Κυριακή 20 Απριλίου 2025

Βασίλης Καραποστόλης Όταν η γνώση είναι ζωή Εκδόσεις Πατάκη η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Βασίλης Καραποστόλης

Όταν η γνώση είναι ζωή

Εκδόσεις Πατάκη

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Βασίλης Καραποστόλης: «Όταν η γνώση είναι ζωή»

 


[…] είτε το θέλει η κοινωνία είτε όχι, καλείται να απαντήσει στο ερώτημα των παιδιών: «Σαν ποιους θέλετε να γίνουμε;» (σ. 112).

Γύρω από αυτό το ερώτημα που ο Βασίλης Καραποστόλης (Ομότιμος Καθηγητής Πολιτισμού και Επικοινωνίας στο ΕΚΠΑ) τοποθετεί στο στόμα των παιδιών, στρέφονται στην ουσία, με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, όλα τα κείμενα που συγκροτούν το πρόσφατο βιβλίο του. Κείμενα που με τον ένθερμο λόγο τους, χωρίς να στερούνται την τεκμηριωμένη σκέψη, επιχειρούν να ασκήσουν δριμεία κριτική απέναντι σε όσους από τη θέση ευθύνης που κατέχουν εξασκούνται σε «ασκήσεις επί χάρτου», παραμένοντας έξω από τις πραγματικές διαστάσεις των προβλημάτων, μακριά από τις απαιτήσεις της αληθινής ζωής. Αν δούμε την κλίμακα των ευθυνών, με τη συνήθη κίνηση από τα πάνω προς τα κάτω, ξεκινάμε από τους εν εξουσία ιθύνοντες, κατόπιν περνάμε στους δύο θεσμούς-στυλοβάτες, δηλαδή την οικογένεια και το σχολείο, για να καταλήξουμε στο άτομο, στοιχείο μιας ενιαίας μάζας, που πειθήνια ακολουθεί όσους αποφασίζουν. Συνήθης, βέβαια, αυτή η θεώρηση των πραγμάτων, ωστόσο εσφαλμένη, καθώς στηρίζεται στη βασική αρχή της αποποίησης των ευθυνών, μεταθέτοντας διαρκώς το βάρος της στην ανώτερη βαθμίδα αυτού του σκόπιμα και αξιακά επινοημένου «οικοδομήματος».

Πώς θα πρέπει, όμως, να λειτουργεί ο βασικός πυρήνας της κοινωνικής ζωής, η οικογένεια, προκειμένου να οδηγεί το παιδί έτοιμο, ή έστω υποψιασμένο, προς τις πιο σύνθετες κοινωνικές ομάδες των πιο σύνθετων επίσης απαιτήσεων; Αλλά και το σχολείο, πώς θα πρέπει να δημιουργεί τις δομές του, ώστε αφενός να «υποδέχεται» ομαλά το παιδί και αφετέρου να το υποστηρίζει στις γνωσιακές του αναζητήσεις και στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων του; Για να μη μιλήσουμε για τους κρατούντες που αρκούνται σε διακηρύξεις μελλοντικών κινήσεων και αγαθών προθέσεων, συνήθως χωρίς ορατά αποτελέσματα. Ανεβαίνοντας και κατεβαίνοντας την κλίμακα των ευθυνών, είθισται να επικεντρώνουμε στα παιδιά, τα βίαια, τα αστόχαστα, τα αδιάφορα, τα ανώριμα. Είναι έτσι, όμως; Ο Βασίλης Καραποστόλης για να απαντήσει σε ερωτήματα τέτοιας τάξης, ερευνά τόσο την οικογένεια όσο και το σχολείο ως ρόλους, προθέσεις αλλά και αποτελέσματα. Και τους βρίσκει ελλιπείς, κρίνοντας όχι μόνον από το απογοητευτικό αποτέλεσμα αλλά και από τις αμφίβολες και αόριστες αρχικές τους προθέσεις.

Αρχικά η οικογένεια, επωμίζεται πρώτη τον ρόλο της διαπαιδαγώγησης, και ας θεωρήσουμε πως επιθυμεί να ανταποκριθεί σ’ αυτόν με τον καλύτερο τρόπο. Ωστόσο, παρατηρεί ο Καραποστόλης, πως το επιχειρεί με τον πιο παράδοξο τρόπο –πιστεύοντας ίσως πως ακολουθεί το κυρίαρχο πνεύμα των καιρών–, αντιμετωπίζοντας τα παιδιά ως ενήλικες, αδυνατώντας στην ουσία να θέσει τους απαραίτητους περιορισμούς, τα πλαίσια μέσα στα οποία βαθμηδόν θα κερδηθεί η ποθητή ενηλικίωση. Ταυτόχρονα, μεταθέτει για αργότερα  ή ματαιώνει την όποια σύγκρουση θα ήταν τόσο αναπόφευκτα δυσάρεστη όσο και καταλυτική για τη διαμόρφωσή τους.   



 

Έχει στείλει μέσα στις αίθουσες παιδιά δύστροπα, γαλουχημένα με επιείκειες αδικαιολόγητες, με καπρίτσια που οι μπαμπάδες και οι μαμάδες τα ικανοποιούσαν βιαστικά για να μην μπλεχτούν σε καβγάδες. Ήταν μια ειρηνοφιλία για την οποία η οικογένεια δεν ήταν στο βάθος υπερήφανη. Γι’ αυτό και μετακυλίει το βάρος στο σχολείο. Αξιώνει από τους δασκάλους να κουμαντάρουν τα παιδιά που η ίδια τα έθρεψε με ανυπακοή αλλά και να μην τα «τραυματίσουν», γιατί μετά, στο σπίτι, δεν θα ’χει την υπομονή να περιποιηθεί τις πληγές τους. (σ. 21).

 

Με τη σειρά του το σχολείο, επικεντρώνει στο μαθησιακό επίπεδο, προκειμένου να προλάβει να αποδώσει στην κοινωνία τους «μορφωμένους» πολίτες, παραβλέποντας πως ρόλος του σχολείου είναι και η σύνδεση με τη ζωή που κυλάει έξω από τους τοίχους της τάξης, άγνωστη για τους αδιάφορους (εκ των συνθηκών) και ανυποψίαστους (εκ του αποτελέσματος) μαθητές.

 

Έξω η αταξία, η ανομία, η τρέλα. Μέσα οι κανόνες της μάθησης, η λογική, το νόημα. Αλλά γιατί η αντιπαραβολή τους να μας κάνει να μελαγχολούμε; Διότι αυτό που γίνεται μέσα στο σχολείο είναι σαν να θέλει να ξεχάσει αυτό που γίνεται έξω. (σ. 44).

 

Απέναντι σε μια οικογένεια που μοιάζει, ηθελημένα ή όχι, να έχει παραιτηθεί από την ουσία του ρόλου της,  απέναντι σε ένα σχολείο που αδυνατεί να συνδεθεί με την κοινωνία, τα παιδιά μένουν απροστάτευτα από τον επικείμενο χείμαρρο που έρχεται καταπάνω τους, μόλις ξεμυτίσουν στην αληθινή ζωή· η αντίδρασή τους, όσο βίαιη, όσο ακραία, θα έπρεπε να μην μας ξαφνιάζει. Παιδιά στην ουσία απαίδευτα, γιατί η μεν εκπαίδευση που έλαβαν τους έδειξε (κατά το δυνατόν και με την προϋπόθεση καλών δασκάλων) ποιο είναι το ορθό, παρέλειψε, όμως, να τους δείξει και το κατ’ ουσίαν αναγκαίο, όσο για τη μόρφωση, παρέμεινε εν πολλοίς αναφομοίωτη, αδυνατώντας να αποτελέσει κομμάτι τής υπό διαμόρφωσης προσωπικότητάς τους. Έτσι, δεν έχουν την ικανότητα, ενσωματωμένα πλέον στην ευρύτερη κοινωνία, να προσφέρουν μέσω της παιδείας τους, αφού τα ίδια την έχουν στερηθεί ως εφόδιο σημαντικό. Εθισμένα στο ελάχιστο, δεν διεκδίκησαν και προφανώς δεν θα ξέρουν πώς να διεκδικήσουν το μείζον ή (μακάρι) το μέγιστο. Αλλά, ακόμη χειρότερα (γιατί φυσικά το πρόβλημα δεν εστιάζεται μόνο στο μέγεθος), αγνοούν την έννοια της ποιότητας, που θα ήταν ικανή ακόμη και το ελάχιστο να το αναγάγει σε μέγιστο.

Ο Καραποστόλης εστιάζοντας τα κείμενά του στους δύο θεσμούς (οικογένεια και εκπαίδευση) δεν αποδίδει, τουλάχιστον άμεσα, ευθύνες στην παραπάνω «βαθμίδα», δηλαδή την εξουσία που με τους μηχανισμούς της κατευθύνει, διαμορφώνει, υποτάσσει συχνά, τόσο την οικογένεια όσο και το σχολείο. Θεωρώ, ωστόσο, πως ένα τέτοιο ζήτημα ανοίγει άλλους ορίζοντες, αποτελώντας ίσως τη θεματική μιας άλλης μελέτης. Το συγκεκριμένο βιβλίο, χωρισμένο σε δύο μέρη επιτελεί τον σκοπό του, με τον καλύτερο τρόπο. Τόσο με τα σύντομα κείμενα που μοιάζουν με επιφυλλίδες, όσο και με τα εκτενέστερα που παραπέμπουν σε δοκίμια, παρόλο που με την επικαιρότητά τους θα μπορούσαν να είναι και άρθρα.

Ένα τελευταίο σχόλιο, καθόλου άσχετο με το περιεχόμενο του βιβλίου, καθόσον τίποτα δεν είναι τυχαίο σε μια έκδοση που αξίζει να εκλαμβάνεται ως ολότητα. Στο εξώφυλλο μια λεπτομέρεια από εικόνα χειρογράφου του περσικού έπους Σαχναμέ. Την κοιτάζω και σκέφτομαι ότι δεν σημαίνει τίποτα απολύτως σε ένα σύγχρονο παιδί, μαθημένο στις αόριστες γενικεύσεις και στις εύκολες αναγνώσεις, αυτή η έξοχη επιμονή του καλλιτέχνη στη λεπτομέρεια. Και ίσως εκεί να βρίσκεται μία από τις πολλές (ίσως η πιο ουσιώδης) άκρες του νήματος.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου