαρίτες» (έξοχη
η λιτή εικαστική τους παρουσία με την εικονογράφηση του Μιχάλη Αμάραντου) μας
οδηγεί να ανακαλύψουμε τα ταπεινά αυτά λουλούδια σε όλα τα διηγήματα, απρόσμενα
τις πιο πολλές φορές, σαν να αποφασίζουν μόνα τους να εισχωρήσουν αυθαιρέτως
στην πλοκή και να δηλώσουν την παρουσία τους. Άλλοτε σαν προσφερόμενα
λουλούδια, άλλοτε σαν απομεινάρια της ομορφιάς τους κάποτε, άλλοτε σαν λέξεις
μέσα στα λόγια των προσώπων ή σαν θύμηση παλιά, κάθε φορά μια διακριτή παρουσία.
Πέρα από την προφανή διάθεση να αποτελέσουν (με λογικό ή παράλογο τρόπο)
κομμάτι των ιστοριών και να λειτουργήσουν ως συνδετικός ιστός, αξίζει να
επισημανθεί η συγκεκριμένη επιλογή της μαργαρίτας. Η ταπεινότητα της παρουσίας
της, μέσα στο πλήθος των πολύχρωμων λουλουδιών, παραπέμπει στους ήρωες των
ιστοριών του βιβλίου. Δεν είναι εντυπωσιακοί, ίσως δεν σε κερδίζουν με την
πρώτη ματιά, θα μπορούσαν να περάσουν τη ζωή τους στην πλήρη αδιαφορία των
υπολοίπων. Κι όμως, ξεχωρίζουν ακριβώς γι’ αυτή την καθημερινότητά τους, την
απλότητα με την οποία αντιμετωπίζουν τη ζωή τους, κυρίως για τον αυθεντικό και
ειλικρινή αιφνιδιασμό τους, όταν αυτή ανατρέπεται. Η Μαργαρίτα, ηρωίδα του
ομώνυμου τελευταίου διηγήματος, φέρει μέσα της κάτι από τους ήρωες των
υπολοίπων διηγημάτων. Θα μπορούσε να θεωρηθεί, με τη στάση της και τον τρόπο
που αντιμετωπίζει την παράδοξη ζωή της αλλά και τις αδυναμίες των άλλων, μία
σύνοψη των υπολοίπων χαρακτήρων. Η Προκοπάκη κατόρθωσε να οδηγήσει σοφά τις
ιστορίες της σ’ αυτή την τελευταία, όπως οι αντιξοότητες που επιφυλάσσει η
μοίρα οδηγούν καμιά φορά σε ένα αισιόδοξο σκηνικό ή έστω σε μια ελπιδοφόρα
σκέψη. Οι «Μαργαρίτες» εν τέλει είναι ένα αισιόδοξο βιβλίο, κι ας καταγράφει (ή
κυρίως γι’ αυτό) τις καταργημένες βεβαιότητες, τους φόβους και τις ανασφάλειες.
Η ζωή είναι κι αυτή ένα παιχνίδι, και η γραφή αποδεικνύεται ενδιαφέρουσα όταν την
αποτυπώνει με αυτή την ιδιότητά της.
Διώνη
Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου