Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Μια ‘ανάγνωση’ στην ποιητική συλλογή «Φως οδυνηρό» του Θάνου Πάσχου, από τις εκδόσεις Γαβριηλίδη.



Διαβάζοντας τα ποιήματα του Θάνου Πάσχου ακούς μια φωνή να σου μιλά με όση ειλικρίνεια μπορεί να περάσει μέσα από τις τυπωμένες σελίδες. Με απλά υλικά, λέξεις καθαρές, χωρίς περιττές διακοσμήσεις. Με συγκρατημένο λυρισμό, τόσο όσο χρειάζεται για να βγει η ποιητική φωνή και να φτάσει στον αναγνώστη, σίγουρη για τη δύναμή της.
Το ποιητικό πρόσωπο σ’ αυτούς τους στίχους δοκιμάζεται  από τον έρωτα, τείνει διαρκώς σε μια αναζήτηση, ακόμη κι όταν κρατά στα χέρια το αγαπημένο πρόσωπο. Έχεις την αίσθηση ότι κάτω από την ερωτική επιφάνεια ελλοχεύει η ωμή αλήθεια του κενού. Σαν να άνοιξαν τα χέρια και άφησαν να φύγει μια απρόσμενη ευτυχία. Και σαν να μην είχαν άλλη επιλογή

«Κάναμε όνειρα πιο λευκά απ’ ό,τι άντεχε η νύχτα,
πιο μεγάλα απ’ ό,τι ο ουρανός χωρούσε.
Έπεσαν με την πρώτη βροχή
Κι έμεινα αγκαλιά με όσα δεν ζήσαμε,
για να έχω κάτι να περιμένω στο βάθος του αιώνα.»
(Στο βάθος του αιώνα)

Αλλά ταυτόχρονα να μην μπορεί να αποστατήσει από τον μαγικό κόσμο των αισθημάτων

«Μοιραία δεμένος
μια ολόκληρη ζωή θα μεταναστεύω
βαθιά σου»
(Μοιραία)

αν και έχει επίγνωση ότι

«Αγωνιζόμαστε μέχρις εσχάτων
για την εξουσία στον έρωτα»
(Για την εξουσία)

Μπροστά στην  αδυσώπητη πορεία του χρόνου, που αλλοιώνει ό,τι ζωντανό κράτησε στην περιδίνησή του, κάνει προσπάθεια να διασώσει τις στιγμές, να τις αιχμαλωτίσει, αν μπορεί, μέσα στη μνήμη, που αποτελεί τη μόνη ανθρώπινη αντίσταση στη χρονική φθορά.

«Παρηγοριά τα άστρα
στην ιλύ του βυθού
και κάποια βότσαλα σαν πλήκτρα
αναμνήσεις παιδικών τραγουδιών»
(Απέναντι στο χρόνο)

Ο βιωμένος χρόνος ως συνέχεια. Τα ίχνη του παιδιού που κάποτε υπήρξε. Ή αλλιώς ένας εφιάλτης παράλογος, αν παράλογα είναι και τα παραμύθια και ο φόβος που κρύβεται στα λόγια τους.

«Νύχτα…
πάντα φυλάς μέσα σου τον εφιάλτη
των παιδικών μας ψυχών»
(Πληγή)

Αχνοφέγγει μια θρησκευτικότητα γήινη, απτή, στα ανθρώπινα μέτρα, όπως άλλωστε της ταιριάζει. Χωρίς υπερβατικές αυταπάτες.

«Όταν ξεστηθεί η φάτνη
και τα ζώα επιστρέψουν στο κρύο
όταν ο προβολέας κλείσει για οικονομία
και οι μάγοι γυρίσουν στην ανεργία
θα ξανακλειστούμε στην ατομική μας δυστυχία»
(Χριστουγεννιάτικο)




Είναι γήινη η ποίηση του Θάνου Πάσχου. Και μοναχική. Ακόμη και ενοχική σε στιγμές της. Είναι όμως τότε που ξεδιπλώνει όλη την ψυχή της και αφήνεται σε αυθεντική δημιουργία. Γιατί

«η παλίρροια της ψυχής
ανεβάζει στον αφρό της ποίησης»
(Αποκάλυψη)

και τότε το ποιητικό υποκείμενο

«φτιάχνει εικόνες
αντίδοτο του χαλκευμένου κόσμου»
(Αντίδοτο)


και ο ποιητής ανασύρει από τον ίδιο τον πάσχοντα εαυτό του τον τρόπο διαφυγής

«Ο στίχος μου
ιερογράφος του σύμπαντος
ορατού και αόρατου πόνου»
(Ιερογράφος)

Να δεχθούμε ίσως ως μια απόπειρα διαφυγής από την οδύνη την ποιητική δημιουργία.

Ο ποιητής εναποθέτει στον στίχο του την αλήθεια του. Εμπιστεύεται σε μας τον κόσμο του, στην πιο απέριττη μορφή του. Μοιράζεται την οδύνη του. Επιζητά άραγε την κατανόησή μας; Ή μήπως είναι μια μορφή εξιλέωσης; Ή ακόμη επιζητά την αποστασιοποίησή του από το πάθος, ως αναγνώστης της ίδιας του της φωνής, όσο εφικτό μπορεί να είναι ποτέ αυτό;
Μια ποίηση ενδιαφέρουσα, λιτή στα μέσα της, υπαινικτική στα ενδότερά της. Παραπέμπει στον κοινό τόπο του πάσχοντος ανθρώπου, που αντικρίζει με σωματικό σχεδόν πόνο το φως. Ένα φως οδυνηρό.

(Διώνη Δημητριάδου)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου