Χρηματιστήριον εποχών
Χαϊκού για πέντε γένη
ανθρώπων
Βιβή Κοψιδά-Βρεττού
Εκδόσεις Βακχικόν
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
Βιβή Κοψιδά-Βρεττού: «Χρηματιστήριον εποχών» (diastixo.gr)
Σαν το μοναδικό χτύπημα μιας καμπάνας. Έτσι, κατά τον
Λευκάδιο Χερν πρέπει να ηχεί το ποίημα, σύντομο όσο και ικανό να προκαλέσει
κυματισμό στο μυαλό του ακροατή. Θέτοντας ως εισαγωγή στην πρόσφατη ποιητική
της συλλογή η Βιβή Κοψιδά-Βρεττού την εύστοχη τοποθέτηση του Λευκάδιου Χερν για
τα τρίστιχα χαϊκού, εξηγεί με έμμεσο τρόπο τη δική της επιλογή να ενσωματώσει
μέσα στην αυστηρή μετρική του ιαπωνικού προτύπου ένα ευρύ στις προεκτάσεις του
θέμα. Η γήινη και θνητή ανθρώπινη συνθήκη μέσα στην απεραντοσύνη ενός
σύμπαντος, αμέτοχου και αδιάφορου για τις υπαρξιακές αγωνίες των θνητών, μέσα
στη δίνη του χρόνου που κυλά ακατανόητος για την πεπερασμένη λογική ικανότητα
ως προς τους μηχανισμούς του. Μπορεί να ειπωθεί το ανείπωτο μέσα στις ποιητικές
λέξεις; Και, αν ναι, χρειάζεται άραγε κάτι περισσότερο από δεκαεπτά συλλαβές;
Αρκεί οι λέξεις να ηχούν προδίδοντας το βάθος τους πίσω από τις μετρημένες
συλλαβές τους, προεκτείνοντας το νόημά τους στην ικανότητα του αποδέκτη. Αρκεί,
πάνω απ’ όλα, το χαϊκού να λειτουργεί χωρίς να χάνει την ποιητική ουσία χάριν
της τεχνικής επεξεργασίας για την επίτευξη της αυστηρά προκαθορισμένης μορφής. Η
Κοψιδά-Βρεττού θα προσαρμόσει τα ησιόδεια γένη των ανθρώπων στα σύγχρονα πάθη,
δείχνοντας πώς προσεγγίζεται ο χρόνος, πώς μέσα του εντάσσεται η ανθρώπινη
οντότητα, πώς τελικά μπορεί να ερμηνευθεί στη βάση μιας καμπύλης ηθικών αξιών όλη η ανθρώπινη ιστορία. Εν προκειμένω
εύστοχη η αναφορά του τίτλου της συλλογής στις χρηματιστηριακές αξίες, ακόμη κι
αν κακόηχη η λέξη μιλώντας για ποίηση.
Στο «Χρύσεον γένος» άπλετο το φως συντροφεύει την ελπίδα και την προσμονή των ανθρώπων να ομοιάσουν με τη θεότητα, αγγίζοντας την αθανασία, να ενσωματωθούν στην τελειότητα της φύσης· Ως τε θεοί έζωον ακηδέα θυμόν έχοντες, θα προλογίσει με τις λέξεις του Ησίοδου την πρώτη ενότητα η ποιήτρια θυμίζοντας ένα βίο χωρίς θλίψη – μάταιη όμως η αναμονή μιας ολοκλήρωσης θα τους προσγειώσει στη θνητότητα. Είναι τότε που συνειδητοποιούν πως ό,τι τους απομένει, ό,τι τους συνδέει με το παρελθόν είναι η μνήμη. Εδώ προλογίζουν τη δεύτερη ενότητα («Μνημοσύνης γένος») τα λόγια του Αριστοτέλη: Γίγνεται δ’ εκ της μνήμης εμπειρία τοις ανθρώποις. Πάντα, ωστόσο, υπάρχει το περιθώριο μιας ηρωικής διάκρισης, σε μια συνθήκη που ανυψώνει τους εκλεκτούς που θα προκαλέσουν τη ζωή ως τα όριά της: δικαιότερον και άρειον ανδρών ηρώων γένος, πάλι ο Ησίοδος έρχεται ως αρωγή ή ως αρχική έμπνευση στο τρίτο μέρος (Ηρώων γένος») της ποιητικής συλλογής. Για τους υπόλοιπους η αντιστοιχία με το «Σιδήρεον γένος», που οι θεοί όρισαν να ζουν μέσα σε σκληρές μέριμνες: σαφές εδώ το ησιόδειον, χαλεπάς δε θεοί δώσουσι μερίμνας. Όσο για το τελευταίο μέρος της συλλογής, το «Εκτός εποχής», η ποιήτρια επέλεξε ένα «Κομπολόι με χαϊκού», όπως το ονομάζει, κάτι σαν εύκαιρο εγχειρίδιο, δηλαδή κάτι ευσύνοπτο, εύχρηστο σε πρώτη ζήτηση, ικανό να κρατήσει στη μνήμη αγαπημένο πρόσωπο, να λειτουργήσει ιαματικά, έτσι όπως η ποίηση ξέρει.
Σε όλα τα μέρη της συλλογής διυλίζεται μέσα στο ποίημα
ο συγκλονισμός του ποιητικού υποκειμένου (ταυτιζόμενου απολύτως με τον ποιητή
δημιουργό) για όσα συνιστούν το ζοφερό σκηνικό της ρέουσας πραγματικότητας.
Όταν, για παράδειγμα, γράφει η ποιήτρια: Σπαρνά η ζωή/ Στον βυθό της θάλασσας/ Παιδιά
τραγουδούν (από το «Σιδήρεον γένος»), βρίσκει τον τρόπο μέσα σε δεκαεπτά
συλλαβές να δώσει ένα σύγχρονο δράμα και μάλιστα παράλληλα με την αντίδραση της
φύσης – μια απόπειρα εύστοχη να προχωρήσει το χαϊκού σε ένα άλλο επίπεδο,
κοινωνικής ευαισθησίας, χωρίς όμως να απολέσει εντελώς το αρχικό του πρότυπο
που το συνέδεε με τα εναλλασσόμενα πρόσωπα της φύσης.
Στο τέλος του βιβλίου παρατίθεται ένα κείμενο («Η
άρπα») του σπουδαίου Ιάπωνα λόγιου Οκάκουρα Κακούζο (1863-1913), που θα
μπορούσε να συνοψίσει όλη την ποιητική συλλογή της Κοψιδά-Βρετού, καθώς δείχνει
τη σχέση του δημιουργού με το έργο, την παραχώρηση του ποιητή στην ουσία της
ποίησης, αφήνοντας κατά μέρος την όποια (συχνά συνακόλουθη) οίηση, την αλαζονεία
του. Πράγματι, το ποίημα έχει μέσα του τη δυναμική να μιλήσει, να βρει τον δρόμο του προς τον
αποδέκτη του, τον (μακάρι) συμπορευόμενο αναγνώστη. Η ποιήτρια εδώ επέλεξε το
είδος των χαϊκού –είδος που την έχει απασχολήσει, κυρίως σε θεωρητική
προσέγγιση, σε όλο το έργο της– για να δείξει ακριβώς τη δύναμη του ελάχιστου
στην πιο ακραία μορφή του. Αν μπορεί το ελάχιστο σώμα ενός χαϊκού να
συμπεριλάβει τη φιλοσοφική εν προκειμένω θεώρηση τόσο του κόσμου εν συνόλω όσο και
της θέσης της ανθρώπινης ταπεινότητας μέσα του (αυτό επιδιώκει η ποιήτρια),
τότε πραγματικά το ποίημα αναδεικνύεται από έλασσον (ως προς τη μορφή) σε
μείζον (ως προς το νοηματικό περιεχόμενο).
Εδώ δύο δείγματα προς απόδειξη της παραπάνω άποψης:
Τέλος του
χρόνου/ Γελούν απολογισμοί/ Αδιόρθωτοι…
(από το «Σιδήρεον γένος»). Μέσα σε δεκαεπτά όλες κι όλες συλλαβές φάνηκε η
ψευδαίσθηση της θνητότητας να ελέγξει τα χρονικά διαστήματα, η εγγενής αδυναμία
της να συμπορευθεί μέσα στον φυσικό
κόσμο ως ίσος προς ίσο.
Οπλές αλόγων/
Κυοφορούν σύννεφα/ Κρύβουν τον ήλιο.
(από το «Ηρώων γένος»). Η αντίστιξη ισχυρή: έργα καταστροφής, δημιουργήματα των
ανθρώπων (κάποιοι τα θεωρούν ηρωισμό) που τείνουν να καταργήσουν τη φυσική
τάξη.
Η προσεγμένη έκδοση με ένα εξώφυλλο «φλεγόμενο», με
την εικόνα στο κέντρο της (πίνακας: Fρανα) να
έχει το κόκκινο της φωτιάς και του αίματος (δημιουργία και καταστροφή
ταυτόχρονα) για να προλογίσει με τον εικαστικό τρόπο τα ποιήματα του βιβλίου.
Σε ποιητική σύνοψη όλη η πορεία του ανθρώπου από τα πρώτα του βήματα ως σήμερα,
με υπόρρητες «προβλέψεις» για ένα μέλλον μάλλον δυσοίωνο.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου