Πέμπτη 12 Μαΐου 2022

Το OuLiPo και η ευφορία της μετάφρασης Αχιλλέας Κυριακίδης Εκδόσεις Ύψιλον η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Το OuLiPo και η ευφορία της μετάφρασης

Αχιλλέας Κυριακίδης

Εκδόσεις Ύψιλον

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Αχιλλέας Κυριακίδης: «Το OuLiPo και η ευφορία της μετάφρασης» (diastixo.gr)

 


 

Τη δημιουργική αναμέτρηση με το μεταφραστικό εγχείρημα, το οποίο υπηρετεί με άριστο τρόπο,  επέλεξε ο Αχιλλέας Κυριακίδης ως θέμα στην ομιλία του με αφορμή  την αναγόρευσή του σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Γαλλικής Γλώσσας και Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στις 6 Οκτωβρίου 2021. Καθώς είναι εμφανής σε όλες τις γραφές του η θέση που επιφυλάσσει στο προσφιλές παίγνιον (παιχνίδι μεν αλλά με τη σοβαρότητα που ένα παιδί το αντιμετωπίζει, κατά τη φράση του Ρόμπερτ Λούις Στήβενσον) προς το οποίο προσιδιάζει η δημιουργία, όσο και στο χιούμορ το χιούμορ, θα πει, είναι το ελαφρύ αεράκι που εξορκίζει αφηγηματικές άπνοιες […] Το χιούμορ είναι πηγή ζωής της μυθοπλασίας (σ. 42)–, δεν θα μπορούσε στην ομιλία του αυτή να μην επιχειρήσει με παίζοντα, περιεκτικό λόγο να προσδιορίσει αναλόγως τη θέση του και ως προς το μεταφραστικό έργο, νοούμενο πλέον ως ευφορία της μετάφρασης.  

Εν είδει οχήματος, που θα τον οδηγούσε στον σκοπό του, επέλεξε το Εργαστήριο Δυνητικής Λογοτεχνίας, δηλαδή το OuLiPo (Ouvroir de Litérature Potentielle), ένα κίνημα πνευματικό, μια ομάδα πειραματικής, τουλάχιστον αρχικά, λογοτεχνίας, που έθεσε στόχο να αγγίξει τα δυνητικά όρια της λογοτεχνικής γραφής· αν συσχετισθεί (τουλάχιστον ως προς τη δομική κατασκευή) η λογοτεχνία με τα Μαθηματικά (πόσα πιθανόν να είναι τα μαθηματικά θεωρήματα;) και με τη Χημεία (πόσες οι παραποιούμενες ή μεταλλασσόμενες χημικές ενώσεις;), τότε πόσες δυνητικά είναι οι μορφές ενός κειμένου; Τέθηκαν, επομένως, από το OuLiPo τα θεωρητικά θεμέλια προκειμένου, με άπειρους πειραματισμούς και γλωσσικά παιχνίδια, να απελευθερωθεί η γραφή από αυστηρούς περιορισμούς – όλα είναι δυνατά, οι πολλαπλές παραλλαγές εμπλουτίζουν τη γλώσσα ως όργανο και τη γραφή ως αποτέλεσμα, τα κείμενα αναλύονται ανατρεπόμενα, νέες «κατασκευές» επινοούνται – μα τι στην τέχνη δεν είναι κατασκευή (σ. 18), θα προλάβει τις ενστάσεις ο Κυριακίδης.

Με όλο αυτό, ωστόσο, να ενέχει τον κίνδυνο μιας παρερμηνείας της θέσης του απέναντι στη μετάφραση (για παράδειγμα, να θεωρηθεί ίσως λανθασμένα ότι όλα είναι αποδεκτά, ακόμη κι αν οδηγούν στον βιασμό του πρωτοτύπου κειμένου), ο ίδιος θα θέσει τα προσωπικά του όρια, στην ουσία ένα τέντωμα και ένα χαλάρωμα του σχοινιού που τον κρατάει αυτόν ως μεταφραστή δεμένο με το πρωτότυπο και τον δημιουργό του:  

 

Όσο για το περίφημο ψευτοδίλημμα «πιστή ή ελεύθερη μετάφραση», δεν έχω να πω παρά μόνον ότι η μετάφραση, εξ ορισμού και εκ φύσεως, είναι κάθε άλλο παρά ελεύθερη ή, εν πάση περιπτώσει, όσο ελεύθερο είναι ένα αυτοκίνητο να σε πάει όπου θέλει αυτό. (σ. 10).

 

Η γνωστή αφοριστική άποψη του Μπόρχες που καταξιώνει τις παραλλαγές ως γραφές/επαναλήψεις όλων όσα έχουν ήδη ειπωθεί, θα έρθει, φυσικώ τω λόγω, στην  ομιλία του Κυριακίδη οδηγώντας στην παραδοχή μιας αλήθειας που καλά γνωρίζουν όσοι έχουν σοβαρά ασχοληθεί με τη γραφή:

 

[…] κάθε ανάγνωση ενός λογοτεχνικού έργου (ακόμα και η επανανάγνωσή του απ’ τον ίδιο τον συγγραφέα του) δεν είναι παρά μια παραλλαγή του. (σ. 25).



 

Ποια η θέση, λοιπόν, του μεταφραστή σ’ αυτή την αλυσίδα παραλλαγών που μοιάζει ατελείωτη; Δεν δικαιούται και αυτός την προσωπική του μερίδα στο διαρκώς έτσι και αλλιώς παραλλασσόμενο κείμενο; Η θέση εδώ του Κυριακίδη ξεκάθαρη ως προς το τι αρχικά είναι η μετάφραση:

 

Έχω πολλάκις ερωτηθεί αν, σε ό,τι αφορά τη λογοτεχνία με δεσμεύσεις, πρέπει να μιλάμε για μετάφραση ή για αναδημιουργία, και η στερεότυπη απάντηση μου ήταν: «Κατά τη γνώμη μου, πολλά πράγματα μπορεί να είναι (ή πρέπει να είναι) η μετάφραση, εκτός από αναδημιουργία». Ο μεταφραστής είναι ο πιο «δουλικός» υπηρέτης του πρωτοτύπου. (σ. 36-37).

 

Η σχέση με το πρωτότυπο καθορίζεται δεσμευτική, ωστόσο επιτρέπει από την πλευρά του μεταφραστή μια δημιουργία σε ένα δεύτερο (ή παράλληλο) επίπεδο με το πρωταρχικό κείμενο. Ο Κυριακίδης ονομάζει αυτή τη δημιουργία δευτερογενή, που ακολουθεί την αναγκαία δημιουργική ανάγνωση.

 

Δεν θα μπορούσε να δώσει καλύτερη κατακλείδα στην πρωτότυπη όσο και  εμπνευσμένη ομιλία του (ή καλύτερα σύντομο δοκίμιο γύρω από τη γραφή και τη μετάφραση) από αυτήν που διευκρινίζει: […] στη συνείδησή μου η λέξη «ουλυπιανός» είναι γραμμένη έτσι, με δύο ύψιλον (σ. 44), υπογραμμίζοντας με τον τρόπο αυτό ένα βασικό χαρακτηριστικό της γραφής γενικότερα (και της δικής του οπωσδήποτε), το υποκρυπτόμενο δηλαδή χιούμορ πίσω από τις λέξεις, με τις άπειρες δυνατότητες παραλλαγής τους, που την εντάσσουν στο ευρύτερης θεώρησης παιχνίδι, και που αλίμονο αν μας διαφύγει γράφοντας, μεταφράζοντας  ή διαβάζοντας.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου