Οι απαράφθορες
μυθιστόρημα
Στέλιος Χαλκίτης
εκδόσεις
Ιανός
Καμιά φορά η ιστορία ορισμένων ανθρώπων είναι βαρύτερη
από την ιστορία του τόπου τους. Τότε η ιστορία τους παραμένει απαράφθορη στον
χρόνο. Αυτό το «απαράφθορη» σημαίνει όχι μόνο να μείνει ανεξίτηλη, υπό την
έννοια της ενδοκοσμικής αθανασίας, αλλά να μην περιβληθεί με υπερβολές, να μην
αποκρυβούν στοιχεία, να μην υποστεί παραμόρφωση. Έτσι προλογίζει ο συγγραφέας το μυθιστόρημά του «Οι
Απαράφθορες» με τον επεξηγηματικό υπότιτλο: Οι
κρυφές γυναίκες της Καλύμνου και οι αλήθειες τους στα άδυτα των ανθρώπινων
σχέσεων, του έρωτα και της ζωής.
Ο πυρήνας της ιστορίας
του αφορά την ομάδα γυναικών που συνιστούν μια στεγανή (ως προς τη δυνατότητα
πρόσβασης στους κόλπους της και τη διαφύλαξη των μυστικών τους) κυψέλη ιδεών
και ηθών μέσα στην ευρύτερη κοινωνία της Καλύμνου. Ήδη έχει διαφανεί στη
θεματική του συγγραφέα ένα σκηνικό με επάλληλα επίπεδα διαρκώς συρρικνούμενα: η
ευρύτερη κοινωνία, η τοπική κοινωνία, οι γυναίκες της τοπικής κοινωνίας, η
μυστική ολιγομελής ομάδα. Γύρω από αυτόν τον θεματικό πυρήνα χτίζεται το
υπόλοιπο μυθιστόρημα με τους χαρακτήρες και την ιστορία του καθενός· σταδιακά
βήματα οδηγούν προς το κέντρο του συγγραφικού ενδιαφέροντος, δηλαδή τις
απαράφθορες. Δεν είναι καθόλου εύκολος ο δρόμος που έχει επιλεγεί, και το
στοίχημα της γραφής είναι αν κατορθώνει να φθάσει απρόσκοπτα στο ζητούμενο. Πώς
θα οδηγηθεί, για παράδειγμα, η κεντρική του ηρωίδα η ψυχίατρος Δαυίνα Δελμούζου
στη μυστική ομάδα των γυναικών και πώς θα διαχειριστεί παράλληλα την ιδιάζουσα
σχέση της με τον πρώην ασθενή της και νυν σύντροφό της Ρωμανό Δοξιάδη; Ή πώς θα
διαχειριστεί η γραφή τη διαρκώς αυξανόμενη απόσταση μεταξύ τους, όσο
περισσότερο η Δαυίνα θα δένει με τις απαράφθορες; Μέσα από τις ατραπούς των
συγγραφικών επινοήσεων το βιβλίο αποκτά τις κορυφώσεις του με ομαλό τρόπο
ακολουθώντας την πανάρχαια δομή του δράματος: δέση-λύση. Ο Χαλκίτης θα
συμπεριλάβει στην ιστορία του πολλά πρόσωπα, το καθένα με τον χαρακτήρα του
καθαρά διαγραφόμενο, γεγονός που
επισημαίνεται ως ιδιαίτερα θετικό στοιχείο στη γραφή του, καθώς δεν
είναι πάντα εύκολο να αποκτήσουν όλοι οι ήρωες (ιδίως οι δευτερεύοντες) την
υπόσταση του χαρακτήρα μυθοπλασίας με ικανά χαρακτηριστικά, διακριτά και
κλιμακούμενης αξιολόγησης, όπως συμβαίνει εδώ. Ενδιαφέρον το χτίσιμο της
ιστορίας, συχνά όμως διακοπτόμενο. Στην αφήγηση της ιστορίας παρεμβάλλονται
πολλές αναφορές στο νησί της Καλύμνου, κάποιες από τις οποίες αποτελούν
παρεκβάσεις όχι απαραίτητες για την πλοκή, ωστόσο ο συγγραφέας βρίσκει τις
αναγκαίες αφορμές για να μιλήσει για τον αγαπημένο του τόπο. Έτσι καθοδηγεί τη
ματιά του αναγνώστη του να δει αυτά που ο ίδιος θαυμάζει και εξυμνεί. Στον
βαθμό που αυτή η μη αναμενόμενη σε μυθιστόρημα περιήγηση λειτουργεί παρεκβατικά
στην ιστορία και την πλοκή της, ίσως και να περιττεύει, τουλάχιστον στις
περισσότερες των αναφορών.
Το ενδιαφέρον στο
βιβλίο του Χαλκίτη, ωστόσο, δεν έγκειται τόσο στην ιστορία που αφηγείται –αυτή
γράφεται με τέχνη και οπωσδήποτε ελκύει τον αναγνώστη– όσο στον φιλοσοφικό
στοχασμό που ανακύπτει μέσα από τις διαδρομές της πλοκής, καθώς ο τριτοπρόσωπος
αφηγητής/παντογνώστης συγγραφέας αναλύει σκέψεις και πράξεις των ηρώων του,
επεκτείνοντας τη γραφή σε άλλα πεδία πολύ πιο πέρα από αυτό της μυθοπλασίας.
Ένας υπαρξιακός προβληματισμός διατρέχει όλο το βιβλίο με αφορμή τις πράξεις
των ηρώων, και έτσι ο συγγραφέας αναλαμβάνει ένα ρόλο που απέχει από αυτόν του
μυθοπλάστη. Η αρχική πρόθεση του θα πρέπει να ήταν η γραφή ενός φιλοσοφικού
δοκιμίου που θα αναζητούσε τη δύναμη που έχει μέσα του ο άνθρωπος για να
αντιμετωπίσει τις αντιξοότητες της ζωής του, να ξεχωρίσει ως διακριτή οντότητα
μέσα σ’ έναν κόσμο που διαρκώς του αρνείται την πρωτοβουλία των κινήσεων. Αρκεί
να βρει το βαθύτερο νόημα της ύπαρξής του. Το προκάλυμμα αυτής της θεώρησης
αποτέλεσαν οι απαράφθορες, οι κρυφές γυναίκες της ιστορίας που συνέστησαν τη
μικρή τους κοινωνία, ως υποσύνολο της ευρύτερης.
Εν τω μεταξύ, την ίδια περίπου ώρα, στην άλλη μεριά
της Καλύμνου, οι απαράφθορες, κατόπιν παράκλησης της Δαυίνας που ήθελε να τις
μιλήσει, άρχισαν να συγκεντρώνονται στο Βαθύ, στο ίδιο πάντα μέρος, στο εξοχικό
της Αγγελικής. Ήταν όλες παρούσες, κατηφείς και θλιμμένες καθώς υπέθεσαν πως θα
επαναλαμβανόταν η συνάντηση που είχε λάβει χώρα στο ίδιο μέρος πριν πέντε
χρόνια, τότε που η αγαπημένη τους δασκάλα, Ειρήνη Μ., τους ανακοίνωσε πως
πάσχει από την επάρατο. Έτσι και σήμερα νομίζεις πως και θα συμμετείχαν σε έναν
ανατριχιαστικό αποχαιρετισμό, σε μια ανατριχιαστική εγκατάμειξη συναισθημάτων·
είχαν την παράδοξη διαίσθηση ότι στο τέλος φεύγοντας θα ασπάζονταν πικραμένες
τη δικιά τους Δαυίνα που, εν γνώσει της μα παρά τη θέλησή της, θα οδηγείτο στο
ικρίωμα. Δικαίως κάποιες σκέφτηκαν πως ήταν μια άλλη εκδοχή του Μυστικού Δείπνου,
μόνο που αυτές δεν είχαν μεταξύ τους προδότη. Είχαν βέβαια μια γυναίκα που
αψήφησε τη σοφία των απαράφθορων, την ίδια τη Δαυίνα. (σελ. 346)
Η σκέψη του αναγνώστη
οδηγείται στην υποφαινόμενη πρόταση του συγγραφέα για τη δυναμική που μπορούν
να έχουν στη σύγχρονη, σπαρασσόμενη από προβλήματα και αντιθέσεις κοινωνία, κάποιοι
μικροί θύλακες ομοφρονούντων με άξονα μια ζωή περισσότερο ηθικά βιώσιμη, που θα
ισορροπεί αρχικά τον άνθρωπο με τον εαυτό του και κατόπιν με τους ομόκεντρους
κύκλους που τον περιβάλλουν και που συνιστούν την συμβατικά αποδεκτή συμβίωση
εν κοινωνία. Το ερώτημα, φυσικά, που προκύπτει αφορά τον μανδύα της μυθοπλασίας
που προτιμήθηκε στη θέση ενός δοκιμίου καθαρού στις προθέσεις του. Μια
μυθοπλασία η οποία στην ουσία καταρρίπτει τη μαγική έλξη που προκαλεί η
λογοτεχνία, καθώς ο συγγραφέας δεν παραλείπει να υπενθυμίζει συχνά πυκνά τον
ρόλο του αφηγητή που παρεμβαίνει και προϊδεάζει για τα επόμενα να συμβούν ή
σχολιάζει εξωκειμενικά. Ο αναγνώστης με τις παρεμβάσεις αυτές εξέρχεται από τη
μαγεία της ανάγνωσης, αντιμέτωπος με τον αφηγητή/συγγραφέα και όχι με τον ήρωα
που δρα, για να εισέλθει ξανά, όταν η πλοκή θα επανέλθει στη φυσική της ροή.
Ο Χαλκίτης υπηρετεί το
είδος αυτό της λογοτεχνίας που περισσότερο φιλοσοφεί παρά αφηγείται – η μείξη
αυτή των ειδών δεν είναι πρωτόγνωρη στη λογοτεχνία ούτε φυσικά απορριπτέα,
μάλιστα αν η γραφή, όπως εδώ, υπηρετεί σωστά τα διαφορετικά είδη. Τα
αφηγηματικά κομμάτια (αν εξαιρεθούν τα εμβόλιμα σχόλια) αναδεικνύουν μια δυνατή
γραφή που πλάθει και αναπλάθει τα στοιχεία της ιστορίας, και τα στοχαστικά μέρη
προδίδουν μια βαθιά σκέψη με πολλές προεκτάσεις/αφορμές προβληματισμού για τον
αναγνώστη του.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου