Πέμπτη 26 Σεπτεμβρίου 2019

Το ιστολόγιο (blog) Με ανοιχτά βιβλία προτείνει το βιβλίο της εβδομάδας Αίμα Μηχανή του Γιώργου Λαμπράκου εκδόσεις Γαβριηλίδη


Το ιστολόγιο (blog) Με ανοιχτά βιβλία

προτείνει το βιβλίο της εβδομάδας

Αίμα Μηχανή

του Γιώργου Λαμπράκου

εκδόσεις Γαβριηλίδη



Ένα παιχνίδι με τις λέξεις αλλά και με τις εποχές επιχειρεί ο Γιώργος Λαμπράκος (γνωστός για τη μεταφραστική του δεινότητα σε Thomas Mann, Joseph Conrad, D.H. Lawrence, Charles Bukowski κ.α.) στο πρώτο του (φουτουριστικό) μυθιστόρημα «Αίμα Μηχανή». Η αναμέτρησή του με τη μεγάλη αφήγηση αποβαίνει ενδιαφέρουσα, καθώς μας μεταφέρει σε μια μελλοντική εποχή, όπου η Μηχανή έχει κυριαρχήσει αλλοιώνοντας τα δεδομένα της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και της κοινωνίας μέσα στην οποία διαβιώνουν τα όντα χωρισμένα σε προνομιούχους ανώτερους Μηχανθρώπους και σε κατώτερους και άπορους εντελώς Αμήχανους. Οι άνθρωποι-μηχανές απέναντι σε όσους με το στερητικό Α καμία πρόσβαση δεν μπορούν να έχουν στην παντοδυναμία της μηχανής. Η ιεραρχημένη δομή της κοινωνίας αυτής εύστοχα υπογραμμίζει τον εξουσιαστικό μηχανισμό: Η Αδελφοσύνη, η Μηχανή, οι Μηχανοδηγοί, οι Μηχανικοί, οι Μηχάνθρωποι και στο περιθώριο οι Αμήχανοι. Η ιστορία του στηριγμένη στο αρχετυπικό μοντέλο του δίπολου Έρωτας-Εκδίκηση θα θυμίσει σε αρκετά σημεία της μια αρχαία τραγωδία, κυρίως εκεί που οι οικογενειακοί δεσμοί θα διαταραχθούν (Ορέστης-Ηλέκτρα-εκδίκηση) και οι αποκαλύψεις  θα μεταβάλουν τους ήρωες σε τραγικούς εν τη αγνοία τους. Το βιβλίο δεν στερείται το χιουμοριστικό υπόκωφο στοιχείο, που υπενθυμίζει ότι η τραγική και η κωμική πλευρά της ζωής κατ’ ουσίαν αλληλοσυμπληρώνονται παρέχοντας η μία στην άλλη τη δικαιολογία της. Το βιβλίο απαιτεί από τον αναγνώστη τη συμμετοχή στο συγγραφικό παιχνίδι με τους συμβολισμούς και τις διαχρονικές συνδέσεις. Ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο Ρεστ, μελετά το έργο του Samuel Butler, ο οποίος θέλοντας να διακωμωδήσει τη βικτοριανή κοινωνία έγραψε το 1872 το μυθιστόρημα Erewhon: or, Over the Range, παραποιώντας σκόπιμα τη λέξη nowhere, μια πρώιμη ουτοπιστική θέα στον κόσμο. Μια ματιά στα μελλούμενα είναι και το βιβλίο του Λαμπράκου. Ανοικτή ανάγνωση για όποιον μέσα σε ένα βιβλίο, πέρα από την απόλαυση, αναζητά και τον προβληματισμό.

Απόσπασμα του βιβλίου:
«Πιστεύω πολύ στη σοφία του Μπάτλερ. Μ’ έχει κάνει να δω κάποια πράγματα αλλιώς. Θέλω να σου διαβάσω». Ο Ρεστ έγραψε κάτι στην υπηρεσία διαδικτυακής αναζήτησης της επιτραπέζιας οθόνης κι αμέσως εμφανίστηκε ένα απόσπασμα του Μπάτλερ. «Στο διαβάζω: Η αναζήτηση της γνώσης δεν γίνεται ποτέ αν είναι κάτι άλλο από ένα άλμα στο σκοτάδι, και ένα άλμα στο σκοτάδι είναι κάτι πολύ ενοχλητικό. Έχω σκεφτεί κάποιες φορές πως αν η ανθρώπινη φυλή χάσει την υπεροχή της, αυτό δεν θα έχει συμβεί εξαιτίας μιας πανώλης, ενός λιμού ή ενός κατακλυσμού, αλλά όταν θα έχει μολυνθεί από το μικρόβιο, τρόπον τινά, της γνώσης, το οποίο θα εισέλθει στο σύστημά της και θα αναπτυχθεί εκεί ώσπου να μας εξαλείψει όλους».

Διώνη Δημητριάδου

Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2019

Ελαφάκι του Κώστα Μοναστήρα μαζί με μια φωτογραφία της Sylvia Plachy


                                           Ελαφάκι



του Κώστα Μοναστήρα

μαζί με μια φωτογραφία της Sylvia Plachy





Μικρό ξεπεταρούδι

Χλωρό κλαδί

στη ρίζα του έλατου

Έρχεται το ελαφάκι

και σε τρώει,

σου κόβει τη ζωή.

Παιδί-κλαδάκι έφυγες

Τελικά είναι μόνο ο λύκος ˙

ο κακός

της ιστορίας;



Κώστας Μοναστήρας

(φωτογραφία: Sylvia Plachy)





Ο Κώστας Μοναστήρας γεννήθηκε και μεγάλωσε στα Πατήσια, προλαβαίνοντας τις τελευταίες αλάνες. Εργάζεται ως δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Οι μαθητές του έχουν εκθέσει τα καλούδια του μυαλού τους πολλές φορές. Αυτή είναι η πρώτη δική του έκθεση στο κοινό (το όφειλε στους μικρούς γραφιάδες). Οφείλει, επίσης, πολλά στο Μεταπτυχιακό Τμήμα Δημιουργικής Γραφής του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας και στους ανθρώπους του που τον δίδαξαν και τον υποστήριξαν.
Έργα: 
Υέτιος στίχος, Έναστρον, 2018
Ηλιοτριβείο, LIBRON Εκδοτική, 2016


Πορτατίφ ποιήματα Νιόβη Ιωάννου εκδόσεις Μανδραγόρας η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr


Πορτατίφ

ποιήματα

Νιόβη Ιωάννου

εκδόσεις Μανδραγόρας


η πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr
https://diastixo.gr/kritikes/poihsh/12832-niovh-iwannoy






κάποτε οι άνθρωποι

θα μιλούν ψιθυριστά

σα να επέστρεψαν από μέσα τους

έξω θα κάνει παγωνιά

σα να ’ναι ο κόσμος αλήθεια

κι η ζητιάνα στη γωνία

θα φοράει το παλιό μου παλτό

για να μου μοιάζει

κάθε που δίνει πίσω τα ρέστα





Η ποίηση της Νιόβης Ιωάννου είναι μοναχική και προσωπική. Στον αντίποδα ενός ποιητικού λόγου που αποκτά κοινωνικό προσωπείο πάνω από το έτσι κι αλλιώς αναπόφευκτα ιδιωτικό, η Ιωάννου μιλά χωρίς κανένα κοινωνικό άλλοθι, σε χαμηλούς τόνους καταθέτοντας προσωπικά βιώματα προς εαυτήν. Γι’ αυτό και οι κώδικες αποκρυπτογράφησης της ποίησής της είναι κι αυτοί ιδιαίτεροι: η Μαρία που εισχωρεί στο ποιητικό τοπίο ξανά και ξανά σαν μια επαναλαμβανόμενη περσόνα που άλλοτε οδηγεί στην ίδια την ποιήτρια και άλλοτε περικλείει μέσα της ακόμη περισσότερα σύμβολα, ο Οδυσσέας, ο Αλέξανδρος, τα χρώματα, κόκκινο και λευκό, πένθιμα και τα δύο. Πώς εισχωρείς, λοιπόν, σε ένα τόσο κρυπτικό τοπίο;
Θεωρώ πως τα 82 ποιήματα της συλλογής προσεγγίζονται με έναν μόνο τρόπο. Μέσω της αίσθησης του κοινού βιώματος – στο σημείο που η προσωπική οδυνηρή κατάθεση της ποιήτριας έρχεται να συναντήσει την προσωπική ανάγνωση σ’ έναν κοινό τόπο. Η απομόνωση, ένας πόνος εσωτερικός και βαθύς, η κραυγή που εκστομίζεται εν είδει ψιθύρου ηχηρού για να ακουστεί από όσους εννοούν την ποίηση σαν ένα χώρο όπου το λευκό του πένθους και το κόκκινο του πάθους συνταυτίζονται. Τότε γράφονται ξεχωριστά ποιήματα, τότε οι αναγνώσεις αποκτούν την ικανότητα διείσδυσης στον λόγο.
Τότε μόνον συντελείται εκ των πραγμάτων (και όχι εκ προθέσεως) η επικοινωνία ανάμεσα στον δημιουργό και τον αποδέκτη – ουσιαστική σύνδεση της ποίησης με την κοινωνία. Άλλωστε ο ποιητής για να ανοιχτεί στον έξω χώρο πρώτα πρέπει να βρει τον εαυτό του σε ενδελεχή ενδοσκόπηση. Να ανιχνεύσει τη βαθύτερη εικόνα μέσα του, ώστε να μπορεί να την ενσωματώσει στον ποιητικό του λόγο. Από το σημείο αυτό κι έπειτα όλα ανοιχτά για να ανιχνευθούν οι μυστικές δίοδοι, που οδηγούν κατευθείαν στην ψυχή του ποιητικού λόγου.

[…]
τ’ απογεύματα
ένα κορίτσι ξεχτένιστο
ερχόταν από μακριά
φορώντας την κόκκινη ζακέτα μου
γεμάτη αγκάθια
με λένε Μαρία ψιθύριζε
είναι δικό μου το καλοκαίρι
[…]
με τα χέρια της άνοιγε το φεγγάρι
μια ήρεμη γραμμή
αβοήθητη
μ’ ακολουθούσε
αύριο πάλι μου φώναζε
αύριο πάλι

Στα όρια μιας κραυγής που συγκρατείται οι στίχοι της Ιωάννου σ’ αυτή την τέταρτη ποιητική της συλλογή αρκούνται στον ψίθυρο, που αποβαίνει ωστόσο ικανός να συνταράξει. Όλη η εικονοπλασία της ποίησης εδώ έχει τη σφραγίδα της ποιήτριας, ένα «εγώ» που με την  ποιητική άδεια της πανταχού παρουσίας του παρατηρεί και καταγράφει, θυμάται και εγκιβωτίζει στο ποίημα τις εικόνες.

οι νεκροί φορούσαν τα καλά τους και μας επισκέπτονταν
έμπαιναν στο σπίτι από την πόρτα της κουζίνας
που έμενε πάντα ανοιχτή
δεν κάθονταν μαζί μας στο τραπέζι
τους τρόμαζε
το λευκό τραπεζομάντιλο
οι μεγάλες μπουκιές
στις επιστήθιες συζητήσεις των φίλων
το νερό στα ποτήρια που άδειαζε
όμως
μας κοίταζαν
μας κοίταζαν
με ολόκληρες τις τρύπες των ματιών τους
μετρώντας χιλιόμετρα ως τον σκύλο που γαύγιζε
έφευγαν απ’ την πόρτα της κουζίνας
που έμενε πάντα ανοιχτή

Στο παραπάνω ποίημα είναι πολλές οι παρουσίες γύρω από το «εγώ» που αποτυπώνει τη σκηνή· και δεν είναι μόνο τα πρόσωπα που καταγράφονται μέσα του αλλά και όποιος διαβάζοντας συγκατανεύει για την εύρεση του κοινού τόπου· είναι κι αυτός μέσα στο ποίημα με την άδεια που του δίνεται από την ποιητική μέθεξη.  Αυτή είναι η επικοινωνία του ποιητή με τον αναγνώστη του μέσω του προσωπικού βιώματος – ιδιωτικού αρχικά για τον ποιητή αλλά κοινού πλέον για όποιον εισέρχεται στο ποίημα σε αγαστή σύμπλευση για να συναντήσει τους δικούς του νεκρούς να επισκέπτονται το σπίτι στο κυριακάτικό τραπέζι.
Με παρόμοιο τρόπο λειτουργούν πολλά από τα ποιήματα της συλλογής μεταλλάσσοντας έτσι την προσωπική ποίηση της Νιόβης Ιωάννου σε μια δυνάμει «κοινωνική» ποίηση. Όχι γιατί καταπιάνεται με τρέχοντα κοινωνικά προβλήματα ούτε γιατί προτάσσει ένα «εμείς» μπροστά από το μοναχικό «εγώ» της ποιήτριας. Καταλήγει κοινωνική η ποίησή της, γιατί κατορθώνει να μεταποιήσει το προσωπικό βίωμα σε κοινό, ακόμα και με την ιδιωτική του ιδιοσυστασία. Δεν είναι λίγο αυτό, αν αναλογιστούμε την κενότητα που συχνά εγκαταβιοί στους στίχους που προβάλλουν ένα ανύπαρκτο κατ’ ουσίαν πολυπληθές ποιητικό υποκείμενο. Εδώ το «εγώ» στη μοναχικότητά του επικοινωνεί αποτελεσματικά με όποιον θα επιθυμούσε να το ακολουθήσει στις ποιητικές του διαδρομές.

υπάρχει μια ώρα που γίνεσαι ωραιότερος στενάζοντας βαθιά σου… κι
ίσως είναι τότε που γλιτώνεις στον γκρεμό των ανθρώπων, την πιο δική
σου επιθυμία…


Διώνη Δημητριάδου




"Σονέτα" Μιχαήλ Άγγελος


Σονέτα

Μιχαήλ Άγγελος

εισαγωγή-μετάφραση: Αιμιλία Εμμανουήλ

εκδόσεις Gutenberg
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
https://www.fractalart.gr/soneta/





ο ποιητικός κόσμος του Μιχαήλ Άγγελου

Ο μέγας καλλιτέχνης καμιά ιδέα δεν κατέχει,
που να μην είναι μες στο μάρμαρο κλεισμένη
από περίσσια ύλη ολόγυρα φυλακισμένη,
μα την αγγίζει μόνο χέρι που οδηγό το νου του έχει [62]

Η αρχική Ιδέα –ανώτερη από την κατοπινή της υλοποίηση στην Τέχνη (με όποιο  τρόπο θα θελήσει ο καλλιτέχνης να την αποτυπώσει)– είναι μια εν δυνάμει μορφή που περικλείει μέσα της το πνεύμα του Θεού. Η Ιδέα, ενσωματωμένη στον Νου, που αποτελεί εικόνα του Ενός, της αρχικής μορφής του αγαθού. Ο καλλιτέχνης εμφορούμενος από την Ιδέα οδηγεί την Ψυχή του, ψυχή του αισθητού κόσμου, ώστε να μεταποιηθεί το άυλο της ιδέας σε αισθητή  μορφή, σε έργο Τέχνης. Όλη αυτή η διαδικασία απηχεί τις νεοπλατωνικές φιλοσοφικές θέσεις, που σαφώς έχουν ασκήσει την επίδρασή τους στο έργο του μέγιστου καλλιτέχνη της Αναγέννησης, του Μιχαήλ Άγγελου. Από αυτές τις ιδέες εμφορείται σε όλες τις δημιουργίες του θέτοντας έτσι το στίγμα του ταλέντου του που θαυμάζεται μέσα στους αιώνες.

Κι αν περισσότερο τον γνωρίζουμε από τις εικαστικές του δημιουργίες, είναι έκπληξη να διαβάζουμε τώρα, σε μια έξοχη έκδοση από τον  Gutenberg, την ποίησή του, τα Σονέτα του. Η Αιμιλία Εμμανουήλ έχει μεταφράσει 102 σονέτα του Μιχαήλ Άγγελου αποδίδοντας σε έμμετρο λόγο τη μουσικότητα του αρχικού κειμένου αποκαλύπτοντας τον εσωτερικό ρυθμό της ποίησης – στοιχείο που πιθανόν θα χανόταν σε μια ελεύθερη απόδοση που καθοδηγείται κυρίως από την ανάγκη νοηματικής συνέπειας με το πρωτότυπο. Εδώ, στον μεταφραστικό άθλο της Εμμανουήλ διασώζεται μαζί με τον ρυθμό και το νόημα υποβοηθούμενο από τη μορφή. Παράλληλα, σαν μια απόδειξη της μεταφραστικής αλλά και της εκδοτικής σοβαρότητας, τα Σονέτα όχι  μόνο συνοδεύονται από πολλές υποσελίδιες σημειώσεις, που αποβαίνουν κατατοπιστικές για την έμπνευση του κάθε ποιήματος και ερμηνευτικές του νοήματος, αλλά προλογίζονται με μια εκτενή Εισαγωγή. Η Εισαγωγή αυτή μας εισάγει στον κόσμο του Μιχαήλ Άγγελου καθοδηγώντας μας στις ιδέες που αποτελούν την αφορμή για το έργο του, στον βίο του και στις προσωπικές του σχέσεις, την ψυχοσύνθεση του καλλιτέχνη, αλλά και την εποχή μέσα στην οποία ζει (βοηθητικό ως προς αυτό  και το εκτενές Χρονολόγιο), αποδεικνύοντας πως είναι διαλεκτική η σχέση ανάμεσα στο άτομο και στον κόσμο γύρω του – άλλοτε για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του, άλλοτε για την επίδραση που ασκεί το ίδιο στην εποχή του. Η αξία του έργου θα μπορούσε να σταματήσει εδώ, ωστόσο ακολουθεί η έξοχη απόδοση των Σονέτων ως τεκμηρίωση όσων με σαφή και εύστοχο τρόπο διατυπώνει η μεταφράστρια εισαγωγικά.

Αγαπητό είναι πολύ σ’ εκείνον που φιλοκαλεί
το έργο που δημιουργεί η πρώτη τέχνη, η γλυπτική,
πρόσωπα, πόζες παριστάνει και με ζωντάνια περισσή
πλάθει ανθρώπινο κορμί με πέτρα, με πηλό ή με κερί.
Κι αν ο χρόνος ο άδικος, ο βάρβαρος και ο σκαιός
τα έργα τέχνης σπάει, φθείρει, ή ολωσδιόλου διαμελίζει,
η ομορφιά η προτινή, στη μνήμη μας ξαναγυρίζει,
τη μάταιη τέρψη για τα ουράνια αφήνει όταν έρθει ο καιρός.[65]

Έκδηλη στο παραπάνω δείγμα η ποιότητα της γραφής του δημιουργού αλλά και η μουσικότητα της απόδοσης, με μια μετάφραση που διατηρεί τον εσωτερικό ρυθμό της αρχικής ποίησης. Παράλληλα ξεκάθαρη εδώ η σκέψη του ποιητή: ξεχωρίζει τη γλυπτική ανάμεσα στις άλλες τέχνες, καθόσον παραπέμπει στον αρχικό Δημιουργό/πλάστη των μορφών. Το έργο (Σπουδή για το κεφάλι της Λήδας, 1530) που κοσμεί το εξώφυλλο, υπενθυμίζει τη γλυπτική τέχνη που υπηρέτησε πιστά μαζί με τη ζωγραφική ο δημιουργός των εξαίσιων μορφών. Στην περίπτωση λοιπόν της ποίησης, αυτή κατά τον Μιχαήλ Άγγελο έρχεται ως θεραπαινίδα της γλυπτικής να υμνήσει τις περίοπτες μορφές και να διατηρήσει σε γραπτό πλέον λόγο την αξία της.  

Δεν έχει άλλη γιατρειά η τρομερή πληγή στο στήθος
από σαΐτα αιχμηρή, παρά να πάψει να χτυπά η καρδιά·
μα ο Κύριός μου σ’ όποιον ζει με βάσανα πολλά
συνήθειο το ’χει να χαρίζει χρόνους πλήθος.
Αν και το πρώτο χτύπημα ήταν θανατερό,
ήρθε μαζί εξάγγελος του Έρωτα, μου εμήνυσε αυτά:
«Αγάπα, ή κάλλιο κάψου από του πόθου τη φωτιά·
μόνο μ’ ερωτικά φτερά γυρνά ο θνητός στον ουρανό.
Εγώ είμαι κείνος που απ’ τα χρόνια σου τα τρυφερά
τ’ αδύναμά σου μάτια τα έστρεψα στην ομορφιά
που σ’ ανεβάζει ζωντανό από τη Γη στον ουρανό ψηλά.» [19]

Ύμνος στο έρωτα που δείχνει στη θνητότητα τον τρόπο να ολοκληρώσει την ατελή του φύση, να θυμηθεί τη θεϊκή του προέλευση και να ενωθεί με το θείο· η ποίηση ξανά εδώ το μέσον για να εκφραστεί ο πόθος για τον ερωτικό σύντροφο αλλά και να αποδοθεί στην ερωτική διάθεση η απαραίτητη για τον ποιητή πνευματικότητα.


Δύο μόνο μικρά δείγματα είναι τα παραπάνω, που θα μπορούσαν να λειτουργήσουν προτρεπτικά στον αναγνώστη για να μελετήσει τον ποιητικό λόγο του Μιχαήλ Άγγελου. Η έκδοση του Gutenberg προσεγμένη στο σύνολό της από το εξώφυλλο ως την τελευταία σελίδα· δείτε πώς ακόμη και στον κολοφώνα το γλυπτό συνυπάρχει με την ταυτότητα του βιβλίου. Ίσως γιατί τίποτα δεν είναι τυχαίο στον εκδοτικό κόσμο, εδώ έχουμε μια έκδοση που τιμά τον ποιητή των Σονέτων, τη μεταφράστρια αλλά και τον εκδότη. Ο σχεδιασμός και η επιμέλεια του Γιάννη Μαμάη.


Διώνη Δημητριάδου


Εμείς κορίτσια δεκατριώ δεκατεσσάρω χρόνων Γιώργος Χρονάς εκδόσεις Οδός Πανός η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal


Εμείς κορίτσια

δεκατριώ δεκατεσσάρω χρόνων



Γιώργος Χρονάς


με μετάφραση στα αγγλικά (Ειρήνη Βρης)

στα γαλλικά (Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου)

και στα ιταλικά (Τζίνα Καρβουνάκη)



εκδόσεις Οδός Πανός
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal
https://www.fractalart.gr/emeis-koritsia/








κίτρινο το χρώμα του θανάτου



Πρόκειται για ένα θεατρικό μονόπρακτο, που γράφτηκε το 1974, πρωτοεκδόθηκε αναθεωρημένο το 2001 μαζί με άλλες δραματικές-ποιητικές συνθέσεις στο βιβλίο Κίτρινη όχθη Β’ , και το έχουμε τώρα στην αυτόνομη επανεμφάνισή του, πάλι από τις εκδόσεις Οδός Πανός. Μια τραγωδία σε 1118 στίχους.

Η αφορμή δόθηκε από μια είδηση στην εφημερίδα, η οποία με την τραγικότητά της έδωσε το έναυσμα στον ποιητή Γιώργο Χρονά να δημιουργήσει ετούτο το σκηνικό που μεταφέρει  τον κόσμο τον αθέατο σε συνύπαρξη (έστω θεατρική) με τον γήινο και θνητό. Έτσι η είδηση της αυτοκτονίας μιας δεκατετράχρονης μαθήτριας γίνεται το πλαίσιο για να ιστορηθεί θεατρικά η σύμμειξη των δύο κόσμων.

Οι συμμαθήτριες του νεκρού κοριτσιού (ο Χορός της τραγωδίας) μαζεύονται στην αυλή ενός εργοστασίου σιδηρικών ανάμεσα σε δύο εργατικές βάρδιες για να τελέσουν ένα ιδιότυπο μνημόσυνο· εδώ δεν χωρούν τα θρησκευτικά τελετουργικά, αρκεί η μνήμη των κοριτσιών για το κορίτσι που χάθηκε και ο προσωπικός τους θρήνος.

Εμείς είμαστε εδώ
μια σειρά από  μικρά κορίτσια ξεχασμένα
Εμείς κορίτσια δεκατριώ δεκατεσσάρω χρόνων
κλεισμένα σε τούτο το οικόπεδο
κάτω απ’ τα ψηλά φουγάρα
δίπλα στα χυτήρια σωλήνων
στα στόματα καυστήρων
που στάζουν σίδερο λιωμένο
πέφτουμε στο χώμα και μετράμε
με μαύρα νύχια
απ’ τα σκουριά
τα σημάδια που δεν βρήκαμε
τη φίλη μας που χάθηκε
που δεν βλέπει τον ήλιο. (στ. 44-57)

Καλούν και τη μητέρα του κοριτσιού, το μόνο πρόσωπο του έργου που συνδέεται με τον κόσμο των ζωντανών, καθόσον τα μέλη του Χορού (όπως καθορίζεται από τις αρχές της Τραγωδίας) δεν εκλαμβάνονται ως ήρωες του έργου αλλά  μόνον συλλήβδην ως μια ιδιαίτερη παρουσία με μία φωνή. Η μητέρα θα διηγηθεί την πολυβασανισμένη της ζωή στα κορίτσια του Χορού, κι έτσι θα φωτιστεί ένας χώρος που συχνά συναντάμε στα έργα του Χρονά: οι φτωχοί, οι βασανισμένοι άνθρωποι του περιθωρίου της ζωής, που τίποτα δεν καρτερούν και σε τίποτα δεν ελπίζουν, και που καμιά φορά, όταν απελπίζονται εντελώς, βρίσκουν την άκρη θέτοντας ένα τέρμα στη ζωή τους.

Αυτή είναι η μία όψη του θεατρικού σκηνικού, που με τον πολύ δυνατό λόγο συγκλονίζει. Η κορύφωση, ωστόσο, της συγκίνησης έρχεται με την εμφάνιση του άλλου θιάσου, που θα καταργήσει το άβατο και ανεπίστρεπτο και θα εμφανιστεί για να συνοδέψει τη νεκρή κόρη (εν είδει Περσεφόνης) που επιστρέφει από τον Κάτω Κόσμο (Κίτρινη ήταν η όχθη, στ. 877) πίσω στα επίγεια, για λίγο όμως μόνο. Δύο θίασοι επί σκηνής πλέον, και δύο ηρωίδες, μόνο που η μία φέρει το άσαρκο και άυλο σώμα της δίπλα στη μητέρα που θρηνεί.

Κόρη μου, ζητιανεύω κάθε σημάδι σου. Κάθε
κίνησή σου την σέβομαι. Και πια εγώ
σωπαίνω, βλέποντάς σε εμπρός μου. (στ. 826-828)

Και σαν ακουστεί η σειρήνα του εργοστασίου για την έναρξη της άλλης βάρδιας, η νεκρή κόρη θα πρέπει να αναχωρήσει μαζί με τον θλιβερό Χορό που τη συνόδεψε στην παράλογη επιστροφή της στον επάνω κόσμο. Κι όταν όλοι αποχωρήσουν, η μάνα μόνη πια θα απομείνει να κοιτά το ρήγμα που για λίγο έφερε τους δύο κόσμους σε ανάμειξη.

Το πλοίο που το λένε Πειραιεύς
σαλπάρει απόψε μ’ όλα τα φώτα του
αναμμένα.

Το πλοίο που το λένε Πειραιεύς
σαλπάρει απόψε σε θάλασσες γαληνεμένες. (στ. 987-991)

Μια σύγχρονη τραγωδία που κρατάει όσο το κενό χρονικό μεσοδιάστημα από τη μία βάρδια στην άλλη· αρκετός όμως ο χρόνος αυτός για να δοθούν τα στοιχεία του τραγικού θεάτρου. Η συνύπαρξη της ηρωίδας με τον Χορό σε μια διαλεκτική σχέση αλληλοσυμπλήρωσης, η αφήγηση της πρότερης ιστορίας που δικαιολογεί την τωρινή συμφορά και προσφέρει το πλαίσιο για να σταθούν τα πρόσωπα περίοπτα και αληθοφανή. Σ’ αυτή την αφήγηση της μητέρας ενσωματώνεται και η περιπέτεια, απαραίτητη θεατρική συνθήκη, και επιτυγχάνεται η συμμετοχή του συμπάσχοντος θεατή με τα πάθη των προσώπων που η ζωή τους ιστορείται επί σκηνής. Είναι αξιοθαύμαστη η νοηματική πυκνότητα του έργου μέσα σε τόσο σύντομη έκταση γραφής.

Περισσότερο, όμως, το ενδιαφέρον εστιάζεται στη θεματική του έργου.  Θα μπορούσε να θεωρηθεί αυτό το μονόπρακτο ένα ανακάλημα, όπως αυτά της δημώδους ποίησης που συνιστούν ταυτόχρονα μια ανάμνηση αλλά και μια θρηνητική ανάκληση του προσώπου που έχει αναχωρήσει από τη ζωή. σαν ο θρήνος να φτάνει στον Κάτω Κόσμο και να προκαλεί το ρήγμα ανάμεσα στο εδώ και στο επέκεινα –  η γης αναταράχτηκε κι ο Κωσταντής εβγήκε, θα πει η λαϊκή φωνή γεφυρώνοντας κι αυτή τους δύο κόσμους.

Το έργο τελειώνοντας κανοναρχεί τη θέση του θεατρικού δρώμενου στη συνείδηση του θεατή, σαν μια τετελεσμένη ιεροπραξία που ορίζει τα τελούμενα ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο:
Γιατί είναι νόμος αυτής της τραγωδίας κάθε φορά που θα παίζεται να επιστρέφει η κόρη από τον Άδη.


Σαν να μην ήταν μόνο η θεατρική ανάγνωση μιας τραγικής είδησης που τελειώθηκε σε έργο τέχνης επί σκηνής· σαν να μην ήταν η θεατρική πλάνη που μας συνεπήρε και νιώσαμε πως κάτι συντελέστηκε με τη συνδρομή των υποκριτών και του Χορού. Σαν να βρήκε η Τέχνη τη θέση της στον κόσμο – να δημιουργεί εκ του μη όντος κάτι που να στέκεται αυθύπαρκτο και αληθινό. Κι εμείς να ακολουθούμε περιμένοντας την επόμενη θεατρική σκηνή* που θα φιλοξενήσει τα Κορίτσια δεκατριώ δεκατεσσάρω χρόνων για να δούμε πάλι την κόρη να επιστρέφει από τον Άδη πίσω στη γη. Κι ας μην ενώνονται οι δύο κόσμοι, κι ας μην αγγίζονται στο σύντομο συναπάντημά τους. Καθόλου δεν ενδιαφέρει αυτό όποιον πείστηκε μέσα σε 1118 στίχους πως όλα μπορούν να γίνουν μέσα σε ένα θεατρικό έργο τέτοιας τέχνης.

Η έκδοση περιλαμβάνει και τη μετάφραση του έργου σε τρεις γλώσσες στα αγγλικά (Ειρήνη Βρης),  στα γαλλικά (Χρυσούλα Αγκυρανοπούλου) και στα ιταλικά (Τζίνα Καρβουνάκη). Στο εξώφυλλο ένα έργο του Δημήτρη Λαλέτα, που με το έκδηλο πένθος στα σημεία του και τη χρωματική συνύπαρξη του κίτρινου με το μαύρο μάς εισάγει στο κλίμα του θεατρικού λόγου του Γιώργου Χρονά.

Διώνη Δημητριάδου

*(το έργο παρουσιάστηκε με τη μορφή θεατρικού αναλογίου στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν, στις 23 Σεπτεμβρίου 2019, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Σοφίας Φιλιππίδου)

"Όταν ο ψίθυρος" Παρουσίαση στον Ιανό -Φωτογραφίες και video



"Όταν ο ψίθυρος" 
Παρουσίαση στον Ιανό -Φωτογραφίες
και video

Η παρουσίαση στον Ιανό χθες (24-4-2019) της ποιητικής συλλογής του Δημήτρη Δημητριάδη, εκδόσεις Μελάνι. Η καλή ποίηση ακούγεται.
Στο πάνελ: Κώστας Γ. Παπαγεωργίου, Διώνη Δημητριάδου και η ηθοποιός Ελένη Ράντου