Σάββατο 29 Μαρτίου 2025

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ Ο ΦΛΟΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΥΜΟΣ ΥΠΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΕ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΟΥΚΚΙΔΑ ΓΡΑΦΕΙ Η ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

 

ΔΙΩΝΗ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ

Ο ΦΛΟΙΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΥΜΟΣ

ΥΠΕΡΓΕΙΕΣ ΚΑΙ ΥΠΟΓΕΙΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ

ΣΕ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥΣ ΤΟΠΟΥΣ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ: ΕΥΣΤΑΘΙΑ ΔΗΜΟΥ

ΕΞΩΦΥΛΛΟ: ΦΩΤΕΙΝΗ ΧΑΜΙΔΙΕΛΗ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΟΥΚΚΙΔΑ

 

ΓΡΑΦΕΙ Η ΛΙΛΙΑ ΤΣΟΥΒΑ

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Διώνη Δημητριάδου: «Ο φλοιός και ο χυμός»

 


«Παράξενη και μυστηριώδης η ψυχαγώγηση της τέχνης, το να βυθίζεσαι στα προβλήματα κάποιου άλλου, να σε απορροφά έντονα μια συνθήκη “μη πραγματικότητας” και να αποκρίνεσαι σε αυτή σαν να είναι πραγματικότητα», γράφει ο Ερνστ Φίσερ στο βιβλίο του Η αναγκαιότητα της τέχνης. «Ο άνθρωπος επιθυμεί να είναι κάτι παραπάνω από τον ίδιο τον εαυτό του μονάχα. Πασκίζει να βγει από τη μερικότητα της ατομικής του ζωής και τείνει προς μια “πληρότητα” που τη νιώθει και την αποζητά, προς έναν κόσμο πιο κατανοήσιμο, έναν πιο δίκαιο κόσμο, που δίνει νόημα. Ποθεί να ενώσει, στην τέχνη, το περιορισμένο του “εγώ” με μια κοινοτική ύπαρξη, να κάνει κοινωνική την ατομικότητά του».

 

Η διαλεκτική του «εγώ» με τον «άλλο» είναι, λοιπόν, σύμφυτη με την τέχνη. Η πρόσκαιρη αιχμαλωσία της συγκίνησης συνιστά την ευχαρίστηση εκείνη που υποστήριζε ο Αριστοτέλης κατά τη λειτουργία του δράματος· την άρση πάνω από την τυφλή δράση της ειμαρμένης. Η έκφραση ωστόσο του καλλιτέχνη, πολιτική και υπαρξιακή, εξαρτημένη από το περιβάλλον και από την ατελή φύση του, υπόκειται σε κρίση, όπως συμβαίνει με όλα τα ανθρώπινα δημιουργήματα. Ο κριτικός είναι ο άνθρωπος που αποτιμά την αξία ή την απαξία, τις αρετές ή τις αδυναμίες. «Η αποστολή του δεν είναι αποστολή ενός απλού εξηγητή», γράφει ο Γιώργος Σεφέρης στις Δοκιμές. Η αποστολή του άξιου κριτικού είναι «να ανακαλύψει ένα κομμάτι της αλήθειας: να παρουσιάσει δηλαδή ένα σύνολο από τα γνωστά και τα καινούργια έργα, φωτίζοντάς το έτσι, ώστε να είναι διάφορο, και να συμπληρώνει την αλήθεια που του παραδώσανε οι παλαιοί. Ή, ακόμη καλύτερα: να παρουσιάσει μια όψη της τέχνης τέτοια που τη συνθέτουν τα παλαιά έργα, αλλαγμένα (μολονότι πάντα πιστά στον εαυτό τους) από τα νεότερα έργα που ήρθαν να προστεθούν σ’ αυτά, και από την καινούργια και τη μοναδική προοπτική του».

 

Η Διώνη Δημητριάδου, με το έργο της Ο φλοιός και ο χυμός: Υπέργειες και υπόγειες προσεγγίσεις σε λογοτεχνικούς τόπους (εκδ. Κουκκίδα, 2024), αποτιμά την αξία του έργου 34 Ελλήνων/-ίδων συγγραφέων και ποιητών/-τριών. Γίνεται έτσι αποδέκτης όχι μόνο της ευαισθησίας των έργων τους αλλά και της σύγχρονης εποχής, εφόσον στην πλειονότητά τους οι καλλιτέχνες είναι του παρόντος ή του στενά παρελθόντος χρόνου. «Ανθρώπινη σκέψη και ανθρώπινη ευαισθησία δε σημαίνουν ποτέ καθαρή αλήθεια, αλλά ένα μείγμα αλήθειας και πλάνης. Γι’ αυτό είναι σωστό ν’ αλλάζουν οι γνώμες, για να μετατοπίζεται τουλάχιστο η πλάνη, αφού ποτέ δε θα μπορέσει να λείψει», επισημαίνει ο Γιώργος Σεφέρης.

 

Εισχωρώντας στο περιεχόμενο και στην αισθητική των έργων, εκφέρει κρίσεις αιτιολογημένες, αποκαλύπτει λανθάνοντα σημαινόμενα, εγείρει το ενδιαφέρον.

 

Προσεγγίζοντας με τη δική της κριτική σκέψη τα δημιουργήματα, η Διώνη Δημητριάδου ασκεί έργο ευαισθησίας. Πάντα ωφέλιμες οι θέσεις για τη διαλεκτική, για την προσπέλαση της αλήθειας, υπηρετούν παράλληλα τη λογοτεχνική αλληλεγγύη. Συνιστούν την αναγκαία ανατροφοδότηση για τον/τη δημιουργό, οξύνουν την κρίση των αναγνωστών και αναγνωστριών. Εξοικειώνοντας με το καλλιτεχνικό δημιούργημα, διαμορφώνουν την απαραίτητη «παίδευση», αυτή που δημιουργεί ενεργητικούς δέκτες των μηνυμάτων της τέχνης, που απομακρύνει από την παθητική στάση.

 

Το βιβλίο προλογίζει η Ευσταθία Δήμου, ποιήτρια, συγγραφέας, δοκιμιογράφος. Το ενδιαφέρον της κείμενο άπτεται του ευρύτερου ζητήματος της κριτικής, αλλά και αποτιμά τη συγγραφέα. «Η Διώνη Δημητριάδου έχει σταθμεύσει στον πυρήνα του λογοτεχνικού σώματος», γράφει. «Έχει παρακολουθήσει τα ποιήματα και τα πεζά της να τίθενται κάτω από το ερμηνευτικό βλέμμα των σύγχρονων κριτικών. Το ίδιο βλέμμα υιοθετεί και η ίδια, όταν σκύβει στα γραπτά των ομοτέχνων της, παλαιότερων και σύγχρονων, για να αντλήσει από εκεί την πρώτη ύλη που χρειάζεται προκειμένου να στήσει και να συστήσει αυτήν την τόσο γοητευτική περιστροφή γύρω από τον λογοτεχνικό πυρήνα. Και είναι τόσο ολόψυχη, τόσο συγκινητική η αφοσίωσή της στο έργο αυτό. […] Τόσο αγαπητική η διάθεση με την οποία γίνεται όλο αυτό».

 

Και έχει απόλυτο δίκιο, αφού η Διώνη Δημητριάδου σκύβει με αγάπη στα έργα που μελετά. Παράλληλα, τα κριτικά της σημειώματα διαμορφώνουν «μια αντιπροσωπευτική εικόνα της νεότερης και σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας», όπως επίσης καίρια επισημαίνει η Δήμου. Στον δικό της πρόλογο, με τίτλο «Ο φλοιός και ο χυμός, Η κριτική προσέγγιση της Ποίησης, Η μοναξιά της Κριτικής και το Ακριβό Αντιστάθμισμα», η Δημητριάδου αναλύει σημαντικά ζητήματα κριτικής, συμβάλλοντας στον διαχρονικό διάλογο για το πολυπλόκαμο αυτό θέμα. Μεταξύ άλλων ασχολείται με την αδυναμία ύπαρξης αντικειμενικών κριτηρίων κατά την αξιολόγηση ενός δημιουργήματος, επίσης με τη δυσκολία, «δεδομένου του οριακού χαρακτήρα της ποίησης», αλλά και το ενδιαφέρον του όλου εγχειρήματος. «Το θετικό πρόσημο στη δουλειά αυτή», επισημαίνει, «είναι η ανακάλυψη μιας φωνής που φέρει μέσα της την ελπίδα μιας ανανέωσης του τοπίου σε θεματική, σε ύφος, σε γλωσσικές επιλογές». Και σε άλλο σημείο γράφει: «…κάθε φορά που εκφέρει γνώμη και δεν πληροφορεί απλώς, κάθε φορά που αναλαμβάνει να ξεχωρίσει τη γνήσια φωνή από τη μίμηση, κάθε φορά που τολμά να προτείνει κάτι καινοφανές, ρηξικέλευθο και ενδιαφέρον, και όχι απλώς να ακολουθεί την πεπατημένη οδό, γίνεται κατά κάποιο τρόπο δημιουργός και ο ίδιος δίπλα στους εργάτες της ποίησης, στο μέτρο που του αναλογεί». Καταγίνεται παράλληλα στον πρόλογό της η Δημητριάδου με τη δυσκολία της αποτίμησης ενός μεταφρασμένου έργου, ενός δηλαδή δημιουργήματος που φθάνει διαμεσολαβημένο στα χέρια μας, και βεβαίως με την ύπαρξη προσωπικών κριτηρίων ή με το ολιγόχρονο της ζωής που έχουν τα κριτικά, «πρόσκαιρα επίκαιρα», σημειώματα.

 

Πολύμορφο και πολυδύναμο το έργο της κριτικού, πάντα θετικό ως κατάθεση, ακόμη και όταν διαφωνεί κάποιος ή κάποια με τις απόψεις. Μέσα από τα θραύσματα αφενός των έργων των δημιουργών που αποτιμά παρέχει μια εικόνα, αποσπασματική μεν, αλλά αναμφίβολα ωφέλιμη και χρήσιμη, μέσα από την κριτική παρουσίαση αφετέρου δημιουργεί μια αφετηρία ανάγνωσης ή μελέτης. Λογοτέχνες που έφυγαν από τη ζωή, όπως ο Άρης Αλεξάνδρου, ο Κώστας Βάρναλης, ο Δημήτρης Αρμάος, ο Γιάννης Βαρβέρης, ο Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, ο Γιάννης Κοντός, η Κατερίνα Ρουκ, ο Μάριος Μέσκος, ο Γιώργης Παυλόπουλος, η Μαρία Κυρτζάκη, αλλά και δρώντες, όπως ο Θωμάς Κοροβίνης, ο Γιώργος Γώτης, η Παυλίνα Παμπούδη, η Αγγελική Σιδηρά, ο Τόλης Νικηφόρου, ο Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης, η Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, η Έλσα Κορνέτη, ο Θανάσης Τριαρίδης, η Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου κ.ά. αποτιμώνται στο βιβλίο, αναδεικνύονται πτυχές του έργου τους, της προσωπικότητάς τους.

 

Η γραφή της Διώνης Δημητριάδου στα κριτικά αυτά σημειώματα είναι δοκιμιακή. Τη διακρίνει σαφήνεια, καλλιέπεια, γλωσσικός πλούτος, αλλά και διακειμενικότητα. Εισχωρώντας στο περιεχόμενο και στην αισθητική των έργων, η συγγραφέας εκφέρει κρίσεις αιτιολογημένες, αποκαλύπτει λανθάνοντα σημαινόμενα, εγείρει το ενδιαφέρον. Η απόσταση ανάμεσα στο καλλιτεχνικό έργο και το κοινό μειώνεται, η φιλοτεχνία και ο διάλογος ενισχύεται. Όπως βεβαίως η ίδια σημειώνει, δεν είναι παρά μια αναγνώστρια. Πορευόμενη ωστόσο υπεργείως και υπογείως, διερευνώντας τον φλοιό και τον χυμό των έργων, λειτουργεί προς όφελος της λογοτεχνίας. Γιατί η λογοτεχνία έχει πάντα ανάγκη από απόψεις τεκμηριωμένες, ιδιαίτερα όταν αποτελούν «βεβαίωση μιας ανιδιοτέλειας και ενός πνευματικού πάθους».

 

Λίλια Τσούβα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου