Ο καλεσμένος του Δράκουλα
Βαλπούργεια Νύχτα
του Bram Stoker
εισαγωγή και
μετάφραση: Ευαγγελία Κουλιζάκη
εκδόσεις Άγρα
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Booktourhttps://www.booktourmagazine.com/news/o-kalesmenos-toy-drakoyla-valpoyrgeia-nychta-toy-bram-stoker-eisagogi-kai-metafrasi-eyaggelia-koylizaki-ekdoseis-agra/
ο τρομακτικός εσώτερος κόσμος μας
«Ο ουρανός
μοιάζει φωτεινός, όμως η ψύχρα στον βόρειο άνεμο προμηνύει ξαφνική καταιγίδα.
Αλλά είμαι σίγουρος ότι δεν θ' αργήσετε». Στο σημείο αυτό χαμογέλασε και
πρόσθεσε: «Γιατί, ξέρετε τι νύχτα είναι».
Ο Γιόχαν
απάντησε μ’ ένα εμφατικό «Ja, mein Herr» και, αγγίζοντας το καπέλο του,
βιάστηκε να ξεκινήσει. Όταν είχαμε απομακρυνθεί από την πόλη, αφού του έκανα
σινιάλο να σταματήσει, τον ρώτησα: «Πες μου, Γιόχαν, τι είναι απόψε;».
Έκανε το
σταυρό του και απάντησε λακωνικά: «Βαλπούργεια νύχτα».
Αν η ατμόσφαιρα είναι μια αναγκαία συνθήκη (όχι
βεβαίως και ικανή) σε μια γραφή γοτθικού τρόμου, τότε εδώ ο Stoker μας εισάγει από την πρώτη σελίδα
στον σκοτεινό κόσμο της ιστορίας του. Η Βαλπούργεια νύχτα, Walpurgisnacht, (ένας από τους τίτλους
άλλωστε με τους οποίους εκδόθηκε το διήγημα αυτό, μαζί με τον επιλεγμένο -Ο καλεσμένος του Δράκουλα- από τη
συγκεκριμένη έκδοση και τους: Η κατάρα
του Δράκουλα, Η κόρη του Δράκουλα,
Το όνειρο στο νεκρό σπίτι) παραπέμπει
σε ένα δαιμονικό ξεφάντωμα για τον εορτασμό της άνοιξης. Ίσως σήμερα να έχει
ατονήσει ο δαιμονικός της χαρακτήρας και να κυριαρχεί η παγανιστική οργιαστική
επαφή με τη φύση που αναγεννάται, ωστόσο ο Stoker τη συνδέει κατά άμεσο τρόπο με τις μεσαιωνικές αντιλήψεις
που ήθελαν όλες τις σκοτεινές δυνάμεις να συνωμοτούν κατά τη νύχτα αυτή σε μια
δική τους οργιαστική και τρομακτική γιορτή, στην οποία κανένας θνητός που είχε
τα λογικά του δεν θα ήθελε να αποτελέσει μέρος της.
Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο για τον ανώνυμο ήρωα του
διηγήματος (πιθανολογείται η ταυτοποίησή του με τον Τζόναθαν Χάρκερ, τον νεαρό
δικηγόρο που ταξιδεύοντας στην Τρανσυλβανία θα διασταυρώσει τον δρόμο του με αυτόν
του Δράκουλα στο ομώνυμο αριστούργημα του
Stoker – άλλωστε
κατά ομολογία της συζύγου του συγγραφέα, το διήγημα ήταν το πρώτο κεφάλαιο του
μυθιστορήματος, το οποίο τελικά αφαιρέθηκε). Αυτός θα αψηφήσει τις πληροφορίες
για το μέρος που επιθυμεί να επισκεφθεί, θα περιγελάσει τον τρόμο στα μάτια των
συνομιλητών του και οπλισμένος με τον ορθολογισμό του, που αντιστρατεύεται τα
υπερφυσικά φαινόμενα, θα επιχειρήσει να ανιχνεύσει το τοπίο μόνος του· ένα δρόμο που έμοιαζε να μη χρησιμοποιείται
κι έδειχνε να βυθίζεται μέσα σε μια
μικρή φιδογυριστή κοιλάδα. Είναι, όμως αυτός ακριβώς ο ρασιοναλισμός που θα
τεθεί υπό δοκιμασία και ο ατρόμητος αυτός Άγγλος θα ομολογήσει:
Χρειάστηκε να
επιστρατεύσω όλα τα φιλοσοφικά και θεολογικά γνωστικά εργαλεία που είχα
διδαχθεί και όλο μου το σθένος, για να μην καταρρεύσω σ’ έναν παροξυσμό τρόμου.
Η τέχνη της γραφής του Stoker απαράμιλλη. Δεν είναι μόνο ο
τόπος που ανοίγεται μπροστά μας
ανεξερεύνητος, μυστηριακός, δεμένος με θρύλους και παραδόσεις που τροφοδοτούν
μια γνήσια γοτθική ιστορία· είναι και η συμμετοχή της φύσης, με την αιφνίδια
καταιγίδα και τη σιωπή που την ακολουθεί, που υπογραμμίζει με τον δικό της
τρόπο την έννοια του εξωλογικού, του τρομακτικά εξωανθρώπινου και θέτει σε
δοκιμασία τις αντοχές της λογικής – της δικής μας και του ήρωα.
[…] μπορούσα
ν’ ακούσω πάνω απ’ το κεφάλι μου το αγκομαχητό του ανέμου. Η μαυρίλα της
καταιγίδας είχε συγχωνευθεί με το σκοτάδι της νύχτας. Σιγά σιγά η θύελλα
έμοιαζε να κοπάζει, τώρα επανερχόταν μόνο
με άγρια φυσήματα ή με σφοδρές ριπές. Αυτές τις στιγμές ο παράξενος ήχος
του λύκου φαινόταν να επιστρέφει ως αντίλαλος από πολλούς παρόμοιους ήχους γύρω
μου. […] Σταμάτησα, γιατί απλώθηκε
μια αιφνίδια ακινησία. Η θύελλα είχε κοπάσει· και, ίσως για να εναρμονίζεται με
τη σιωπή της φύσης, η καρδιά μου έμοιαζε να έχει πάψει να χτυπά.
Τι μπορεί να σημαίνει η φράση που θα δει ο ήρωας
χαραγμένη στα ρωσικά πάνω στο μνήμα της κόμισσας Ντόλινγκεν του Γκρατς, που
αναζήτησε και βρήκε τον θάνατο στα 1801: «Οι
νεκροί ταξιδεύουν γρήγορα»; Φαίνεται όλα να οδηγούν στο αναπόφευκτο για την
τύχη του: ο εγκαταλελειμμένος τόπος, το
από αιώνων αποδεκατισμένο και ερημωμένο χωριό, η φύση, τα ουρλιαχτά των
λύκων, η επιγραφή, οι φευγαλέες παρουσίες(;) και φυσικά η Βαλπούργεια νύχτα,
τότε που
σύμφωνα με
την πεποίθηση εκατομμυρίων ανθρώπων, ο διάβολος κυκλοφορούσε ελεύθερος – τότε
άνοιγαν οι τάφοι και οι νεκροί έβγαιναν και περπατούσαν. Τότε όλα τα σατανικά
όντα τη γης και του νερού και του αέρα συνυπήρχαν σε μακάβριο ξεφάντωμα.
Ίσως πράγματι αυτό που τώρα εμείς διαβάζουμε με τη
μορφή του διηγήματος να ήταν το πρώτο κεφάλαιο, η είσοδος για τον Δράκουλα – ιδανική αρχή μοιάζει. Η πρώτη
αναμέτρηση του ορθολογικού μας οπλοστασίου με ό,τι μπορεί να υπάρχει πέρα από
την ταπεινή μας ικανότητα να οριοθετήσουμε τον κόσμο. Η υποψία του αθέατου,
πλην όμως υπαρκτού, που μπορεί να κατακρημνίσει όλες μας τις βεβαιότητες, να
αμφισβητήσει θεωρίες αιώνων λογικά θεμελιωμένες. Η λογοτεχνία προσφέρει πολλές
ευκαιρίες για μια τέτοια θεώρηση του κόσμου και, μιλώντας για τον Stoker, εδώ έχουμε μια από
τις καλύτερες. Ο Stoker
γράφει ιστορίες που εντάσσονται μεν στο σκοτεινό
ρομαντισμό δίνοντας μεγάλες δόσεις τρόμου, υπερφυσικότητας, περιγράφοντας
εικόνες υποβλητικές και φρικτές, παράδοξες (ποιος είναι ο λύκος της ιστορίας
και ποιος ο ρόλος του, ποια είναι η έννοια του κακού, πού σταματά ο αφανισμός
του ανθρώπου και πού η προστασία του από τις «κακές» δυναμεις), χωρίς όμως να
ευτελίζει καθόλου το είδος που υπηρετεί με τη γραφή του. Ο τρόμος είναι πιο
σοβαρή υπόθεση απ’ όσο ίσως θεωρείται ευρέως (και βοηθούσης φυσικά της
παραλογοτεχνίας και των ευτελών τηλεοπτικών παραγωγών)· είναι ανθρώπινη συνθήκη
υπαρκτή και δείχνει να το γνωρίζει ο συγγραφέας μας. Πολύ σωστά επισημαίνει
στην εισαγωγή της η μεταφράστρια Ευαγγελία Κουλιζάκη:
[ο Stoker] θεωρεί τον τρόμο ως ζήτημα μείζονος σημασίας και τον
αντιμετωπίζει με τον δέοντα σεβασμό.
Ο τρόμος του αθέατου εδρεύει μέσα μας συνιστώντας ένα
σκεπτικισμό ως προς την απόλυτη δύναμη της ανθρώπινης ερμηνείας για τον κόσμο, αλλά
και έναν επαναπροσδιορισμό των ανθρωπίνων ορίων – για όποιον φυσικά κατανοεί τη
μικρότητα και το πεπερασμένο της λογικής. Γι’ αυτό και είναι όχι μόνο θεμιτή η
παραδοχή της αγαπημένης μας ανατριχίλας κάθε που ερχόμαστε αντιμέτωποι με την
άλλη πλευρά του κόσμου, αλλά είναι και επιβαλλόμενη ως απαραίτητη για την ισορροπία
των μεγεθών.
Το διήγημα «Ο καλεσμένος του Δράκουλα – Βαλπούργεια
νύχτα» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Άγρα, στη σειρά «Ο άτακτος λαγός» που μας
δίνει διαλεχτά μικρά κείμενα, συχνά αριστουργήματα, όπως αυτό. Η μετάφραση (με
όλη την απαραίτητη αίσθηση του τρομακτικά υποβλητικού) καθώς και η
κατατοπιστική εισαγωγή είναι της Ευαγγελίας Κουλιζάκη.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου