Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2021

Η χώρα των άλλων Leïla Slimani μετάφραση: Κλαιρ Νεβέ και Μανώλης Πιμπλής εκδόσεις Μεταίχμιο η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Η χώρα των άλλων

Leïla Slimani

μετάφραση: Κλαιρ Νεβέ και Μανώλης Πιμπλής

εκδόσεις Μεταίχμιο

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Leïla Slimani: «Η χώρα των άλλων» (diastixo.gr)

 


 

Η φράση «η χώρα των άλλων» θα μπορούσε να αφορά τον καθένα που νιώθει ανοίκειο τον κόσμο μέσα στον οποίο βρίσκεται. Μπορεί να αφορά όποιον βρίσκεται εκών άκων σε μια ξένη χώρα βιώνοντας την πολύμορφη ετερότητα και τον αποκλεισμό, ίσως όμως να αφορά και μια μειονότητα που νιώθει μέσα στην ίδια την πατρίδα της την περιθωριοποίηση από όποιους επιβάλλουν την κυριαρχία του ισχυρού, σε πολιτικό ή κοινωνικό επίπεδο. 

Η Leïla Slimani στο πρώτο μέρος μιας πολλά υποσχόμενης τριλογίας, τη Χώρα των άλλων, που έχουμε τώρα σε μια άψογη ελληνική απόδοση (Κλαιρ Νεβέ και Μανώλης Πιμπλής) παρουσιάζει τα διαφορετικά επίπεδα του αισθήματος αποξένωσης σε ένα μυθιστόρημα στο οποίο η μυθοπλασία εισχωρεί μέσα στα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Στο φόντο η ιστορία των μεγάλων γεγονότων, να καθορίζουν τη ζωή των απλών ανθρώπων που με τη δική τους μικρή, προσωπική ιστορία προσπαθούν να συμβαδίσουν με τις επιλογές των ισχυρών. Δεκαετία του ’50, το Μαρόκο σε αναβρασμό, εν μέσω ενός από τους σκληρότερους αντιαποικιακούς πολέμους, να διεκδικεί την απελευθέρωσή από τον αποικιακό κλοιό των Γάλλων. Και δίπλα σ’ αυτά τα γεγονότα η ιστορία του Μαροκινού Αμίν και της Γαλλίδας Ματίλντ να επιχειρεί μια δύσκολη συμπόρευση αλλά και μια συμφιλίωση με το περιβάλλον, που διαρκώς διαφοροποιεί τη μορφή του. Ο Αμίν ως στρατιώτης πολέμησε στο πλευρό των Γάλλων, μα τώρα νιώθει πόσο δύσκολο είναι να συμβαδίσει με τους εξεγερμένους συμπατριώτες του έχοντας μάλιστα ως σύντροφο της ζωής του μια εκπρόσωπο της εχθρικής πλευράς. Προοδευτικός όσο και δεσμευμένος από τις παραδόσεις του τόπου του, συναντά στον δρόμο του αδιέξοδα.

 

«Δηλαδή, είμαστε σε πόλεμο;»

«Όχι ακριβώς» είπε ο Αμίν και, σαν να μιλούσε στον εαυτό του, πρόσθεσε: «Στην πραγματικότητα, αυτό που γίνεται είναι χειρότερο και από πόλεμο. Επειδή με τους εχθρούς μας, ή τέλος πάντων με αυτούς που θεωρούνται εχθροί μας, ζούμε μαζί εδώ και πολύ καιρό. Μερικοί είναι φίλοι μας, γείτονές μας, οικογένειά μας. Μεγάλωσαν μαζί μας, όταν τους κοιτάζω, δεν βλέπω έναν εχθρό που πρέπει να σκοτώσω, όχι, βλέπω ένα παιδί». (σ. 401)

 

Η Ματίλντ, με τη σειρά της, εντελώς αποκομμένη από την πατρίδα της, πώς να ενταχθεί σ’ έναν τόπο με τον οποίο τη χωρίζει αγεφύρωτο χάος; Η αναγκαία ενσωμάτωσή της σε μια κοινότητα που παραδοσιακά περιορίζει τη γυναικεία ελευθερία, οδηγεί σε μια δέσμευση αφόρητη για τα δικά της πολιτισμικά δεδομένα.


 

«Έτσι γίνεται εδώ».

Αυτή τη φράση θα την άκουγε πολλές φορές. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, κατάλαβε ότι ήταν μια ξένη, μια γυναίκα, μια σύζυγος, ένα πλάσμα στο έλεος των άλλων. (σ. 20)

 

Μεταξύ τους αναπόφευκτα θα δημιουργηθεί ένα κενό που διαρκώς θα πρέπει να προσπαθούν  να το γεφυρώσουν με αμοιβαίες επώδυνες υποχωρήσεις. Οι δύο ήρωες πλάθονται συγγραφικά με προβολή των πιο ανθρώπινων χαρακτηριστικών τους, με τις αδυναμίες τους, τα πάθη τους, τις υπαναχωρήσεις τους, και αυτός ο τρόπος τούς καθιστά συμπαθείς ακόμη και στις πιο ακραίες αντιδράσεις τους.

Ένα δύσκολο στην προσέγγιση του θέμα μέσα στο οποίο η Σιλμανί ανιχνεύει τα προσωπικά της βιώματα, καθώς η ίδια έχει στο αίμα της και τις δύο πατρίδες, και τους δύο πολιτισμούς· είναι η ιστορία των παππούδων της, του Μαροκινού αγρότη παππού και της αστής Γαλλίδας γιαγιάς, που παρουσιάζεται εδώ, με την απαραίτητη μυθοπλαστική προσθήκη και αλλοίωση των γεγονότων. Ερευνά, επομένως, το αίσθημα της ξενότητας εντοπίζοντας τις ρίζες του τόσο στο ανοίκειο περιβάλλον που στοχοποιεί τη διαφορετικότητα ως φυσική άμυνα απέναντι στον κίνδυνο αλλοίωσης των χαρακτηριστικών της συμπαγούς ομάδας, όσο και στον ίδιο τον στοχοποιημένο, που όλο και περισσότερο παλεύει ανάμεσα στη διατήρηση των δικών του στοιχείων και στην ανάγκη επιβίωσης μέσω μιας αναγκαστικής ενσωμάτωσης. Μαροκινή και Γαλλίδα η ίδια θα δει με μια περισσότερο «δυτική» ματιά τη μουσουλμανική ιδιαιτερότητα, ωστόσο δεν θα λείψει ένα αίσθημα συμπάθειας, μια κατανόηση για το δικαίωμα ενός λαού σε ένα διαφορετικό πολιτισμό. Και οι δύο στάσεις απόρροια τόσο του προοδευτικού πνεύματος που τη διακατέχει και είναι εμφανές σε όλη την ιστορία του βιβλίου της (άλλωστε το τέλος της αφήγησης ξεκάθαρα δείχνει το αντιαποικιακό πνεύμα) όσο και της επίγνωσης ότι ανήκει ταυτόχρονα  σε δύο πολιτισμούς και έχει δύο πατρίδες. Νομίζω πως σοφά επέλεξε την τριτοπρόσωπη αφήγηση που την αποστασιοποιεί ομοίως τόσο από τη Ματίλντ όσο και από τον Αμίν επιτρέποντας μια πιο σωστή τοποθέτηση ίσα μοιρασμένη ανάμεσα στη γυναικεία και στην αντρική οπτική (γεγονός που δεν ενθαρρύνει την κατηγοριοποίηση του βιβλίου σε όσα αφορούν αποκλειστικά τη γυναικεία υπόθεση απελευθέρωσης) και ταυτόχρονα ανάμεσα στις δύο πατρίδες της, η καθεμιά με τις δικές της παραδόσεις και τις απαιτήσεις.

Για να επιχειρηθεί η σύνδεση της επινοημένης όσο και αυτοβιογραφικής ιστορίας των ηρώων με τη μεγάλη ιστορία των πραγματικών γεγονότων του αντιαποικιακού αγώνα, νιώθεις τελειώνοντας πως η Σλιμανί θέλησε να δείξει όχι μόνο πόσο η μία ιστορία εισχωρεί στην άλλη αλλά ακόμη περισσότερο σε πόσο πολλά επίπεδα διαδραματίζονται και οι δύο, επομένως πόσο παρακινδυνευμένη θα ήταν μια απόλυτη θέση, αναπόφευκτα επιφανειακή και γεμάτη από ιδεοληψίες και προκαταλήψεις. Εδώ το πεδίο είναι ανοικτό στις πολλαπλές του εκδοχές, και αυτό κατατάσσει τη Χώρα των άλλων στις πολύ ενδιαφέρουσες αναγνώσεις της πρόσφατης εκδοτικής παραγωγής.

 

Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου