Αντιγόνη απ’ το Πουσκάρ
Μαρία Σκιαδαρέση
εκδόσεις Πατάκη
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ
ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Ήθος, έθος, νόμος • Fractal
Ήθος, έθος, νόμος
Πυκνώνει η φωτιά, τυλίγει το λευκό σεντόνι πάνω στα
στοιβαγμένα ξύλα, σε δευτερόλεπτα αρχίζει η σάρκα να μυρίζει, μακάβριο ανάθημα,
θυσία σε άγνωστο θεό, κανείς δεν ξέρει ούτε μπορεί να πει το όνομά του, αφού οι θρησκείες στο
διάβα των αιώνων μπερδεύτηκαν, ταυτίστηκαν, χωρίστηκαν, πολέμησαν, έφαγε η μια
την άλλη και τώρα πια είναι δύσκολο να
ονομάσεις τον θεό που εξευμενίζεται ησυχασμένος απ’ το σωστό που γίνεται απόψε
εδώ· απέναντι στη νομιμότητα το έθος, παλιά αλήθεια όσο και ο κόσμος, κανένας
νόμος δεν νικά τις βεβαιότητες. (σσ.
342-343).
Παλιά, πολύ παλιά η ιστορία
της Αντιγόνης, όπως αποδόθηκε από τον μέγιστο Σοφοκλή για να δείξει την πάλη
ανάμεσα στον νόμο και το έθιμο, αναδεικνύοντας εν τέλει σε μέγιστη αξία το ήθος
των ξεχωριστών ανθρώπων. Με το ήθος και το έθος να ανάγονται σε κοινή ρίζα
ετυμολογικά, εναπόκειται στο ίδιο το άτομο και τις ηθικές καταβολές του να σεβαστεί
το έθος όχι μόνον ως έθιμο/συνήθεια, αλλά ως πράξη που ακολουθείται ακριβώς
επειδή δεν αντιβαίνει στο ήθος του – ακόμα κι αν ο συμβατικά αποδεκτός νόμος
έχει την εξουσία και τη συνακόλουθη δύναμη να διατηρήσει τη ρύθμιση του
κοινωνικού σώματος κατά τις επιταγές του.
Η Μαρία Σκιαδαρέση είχε ως
εκκινούσα αρχική ιδέα αυτό το ήθος, το έφερε στη σύγχρονη εποχή, το ενσωμάτωσε
σε πρόσωπο-ηρωίδα ξένη ως προς τα ήθη, τα έθιμα και τους νόμους της δεύτερης
πατρίδας της, την έφερε αντιμέτωπη με στερεότυπες αντιλήψεις, εξουσίες αλλά και
τη γνώμη των απλών ανθρώπων, εκεί στη βοιωτική γη του μόχθου, της ανελέητης
αναζήτησης του κέρδους, της αναλγησίας συχνά. Έχει ενδιαφέρον πως σε ένα πρώτο
επίπεδο η ιστορία της λειτουργεί με μια αστυνομική πλοκή, με τον αστυνόμο σε ρόλο
ανακριτή προκειμένου να ρίξει φως στη δολοφονία του Ινδού εργάτη, του Χόντι. Όμως
γρήγορα κατανοείς πως η ουσία βρίσκεται αλλού, με τα στοιχεία της αστυνομικής
πλοκής να μη χρησιμοποιούνται για να προσδώσουν στην ιστορία τον χαρακτήρα της
έρευνας γύρω από τη δολοφονία, αλλά για να δείξουν σταδιακά και ολοένα σε
μεγαλύτερο βάθος τα υπόλοιπα επίπεδα, στα οποία έχει η Σκιαδαρέση στηρίξει τη
μυθοπλασία της.
Αρχικά την αντιμετώπιση του «ξένου», του μετανάστη, από την τοπική κοινωνία, κατά κανόνα ως αναγκαίου παράσιτου, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όπως η αντιμετώπιση του Χόντι από το αφεντικό του. Δεν είναι η πρώτη φορά που η Σκιαδαρέση ανοίγει τη θεματική της σε ένα σύγχρονο πρόβλημα, με πολλές παραμέτρους. Το είχε επιχειρήσει στη συλλογή διηγημάτων της Όσα δεν έζησαν (εκδόσεις Πατάκη, 2018), όπου έφτιαξε ένα λογοτεχνικό «σπίτι» για τους μετανάστες, τους έδωσε φωνή και βήμα να μιλήσουν, έναν χώρο να σταθούν. Ευτυχώς η λογοτεχνία μπορεί ακόμη να λειτουργήσει αποκαλυπτικά και να ανοίξει ένα (μικρό έστω) ρήγμα στο σκληρό περίβλημα των συνειδήσεων, δείχνοντας πως οι κοινωνικές διαφορές ισχύουν σε όλες τις κοινωνίες.
[…] εμείς απ’ τη στιγμή που ερχόμαστε στον κόσμο, έχουμε οριστεί να έρπουμε
στο στρίφωμα της κοινωνίας. Όχι γιατί είμαστε παραβατικοί ή εγκληματίες, όχι
γιατί είμαστε αγενείς, βρόμικοι ή αγράμματοι, μα επειδή όλοι γύρω μας είναι
απολύτως σίγουροι ότι είμαστε όλα αυτά μαζί, αφού έτσι γεννηθήκαμε. Κι έχουμε
χαραγμένη στο μέτωπο σφραγίδα ανεξίτηλη που ορίζει ποια είναι η θέση μας, ή
μάλλον η μη θέση μας, ανάμεσα σε όλους τους υπόλοιπους. (σ. 191).
Κατόπιν, η ερωτική συνθήκη, που μοιάζει να μη
γνωρίζει από απαγορευτικά όρια. Δεν λείπει και ο πολιτικός σχολιασμός, όταν η
αφήγηση του γαιοκτήμονα Πεκμετζή θα πάει πίσω πολλές δεκαετίες. Αλλά και η
εστίαση στις σχέσεις των ίδιων των ξένων, με απρόβλεπτες εξελίξεις, που εν
τέλει θα καθορίσουν το έγκλημα, αυτόν που το διέπραξε, κυρίως την αιτία, σε μια
αναπάντεχη σειρά αιτίου και αιτιατού.
Όλα αυτά με φόντο έναν τόπο
που ζει από τη γη, το κάρπισμά της και την εκμετάλλευσή της, με ταξικές
διαφορές να διαχωρίζουν όσους τη δουλεύουν, με το κράτος να μην είναι πάντα
συμπαραστάτης. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως η ιστορία έχει ως υποκεφάλαια τις
επτά μέρες του τρύγου, σαν η διαδικασία αυτή να προέχει των υπόλοιπων
γεγονότων. Τα κεφάλαια, ωστόσο, αυτά καθεαυτά ακολουθούν τη δομή (εν συνόψει)
μιας τραγωδίας, με Πρόλογο (Η εξαφάνιση), Επεισόδιο (Ο φόνος), Έξοδο (Η πυρά).
Και με τα πρόσωπα αυτού του σύγχρονου δράματος να αναλαμβάνουν, το καθένα με τη
φωνή του (η τέχνη της Σκιαδαρέση χειρίζεται άριστα την πρωτοπρόσωπη αλλά
πολυπρόσωπη αφήγηση προσδίδοντας σε κάθε φωνή τα ξεχωριστά της χαρακτηριστικά) να
οδηγήσουν από την αρχή (τη «δέση») έως το τέλος (τη «λύση».
Στην ιστορία αυτή έρχεται
και η αναγκαία κάθαρση; Εφόσον η κάθαρση είναι μια έννοια που δεν αφορά τους
ήρωες (γι’ αυτούς, τον καθένα με τον τρόπο του, έρχεται η κάθαρση), αλλά ο
τραγικός ποιητής την επιφυλάσσει για τον θεατή, ως αποκατάσταση της διασαλευθείσας αρμονίας, της τάξης του κόσμου, θα λέγαμε πως
στην περίπτωση εδώ του αναγνώστη (που λειτουργεί ως θεατής του δράματος) έρχεται
ως συναίσθηση της ανάγκης που ώθησε τα πρόσωπα στις πράξεις τους. Δεν βρίσκω
τυχαία τα λόγια της συγγραφικής αφήγησης, που ολοκληρώνουν τον τρύγο ως
πλαίσιο/φόντο της πλοκής, και μαζί υπαινίσσονται την ολοκλήρωση του δράματος:
Τελείωσε ο τρύγος επιτέλους και είναι σήμερα μέρα
τακτοποίησης, μπαίνουν ξανά όλα στη θέση τους, του χρόνου πάλι. (σ. 372).
Όλα στη θέση τους στην
ιστορία της Σκιαδαρέση, πλήρη στην πολυμορφία της, με διακριτή τη διάθεση της
όχι απλώς να γράφει ενδιαφέρουσα μυθοπλασία, αλλά να την κατευθύνει στα
κοινωνικά προβλήματα με τα πολιτικά (και πώς αλλιώς;) θεμέλια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου