Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016

Νέα κυκλοφορία


"Όσα φέρνει η ώρα στης ποίησης τη χώρα"


25 ποιήματα για παιδιά προσχολικής και σχολικής ηλικίας

του Θεοφάνη Θεοφάνους
σε εικονογράφηση του Νίκου Πολυχρονόπουλου
Άνεμος εκδοτική





Διαβάζουμε από το οπισθόφυλλο:

Αν είσαι παιδί, αυτή η ποιητική συλλογή θα σε οδηγήσει σε έναν ολότελα φανταστικό κόσμο. Θα σε κάνει να γελάσεις, να ονειρευτείς, να ταξιδέψεις, να ζήσεις μια μεγάλη περιπέτεια. Mπορείς ακόμα να δώσεις χρώμα στα σκίτσα και, γιατί όχι, να γράψεις το δικό σου ποίημα!

Αν είσαι γονιός, το παρόν βιβλίο θα σε φέρει πιο κοντά σε μια αγαπημένη συνήθεια. Μια γλυκιά καληνύχτα, από αυτές που γαληνεύουν μικρούς και μεγάλους, κλείνουν τα βλέφαρα μαγικά, δημιουργούν ισχυρούς οικογενειακούς δεσμούς.

Αν είσαι εκπαιδευτικός, έχεις στα χέρια σου ένα πολύτιμο εργαλείο δουλειάς. Κάθε τίτλος αποτελεί μια αφορμή για συζήτηση και δραστηριότητες. Στο τέλος του βιβλίου περιλαμβάνεται η ενότητα: "Μια ιδέα για σχολική γιορτή", ένα χαρούμενο πανηγύρι της σχολικής τάξης.

Η καλή παιδική ποίηση οφείλει να έχει μέτρο, ρυθμό, ρίμα, μελωδικότητα, εικονοπλασίες, θεατρικότητα. Η παρούσα συλλογή δεν στοχεύει, όμως, μόνο σ' αυτό. Η παιδική ποίηση πρέπει να προχωρήσει σε άλλο επίπεδο: να χαλαρώσει τα δεσμά της, να γίνει πιο ευσύνοπτη, πιο εύθυμη, να ανανεώσει τη θεματολογία της, να σε ωθήσει να πιάσεις χαρτί και μολύβι.
Αν έστω και ένα ποίημα κάνει κάποιον να σκιρτήσει, θα είμαστε ικανοποιημένοι που πετύχαμε τον αρχικό μας σκοπό.

«Ο πόνος μαύρος σκύλος π’ αλυχτά» ποιητική συλλογή της Βίκυς Δερμάνη από τις εκδόσεις ΑΩ η πρώτη δημοσίευση έγινε στο περιοδικό Book - tour http://www.booktourmagazine.com



«Ο πόνος μαύρος σκύλος π’ αλυχτά»

ποιητική συλλογή 
της Βίκυς Δερμάνη

από τις εκδόσεις ΑΩ
η πρώτη δημοσίευση έγινε στο περιοδικό Book - tour 





Ο ιαματικός χαρακτήρας της ποίησης

Ο ποιητικός λόγος στην πιο ενδιαφέρουσα εκδοχή του έχει χρώμα μαύρο και κοφτερές γωνίες. Κάθε του λέξη βρίσκει τον στόχο της, κατευθείαν στο θυμικό του αποδέκτη / αναγνώστη. Το τοπίο δεν λειαίνει την επιφάνειά του πουθενά, ώριμος εκφραστής της εσωτερικής τραχύτητας του δημιουργού / ποιητή. Και ο ήχος του είναι κραυγή.

[…]το κεφάλι μου φεύγει. Το κεφάλι μου φεύγει και βουτάει στις λάσπες. Βουτάει στις λάσπες των δρόμων π’ αγκομαχούν απ’ των εκπορνευμένων το εμπόρευμα απ’ των άστεγων και άσιτων τους μακρόσυρτους τους ασαφείς τους ήχους. Στους δρόμους μιας πόλης που τις πληγές της γλύφει ανάμεσα σε δολοφόνους – σωτήρες σε συσσίτια κατοχικά σε υποσχέσεις δοσίλογων σε σταυρούς αγκυλωτούς αποχρώσεων πολλών σε καπνογόνα και μάρμαρα σπασμένα.

Ίσως μόνον έτσι να γράφεται η αληθινή ποίηση, που δεν μασάει τα λόγια της αλλά τα εκσφενδονίζει προς κάθε κατεύθυνση στοχεύοντας ακριβώς το μυαλό, τον νου που σκέφτεται και δεν χαραμίζεται σε επιφανειακές και ανέξοδες αναγνώσεις. Η σκληρή γλώσσα πετυχαίνει καλύτερα  τον σκοπό του ποιητή. Ο αναγνώστης αυτού του λόγου δεν κοιμάται ήσυχος. Στίχο τον στίχο εισχωρεί στο σκοτεινό τοπίο του πόνου και των αλυχτημάτων. Αυτός ο μαύρος σκύλος π’ αλυχτά στον τίτλο της συλλογής της Βίκυς Δερμάνη έχει το ξεκάθαρο πρόσωπο των φόβων μας. Μια επινοημένη μορφή είναι, που συγκεκριμενοποιεί ό,τι περισσότερο φοβόμαστε: το κενό της απώλειας, τη συνακόλουθη θλίψη και την απόγνωση της μοναξιάς.


Με ένα ορφικό απόσπασμα στην προμετωπίδα η ποιήτρια ανοίγει αυτό το προσωπικό παράθυρο στα σκοτεινά του κόσμου. Από τη δική της πλευρά ζητάει την ίαση. Την ίαση, όμως, που δίνει η καταγραφή του πάθους με λέξεις στο χαρτί. Με το ελάχιστο της διάρκειας του ιαματικού φαρμάκου. Αλλά και με την αναπόφευκτη αντιμετώπιση στο εξής ενός καταγεγραμμένου πόνου, γιατί το φάρμακο είναι πικρό μέσα στην ιαματική του ιδιότητα. Όσο για τον αναγνώστη, αυτός μέσα στον ποιητικό λόγο αντικρίζει το πρόσωπο των δικών του θλίψεων και συμπάσχει, στο μέτρο που η αναγνωστική του επάρκεια τον οδηγεί σε ερμηνευτική συμπόρευση μέσα στους στίχους. Αλήθεια, όμως, η μοναξιά συντροφεύεται;

[…]πάνω κάτω στο σπίτι. βήματα ξυραφιές. βήματα – ραψωδοί ψυχής ερημωμένης. μόνη. μόνη. μόνη. αγωνίας παραλήρημα. γύρω σκιές. παγωνιά. γύρω κουρέλια. γύρω έμβρυα νεκρά ερώτων σαρκοφάγων. τα πολυπόθητα τα έμβρυα νεκρά. κρεβάτι σαβανωμένο […] ερήμους ενώνουν ματαίως. μάταια βήματα. βήματα πάνω σε γυαλιά. σπασμένα ματωμένα γυαλιά. σπιθαμή προς σπιθαμή μάταια βήματα αιμάτινα. σε σχοινί τεντωμένο, σε κουζίνα σαλόνι δωμάτιο. βήματα. παγωμένα βήματα σε σχοινί τεντωμένο. μόνη. μόνη.μόνη. ερημιά.


 Πότε με ξεκάθαρη ποιητική μορφή και πότε με μια περισσότερο πεζή εκδοχή της ποίησης, η ποιήτρια θα δώσει τις ποικίλες μορφές που παίρνει το πάθος, η απώλεια, το πένθος, η θλίψη. Σαν να αποζητά τον συνοδοιπόρο σ’ αυτό το ταξίδι, και του παραθέτει όσα έχει πρόσφορα σε μορφές για την κατανόηση του λόγου της. Ξέρουμε, ωστόσο, πως πρόκειται για το βάρος του τυπωμένου πόνου. Αυτό που το λέμε πένθος «λογοτεχνικῇ ἀδείᾳ». Στριμώχνεται και ασφυκτιά μέσα στις σελίδες, φωνάζει κι αλυχτά, ίδιο με τη φωνή του πληγωμένου ζώου. Το πάθος το αβίωτο. Δυνατά και σταθερά επανερχόμενο σε κάθε ανανέωση μιας σιωπηλής ανάγνωσης ως  απόηχος όμως μόνο του ξένου πόνου, που λάθρα τον προσεγγίζει ο αναγνώστης.   Μια άλλη υπόθεση, που μπορεί να μείνει μακρινή και ουσιαστικά απρόσιτη, μπορεί όμως  ιδανικά να οδηγήσει σε αυθεντική μέθεξη με τον λόγο της ποιήτριας. Τότε η λογοτεχνία εκπληροί τον απώτερο σκοπό της.

Σε νύχτα μετέωρη ατσάλινος ήρθες
με χέρια ακάνθινα και ματωμένα
φορώντας των νικητών το ένδυμα
γυμνός μέσα σε πανοπλία ηφαίστεια
γυρνώντας το στρόβιλο των νεκρών πηγών
έως τριγμού οστών σφίγγοντας τη μέγγενη
με μάτι αγριεμένο πουλιών τυφλών
φτύνοντας ψυχές εκπορνευμένες
σαλτιμπάγκων παλουκώνοντας κρανία
χωρίς έλεος και μύρα
μαύρος καβαλάρης και μοναχικός
εγώ ειμί ο τρόμος, δήλωσες
εγώ ειμί ο Τιμωρός

Μια τέτοια εικόνα, όπως αυτή που οι παραπάνω στίχοι μας δίνουν, μπορείς να την αντιμετωπίσεις με δύο μόνο τρόπους. Η πρώτη εκδοχή: αδυνατείς να κατανοήσεις παραδεχόμενος την ανεπάρκεια και την αβουλία σου για ενδότερες ανιχνεύσεις, οπότε αλλάζεις σελίδα. Η δεύτερη εκδοχή: έως τριγμού οστών τάσσεσαι σύντροφος αυτής της μοναξιάς κι εσύ δίπλα στο ποιητικό υποκείμενο. Με όποιο κόστος φυσικά συναποκομίζεις από αυτή την απρόβλεπτη αυτογνωσία σου. Σε μια τέτοια επικίνδυνη διαδρομή, με αβέβαιο προορισμό, μας καλεί η ποιήτρια:

Νύχτα ξανά
Με κοίταξες στα μάτια βαθιά.
Πού πάμε, με ρώτησες, πού πάμε;


Σ’ αυτό τον ανελέητο κόσμο της Βίκυς Δερμάνη δεν μοιάζει τίποτα να φέγγει ελπιδοφόρο. Ακόμα και οι εικόνες που δημιουργούνται έχουν ενσωματώσει όλο το άλγος των λέξεων. Τα χρώματά τους δύο: το μαύρο και το κόκκινο του αίματος. Και όλο αυτό το ζοφερό τοπίο περικλείεται από ένα μαύρο εξώφυλλο (εξαίσια χλεύη προς όλα τα φανταχτερά που προσελκύουν στα ράφια των βιβλιοπωλείων) κοσμημένο με την εξαιρετικά εύγλωττη σε σημασία «Κραυγή» της Χριστίνας Καραντώνη. Το απόλυτο σύνολο. Η εικόνα και ο λόγος να συνομιλούν σε μια εικαστική – ποιητική πρόταση / πρόκληση.

Διώνη Δημητριάδου

(η πρώτη δημοσίευση έγινε στο περιοδικό Book - tour (Μια κριτική προσέγγιση στην ποιητική συλλογή της Βίκυς Δερμάνη «Ο πόνος μαύρος σκύλος π’ αλυχτά» από τις εκδόσεις ΑΩ





Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2016

Παρουσίαση του βιβλίου
της Χλόης Κουτσουμπέλη

"Το ιερό δοχείο"
στο Polis Art Café

(Δευτέρα, 5 Δεκεμβρίου 2016)

Παυλίνα Παμπούδη
Σοφία Φιλιππίδου
Διώνη Δημητριάδου














Παρουσίαση της μυθιστορίας
της Ολβίας Παπαηλίου
"Κατόπιν σύστασης γιατρού"

στο βιβλιοπωλείο "Επί λέξει"

(Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016)

Μαριάννα Παπουτσοπούλου
Πόλυ Χατζημανωλάκη
Κούλα Κρυσταλλίδου
Διώνη Δημητριάδου













  



«Ταπεινωθήκαμε…»
(ποίημα) π. Σταύρου Τρικαλιώτη





Συνηθίσαμε

μέ τόν καιρό

νά τρῶμε τά ψίχουλα

πού ἔπεφταν ἀπ᾽ τό τραπέζι

τῶν χορτασμένων πολύτιμων ἀδελφῶν μας.

Ταπεινωθήκαμε απ᾽ τίς πληγές πού μᾶς προκάλεσαν

αὐτοί πού κάποτε εὐεργετήσαμε πολύ.

Μά δέν χάσαμε τό κουράγιο μας.

Σηκωθήκαμε μέ πόδια τρεμάμενα

Καί ὑψώσαμε στήν ὑγειά τους

Πικρά ποτήρια γιομάτα

αἷμα καί δάκρυα

δικά μας!


π. Σταύρος Τρικαλιώτης

Νοέμβριος 2016
(φωτογραφία: "εγκατάλειψη",  Πολυχρόνης Νικηφοράκης)

"Μια ανάσα πριν" μυθιστόρημα της Όλγας Μπακοπούλου εκδόσεις Momentum

"Μια ανάσα πριν"

μυθιστόρημα της Όλγας Μπακοπούλου

εκδόσεις Momentum





παιχνίδια του φακού

Η Όλγα Μπακοπούλου είναι ξεκάθαρη, όταν μιλά γι’ αυτά που πολύ αγαπά: 
Λάτρεψα την λογοτεχνία, ερωτεύτηκα τον κινηματογράφο, εθίστηκα με τις φωτογραφίες
Και διαβάζοντας το βιβλίο της όλο αυτό το αντιλαμβάνεσαι. Είναι ένα βιβλίο γραμμένο από μία φωτογράφο, που αισθάνεσαι σε κάθε σχεδόν σελίδα τον εθισμό της για τον φακό που αιχμαλωτίζει σκηνές. Τον έρωτά της για την μεγάλη οθόνη τον εισπράττεις, καθώς όσα εκτυλίσσονται στις σελίδες του βιβλίου της νιώθεις ότι τα βλέπεις σε κίνηση μπροστά στα μάτια σου. Φυσικά η λογοτεχνία είναι που δίνει το πλαίσιο έκφρασης για να συμβούν αυτά τα μαγικά του λόγου, κι έτσι να δέσουν μεταξύ τους, λέξεις, σκηνές, κινήσεις.
Η ηρωίδα δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο παρά μια φωτογράφος – ανταποκρίτρια. Η συγγραφέας την έβαλε στην αιχμή των γεγονότων, καθορίζοντας έτσι και τη θέση που θα έπρεπε να έχει ένας δημοσιογράφος που αντιλαμβάνεται το επάγγελμά του μέσα στο ρίσκο των ανατροπών, μια ανάσα πριν τη σύλληψη της σημαντικής στιγμής με τον φακό του και με το σχόλιό του.

Οι ανταποκρίσεις είναι κάτι παραπάνω. Ό,τι ονειρεύεσαι σαν δημοσιογράφος. Να βρίσκεσαι στην καρδιά των γεγονότων. Μπορείς να διαμορφώσεις συνειδήσεις. Συμμετέχεις στο ιστορικό γίγνεσθαι. Γίνεσαι μάρτυρας και ταυτόχρονα κοινωνός μιας πραγματικότητας.

Ως εδώ τα πράγματα φαίνονται απλά, ως προς τη συγγραφική τους απόδοση. Ωστόσο η συγκεκριμένη ιστορία που επινοεί η Όλγα Μπακοπούλου δεν θα αρκεστεί σ’ αυτή τη σκιαγράφηση της ζωής μιας φωτορεπόρτερ. Η έννοια της συμμετοχής, ακόμη περισσότερο αυτή της  συνειδητοποίησης της πραγματικότητας, θα τεθούν εντελώς απροσδόκητα σε μια κινούμενη άμμο, που απειλεί να καταπιεί όσα η ηρωίδα θεωρούσε δεδομένα στη ζωή της. Σαν μια φωτογραφία που ενώ απαθανάτισε τα γεγονότα, τώρα κανένα εμφανιστήριο δεν μπορεί να αποδώσει την αλήθεια της. Παραμένει σκοτεινή στο μυαλό της, μέσα στην ταραγμένη της συνείδηση, διχασμένη εικόνα ανάμεσα σε δύο πραγματικότητες ζωής, που επιμένουν η κάθε μία στην αλήθεια της. Ποια, όμως, είναι η αληθινή από τις δύο;
Η ζωή της μοιάζει να καθορίστηκε από εκρήξεις (αληθινές ή μήπως κατασκευασμένες;) που μοίρασαν τη συνείδησή της στα δύο μέρη, παρουσιάζοντας διαφορετικές εκδοχές ζωής. Τη μία τη θυμάται, την άλλη την ανακαλύπτει λίγο λίγο με τη βοήθεια των γύρω προσώπων, σαν φάρσα στην αρχή, σαν οδυνηρή αλήθεια κατόπιν.

Πότε; Πού; Γιατί; Γιατί δεν θυμόταν; Άνοιξε ξανά το άλμπουμ τυχαία στη μέση. Τόσες εικόνες. Όμορφες. Άσκημες. Δικές της. Πρόσωπα άγνωστα, που όμως είχε γνωρίσει. Πόλεις που δεν είχε πάει ποτέ, κι όμως είχε περπατήσει στους δρόμους τους. Χαρά. Λύπη. Συναισθήματα με κάθε πάτημα του κλείστρου. Μία ιστορία που θα έπρεπε να είναι  σε θέση να αφηγηθεί.

Και όμως αυτό της είναι αδύνατον. Κι εκεί ανάμεσα στα συγκεχυμένα τοπία, μια εικόνα να έρχεται και να τη στοιχειώνει.

Η θολή φιγούρα της γυναίκας που τρέκλιζε απέναντί της καθάρισε. Εστίασε στο βρόμικο πρόσωπό της. Έψαξε τα έντρομα μάτια της. Άνοιξε το κάδρο και την κεντράρισε με το μωρό στην αγκαλιά.[…] Η γυναίκα έσφιξε το μωρό στις χούφτες της και το σήκωσε σαν να της το πρόσφερε. Άγγιξε το κλείστρο. Ένα κλικ τη χώριζε από την πιο εντυπωσιακή φωτογραφία της καριέρας της.


Μια φωτογραφία που μπορεί να μην τραβήχτηκε ποτέ. Μπορεί να απαθανατίστηκε μόνο στα βάθη της συνείδησής της, εκεί που το υποσυνείδητο τώρα δημιουργεί το δικό του παιχνίδι με ανύπαρκτο φακό. Κι έπειτα είναι και η έκρηξη, που παραλίγο να της στοιχίσει τη ζωή, μια ζωή που νόμιζε ότι την κέρδισε, αλλά που τώρα τη θεωρεί χαμένη.


Η Όλγα Μπακοπούλου θαρρώ πως γράφοντας καταγίνεται και η ίδια με το παιχνίδι του φακού, προσφέροντάς μας τη δυνατή συγκίνηση μιας αφήγησης που ακροβατεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και στην ψευδαίσθηση. Όπως ακριβώς μπορεί να μας ξεγελάσει η εικόνα, και να μας δείχνει κάτι τόσο αληθοφανές, που καθόλου να μην υποψιαζόμαστε την απάτη του φακού, που δημιουργεί με περισσή τέχνη τη δική του πραγματικότητα.

«Είναι σαν να ζεις δύο παράλληλες ζωές, έτσι;»
«Μόνο που η μία μπορεί να μπει στην άλλη και… και να σε αφανίσει».

Με λιτό λόγο, συχνά με φράσεις κοφτές και με σκηνές  που διαρκούν όσο ένα κλικ της μηχανής, μας τοποθετεί στο επινοημένο σκηνικό και μας θέτει ερωτήματα. Ποια η αλήθεια και ποιο το ψεύτικο προσωπείο; Πότε ήταν η τελευταία φορά που μια φωτογραφία μας έπεισε για το αδιάψευστο του ντοκουμέντου της; Και η ζωή; Πόσα παιχνίδια παίζει; Και ποιος τα αντέχει;
Ερωτήματα που ο κάθε αναγνώστης καλείται να τα αντιμετωπίσει προσωπικά δίνοντας τη δική του ερμηνεία στην παράξενη αυτή ιστορία που δικαίως θα τη χαρακτηρίζαμε θρίλερ.

Το τραγικότερο, ωστόσο, ερώτημα το θέτει η ίδια η ηρωίδα:

Μήπως τελικά, ήταν αιχμάλωτη σε μια ασπρόμαυρη φωτογραφία;

Αυτό είναι που μένει και στον αναγνώστη αυτού του συναρπαστικού βιβλίου. Η παντοδυναμία του φακού, να απαθανατίζει, να αιχμαλωτίζει στη γοητεία του αλλά και στην αμφίβολη αλήθεια του τα πρόσωπα και τα γεγονότα. Το τι θέλει να πιστέψει ο καθένας από μας από όσα επιδεικτικά μας παρουσιάζονται με το άνοιγμα και το κλείσιμο του κλείστρου της μηχανής, είναι απολύτως προσωπική υπόθεση του κάθε αναγνώστη. Άλλωστε εδώ εντοπίζεται και η γοητεία της άλλης αποπλάνησης, της λογοτεχνικής.


Διώνη Δημητριάδου






(Η Όλγα Μπακοπούλου παρουσιάζει τον εαυτό της και το έργο της:
Γεννήθηκα στο Johannesburg της Νοτίου Αφρικής και μεγάλωσα στην Αθήνα. Λάτρεψα την λογοτεχνία, ερωτεύτηκα τον κινηματογράφο, εθίστηκα με τις φωτογραφίες. Τελικά σπούδασα Κοινωνιολογία και Αγγλική Φιλολογία και έκανα μεταπτυχιακό στην Εφαρμοσμένη Παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο του Surrey. Παρακολούθησα σεμινάρια σεναρίου με τον Γιάννη Σκοπετέα και τον Στάθη Βαλούκο, σκηνοθεσίας με  την Ειρήνη Βαχλιώτη και τον Χρήστο Καρακάση, και δημιουργικής γραφής με την Αργυρώ Μαντόγλου.

 Έχω γράψει σενάρια για ταινίες μικρού μήκους και τηλεταινίες. Το 2005 το σενάριο για τηλεταινία «Γεια Χαρά» έλαβε το πρώτο βραβείο στον διαγωνισμό σεναρίου που διοργανώθηκε από το ΙΕΚ ΑΚΜΗ και το περιοδικό ΣΙΝΕΜΑ. Το 2009 η ταινία μικρού μήκους «Πίσω από τα σύννεφα» σε σκηνοθεσία Γιώργου Δημητρόπουλου έλαβε το βραβείο κοινού στο Φεστιβάλ Φανταστικού Κινηματογράφου- Βαγγέλης Κοτρώνης καθώς και του πρώτου αντρικού ρόλου στο Φεστιβάλ της Πάτρας. Γύρισα ταινίες μικρού μήκους και συμμετείχα σε αρκετές άλλες, στο κομμάτι της παραγωγής. Το 2010 εργάστηκα ως Α’ βοηθός σκηνοθέτη στην ταινία της Dorota Zglobicka «Love and Shadow», που επίσης βραβεύτηκε στο ZubrOFFka International Film Festival, της Πολωνίας.
 Έχω γράψει διηγήματα και άρθρα σχετικά με τον κινηματογράφο. Το μυθιστόρημά μου «Μια Ανάσα Πριν» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Momentum.
 Εδώ και 20 χρόνια μοιράζομαι την ζωή μου με έναν υπέροχο Δημήτρη. Έχουμε δυο γιούς και μένουμε μόνιμα στο Χαλάνδρι.)

Σάββατο 26 Νοεμβρίου 2016

Επισκέπτης Άγγελος

ποιητική συλλογή του Γιώργου Δελιόπουλου
έκδοση της Κοβενταρείου Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης



ο ποιητής σαν άγγελος

Εξάλλου, τι μπορεί να κάνει κάποιος
μονάχος σ’ έναν κόσμο που πεθαίνει;

Αν είναι το ποιητικό υποκείμενο που δηλώνει την τραγική του απομόνωση, τότε  οι στίχοι αυτοί του Γιώργου Δελιόπουλου συνοψίζουν με τον λιτό και εύγλωττο τρόπο τους τον ποιητικό του κόσμο. Και το ερώτημα, που θέτει με τους στίχους του,  έχει απαντηθεί ποιητικά πάλι, γιατί είναι η μοίρα των ποιητών να επωμίζονται τις δύσκολες απαντήσεις στα αναπάντητα ερωτήματα:
κληρονόμος πουλιών / πρέπει / έστω και με σπασμένα φτερά / να πετάω (Μίλτος Σαχτούρης, Ο Ελεγκτής)

Ο Γιώργος Δελιόπουλος, θα σχηματίσει ποιητικά τη μορφή αυτού του Άγγελου / Ποιητή, και θα δημιουργήσει τρεις ποιητικούς τόπους για να χωρέσουν την περιπλάνησή του: Αγορά, Λόγος, Καθρέφτης. Θα αμφισβητήσει για λίγο τη θνητή υπόστασή  του, προκειμένου -σαν μια ζωντανή πτητική μηχανή- να πάρει το ύψος που απαιτείται για να εποπτεύσει όλα τα ανθρώπινα. Αλλά θα περιβληθεί και πάλι τη γήινη σάρκα για να προσεγγίσει και να νιώσει την ανθρώπινη οδύνη. Μέσα σε έναν κόσμο άξενο, που αποδιώχνει τον ποιητή ως περιττό και επονείδιστο άχθος, αυτός πρέπει να έρθει σαν άγγελος, να δει, να νιώσει, να αγγίξει λίγη ανθρώπινη παρουσία. Στην Αγορά, όπου θα παρατηρήσει τις συμπεριφορές, θα συγχρονίσει τα φτερά του με τα αβέβαια βήματα αυτών που τίποτα πια δεν περιμένουν, θα αναζητήσει κάποιον που χωρίς σκιά στο βλέμμα του, χωρίς κερί στ’ αυτιά, χωρίς κουβέντες έτοιμες, να μπορεί να αρθρώνει τον δικό του λόγο, να μιλάει την αλήθεια.

Μαλώναμε Δημήτρη για τα ρούχα των ληστών. Ρίχναμε ζάρια,
παίζαμε χαρτιά, ποιος θα κερδίσει την αόρατη γραβάτα, το
ακριβό πουκάμισο, ποιος το φθαρμένο παντελόνι και τα χάρτινα
παπούτσια. Ώρες κάτω από ξύλινους σταυρούς, σε άγονα
υψώματα, πάνω από τα κεφάλια μας τη γλίτωναν  ληστές και
κάρφωναν θεούς. Γύρω μας έκτιζαν από σταυρούς ανάκτορα,
γκρέμιζαν είδωλα και μάθαιναν καινούργιες προσευχές. Όμως
εσύ κι εγώ ακίνητοι εκεί, μαλώνοντας για λίγα ξένα ρούχα,
ήμασταν δυο απλοί φρουροί, τίποτα τελικά δεν ήταν σίγουρα
δικό μας, ούτε καν η απόφαση να ζήσουμε ποντάροντας στον
θάνατο των άλλων.

Όμως έτσι που με άγγελο ομοιώθηκε, πρέπει και Λόγο να αρθρώσει. Μα, ποιητής όπως είναι, ο μόνος τρόπος είναι να δώσει ήχο  στο ποιητικό του όραμα. Ποιος είναι ο ρόλος αυτού του ευαίσθητου δέκτη συλλογικών ελπίδων; Πόσο μπορεί να επηρεάσει με τον λόγο του μια δρομολογημένη κατάσταση πραγμάτων αυτός που μονάχος σ’ έναν κόσμο που πεθαίνει πορεύεται συχνά με σπασμένα τα φτερά του;

[…]Τώρα παλεύω με ανάπηρες προτάσεις
λίγο πριν πάρουν σύνταξη
λέξη τη λέξη για να χτίσω ένα ποίημα.
Αλλά τα ποιήματα δε φτιάχνονται με λέξεις
ζυμώνονται στο αίμα της ψυχής
όμως ποιο αίμα και για ποια ψυχή
να λέμε τώρα.

Μέσα σ’ αυτό το αφιλόξενο τοπίο της διαρκούς διάψευσης, ίσως δεν έχει άλλο πέρασμα να το διαβεί παρά ξανά και ξανά μέσα από τον λόγο του, με όση δύναμη ακόμα κρύβει. Νόμιζε ότι έχει φτερά ικανά να τον τοποθετούν πάντα σε θέση εποπτείας. Αντιλαμβάνεται όμως ότι τα άυλα αυτά πτητικά μηχανήματα ήταν επινοήσεις δικές του. Θα πρέπει τώρα να σταθεί μπροστά στον Καθρέφτη και να αντιμετωπίσει την αλήθεια του προσώπου του.


[…]Πιστέψτε! πιστέψτε
πως το σώμα είναι η μόνη μου Αλήθεια!

θα πει, χρησιμοποιώντας ως οδηγό τη σκέψη μιας άλλης ποιητικής φωνής:

Το σώμα ήταν η Νίκη και / η Ήττα των ονείρων (Κατερίνα Αγγελάκη – Ρουκ, Μαγδαληνή το μεγάλο θηλαστικό),

γιατί πάλι η ποίηση θα δώσει αρωγή και θα ετοιμάσει τη σωστική λέμβο. Πώς αλλιώς;


Η ποίηση του Γιώργου Δελιόπουλου, χαμηλόφωνη, με απόλυτη αίσθηση του ρυθμού και στα απολύτως ποιητικά αλλά και σ’ αυτά που πατούν σε πεζό έδαφος προκειμένου να απογειωθούν επίσης ποιητικά, μιλάει απ’ ευθείας στον αποδέκτη / αναγνώστη. Ίσως με τον τρόπο που μόνο οι καλοί ποιητές γνωρίζουν, με ευθύτητα, ειλικρίνεια, χωρίς να κρύβεται η απούσα θέση / άποψή τους στα πράγματα που μας κυκλώνουν πίσω από εντυπωσιασμούς και λυρικά περιττά στολίδια. Ανήκει σ’ αυτή τη μερίδα των εργατών του λόγου που έχουν επίγνωση της βαρύτητας της σκέψης τους, και γι’ αυτό δεν χαραμίζουν τους στίχους τους σε ανέξοδες στιχουργικές. Μιλάει όταν αληθινά έχει κάτι να πει, δένοντας με υπόρρητη επικοινωνία τα ποιήματα της συλλογής μεταξύ τους, έτσι ώστε να συναποτελούν μια πρόταση / θέση του ποιητή ευδιάκριτη στον προσεκτικό αναγνώστη.  Και αυτό θα πρέπει να θεωρείται σπουδαίο στα λογοτεχνικά δρώμενα.

Η έκδοση από την Κοβεντάρειο Δημοτική Βιβλιοθήκη της Κοζάνης, ιδιαίτερα προσεγμένη, με εμφανή αγάπη για τα βιβλία και τις εκδόσεις. Στο εξώφυλλο διακριτικά το ανάγλυφο έμβλημα της Βιβλιοθήκης. Τρία σχέδια συνοδεύουν αντίστοιχα τα τρία μέρη, στα οποία διαιρείται η ποιητική συλλογή, φιλοτεχνημένα από την εικαστικό Γλύκα Διονυσοπούλου, στην οποία ανήκει και ο πίνακας στην προμετωπίδα του βιβλίου. Στο σύνολό της μια αξιοπρόσεκτη ποιητική / εικαστική πρόταση.


Διώνη Δημητριάδου
(η πρώτη δημοσίευση έγινε στο περιοδικό Cantus firmus http://cantfirmulity.blogspot.gr/)
"Προσευχή"

της Σοφίας Σκουλίκα - Βέλλου



Τα ποιήματά μου ας είναι στην άμμο,

ας τα κρατάνε παλαιά βιβλία,

 ας πέσουν πάνω τους κύματα,

δάκρυα δικά μου καυτά.

Ας είναι πεταλούδες που πετούν,

σφίγγες που κεντούν,

μέλισσες που μέλι κάνουν…

γλυκά με όνειρα να μπερδευτούν.

Τα ποιήματα ας γίνουν παραμύθια,

σε βλέφαρα παιδιών να ταξιδεύουν.

Ας γίνουν μιας πικρής γενιάς αλήθεια,

σε όλο τον κόσμο να ταξιδεύουν.

Ας γίνουν σπόρος γι' άλλη μέρα

κάτω από μια ματωμένη σελήνη.

Να γίνουν λόγια για θυμωμένα στόματα

αυτά τα τυπωμένα μονόφυλλα.



Σοφία Σκουλίκα - Βέλλου

(φωτογραφία: Izabella Urbaniak)

"Ουλές" ποιητική συλλογή της Πόπης Αρωνιάδα δίγλωσση (σε μετάφραση στα αγγλικά από την Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ) εκδόσεις Το Ροδακιό

"Ουλές" 
ποιητική συλλογή της Πόπης Αρωνιάδα
δίγλωσση (σε μετάφραση στα αγγλικά από την Κατερίνα Αγγελάκη - Ρουκ)
εκδόσεις Το Ροδακιό
(23 Νοεμβρίου 2016, "Αθηναίων Πολιτεία')















Παρασκευή 25 Νοεμβρίου 2016

ποιητικό κενό




Σαν που ομοιώθηκες με Άγγελο
πρέπει και λόγο να αρθρώσεις.
Την αγγελία τη σωστή να φέρεις
σ’ αυτούς που πάνω σου  κάτι  θεόσταλτο είδανε.
Τους βλέπεις να σε καρτερούν
σκυμμένο το κεφάλι και απόγνωση στα μάτια.
Κρύψε το βλέμμα σου, κενό να μην το δουν.
Αυτό δεν το αντέχουν.
«Και τι να πω μέσα απ’ τα άδεια του μυαλού μου;»
«Τότε, να εφεύρεις, ποιητή μου, να εφεύρεις!»


Διώνη Δημητριάδου
(φωτογραφία της Noell S. Oszvald)

Πέμπτη 24 Νοεμβρίου 2016

Νέα κυκλοφορία

"Κωμικοτραγική"
διηγήματα της Αρετής Πάνου
εκδόσεις  CarpeLibrum



από το οπισθόφυλλο του βιβλίου




η Αρετή Πάνου συστήνει σε μας την "Κωμικοτραγική" της:

Η "Κωμικοτραγική" μου  ξέρω δεν θα ταράξει τα λογοτεχνικά πράγματα στη χώρα, αλλά για μένα είναι σημαντική. Θα μου πείτε ποιος να νοιαστεί για τη λογοτεχνία, όταν ολόκληρη η χώρα παραπαίει και θαλασσοδέρνεται και ποιος να συγκινηθεί απ' τη λογοτεχνία, όταν μας έχουν γίνει καθημερινές και οικείες οι εικόνες των βομβαρδισμένων πόλεων και των πνιγμένων παιδιών. Αλλά η ζωή συνεχίζεται και η λογοτεχνία είναι ένα κομμάτι αληθινής ζωής. Για να μην παρεξηγιόμαστε σπεύδω να δηλώσω ότι όλες οι ιστορίες της Κωμικοτραγικής είναι εντελώς φανταστικές. Κάθε ομοιότητα με την πραγματικότητα οφείλεται στην ελαττωματική φαντασία μου και μόνον. Αυτό όμως δεν τις κάνει λιγότερο αληθινές. Εξ άλλου η πραγματικότητα έχει μεγαλύτερη φαντασία από τον καθέναν από μας ξεχωριστά κι απ' όλους μας μαζί.