Γκίλιαντ
Marilynne Robinson
μετάφραση:
Κατερίνα Σχινά
εκδόσεις
Μεταίχμιο
η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/13175-robinson-giliand
https://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/13175-robinson-giliand
Ολόκληρη τούτη η πόλη μοιάζει με αυτό
που γίνεται η ελπίδα όταν αρχίζει να εξασθενεί λιγάκι, κι ύστερα εξασθενεί
ακόμα λίγο. Μα κι η ελπίδα που αναστέλλεται ελπίδα παραμένει.
Ο πάστορας
Τζον Έιμς παρομοιάζει τη μικρή και ασήμαντη πόλη Γκίλιαντ της Αϊόβα με τη
φθίνουσα ελπίδα που εξασθενεί – χωρίς ωστόσο να απολέσει εντελώς τη ζωογόνο
δύναμή της. Κατ’ ουσίαν επεκτείνει την ανθεκτικότητα της ελπίδας πολύ πιο πέρα
από την πόλη του, ακόμη κι από τον ίδιο, με τον προσωπικό του χρόνο να
εξαντλείται ομοίως, και απευθύνεται σε όλους εμάς που ακουμπάμε σε μια ελπίδα
ίσως μάταιη, ίσως εξαχνωμένη από τον στερεό της πυρήνα, ωστόσο πάντα σταθερά
δίπλα στον πάσχοντα άνθρωπο – μοναδικό του συχνά καταφύγιο.
Η Marilynne
Robinson γράφοντας το Γκίλιαντ είχε σαφή επίγνωση της δύναμης του λόγου (εν
προκειμένω του μυθοπλαστικού) να απευθύνεται με ευθύβολο, και άρα
αποτελεσματικό τρόπο, στον αναγνώστη και να τον καθοδηγεί με τη σκέψη του ήρωά
της σε μια θέαση του κόσμου εξαιρετική. Ο πάστορας Τζον Έιμς γράφει τη
μακροσκελή επιστολή του στον μικρό γιο του ξέροντας πως πολύ λίγος χρόνος ζωής
του μένει· αυτά που έζησε, αυτά που αξίζει να μείνουν στη μνήμη των επόμενων,
πρέπει να γραφούν, να διασωθούν για να σώσουν με τη σειρά τους. Δεν είναι,
όμως, μόνο τα προσωπικά του βιώματα που θα καταθέσει εδώ· όπως άρρηκτα δένεται
η ιστορία του καθενός, ως μεμονωμένου όντος, με τη ζωή του και ως μέλους μιας
μικρής και μετά μιας ευρύτερης κοινότητας, έτσι καλειδοσκοπικά ανοίγει το
σκηνικό και συνδέει τον μικρόκοσμό μας
με την γενικότερη τοπικά και χρονικά ιστορία. Ο Έιμς θα ξεκινήσει από τα
δύσκολα χρόνια του Αμερικανικού Εμφυλίου προκειμένου να συνδέσει την τωρινή ζωή
του (στα μέσα της δεκαετίας του ’50 βρίσκεται στην όγδοη δεκαετία της ζωής του)
με αυτήν του πατέρα και του παππού του, που ήταν όπως κι αυτός πάστορες, και
κατ’ επέκταση με την ιστορία του τόπου του. Στη διάρκεια της μακροσκελούς
αφήγησης θα κάνει πολλές παρεκβάσεις εγκιβωτίζοντας ιστορίες, που θα μπορούσαν
να σταθούν θεματικά αυτοτελείς. Εδώ, όμως, θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά στην
κύρια ιστορία που δένει μεταξύ τους με συγγενικό νήμα τις τρεις γενιές.
Ο ιδιαίτερος
τρόπος προσέγγισης της γονικής παρακαταθήκης προς τον απόγονο θα του επιτρέψει
να μιλήσει με έναν πανανθρώπινης σημασίας λόγο που θεωρητικά απευθύνεται σε
όποιον θα ήθελε να εννοήσει το βαθύτερο νόημα της ζωής. Με προσήλωση στον
πάσχοντα άνθρωπο, με αισθήματα αλληλεγγύης και διάθεση για έμπρακτη
συμπαράσταση μακριά από υποκριτικές παραινέσεις, τόσο συχνές σε εκπροσώπους των
διαφόρων θρησκευτικών δογμάτων. Γιατί, η αλήθεια είναι πως ο Έιμς μπορεί να μιλά
χρησιμοποιώντας πολλές θρησκευτικές αναφορές, που του υπαγορεύει το σχήμα του,
ωστόσο νιώθεις πως ακούς τον παλμό ενός ζωντανού ανθρώπου που ζυμώθηκε μέσα στα
κοινωνικά σκοτάδια και αναδύθηκε αθώος και καθαρός. Η επιστολή του είναι στην
ουσία μια εξομολόγηση, που δεν ζητά την άφεση αμαρτιών από το αόρατο θείον με
τη μεσολάβηση κάποιου ιερέα· είναι μια ειλικρινής κατάθεση προς τον άνθρωπο –
ίσως ο μόνος εξαγνισμός της ψυχής που μπορεί να έχει λόγο ύπαρξης.
Το Γκίλιαντ
της Robinson δεν έχει (κάτω από αυτή την οπτική) καμία σχέση με τη
θρησκεία. Ο πάστορας Έιμς απορεί και αμφιβάλλει για όλα (τα ασαφή θεϊκά και τα θνητά
γήινα), όπως κάθε σκεπτόμενος άνθρωπος και μιλάει απροκάλυπτα για την αδυναμία
του να αρθεί πιο πάνω από τον σκεπτικισμό του. Ανατέμνοντας τον εαυτό του, το
δίκαιο και το άδικο όπως το κατανοεί, παράλληλα μας οδηγεί σε μια θεώρηση της ζωής,
για την ουσία της οποίας τα δόγματα της θρησκείας ή ακόμη και τα φιλοσοφικά
αξιώματα αδυνατούν να δώσουν επαρκείς απαντήσεις. Ατονούν εδώ οι απόπειρες
εξήγησης του θαύματος της ζωής μέσα από θρησκευτικούς αφορισμούς και δογματικά
«επιχειρήματα», που το μόνο που
κατορθώνουν είναι να επαληθεύουν την οριακή δυνατότητα της πεπερασμένης
ανθρώπινης λογικής.
Οπότε η συμβουλή μου είναι η εξής:
μην αναζητάς αποδείξεις. Μη σε απασχολούν καθόλου. Είναι πάντοτε ανεπαρκείς σε
σχέση με το ερώτημα και διακρίνονται από κάποια θρασύτητα, νομίζω, επειδή
διεκδικούν για τον Θεό μια θέση μέσα στο περιορισμένο πλαίσιο της ανθρώπινης
αντίληψης.
Ο κάθε άνθρωπος
μόνος του, με γνώμονα τη βίωση του σύντομου χρόνου του και τη συνειδητοποίηση
της θνητότητάς του, μπορεί να αποκρυπτογραφήσει το νόημα της ζωής – κι ας είναι
απολύτως προσωπική η εξήγηση που θα δώσει. Γι’ αυτό και ο Έιμς μπορεί να γράψει
αυτά τα λόγια τώρα που φτάνει στο τέλος της πορείας του. Όπως λέει:
Δεν θα ήμουν σε θέση να αναλογιστώ
τον επίγειο κόσμο αν δεν είχα περάσει σχεδόν οκτώ δεκαετίες περιπλανώμενος σ’
αυτόν.
Νιώθει την
ανάγκη να βάλει μέσα σε λιτό λόγο το θαύμα της ζωής όπως πλέον το εννοεί. Δεν
χωρούν στη σκέψη του τα υψιπετή. Του αρκούν τα πιο ανθρώπινα μεγέθη, γιατί έχει
κατανοήσει την αξία των πιο απλών πραγμάτων.
Λατρεύω την πεδιάδα. […] εδώ στην πεδιάδα δεν υπάρχει τίποτα να αποσπά την προσοχή από το βράδυ
και το πρωί, τίποτα στον ορίζοντα να συντομεύει ή να καθυστερεί. Από αυτή την
άποψη, τα βουνά θα έμοιαζαν με απρέπεια.
Το Γκίλιαντ
έχει βραβευθεί με το Πούλιτζερ (το 2005) αλλά και το Εθνικό Βραβείο του Κύκλου
των Αμερικανών Κριτικών (το 2004, χρονιά της πρώτης κυκλοφορίας του). Στην
ελληνική γλώσσα εμφανίστηκε το 2010 στις εκδόσεις Εν πλω σε μετάφραση της
Αντριάνας Σακκά και του Βασίλη Αργυριάδη. Τώρα στη νέα του έκδοση, φροντισμένη από το Μεταίχμιο, ευτύχησε με τη μετάφραση της
Κατερίνας Σχινά κι έτσι ξανασυστήνεται με το ελληνικό κοινό με τις καλύτερες
προϋποθέσεις.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου