Τετάρτη 21 Μαΐου 2025

ΑΝΥΠΟΤΑΧΤΕΣ ΜΝΗΜΕΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ

 ΑΝΥΠΟΤΑΧΤΕΣ  ΜΝΗΜΕΣ

ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ



Σώπαινες.
Ικετευτικά. Λεύτερη και ολοκληρωμένη.
Και τι τάχα να ’λεγες για της ζωής τη μαγεία;
Πως είναι τα όνειρα φυγή
κι οι πεθυμιές μια δίκη;
Έτσι κι αλλιώς οι αναμνήσεις σου,
γύρισμα είναι κι αγύρτισσα ηχώ.

Αφουγκραζόσουν.
Ανεπίληπτα. Τον πειρασμό και τον πόθο.
Και πώς να μετανιώσεις για το λυτρωμό;
Ψεγάδι η φρόνηση του νου
και γδικιωμός η ελπίδα.
Ακόμα και το σύναγμα των καιρών,
πέρασμα είναι και ορμήνια.

Ομολογούσες.
Απειθάρχητα.Τις απειλές και την απώλεια.
Και πώς να δεχτείς την παραίτηση υποταγή;
Δέηση της στέρησης η οδύνη
και η συμμόρφωση έλεος και ευχή.
Αφού είναι οι αλήθειες σου απόκρυφες σπονδές,
ταξίδεμα ανάπλωρο κι απάγκιο.

Ξαφνιαζόμουν.
Απολογητικά. Για τους ύμνους και τους όρκους.
Και πώς την παραφορά,χαρά να μη λογιάσω;
Νάμα και χάρη η ζωή,
κι ο έρωτάς σου, έμπνευση και θαύμα.
Γιατί στον πανικό της αιωνιότητας,
στέργουν ανυπόταχτες μνήμες.

Γιώργος Αλξανδρής

(στη φωτογραφία:  Humphrey Bogart και Ingrid Bergman, στην ταινία του Michael Curtiz Casablanca, 1942)

 Ειδήσεις


Ξεκίνησε δυναμικά 
η επικοινωνιακή καμπάνια του BookPoint



Σε μια εποχή όπου η ψηφιακή παρουσία αποτελεί βασικό εργαλείο επικοινωνίας και ανάπτυξης, το BookPoint του ΟΣΔΕΛ, η πληρέστερη και εγκυρότερη βιβλιογραφική βάση δεδομένων της ελληνικής βιβιλιοπαραγωγής, επενδύει με ουσιαστικό τρόπου στην ενίσχυση της εικόνας και της αναγνωρισιμότητάς του. Με στόχο να προσεγγίσει τους επαγγελματίες του χώρου του βιβλίου (εκδότες/τριες και βιβλιοπώλες), τους/τις δημιουργούς, βιβλιοθηκονόμους, ακαδημαϊκούς, ερευνητές/τριες και γενικότερα όλους/ες τους/τις αναγνώστες/στριες, ενισχύει δυναμικά την παρουσία του στον ηλεκτρονικό Τύπο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, πραγματοποιώντας μία στοχευμένη καμπάνια προβολής.

Το BookPoint είναι πλέον συνώνυμο της καθημερινής πληροφόρησης στον χώρο του βιβλίου (έντυπου, ηλεκτρονικού, ηχητικού) και αποτελεί τον αδιαμφισβήτητο προορισμό για όσους επιζητούν ακριβή, ενημερωμένα και πλήρη δεδομένα.

Μερικά από τα πλεονεκτήματα του BookPoint:

 

·         Είναι η μόνη βάση που παρακολουθεί την ενιαία τιμή βιβλίου, κάτι που την κάνει μοναδική και την καθιστά απαραίτητο εργαλείο της αγοράς.

·         Αποτελεί σημείο αναφοράς και εξυπηρέτησης κάθε πλευράς της διακίνησης: εκδότες/τριες-βιβλιοπώλες.

·         Κερδίζει κάθε χρήστη/στρια με τον ταχύτατο χρόνο απόκρισης σε κάθε αίτημα/αναζήτηση.

·         Κάθε αλλαγή ή νέα καταχώριση γίνεται σε πραγματικό χρόνο (real time entry).

·         Ενημερώνεται και επικαιροποιείται από τους ίδιους τους εκδότες/τριες.

·         Οι εγγραφές ελέγχονται παράλληλα και από τα στελέχη του τμήματος του ΟΣΔΕΛ.

·         Υποστηρίζει καταχωρίσεις και επικαιροποιήσεις μέσω API, με πολλαπλά είδη αρχείων αλλά και χειροκίνητα.

·         Δίνει τη δυνατότητα στους επαγγελματίες του χώρου του βιβλίου να ενσωματώσουν τη μοναδική επικαιροποιημένη βάση στο e-shop τους.

·         Μετρά 10 έτη αδιάλειπτης λειτουργίας με δωρεάν τεχνική και τηλεφωνική υποστήριξη καθημερινά, οργανωμένες εκπαιδευτικές συναντήσεις και κατ’ ιδίαν ενημερώσεις όλο το χρόνο.

·         Αναβαθμίζεται συνεχώς για την εξυπηρέτηση καταχωριστών/στριών και στελεχών άλλων τμημάτων των εκδοτικών επιχειρήσεων με νέες παροχές και λειτουργίες

·         Διαθέτει νέο interface για φυσικά βιβλιοπωλεία για την υποστήριξη της δουλειάς τους.

·         Επιτυγχάνει ισχυρές συνεργασίες (π.χ. Εύδοξος, Skroutz, JukeBooks) για τη διευκόλυνση της διακίνησης των μεταδεδομένων στο περιβάλλον του βιβλίου.

·         Παρέχει τη δυνατότητα γραμμικής απεικόνισης σε κάθε σελίδα για εύληπτα αποτελέσματα.

·         Υπάρχει ατομική καρτέλα για κάθε εκδοτική επιχείρηση αλλά και κάθε δημιουργό ξεχωριστά για την προβολή του έργου του.

·         Δίνει τη δυνατότητα αναζήτησης εκδότη/τριας ανά περιοχή ή δημιουργού ανά ιδιότητα.

·         Συμπεριλαμβάνει κριτικές και βραβεία για βιβλία και δημιουργούς.

·         Αποστέλλει μηνιαίο Newsletter, για την ενημέρωση της αγοράς, σε εκδοτικούς οίκους και βιβλιοπωλεία.

 

Με λίγα λόγια, το BookPoint είναι ένα σημείο για όλα τα βιβλία!

 

Ενημερωθείτε για όλα τα νέα του BookPoint στα νέα κανάλια επικοινωνίας:

 

Νέες κυκλοφορίες Δημήτρης Ψαθόπουλος Άγνωστες λέξεις Εκδόσεις Κέδρος

 Νέες κυκλοφορίες


Δημήτρης Ψαθόπουλος

Άγνωστες λέξεις

Εκδόσεις Κέδρος



Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος το συναρπαστικό μυθιστόρημα του Δημήτρη Ψαθόπουλου «Άγνωστες λέξεις».
Μάιος 1948. Το αεροπλάνο προσγειώνεται στον αεροδιάδρομο, που λαμποκοπάει από τη βροχή. Ο Αμερικανός ρεπόρτερ πατάει το πόδι του στη Θεσσαλονίκη με δύο φωτογραφικές μηχανές στη βαλίτσα του, με διάσπαρτα στο κορμί του τα σημάδια από τον πόλεμο και μια τρελή φιλοδοξία στην καρδιά. Η συνέντευξη με τον αρχηγό των ανταρτών, Μάρκο Βαφειάδη, στο αρχηγείο του στο βουνό θα απογειώσει τη δημοσιογραφική του καριέρα. Αρκεί να βρει κάποιον να τον οδηγήσει εκεί.
Δέκα μέρες αργότερα το πτώμα του θα ανασυρθεί από τα νερά του Θερμαϊκού με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Σε μια πόλη όπου διπλωμάτες, στρατιωτικοί, κατάσκοποι και λαθρέμποροι βυσσοδομούν και ανταγωνίζονται για προνόμια και εξουσία, ο διοικητής της Γενικής Ασφάλειας, Νίκος Μουσχουντής, έχει λάβει σαφείς εντολές από την ανώτατη διοίκηση: Οι ένοχοι - κομμουνιστές ασφαλώς - είναι απαραίτητο να συλληφθούν το ταχύτερο και να καταδικαστούν. Οι σύμμαχοι Αμερικανοί δεν θα επιτρέψουν προχειρότητες και καθυστερήσεις.
Ύστερα από τρεις μήνες άκαρπων ερευνών, και ενώ οι πιέσεις είναι πλέον ασφυκτικές, ένας αριστερός δημοσιογράφος, ο Γρηγόρης Στακτόπουλος, συλλαμβάνεται. Είναι ο ιδανικός ύποπτος προκειμένου να κλείσει η υπόθεση με τρόπο αποδεκτό. Η ομολογία του είναι ζήτημα χρόνου, κανείς δεν αντέχει για πολύ την ανάκριση στα μπουντρούμια της Ασφάλειας. Ο Μουσχουντής όμως δεν θα ησυχάσει αν δεν ανακαλύψει τον πραγματικό δολοφόνο.
Βασισμένο στην υπόθεση Πολκ, το μυθιστόρημα «Άγνωστες λέξεις» δεν έχει την πρόθεση να θέσει ξανά τα ίδια ερωτήματα και - πολύ περισσότερο - να βρει τις απαντήσεις που κανείς μέχρι σήμερα δεν αποτόλμησε να δώσει. Εξετάζει ένα ενδεχόμενο∙ μια σταγόνα στον ωκεανό των πιθανοτήτων.
Οι «Άγνωστες λέξεις» απέσπασαν τον Πρώτο Έπαινο ΚΘΒΕ 2014.

 

Βιογραφικό


Ο Δημήτρης Ψαθόπουλος γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε Φαρμακευτική στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο και Δημιουργική Γραφή στο Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας. Έχει γράψει διηγήματα και θεατρικά. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν τα μυθιστορήματά του «Ένα βιολί στο χρώμα του πάγου» (2020) και «Άγνωστες λέξεις» (2025).

 

Μιχάλης Μακρόπουλος … άμμος Εκδόσεις Κίχλη η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

 

Μιχάλης Μακρόπουλος

… άμμος

Εκδόσεις Κίχλη

η πρώτη δημοσίευση στην Bookpress

«… άμμος» του Μιχάλη Μακρόπουλου (κριτική) – Memento mori


 


 

Memento mori

 

Ένας θολός ουρανός, η θάλασσα σαν μια θαμπή μεμβράνη, όλο το σκηνικό εκτεθειμένο σε έναν εμμονικό νοτιά, που όλα τα μεταπλάθει σε εικόνα ζοφερή και αποπνικτική. Οι ανάσες μετρημένες, η άμμος να διεισδύει παντού, από κάθε ξεχασμένη ρωγμή, να καλύψει τα πάντα. Σε ένα τέτοιο τοπίο μάς μεταφέρει ο Μιχάλης Μακρόπουλος στην πρόσφατη νουβέλα του, με τη λέξη άμμος στον τίτλο να λειτουργεί αλληγορικά, με τα αποσιωπητικά να προηγούνται, δηλώνοντας πως πρόκειται για μια κατάληξη και όχι για αρχή. Κι αν είναι η αρχή της ζωής σ’ αυτό που εδώ αποσιωπάται, τότε η άμμος θα δηλώνει και το τέλος της.

Η καθημερινότητα της οικογένειας, όπως περιγράφεται στην ιστορία του Μακρόπουλου, οι κινήσεις των προσώπων (η μητέρα Αθανασία, ο Μανόλης, ο Βασίλης, η Ερατώ και ο πατέρας/αφηγητής), οι διάλογοι μεταξύ τους, όλα συνιστούν μια ατμόσφαιρα υποφαινόμενης απειλής. Σαν κάτι να παραμονεύει να διαλύσει την αμεριμνησία μιας κανονικότητας. Είναι ο πατέρας που σπάει τον φλοιό της εικόνας και νιώθει τον κίνδυνο· έχει τη γνώση, που δεν του επιτρέπει να μείνει στην επιφάνεια των πραγμάτων, σε αντίθεση με τη μητέρα που λειτουργεί με το ένστικτο, βρίσκεται πιο κοντά στο γήινο περίβλημα, πατάει γερά στη γη, αποδέχεται στωικά ό,τι η φύση προκαλεί και αφήνει στο πίσω μέρος του μυαλού της την ανησυχία που θα της προξενούσε η γνώση. Ο χρόνος μέσα της αποκτά μια άλλη διάσταση, πιο εσωτερική, σαν να υπάρχει μόνο όταν του δίνει σημασία. Δίπλα και γύρω από την οικογένεια οι γάτες, σαν χορός σε δράμα αρχαίο, παρακολουθούν, επεμβαίνουν με τον δικό τους ήχο· μοιάζει να γνωρίζουν κάτι που οι άνθρωποι αγνοούν ή αδυνατούν να συλλάβουν – πεπερασμένη, άλλωστε, η δύναμη της λογικής, σαν έχεις να αναμετρηθείς με τα φυσικά πράγματα. Ο πατέρας σαν να βρίσκεται έξω από τον περίκλειστο κόσμο των υπόλοιπων, παρατηρώντας, ερμηνεύοντας, εν τέλει γράφοντας.

Ώσπου, θα φυσήξει ξανά ο βοριάς, θα βρουν οι ανάσες τον ρυθμό τους, ωστόσο μια φράση θα επανέρχεται ατελής και αινιγματική στο μυαλό του πατέρα: «Το ’χαμε πάρει, όμως, απόφαση», και είναι ο μόνος που προσδίδει στη φράση αυτή κάτι πιο βαθύ από μια συνηθισμένη συγκατάβαση. Κοιτάζω το εξώφυλλο, μια λεπτομέρεια από το έργο του Diego Rivera, Creation, 1931. Πρόκειται για μια εκδοχή της δημιουργίας του κόσμου, στην οποία δύο φιδόμορφοι θεοί, χύνοντας φωτιές από το στόμα τους, δημιουργούν τα πρώτα όντα, ανθρώπους, ζώα, ψάρια, φυτά. Τα όντα έχουν μια κίνηση περιστροφική και αμφίδρομη, σαν να έρχονται από τα έγκατα της γης στην επιφάνεια και πάλι σ’ αυτά να επιστρέφουν, ως ατελή. Μοιάζει σαν ο Μακρόπουλος να θέλει να μιλήσει στην ιστορία του για τη σύνδεση αυτής της ζωής με το τέλος της, ή έστω με τη διαρκή υπενθύμιση πως μέσα και στην πιο θαλερή μορφή ζωής εμφωλεύει η κοινή μοίρα όλων, ο θάνατος· από το χάος γεννιέται η ζωή κι εκεί πάλι, στο χάος, επιστρέφει. Όταν παρεισφρέει στην ιστορία το ιερό βιβλίο των Κιτσέ Μάγια, Πόπολ Βου, η έννοια του χάους είναι πλέον εμφανής. Μέσα σ’ αυτό το χάος η ανθρώπινη οντότητα αποκτά τη συνείδηση της θνητότητάς της, όχι μόνον όταν η αόριστη απειλή του τέλους παίρνει σάρκα και οστά μέσω μιας ασθένειας, αλλά σε κάθε στιγμή της ζωής. Ένα «παιχνίδι» της συγγραφικής πρόθεσης θα φανεί, όταν στον αντίποδα του memento mori θα έρθει το memento vivere, μια ισχυρή αντίστιξη: όπου υπόμνηση θανάτου, εκεί και υπόμνηση ζωής, μέσα από τη γραφή (το μόνο δικό του «κτέρισμα»), που από τη στιγμή που φεύγει από τα χέρια του δημιουργού της χάνει τη θνητή αφορμή της και αποκτά αιωνιότητα· ελπίδα ίσως, μέσα στην επίγνωση του άφευκτου τέλους; Πιστεύω πως όχι. Όσο φως κι αν περάσει από τις χαραμάδες, όσος άνεμος κι αν φυσήξει, η άμμος πάντα θα είναι παρούσα, ως υπενθύμιση βαριά και βασανιστική.



Η συγγραφική ιδέα του Μακρόπουλου (η αρχική, φυσικά, γιατί το ίδιο το ίδιο το κείμενο έχει τη δική του δυναμική και συχνά ξαφνιάζει τον δημιουργό του) στρεφόταν γύρω από το δίπολο ζωή-θάνατος (ή μη ζωή), μέσα σ’ ένα κλίμα βαρύ και νοτισμένο από την πνοή του υγρού αέρα, με τον βοριά  μόνο για λίγο να προσφέρει ιαματική ανάσα. Το γεγονός ότι εδώ η γραφή έχει μια ποιητική χροιά ενισχύει την άποψη αυτή, καθώς επιτρέπει, με την αναγκαία πολυσημία των λέξεων, μια εμβάθυνση στο πιο σκοτεινό τοπίο, το ανεξερεύνητο ακόμη και στο «ταξίδι του ύπνου», εκεί που ο πατέρας θα βυθιστεί βαθιά στην άμμο, φθάνοντας σε μια «όψη αθέατη, μέσα στο σκοτάδι μιας κουκούλας».

Ο πατέρας/αφηγητής γράφοντας την ιστορία της … άμμου, καταθέτει την άλλη όψη της ζωής, το τέλος της ή την αθέατη συνέχειά της (ποιος να το πει με βεβαιότητα;), με την αρωγή της ποίησης. Εμβόλιμοι στην ιστορία στίχοι (από την ανέκδοτη συλλογή Μήνες της Εύης Λιακέα) αναλαμβάνουν τον γόνιμο και διεξοδικό διάλογο με τις εναλλαγές του αέρα, με την αύρα της θάλασσας (πάντα εκεί ως αρχετυπικό σύμβολο προς υπενθύμιση κι αυτή της αρχικής κοιτίδας ζωής), τελικά με τη ρέουσα και αποκαλυπτική συγγραφική γλώσσα για τα ανεξερεύνητα μυστικά του κόσμου. Μπροστά στην αδυναμία εξήγησης, η γραφή έχει την ικανότητα να εικάζει.

 

Διώνη Δημητριάδου

 

Απόσπασμα

 

Ήμασταν μπροστά στον πρώτο μύλο και για λίγο μια αντρική φιγούρα με μακριά νιτσεράδα και κουκούλα εμφανίστηκε πλάι στον τέταρτο. Έπειτα χάθηκε. Να έστηνε αυτός τα μικρά Στόουνχετζ στην άμμο; Αναρωτήθηκα στα καλά καθούμενα. Μικρός μπροστά στον μύλο, στον πλατύ ορίζοντα, κάτω από τον ατελείωτο ουρανό, αντιστάθμιζε τη μικρότητά του με το να δεσπόζει γιγάντιος πάνω από τις πέτρες που έστηνε στην άμμο, δίνοντας στη διάταξή τους ένα τρομερό κρυφό νόημα.

Είχα σταθεί ξανά.

«Σκέφτηκα μια ιστορία», της είπα.

«Τι ιστορία;»

«Για έναν μύλο όπου ο μυλωνάς ήταν ο θάνατος, κι άμα τού πήγαινες στάρι να το αλέσει, δεν σου ’δινε αλεύρι αλλά άμμο».

Με κοίταξε – (σσ. 55-56).

 

 

 

Σάββατο 17 Μαΐου 2025

η Οδοντωτός τόμος 2ος

 Νέες κυκλοφορίες


η Οδοντωτός

τόμος 2ος




Περιεχόμενα

 

Θεωρία

Λογγίνου, Περί Ύψους (εισαγωγή-μετάφραση-σχόλια: Ευσταθία Δήμου)     σ. 9

Laura Liliana Gómez Espíndola, Ο Πλάτωνας για τον πολιτικό ρόλο
της ποίησης (μετάφραση: Ευσταθία Δήμου)   σ. 17

Γιώργος Γώτης, Στιγμιότυπα από την Ιλιάδα και την Οδύσσεια         σ. 27

Ευσταθία Δήμου, Ποίηση και κινηματογράφος.
Η περίπτωση του Αρθούρου Ρεμπώ    σ. 39

Γιώργος Δελιόπουλος, Πάνω σ’ έναν ξένο στοχασμό.
Σύγχρονες κριτικές αναγνώσεις           σ. 47

Διονύσης Στεργιούλας, Το θαύμα του γραπτού λόγου  σ. 55

 

Μελέτη

Σ.Λ. Σκαρτσής, Τα «Τείχη» του Καβάφη. Μια ανάγνωση        σ. 59

Γιώργος Χ. Θεοχάρης, 11 ερανίσματα για τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό         σ. 64

Λίλια Τσούβα, Η δραματική επίκληση του Άγγελου Σικελιανού στο «Άγραφον»         σ. 71

Ισιδώρα Μάλαμα, Γεώργιος Καφταντζής: Φωτο(ζω)γραφίζοντας
τους τελευταίους στίχους         σ. 78

Διώνη Δημητριάδου, Το γλυκό βιολί του θανάτου.
Τοπία σκοτεινά στην ποίηση του Χρήστου Μπράβου   σ. 88

Γιώργος Γώτης, Αμαλία Τσακνιά. Έτσι απλά κι αθόρυβα μια μέρα     σ. 95

Μαρία Δαλαμήτρου, William Blake (1757-1827):
«Οι θεϊκές τέχνες της φαντασίας»       σ. 102

Λίλια Τσούβα, Αρχετυπικά στοιχεία στο αγγλοσαξονικό έπος Μπέογουλφ     σ. 117

Συμεών Γρ. Σταμπουλού, Συνομιλίες του Σωτήρη Σαράκη
με ομοτέχνους του. Η περίπτωση Σκαρίμπα    σ. 125

Ισιδώρα Μάλαμα, Κώστας Θ. Ριζάκης και Διώνη Δημητριάδου:
Δημίου και δημιουργού: 36 αγχόνες επί χάρτου.
Από την απόγνωση στην επίγνωση       σ. 133

Ευσταθία Δήμου, Η διπλή όψη του ποιητικού υποκειμένου.
Σκέψεις με αφορμή τον ποιητή Αλέξανδρο Μηλιά       σ. 141

Σπύρος Λαζαρίδης, Στα καταλογάκια / Έρευνα επί καταλόγων
εικαστικών εκθέσεων   σ. 147

Συνέντευξη στην Ευσταθία Δήμου
Η ζωγράφος Βασιλική Γεροκώστα      σ. 174

 

Ποίηση

Δημήτρης Περοδασκαλάκης, Τέσσερα ποιήματα        σ. 189

Ειρήνη Καραγιαννίδου, Πέντε ποιήματα         σ. 192

Μαρία Λάτσαρη, Τέσσερα ποιήματα    σ. 195

Σωτήρης Σαράκης, Πέντε ποιήματα     σ. 197

Χάρης Μελιτάς, Ένα ποίημα   σ. 200

Ελένη Νέστορα, Έξι ποιήματα            σ. 201

Μυρτώ Χμιελέφσκι, Ένα ποίημα        σ. 205

Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου, Τρίηχα   σ. 206

Κώστας Λιννός, Ένα ποίημα   σ. 207

Σταύρος Σταμπόγλης, Εικόνες και στάσιμα     σ. 208

Κώστας Θ. Ριζάκης, Ένα ποίημα         σ. 211


Μικρό ανθολόγιο νέων ποιητών

Ελένη Αράπη, Τα ευτελή         σ. 213

Αλέξανδρος Δεδηλιάρης, Επιστροφή στη φύση          σ. 214

Γιώργος Δρίτσας, Blue horizon           σ. 215

Αριάδνη Καλοκύρη, Κουκούτσι λεμονιού ⁓ Αν ήταν λίγο πιο κοντά ⁓
Πάλι έπεσε ο φίκος μαμά         σ. 216

Σταύρος Καμπάδαης, Τρία ποιήματα που δεν έχω γράψει       σ. 219

Σπύρος Καρέλας, Γκάζι ⁓ Νύχτα ⁓ Γέλιο        σ. 222

Βίκυ Κατσαρού, Δωμάτια ⁓ Μέσα μου παλεύουν δυο γυναίκες ⁓
Εισέλθετε με σε­βασμό στα άγια της κοιλιάς μου         σ. 224

Σταύρος-Αντώνιος Κουβαράς, Η λέξη ⁓ Ηλιαχτίδα    σ. 226

Παναγιώτης Μηλιώτης, Για τα σύννεφα αυτών των ιδεών ⁓
Μόνιμη καταγραφή της ανθρώπινης δραστηριότητας  σ. 227

Γιάννης Ξέστερνος, Τα υπόγεια ⁓ Σκληρομετρική κλίμακα του Mohs
Ισοπέδωση       σ. 229

Ευσταθία Π., Θυμάμαι έπαιζε τζαζ στο καθαρτήριο    σ. 231

Κωνσταντίνα Σιαχάμη, Πρέπει να βρω μια γλώσσα όταν κόβεται το φως       σ. 233

Λευτέρης Τσώνης, Πανοραμική ⁓ Το σκοτεινό τέρμα ⁓ Αδύνατη πλευρά ⁓
Μονο­κοντυλιά ζωή ⁓ Γεωγραφικές συντεταγμένες     σ. 235

Ελένη Χαϊμάνη, Ένα ποίημα   σ. 238

Μαρία Χαραλαμπίδη, Πενήντα χρόνια σε είχα δίπλα μου ⁓ Παιδική ηλικία ⁓
Μην εμπιστεύεστε όσους περπάτησαν στη θάλασσα ⁓ Θα μπορούσαν να σω­θούνε
⁓ Ο δρόμος του Μεταξιού ⁓ Αντιγηραντικό ⁓ Ζογκλέρ            σ. 239

 

Αφιέρωμα στη σύγχρονη κυπριακή ΠΟΙΗΣΗ

Ευσταθία Δήμου, Η σύγχρονη κυπριακή ποίηση         σ. 243

Μικρό ανθολόγιο Κυπρίων

Παύλος Ανδρέου, Περιρρέουσα ατμόσφαιρα  σ. 247

Λεωνίδας Γαλάζης, Ανάξιοι δούλοι ⁓ Δεινοί καταπέλτες         σ. 248

Φροσούλα Κολοσιάτου, Στον πόλεμο            σ. 250

Κλεοπάτρα Μακρίδου, Τα φαντάσματά μου    σ. 251

Λιλή Μιχαηλίδου, Τρεις στιγμές στο Μαρόκο            σ. 252

Όλγα Οικονομίδου, Ρολόγια του Dali ⁓ Απώλεια       σ. 254

Ανδρέας Τιμοθέου, Εγχώριος τουρισμός ⁓ Ελάχιστη μέριμνα            σ. 255

Ρήσος Χαρίσης, Αιώνες συμπερίληψης ⁓ Διακειμενικότητα ⁓ Ραγισμένοι      σ. 257

 

Μετάφραση

Charles Simic [Ο πατέρας μου λάτρευε τ’ ασυνήθιστα βιβλία του Αντρέ Μπρετόν]
⁓ Στη βιβλιοθήκη ⁓ Αυτοκρατορίες ⁓ Βιβλιόψειρες ⁓ Οι ζωές των αλχημιστών ⁓ Γκριζομάλληδες μαθητές (μτφρ.: Γ. Βουτσινάς)      σ. 261

José Garcia Villa, Οχτώ ποιήματα (εισ.-μτφρ.: Β. Πανδής)    σ. 265

Comte de Lautréamont, Ποιήματα (εισ.-μτφρ.: Ν. Γκάτσου) σ. 269

Hugh Dunkerley, Πρώτη επαφή ⁓ Κινητικότητα ⁓ Ο ερχομός στο σπίτι ⁓
Συμπεριλαμβανόμενος ⁓ Τα παιδιά των προσφύγων ⁓ Δώδεκα εβδομάδων ⁓
Τα χέρια της ⁓ Καταφύγια ⁓ Ιεροτελεστία ⁓ Αμμωνίτης ⁓ Χήρα ⁓ Αεροπορική
επίδειξη ⁓ Στο παρεκκλήσι του San Miguel (εισ.-μτφρ.: Κ. Χ. Λουκόπουλος)           σ. 274

Tatev Chakhian, Πανομοιότυπη ⁓ Μεταφράζω ποιήματα ⁓ Αρμενία, χωρία
στο δρόμο ⁓ Μητριά: Όχι-θάλασσα ⁓ Άποψη: ήμουν τεσσάρων ⁓
Η σκληρότητα της λεωφόρου (εισ.-μτφρ.: Α. Κατσαρός)        σ. 283

Anna Maria Farabbi, Ημερολόγιο μιας Ρωσίδας προσκυνήτριας ⁓ Κουβαλώ
μαζί μου το ζώο ⁓ Έξω βρέχει ⁓ Επιτάφιος ⁓ Με λένε Άννα Μαρία Φαράμπι
⁓ Ο φωτισμός της ένωσης (εισ.-μτφρ.: Ξ. Ζαχοπούλου)        σ. 286

Billy Collins, Σιωπή ⁓ Εφεύρεση ⁓ Κάποιες μέρες (εισ.-μτφρ.: Α. Ξηρογιάννη)        σ. 289

Byron, Ο Γκιαούρ [απόσπασμα, Ι-ΧV] (μτφρ.: Α. Μακρυδημήτρης)            σ. 292

Reginald Dwayne Betts, Ιστορία του αίματος ⁓ Για μια εγγύηση που
δεν έγινε δεκτή ⁓ Εξορία ⁓ Στο πάρκινγκ ⁓ Στο πάρκινγκ, δις
(εισ.-μτφρ.: Χ. Λιναρδάκη)     σ. 297

Carlo Betocchi, Τρία ποιήματα (εισ.-μτφρ.: Θ. Κοντάκης)     σ. 302

Albert Camus, Πτώση (ποιητική μετάπλαση: Ν. Γαλάνης)    σ. 304

Margherita Guidacci, Στη σιωπή ⁓ Το κοχύλι ⁓ Ας είναι ο άνεμος ⁓
Η θύμησή σου ⁓ Στον υποθετικό αναγνώστη ⁓ Είναι σαν έλλειψη αναπνοής
(εισ.-μτφρ.: Ξ. Ζαχοπούλου)   σ. 307

 

Συνέντευξη εφ’ όλης της ύλης (στην Ευσταθία Δήμου)

Σωτήρης Γουνελάς [σ. 312] · Νίκος Ορφανίδης [σ. 316] · Τασούλα Καραγεωργίου [σ. 322] · Θανάσης Χατζόπουλος [σ. 325] · Ειρήνη Ρηνιώτη [σ. 329] · Σταμάτης Πολενάκης [σ. 333] · Γεωργία Κολοβελώνη [σ. 338]

 

Συνεντεύξεις με εκδότες (στην Ευσταθία Δήμου)

Νέστορας Πουλάκος (εκδ. Βακχικόν) [σ. 342] · Χρύσα Κουτσιαύτη (εκδ. Σμίλη) [σ. 343] · Πάνος Αντωνόπουλος (εκδ. Συρτάρι) [σ. 3459] · Πέτρος Μιχάλης (εκδ. ΑΩ) [σ. 346] · Νικόλαος Νίκας (εκδ. Νίκας) [σ. 3471]

 

Μικρές συνεντεύξεις (στην Ευσταθία Δήμου)

Νίκος Βαξεβανίδης [σ. 350] · Άννα Βασιάδη [σ. 353] · Αριάδνη Καλοκύρη [σ. 354] · Βίκυ Δερμάνη [σ. 355] · Γιώργος Κουτούβελας [σ. 356] · Γιώργος Λίλλης [σ. 357] · Ιφιγένεια Σιαφάκα [σ. 359] · Κλεονίκη Δρούγκα [σ. 30] · Κυριακή Αν. Λυμπέρη [σ. 363] · Λένα Καλλέργη [σ. 364] · Λίλια Τσούβα [σ. 365] · Νίκος Γεωργόπουλος [σ. 367] · Παναγιώτα Λάσκαρη [σ. 370] · Σπύρος Καρέλας [σ. 373] · Σωκράτης Καμπουρόπουλος [σ. 375] · Σωτήρης Σιαμανδούρας [σ. 377] · Χριστίνα Λιναρδάκη [σ. 378]

Κριτική

Χρύσα Φάντη (Παναγιώτης Νικολαΐδης, Πόλη που ράγισε) [σ. 382] · Παναγιώτης Γούτας (Γ.Λ. Οικονόμου, Η σιωπή της κερκίδας) [σ. 384] · Μάνια Μεζίτη (Μυρτώ Χμιελέφσκι, Walkwoman) [σ. 385] · Ευσταθία Δήμου (Τόλης Νικηφόρου, Η καταγωγή των ηφαιστείων) [σ. 387] · Σταύρος Καμπάδαης, Κρεμάλα, η λέξη είναι ποιητής [σ. 388] · Πέτρος Πολυμένης, Και με την ελάχιστη υγρασία θ’ ανθίζουμε [σ. 389] · Αρίστη Τρεντέλ (Χριστίνα Λιναρδάκη, ΣΚΠ) [σ. 391] · Γιώργος Λίλλης (Αργύρης Δούρβας, Νεκροταφείο ζώων, άλλα ερωτικά) [σ. 393] · Ευσταθία Δήμου (Άννα Ξανθοπούλου, Λόγοι [σ. 394] · Άντζελα Λούτζιο, Επίμονα παράθυρα [σ. 396] · Βασίλης Πανδής, Παλίμψηστο πόλεμος. 4 ντοκιμαντέρ [σ. 397] · Γιώργος Γάββαρης, Ακούω ήχους να θερίζουν [σ. 398] · Δέσποινα Καϊτατζή-Χουλιούμη, με λένε Εύα [σ. 400] · Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου, Κάτοψη [σ. 401] · Διονύσης Στεργιούλας, Το πιο ωραίο τοπίο [σ. 402] · Ελένη Σιγαλού, Εκπνοές νερού [σ. 403] · Ελένη Χαϊμάνη, Η τρίτη βάρδια [σ. 405] · Θάνος Κανδύλας, Διαρκής μαθητεία [σ. 406] · Κωνσταντίνος Ν. Ιωαννίδης, Επουράνιο τόξο [σ. 4071] · Λευτέρης Χονδρός, Οδός Μητροπολίτη [σ. 409] · Νίκος Γαλάνης, Τα μυστικά της Βερόνικα [σ. 410] · Ντίνος Σιώτης, Στα βαθιά της Μεσογείου [σ. 411] · Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου (Βάννα Πασούλη, Lunaris) [σ. 413]

 

Θοδωρής Γκόνης Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι Εκδόσεις Άγρα η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

 

Θοδωρής Γκόνης

Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι

Εκδόσεις Άγρα

η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr

Θοδωρής Γκόνης: «Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι»

 


Μια φράση που έρχεται μέσα από τη θάλασσα θα είναι η αφορμή: «Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι». Έτσι, με τον πιο απρόσμενο τρόπο, ανοίγει στη συγγραφική συνείδηση ένα τοπίο γραφής, έτοιμο να γεμίσει από λέξεις, να συνδέσει τον ρεαλισμό με τη φαντασία, την πραγματικότητα με την επινόηση. Ο Θοδωρής Γκόνης, με μια πεζογραφική δεξιότητα μοναδική (πολύ δύσκολα άλλωστε μπορεί η γραφή του να κατηγοριοποιηθεί), δέχεται την πρόκληση της αφορμής, εκτείνει μυθοπλαστικά τη φράση μέχρι τα όριά της (κι ας μην τελειώνουν αυτά ποτέ), και γράφει μια ιστορία που θα μπορούσε να αφορά τόσο τη γυναίκα που την αφηγείται όσο και τον καθένα από εμάς στην ανάπτυξή της.

Οι ανθρώπινες σχέσεις δεν έχουν κανόνες, δεν δεσμεύονται από καμιά συνθήκη εξωγενή· έχουν τον τρόπο τους να δένονται ακατάλυτα ή να λύονται αυτοστιγμεί. Η μάθε μία είναι πρωτότυπη, πρωτογενής. Κι αν ισχύει αυτό στις πολυπρόσωπες σχέσεις, ακόμη πιο ιδιαίτερη αποδεικνύεται η σχέση των δύο. Καθόλου τυχαία, η αρχαία ελληνική γλώσσα στη γραμματική της, δηλαδή στο «χτίσιμο» της γλώσσας, προέβλεπε τρεις αριθμούς: ενικό, πληθυντικό και δυϊκό, γιατί ένιωθε πως η σχέση των δύο δεν έχει καμία σχέση με τη σχέση των πολλών. Για μία τέτοια σχέση μιλάει ο Γκόνης.

Για δέκα χρόνια μια γυναίκα δέχεται καθημερινά ένα τηλεφώνημα από έναν άγνωστο άντρα, που αρνείται να της πει το όνομά του, επαναλαμβάνοντας την καθησυχαστική φράση: «Κάποια στιγμή θα μάθετε ποιος είμαι». Σαν να της δίνει τον χρόνο να σκεφτεί πως η ουσία της επαφής δεν βρίσκεται στο όνομα, που στο κάτω κάτω ένας κώδικας είναι και τίποτα περισσότερο. Όμως, οι ιστορίες που της αφηγείται έχουν περιεχόμενο, έχουν αλήθεια και αυθεντικότητα, είναι αυτές οι ίδιες η ουσία. Κάθε που ανανεώνεται η τηλεφωνική «παρουσία» του άγνωστου άντρα, η γυναίκα ανανεώνει και την ελπίδα της να μάθει την ταυτότητά του. και πάντα διαψεύδεται. Ώσπου κάποτε η επικοινωνία σταματάει. Η αφήγηση εκκινεί από το σημείο που αυτή η αναμονή τελειώνει, όταν εξαντλείται και η ελπίδα της επανένωσης μέσα της.


 

Μα πώς δένονται έτσι ο άνθρωποι από εκεί που δεν το περιμένουν… για μένα δύο χρόνια τώρα είναι σαν να έχει αδειάσει η θάλασσα, σαν να έχει κρατήσει τόσο νερό όσο χρειάζεται το βατραχάκι στη στέρνα, ίσα ίσα για να αναπνέει, έτσι κι εγώ κρατιέμαι  περιμένοντας το τηλεφώνημά του, μα ποιος δένει έτσι τους ανθρώπους, ποιος στέλνει όλα ατά τα δάκρυα, ποιος κάνει αυτά τα συνοικέσια, αυτά τα προξενιά, ποια στιγμή, ποιος ανοιχτός ουρανός; (σσ. 14-15).

 

Είναι τότε που η γυναίκα θα επεξεργαστεί αυτή την ιδιόμορφη σχέση ως μέσον προς τη δική της αυτογνωσία. Κι έχει ξεχωριστή σημασία πως σ’ αυτή την εξομολόγηση, σ’ αυτό το ταξίδι προς τα εσώτερα βαθιά, οδηγεί τη γυναίκα ηρωίδα μια αντρική συγγραφική φωνή, με μια ευστοχία που αποδεικνύει ότι υπάρχει δρόμος επικοινωνίας πέρα από τη διάκριση των φύλων, από όσα φαινομενικά μας χωρίζουν. Η μοναξιά, η ανάγκη επαφής, η απόγνωση, η ματαιωμένη ελπίδα, μοιάζουν να είναι κοινός τόπος. Μέσα από τον τρόπο που ο Γκόνης διαχειρίζεται την τραυματισμένη ψυχικά γυναίκα, μέσα από την αδυναμία της να σταθεί σ’ έναν κόσμο λειψό σε συναισθήματα, σε κατανόηση, βλέπουμε και την αδυναμία του άγνωστου συνομιλητή της, την ατολμία του ίσως, τον δικό του ανάλογο φόβο, που τον οδηγεί, εικάζουμε, και στην ανωνυμία του και εν τέλει στη φυγή του. Τα όρια καταργούνται. Μπροστά μας, χωρίς καμία παραποίηση, ο μοναχικός άνθρωπος, ο αναζητητής της συνομιλίας, της επαφής, της συνεύρεσης. Αν για τη γυναίκα ήταν στήριγμα η άγνωστη φωνή στη  μοναξιά της, το ίδιο θα μπορούσε να συμβαίνει και στον άγνωστο που ήθελε έναν ακροατή να του ιστορεί, να νιώθει λιγότερο βαριά τη δική του απομόνωση. Αναγνωστικές υποθέσεις, βέβαια, αλλά η καλή γραφή έχει αυτή τη δύναμη, να ανοίγει  χαραμάδες να εισχωρήσει ο αποδέκτης της. Κι αυτή η γραφή έχει πολλά ανοιχτά περάσματα.

Ο τόπος, αρχικά, θα μπορούσε να είναι το αγαπημένο Ναύπλιο του συγγραφέα, αλλά και ο κάθε τόπος με ανοιχτή θάλασσα να σε προσκαλεί σε προσωπικές διαφυγές. Ο χρόνος, άχρονος έτσι κι αλλιώς, ελεύθερα συνείρεται με οποιαδήποτε στιγμή η παρουσία γίνεται απουσία. Η γυναίκα είμαστε όλοι εμείς που αρπαζόμαστε από τις λέξεις, από τις εικόνες, τα ακούσματα, τις φωνές για να σωθούμε. Εμείς που «κάποια στιγμή θα μάθουμε ποιοι είμαστε», με τη βοήθεια ή όχι των άλλων. Αλλά και η γραφή, πάνω από όλα, είτε ως δημιουργία είτε ως ανάγνωση, δεν είναι τάχα αυτό το παίδεμα των λέξεων, δεν είναι η μνήμη των τόπων και των ανθρώπων, δεν είναι μια αποτύπωση, ό,τι αφήνει πίσω της μια διαρκής εναλλαγή από παρουσίες και απουσίες, δεν είναι οι ζωντανοί και οι νεκροί που έχουμε μέσα μας;

Η ιστορία του Γκόνη, για μια ακόμη φορά, αγγίζει τον ποιητικό ρυθμό, με έναν ρέοντα λόγο, με μικρές ανάσες, να προφτάσει να τα πει όλα, να μην πνιγεί. Διαβάζοντας την εξομολόγηση της γυναίκας, διακρίνεις τον μόχθο της γραφής, να καβαλήσει το κύμα, να μη βυθιστεί, να αποπερατώσει τον αγώνα με τις λέξεις. Ο Γκόνης γεννήθηκε για να λέει ιστορίες, με όποιον τρόπο, ποιητικό, πεζό, τραγουδιστό, θεατρικό. Γι’ αυτό και θα βάλει στο στόμα της γυναίκας τον δικό του πόνο για τους απόντες ανθρώπους στη ζωή μας, για τα ιστορούμενα που χάνουν τη φωνή τους. Κι εδώ, σ’ αυτό το απόσπασμα που ακολουθεί, σ’ αυτά τα καταιγιστικά ερωτήματα,  θαρρώ πως κρύβεται όλη η ουσία της συγκεκριμένης ιστορίας:

 

Μα γιατί ο άνθρωποι σταματούν τις ιστορίες, γιατί αποσύρονται, γιατί δεν χαιρετούν όταν φεύγουν οριστικά, γιατί τελειώνουν, γιατί κλείνουν το λογαριασμό, γιατί βιδώνουν το καπάκι, γιατί η ώρα πέρασε, τέλος, γιατί σιωπούν, γιατί σβήνουν το κερί, γιατί κλείνουν τη βρύση, γιατί σφραγίζουν την πόρτα, γιατί βουβαίνονται, γιατί κόβουν το σύρμα, γιατί δεν αφήνουν ένα σημείωμα, μια λέξη γραμμένη στο χαρτί, ένα πορτοκάλι στο περβάζι με καρφωμένα εκατό γαρύφαλλα, γιατί δεν ταχυδρομούν ένα γράμμα, γιατί δεν κουνάν ένα λευκό μαντίλι, γιατί δε στέλνουν με έναν περαστικό ένα μήνυμα, με ένα περιστέρι, δεν ανάβουν μια φωτιά σε μια ψηλή κορφή, δε ρίχνουν μια τουφεκιά με το τουφέκι τους, ένα μπουκάλι στο πέλαγος, ένα κόκκινο μπαλόνι στον ουρανό, γιατί δεν κυλάνε έναν βράχο από ψηλά, γιατί δεν πετούν ένα τόσο δα μικρούλι χαλικάκι στο παράθυρό σου, στο τζάμι,  μια τόση δα ραγισματιά, γιατί ξαφνικά αδειάζουν οι δρόμοι, πού πάνε, πού χάνονται τα λόγια, πού κρύβονται, σε ποιες στοές, σε τι σκοτάδι, ποιοι ποταμοί τούς παίρνουν με το καλαθάκι τους και πού, σε ποιο δέλτα, σε ποιες θάλασσες, σε τι λιμάνια τούς βγάζουν, ποιος τους καλεί, ποιος τους ανακαλεί και ποιος τους μεταθέτει, σε ποιο φυλάκιο, σε ποιο προσκέφαλό τους χρεώνουν, ποια αϋπνία τους χρειάζεται φρουρούς στη νύχτα της, ποιος πορθητής δροσιά στον πυρετό τους, ποιες χίλιες και μία νύχτες τους ζητούν τις ιστορίες τους. (σσ. 39-40).

 

Στο εξώφυλλο μια φωτογραφία του Στράτου Καλαφάτη, Θάλασσα της Αστυπάλαιας (από την ενότητα Αρχιπέλαγος), με το χρώμα του ουρανού να δένει με αυτό της θάλασσας, να φτιάχνει μία εικόνα, ένα καθρέφτισμα-αντικαθρέφτισμα. Όπως η γυναίκα που καθρεφτίστηκε μέσα στα μάτια ενός άλλου, και οι δύο μαζί στη σκέψη και τη γραφή του Θοδωρή Γκόνη.

 

Διώνη Δημητριάδου