Τετάρτη 19 Μαρτίου 2025

Μικρές ιστορίες μετά φόνου Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα εκδόσεις Ελκυστής η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

 

Μικρές ιστορίες μετά φόνου

Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα

 εκδόσεις Ελκυστής

η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal

στη στήλη ΑΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ

AΝΑΓΝΩΣΕΙΣ ΜΕ 500+ ΛΕΞΕΙΣ | Μια κοινωνιολογική προσέγγιση σε φόνους και «φόνους» • Fractal


 

 

Μια κοινωνιολογική προσέγγιση σε φόνους και «φόνους»

 

Με την αφαίρεση της ζωής, όπως κι αν την εννοήσουμε (τόσο ως αφαίρεση όσο και ως ζωή) καταγίνεται η Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα στο πρόσφατο βιβλίο της με τις δεκαπέντε ιστορίες, στις οποίες ενσωματώνει φόνους ή «φόνους». Γιατί η εννοιολογική προσέγγιση του φόνου δυνατόν να οδηγεί σε διαφορετικές κάθε φορά ερμηνείες και παραμέτρους. Για παράδειγμα, θύμα ίσως είναι και ο θύτης, ή ο φόνος μπορεί να έχει και μεταφορική σημασία, ωστόσο να είναι εξίσου αιματηρός με τον κυριολεκτικό, ή κάτω από κάποια οπτική να είναι απολύτως δικαιολογημένος ηθικά, κατά παράβαση κάθε κανόνα συμβατικού δικαίου, ή να αφορά κάτι φαινομενικά άψυχο, που όμως μπορεί να πάρει τις διαστάσεις ενός έμψυχου όντος κ.λπ.

 Η Ευαγγέλου-Κίσσα επιλέγει τη ρεαλιστική γραφή, ως τη μόνη ικανή, χωρίς περιστροφές, να δώσει την περιγραφή των σκληρών σκηνικών αλλά και να αποτυπώσει τις αντιδράσεις των προσώπων. Εναλλάσσοντας την περιγραφή με την αφήγηση, παρεμβάλλοντας με εύστοχο τρόπο τα διαλογικά μέρη, κατορθώνει να δώσει όλα τα στοιχεία για  να  στηθεί η ιστορία της με την αναγκαία αληθοφάνεια. Δεν γράφει ιστορίες-θρίλερ, δεν εστιάζει στο τρομακτικό μέρος του φόνου αυτού καθεαυτό, αλλά βαδίζει σταδιακά, επιτρέποντας στην αναγνωστική πρόσληψη να σκεφθεί πίσω από την κάθε ιστορία το κοινωνικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αυτή τοποθετείται. Άλλωστε, έχει ενδιαφέρον και ο τίτλος της συλλογής που τοποθετεί τον φόνο ως συνοδευτικό στοιχείο της θεματικής των διηγημάτων, καθώς υπαινίσσεται, συνειδητά ή όχι, ότι πρόκειται για μια στροφή της πλοκής, για ένα ενδεχόμενο, όχι ικανό να τεθεί στον πυρήνα της ιστορίας, αλλά να θεωρηθεί το επακόλουθο γεγονότων και συνθηκών που αποτελούν τη δομή της ιστορίας.

Σκέφτομαι εδώ την άποψη του  Κετλέ (Adolphe Quetelet), του Βέλγου εισηγητή των στατιστικών μεθόδων στην Κοινωνιολογία, που υποστηρίζει πως τα εγκλήματα τα προετοιμάζει η κοινωνία, και τα άτομα δεν κάνουν άλλο τίποτα παρά να τα εκτελούν. Έτσι, θα δούμε τον φόνο ως φυσιολογική κατάληξη μιας σειράς κακοποιητικών πράξεων από τον ισχυρό προς τον ασθενέστερο, ή ως απόληξη μιας σχέσης βυθισμένης στην ασυνεννοησία, ή ως αντίδραση σε μια ζωή που δεν κυλάει μέσα της το αίμα, άρα θα το προκαλέσει μια δολοφονία, να ρέει ασταμάτητα, δείγμα ζωής πραγματικής.

Ξεχωρίζουν τρία διηγήματα. Το ένα («Η φόνισσα της οδού Αναστάσεως»), για το πώς η καρατόμηση κάθε τριανταφυλλιάς στην μέχρι τότε μοσχομύριστη οδό Αναστάσεως φέρνει τόση φρίκη όση και μια σειρά από δολοφονίες.



 

[…] με το πρόσωπό της και τα γυμνά της χέρια γεμάτα γρατσουνιές, που φώταγαν ακόμα νωπό το αίμα πάνω τους – απόδειξη απ’ τα εκατοντάδες αγκάθια των τριανταφυλλιών που πάλεψε όλη τη νύχτα να ξεκάνει. Και στο αναμαλλιασμένο της κεφάλι πλέκονταν όλων των χρωμάτων τα μαδημένα  ροδοπέταλα. Κι ολοτρόιρα, σκόρπιο παντού, φρεσκοσκαμμένο χώμα. Στο δεξί της χέρι ακόμα κράταγε σφιχτά μες στην παλάμη το μεγάλο μαύρο ψαλίδι της – το όπλο του  εγκλήματος. («Η φόνισσα της οδού Αναστάσεως», σ. 16).

 

Το άλλο (Το χόρδισμα») για την απόλυτη ταύτιση της ζωής με τη μουσική και μάλιστα σε μια μελλοντική εποχή/δυστοπία, όπου όλα είναι ομοιόμορφα και στεγνά από αληθινή απόλαυση. Τότε μπορείς να δώσεις και τη ζωή σου για να διασώσεις τη μαγεία του ήχου.

 

Εκείνη ξαφνικά σταμάτησε από ένα δυσοίωνο ήχο. Η φυσική Μι είχε κοπεί. Έφερε τα χέρια της στα μαγουλά της και ούρλιαξε με όση δύναμη της επιτρέπανε τα πνευμόνια της. Ούρλιαξε! Κι έπειτα γύρισε, με τα μάτια της γυάλινα να καθρεπτίζουν την αγωνία της, στη Χορδίστρια.

«Το ανθρώπινο σώμα έχει εβδομήντα δύο χιλιόμετρα νεύρα. Θα πάρεις τα δικά μου και θα φτιάξεις το πιάνο. Και αυτό θα ζήσει κι εγώ θα ζήσω για πάντα μέσα από αυτό!» Μίλησε γρήγορα, επιτακτικά, σχεδόν χωρίς να πάρει ανάσα. («Το Χόρδισμα», σ. 64).

 

Το τρίτο («Το προξενιό»), δημοσιευμένο σε παλαιότερη συλλογή, και που τώρα βρήκε τη θέση του ανάμεσα στα άλλα φονικά και «φονικά», για την τέλεια δομή του, τη σταδιακή του κορύφωση, την υπόρρητη τραγικότητά του· μια ψύχραιμη θεώρηση της δύσκολης θέσης της γυναίκας μέσα σε μια κοινωνία υποκρισίας και σιωπής.

 

«Ίντα καις εκεί τέτοια ώρα;» τη ρώτησε αφού πρώτα της είχε νεύσει καλημέρα με το κεφάλι.

«Τα ρούχα του Νικήτα» του απάντησε εκείνη.

«Κι ο Νικήτας πού είναι;» τη ρώτησε πάλι αυτός.

«Ταΐζει τα σκυλιά» του απάντησε στον ίδιο αδιάφορο τόνο η Κρινιώ.

Έμεινε και την κοίταζε. Στην αρχή με μια έκφραση απορίας, μέχρι που συνειδητοποίησε τι θα μπορούσε να σημαίνει αυτό που του είπε. Έπειτα, όταν την πρόσεξε καλύτερα, είδε πως είχε πάλι μελανιές στο πρόσωπο. Και πως ήταν χωρίς το ένα παπούτσι. Και πως τα ρούχα της ήταν βρεγμένα και γεμάτα αίματα. Πήρε μια βαθιά ανάσα,  σήκωσε το κεφάλι του και το κατέβασε πάλι, δείχνοντας πως κατάλαβε.

«Μαθές τη γνώμη μου, τράβα να αλλάξεις και φέρε και τα δικά σου πριν λιγοστέψει η φωτιά», της είπε στο τέλος και σηκώνοντας το χέρι του προς το κεφάλι του σε χαιρετισμό, της γύρισε την πλάτη και συνέχισε ήρεμα τον δρόμο του. («Το προξενιό», σ. 118).


Η Κατερίνα Ευαγγέλου-Κίσσα έχει δοκιμάσει τη γραφή της και στην ποίηση και στον δοκιμιακό λόγο σε προηγούμενα βιβλία της. Θεωρώ πως η μικρή φόρμα  της διηγηματογραφίας τής ταιριάζει περισσότερο, την αφήνει ελεύθερη να ενσωματώσει στην μυθοπλασία της την κοινωνιολογική της σκευή και έτσι να προκύπτει μια γραφή με τη γνώση να ερμηνεύει –με έμμεσο τρόπο όπως αρμόζει στις καλές γραφές–  όσα η φαντασία επινοεί.

 Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου