Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2022

Ο ταχυδρόμος του Νερούδα μυθιστόρημα Αντόνιο Σκάρμετα μετάφραση: Αγγελική Βασιλάκου εκδόσεις Κλειδάριθμος η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Ο ταχυδρόμος του Νερούδα

μυθιστόρημα

Αντόνιο Σκάρμετα

μετάφραση: Αγγελική Βασιλάκου

εκδόσεις Κλειδάριθμος

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Antonio Skármeta: «Ο ταχυδρόμος του Νερούδα» (diastixo.gr)

 

 


Σε τρία επίπεδα δομείται το μυθιστόρημα του Αντόνιο Σκάρμετα Ο ταχυδρόμος του Νερούδα, που τώρα κυκλοφορεί σε νέα έκδοση, σε πολύ καλή μετάφραση της Αγγελικής Βασιλάκου, από τον Κλειδάριθμο (πρώτη έκδοση: Ωκεανίδα, 1998). Σε ένα πρώτο επίπεδο παρακολουθούμε την ιστορία του Μάριο Χιμένες, του δεκαεπτάχρονου πρώην ψαρά και τώρα ταχυδρόμου στο απομονωμένο νησί της Χιλής Ίσλα Νέγρα, ο οποίος είναι επιφορτισμένος να παραδίδει σε καθημερινή βάση την αλληλογραφία στον μοναδικό αποδέκτη αλλά και συντάκτη επιστολών, τον ποιητή Πάμπλο Νερούδα. Η επιρροή που ασκεί ο Νερούδα στον απλοϊκό ταχυδρόμο θα τον ωθήσει να επιδιώξει μια επιφανειακή και τυπική στην αρχή επικοινωνία με τον ποιητή, η οποία με τον καιρό θα εξελιχθεί σε ουσιαστική επαφή και φιλία. Η ερωτική έλξη του Μάριο για την εντυπωσιακή Μπεατρίς Γκονζάλες θα αποτελέσει το έναυσμα για τις μεταξύ τους συζητήσεις, με τον ποιητή να προτείνει τρόπους για να προσεγγίσει ο Μάριο το αντικείμενο του πόθου του, μυώντας τον στην ποιητική εκφορά του λόγου.

 

«Αγαπητέ μου ποιητή και σύντροφε», είπε αποφασιστικά. «Εσείς με μπλέξατε σ’ αυτό κι εσείς πρέπει να με ξεμπλέξετε. Μου δώσατε βιβλία να διαβάσω, με μάθατε να χρησιμοποιώ τη γλώσσα μου όχι μόνο για να κολλάω γραμματόσημα. Εσείς φταίτε που την ερωτεύτηκα». (σ. 78).

 

Παράλληλα, σε ένα δεύτερο επίπεδο, παρακολουθούμε τη ζωή του Νερούδα, τη βράβευσή του με το Βραβείο Νόμπελ το 1971, την πολιτική του δράση με την υποψηφιότητά του για την προεδρία της Χιλής, και τη σχέση του με τον Αλιέντε, υπέρ του οποίου θα παραιτηθεί το 1970, και τέλος τον θάνατό του. Τα δύο αυτά επίπεδα της πλοκής πλαισιώνονται, όπως είναι φυσικό, με τα γεγονότα της ευρύτερης ιστορίας (η κατάσταση στη Χιλή από την άνοδο του Σαλβαδόρ Αλιέντε στην εξουσία έως την πτώση του και την επιβολή της δικτατορίας του Αουγκούστο Πινοσέτ το 1973). Γεγονότα που επιδρούν, αναπόφευκτα, στη ζωή των ηρώων διαμορφώνοντας τις επιλογές τους, με τον μικρόκοσμό τους διαλεκτικά να συνδέεται με την ιστορία του τόπου τους.



 

«[…] Υπήρξα ο πιο εγκαταλελειμμένος από τους ποιητές και η ποίηση μου ήταν τοπική, πονεμένη και βροχερή. Είχα όμως πάντα εμπιστοσύνη στον άνθρωπο. Δεν έχασα ποτέ την ελπίδα, γι’ αυτό ίσως έφτασα ως εδώ με την ποίησή μου και με τη σημαία μου. Συνοψίζοντας θέλω να πω στους ανθρώπους καλής θέλησης, στους εργαζόμενους, στους ποιητές, πως ολόκληρο το μέλλον εκφράστηκε σ’ αυτή τη φράση του Ρεμπώ: μόνο με φλογερή υπομονή θα κατακτήσουμε τη λαμπρή πολιτεία που θα δώσει φως, δικαιοσύνη και αξιοπρέπεια σ’ όλους τους ανθρώπους. Έτσι η ποίηση δεν θα έχει τραγουδήσει μάταια». (σ. 123).

 

Ο Σκάρμετα χειρίζεται τα διαφορετικά αυτά επίπεδα επιτρέποντας πότε στο διάχυτο ερωτικό κλίμα να επικρατήσει δίνοντας σκηνές εξαιρετικής έντασης, και πότε στον αναμφισβήτητο πολιτικό χαρακτήρα της ιστορίας του να δείξει ίσως τη μία  από τις αρχικές ιδέες της συγκεκριμένης γραφής. Ο ίδιος βαθύτατα πολιτικοποιημένος, με διώξεις από τη δικτατορία, δεν θα άφηνε την ιστορία του χωρίς το απαραίτητο πολιτικό της εκτόπισμα. Από την άλλη, όμως, διαφαίνεται από τον τρόπο που χτίζει τη μυθοπλασία του στο θέμα της σχέσης του Μάριο με τον Νερούδα, μια επιμέρους ιδέα που αφορά το πώς κάποιος αγγίζει τον, άγνωστο ως τότε γι’ αυτόν, ποιητικό κόσμο και σιγά σιγά διαμορφώνει ένα δικό του τρόπο έκφρασης. Ο Μάριο με την επίδραση που ασκεί πάνω του ο έρωτας και φυσικά ο Νερούδα, που του διδάσκει δύο από τους βασικούς δρόμους που οδηγούν στην ποιητική γραφή, δηλαδή τη μεταφορικότητα των λέξεων και την παρατήρηση (Αν θέλεις να γίνεις ποιητής, ξεκίνα να σκέφτεσαι περπατώντας), θα φτάσει κάποτε να γράψει ο ίδιος ποίηση.

Οι αφηγηματικοί τρόποι μοιράζονται ανάμεσα στην αφήγηση, που πληροφορεί για την εξέλιξη της πλοκής, την περιγραφή, που δημιουργεί το κατάλληλο σκηνικό για να σταθούν οι ήρωες, και τέλος τον διάλογο (σε μεγάλη έκταση), που κάνει «περίοπτους» τους ήρωες και, με τη λεπτή αίσθηση του χιούμορ που χαρακτηρίζει τις συζητήσεις των δύο προσώπων (Μάριο και Νερούδα), βοηθά τη βαθύτερη κατανόηση των χαρακτήρων. Σημαντικό αυτό το τελευταίο, καθώς οι δύο ήρωες δεν έχουν κοινά σημεία, οπότε με τις κατάλληλες φράσεις θα ξεκλειδώσει ο κόσμος του καθενός για να δεχθεί τον άλλο. Ένα παιχνίδι λόγου, θα μπορούσαμε να πούμε, ανάμεσα σε δύο «παίκτες» που σταδιακά θα βρουν τον τρόπο να αποδεχθούν αρχικά ο ένας τον άλλο και κατόπιν να συνεννοηθούν καταλήγοντας σε μια στενή σχέση.

Ένα μυθιστόρημα που, όπως εξομολογείται στον πρόλογο ο Σκάρμετα, ξεκινάει με ενθουσιασμό και ολοκληρώνεται μέσα σε κλίμα βαθιάς κατάθλιψης, και γράφτηκε μέσα από την αποτυχημένη προσπάθειά του να πάρει ως δημοσιογράφος μια εκ βαθέων συνέντευξη/εξομολόγηση από τον Νερούδα. Παραμένοντας άπρακτος στο νησί Ίσλα Νέγρα και παρατηρώντας τους χαρακτήρες γύρω του, συνέθεσε την ιστορία του. Ενδιαφέρον.

Όσο για όσους γνώρισαν το μυθιστόρημα μέσα από την κινηματογραφική του εκδοχή (Il Postino του Μάικλ Ράντφορντ, το 1994), να πούμε ότι η συγκινητική, χαμηλών τόνων ποιητική αυτή ταινία, κράτησε το βασικό μοτίβο του μυθιστορήματος, δηλαδή τη συνάντηση των δύο ανδρών και τη σταδιακή μετάβαση από την άγνοια του ποιητικού κόσμου στην ποιητική δημιουργία, ωστόσο η πλοκή της μεταφέρθηκε  από τη Χιλή του 1969 στο Κάπρι της  Ιταλίας των αρχών του ’50, στη διάρκεια της εξορίας του Νερούδα εκεί λόγω της κομμουνιστικής του δράσης. Έτσι, η ανάγνωση του βιβλίου προσφέρει μια διαφορετική αίσθηση απόλαυσης, πέρα από αυτήν της κινηματογραφικής του εκδοχής.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου