Βόμβοι ανεπαίσθητοι
του Τάσου Σ. Μάντζιου
Ο νεκρός βγήκε στο δρόμο.
Κανείς δεν τον αναγνώρισε.
Σκέφτηκε να φωνάξει
"τι με προσπερνάτε, ηλίθιοι,
είμαι νεκρός, κοιτάξτε με".
Αλλά μετάνιωσε.
Δεν ήτανε ο μόνος, το ’νιωθε.
Βόμβοι ανεπαίσθητοι τον τύλιγαν.
Βόμβοι ανεπαίσθητοι
θανάτων.
Τη νεκρική ακαμψία ονείρων
αντίκριζε στα μάτια τους.
Επιμελώς γαλβανισμένους,
γύρω του έβλεπε θανάτους.
Ο νεκρός απογοητεύτηκε.
Θα ’ταν αλλιώς, αν ήτανε ο μόνος.
Να σέρνει το μακάβριό του
ηδονικά,
μπροστά σε έκπληκτους
και φοβισμένους.
Θα είχε κάποια αίγλη.
Ο νεκρός κουράστηκε
κι επέστρεψε.
Απ’ την πλατεία,
Φριχτά αλύχταγαν τα ντεσιμπέλ.
Κι άλλος πολιτικάντης
πούλαγε την πραμάτεια του.
Ρουτίνα...
Τάσος Σ. Μάντζιος
(πίνακας: René Magritte le poète recompense, 1956)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου