Σάββατο 5 Ιουλίου 2025

Κοσμάς Πολίτης Εκάτη Πρόλογος: Αγγέλα Καστρινάκη Επίμετρο: Ειρηάνα Ρουσογιαννάκη Εκδόσεις Σοκόλη η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr Κοσμάς Πολίτης: «Εκάτη»

 

Κοσμάς Πολίτης

Εκάτη

Πρόλογος: Αγγέλα Καστρινάκη

Επίμετρο: Ειρηάνα Ρουσογιαννάκη

Εκδόσεις Σοκόλη

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Κοσμάς Πολίτης: «Εκάτη»


 


 

 

Οι μύθοι είναι ισχυρές «κατασκευές» που άντεξαν, ενταγμένοι στην πολιτιστική κληρονομιά των λαών, μέσα στους αιώνες, αποθαρρύνοντας την ανασκευή τους, εκτός αν η σύγχρονη σκέψη τολμά να διαρρήξει το στερεό τους περίβλημα και να επεξεργαστεί το νοηματικό και το συμβολικό τους (κυρίως αυτό) περιεχόμενο. Η λογοτεχνία, φυσικά, υπακούοντας σε δικούς της νόμους και με την «αυθαιρεσία» που της επιτρέπει το μυθοπλαστικό της ψεύδος –ένας τρόπος προσέγγισης της αλήθειας–, συχνά εντάσσει στη θεματική της τον μύθο σε σύνδεση με την πλοκή των ιστοριών της, άλλοτε ατόφιο και άλλοτε «πειραγμένο», κατά τις επιταγές της μυθοπλασίας ή τις συγγραφικές ιδεολογικές παραμέτρους.

Η μεγαλοπρεπής και σκοτεινή Εκάτη του κάτω κόσμου, ο σύνδεσμος ανάμεσα στους θνητούς και τους θεούς, θεά της μαγικής τέχνης, σχετιζόμενη με την τελετουργική μαντεία και τη νεκρομαντεία, τα βότανα (ιαματικά ή δηλητηριώδη), ταυτισμένη συχνά με τη Σελήνη, με την πιο σκοτεινή της φάση, δηλαδή τη νέα σελήνη, εισχωρεί στη μυθοπλασία του Κοσμά Πολίτη, στο μυθιστόρημα που φέρει το όνομά της, τόσο με την ψυχολογική της σημασία όσο και με τον ισχυρό συμβολισμό της. Γραμμένη η Εκάτη του Πολίτη (1η έκδοση, Πυρσός, 1933) στο δύσκολο μεταβατικό χρονικό διάστημα του Μεσοπολέμου, ενσωματώνει τις αναπόφευκτες δυτικοευρωπαϊκές επιρροές αλλά και τα στοιχεία του μοντερνισμού (όπως την εναλλαγή του αφηγητή από παντογνώστη σε πρωτοπρόσωπο, και τον αιφνιδιασμό της ταυτότητάς του στο τέλος του μυθιστορήματος), ενώ με τη χρήση του μύθου της Εκάτης (αλλά και άλλες επιρροές αρχαιοελληνικής σκέψης, όπως τους πλατωνικούς διαλόγους) εντάσσει τη μεγάλη αφήγηση στην υπηρεσία της διατράνωσης μιας ελληνικότητας, που ο Πολίτης την έχει ανάγκη όσο ποτέ. Σε όλο το μυθιστόρημα η Εκάτη ως Σελήνη παρουσιάζεται είτε ως φυσικό ουράνιο σώμα, φόντο στην πλοκή, είτε ως σύμβολο μαγικό και αποκρυφιστικό που επηρεάζει την εξέλιξη της ιστορίας, προσθέτοντας δίπλα στα γεγονότα τη μυθολογική τους σημειολογία.

 

Αντίκρυ μου άναβε μια πυρκαγιά. Πίσω από τον Υμηττό ανέτειλε η Πανσέληνος, πελώρια και καταπληκτική, και, πριν ακολουθήσει τον χαραγμένο δρόμο της, ακούμπησε για μια στιγμή στη ράχη του βουνού κοιτάζοντας σαρκαστικά τον κόσμο. (σ. 342).  

 

Ο κεντρικός ήρωας, ο Παύλος, εγκλωβισμένος μέσα σε μια συμβατική συζυγική σχέση, αναζητά το νόημα της ζωής, την αυθεντική αλήθεια και άρα την ευτυχία. Επηρεασμένος από τον φίλο του αλχημιστή Βενιέρη, θα εντρυφήσει στον αποκρυφισμό αλλά και στη σωκρατική/πλατωνική θεώρηση της ζωής, θα πειστεί πως η αναζήτηση της αληθινής ζωής είναι ταυτισμένη με την αναζήτηση του έρωτα, αφού μόνον αυτός, σε όποια μορφή του, κυρίως τη σαρκική, μπορεί να οδηγήσει στην πνευματική δημιουργία. Οι τρεις ερωτικές του περιπέτειες, όμως, θα καταλήξουν τραγικά, εγκαταλείποντάς τον ξανά στη μοναξιά και την αμφιβολία για την ύπαρξη τελικού νοήματος.  



 

Σκλάβοι μαρτυρικοί μιας ακατάληπτης δημιουργίας, κρεμόμαστε μετέωροι ανάμεσα πραγματικότητας και ονείρου, εξόριστοι από τον ουρανό, σκεπτικισταί μπροστά στη γοητεία της ηδονής και του πόθου· και η φαντασία μας θα φτιάνει εφήμερες πραγματικότητες, ανάλογες με το ανάστημά μας, τη χημική σύνθεση του άστρου και την πυκνότητα της νέας ατμόσφαιρας. Ένας καινούργιος ήλιος θα μας χαδεύει με τις θερμές αχτίνες του και θα χωρίζει διαφορετικά, μα πάντα μάταια και αυθαίρετα, την απαθή αιωνιότητα. (σ. 280).

 

Ο Κοσμάς Πολίτης το 1947 αναθεώρησε το έργο αυτό, αφαιρώντας και προσθέτοντας κομμάτια, στην ουσία περνώντας στη νέα του εκδοχή την ιδεολογική του στροφή (ασπάστηκε τον κομμουνισμό το 1944), και εγκαταλείποντας τις μεταφυσικές αναζητήσεις της πρώτης μορφής. Η τωρινή έκδοση (Σοκόλης, 2024), με Πρόλογο της Αγγέλας Καστρινάκη και Επίμετρο της Ειρηάνας Ρουσογιαννάκη, επαναφέρει στο προσκήνιο το από πολλά χρόνια λησμονημένο αρχικό έργο. Όσο κι αν είναι δύσκολο να αποκοπεί ένα έργο από το ιδεολογικό υπόβαθρο του δημιουργού του, οπότε θα ήταν αποδεκτή η νεότερη εκδοχή του, ως πιστότερη  προς τις διαφοροποιημένες πεποιθήσεις του, θα λέγαμε πως αξίζει να θυμηθούμε το έργο όπως το πρωτοσυνέλαβε ο Πολίτης, να γευτούμε την αρχική του αυθεντικότητα.

 

Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα σύστημα τέλεια ρυθμισμένο, από το οποίο αποκλείεται η τύχη και στο οποίο ανάγονται όλα. Τι άλλο μπορεί να είναι ο δημιουργός ενός τέτοιου οργανισμού παρά ένας τετραπέρατος μηχανικός; Έχουμε όλοι μιαν έμφυτη τάσην να εξαρθούμε προς Αυτόν· αλλά μάλλον από τεμπελιά, φαντάζομαι, βρίσκομε ως πρόχειρο μέσον την εύκολη και αμφίβολη ποίηση της προσευχής. Ενώ, για να υψωθούμε πραγματικά προς τον Δημιουργό και  να πλησιάσομε τη σκέψη του, χρειάζεται να εμβαθύνουμε στους μηχανικούς νόμους που έχει θέσει, και να μεταχειρισθούμε τις φυσικές δυνάμεις που μας προσφέρει άφθονες. (σ. 31).

 

Αξίζει, πιστεύω, ένα σχόλιο συγκρίνοντας τις δύο εκδοχές του μυθιστορήματος. Ο Πολίτης θέτει στο κέντρο της πλοκής έναν άνθρωπο που, εγκαταλελειμμένος στον κόσμο από τον Θεό του (για να θυμηθούμε τον υπαρξισμό του Σαρτρ), αναζητά την αρχή της δημιουργίας,  στρεφόμενος στον εαυτό του, στις δικές του δυνάμεις που, εν μέσω ενός σύμπαντος που σιωπά,  επινοεί πιθανές ερμηνείες. Στην πρώτη εκδοχή του μυθιστορήματος έχει την αρωγή των αρχαίων μύθων, της πλατωνικής σκέψης, της των πάντων αρχής, δηλαδή των αριθμών, της λογικής μέσω της επιστήμης και της μεταφυσικής μέσω της φαντασίας και της δημιουργικής επινόησης. Στη νεότερη εκδοχή, βοηθούσης της μαρξιστικής ιδεολογίας, πάλι στο κέντρο είναι ο άνθρωπος, μόνο που εδώ εντάσσεται μέσα στη μάζα, στην ολότητα που «επαναστατικώ τω τρόπω» εν δυνάμει αλλάζει τον κόσμο. Ενδιαφέρουσα, ωστόσο, η παρουσία της Εκάτης/Σελήνης όπως και η διατήρηση του τίτλου που αναγκαστικά παραπέμπει στις μυστικές δυνάμεις ενός κόσμου που η λογική του ανθρώπου αδυνατεί να ερμηνεύσει επαρκώς. Έτσι, πιο αυθεντική και πιστή ως προς τον τίτλο, η πρώτη εκδοχή, ενώ η δεύτερη παρουσιάζει κενά. Αυτήν την αρχική, του 1933, μέσα από τα χειρόγραφα του συγγραφέα,  έχουμε τώρα την ευκαιρία, στην παρούσα έκδοση, να απολαύσουμε.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου