Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

"στην πέτρα πάνω" της Διώνης Δημητριάδου και μαζί δύο φωτογραφίες της Ελένης Τράνακα



"στην πέτρα πάνω"

της Διώνης Δημητριάδου

και μαζί δύο φωτογραφίες της Ελένης Τράνακα


στην πέτρα πάνω ήχησαν
απρόσμενες οι σκέψεις
της μνήμης αποθέματα
αποκυήματα του νου

στο ξάφνιασμά τους
περαστική μια σαύρα
στάθηκε λίγο
ν’ ακούσει στοχασμό

κι εκείνος έτεινε το χέρι του
στο πλάσμα το ευήκοο
παρασυρμένος κάπως
σε αυθόρμητο χαιρετισμό 


στην πέτρα πάνω
αποτυπώθηκε η στιγμή

μια γεύση αθανασίας

Διώνη Δημητριάδου
(φωτογραφίες: Ελένη Τράνακα)

Σάββατο 30 Δεκεμβρίου 2017

"Ιερουσαλήμ" ανέκδοτο ποίημα του Αντώνη Δ. Σκιαθά από τη συλλογή "Τα Τιμαλφή" και τρεις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της Λίας Ζαννή


"Ιερουσαλήμ"


ανέκδοτο ποίημα του Αντώνη Δ. Σκιαθά
από τη συλλογή "Τα Τιμαλφή"

και τρεις ασπρόμαυρες φωτογραφίες της Λίας Ζαννή




Για φαντάσου του χρόνου το πορτρέτο.



Μία μεθυσμένη γραμμή στο τζάμι

του Υπερσιβηρικού.

Μία ορχήστρα άλαλη, παρατεταγμένη

στα σταροχώραφα

των Μετεώρων.



Ένας μακρινός περίπατος στα μονοπάτια του Αχέροντα

σε σκιές ασχημονούντων αυτόχειρων.




Για φαντάσου τον χρόνο,

αμέτρητες φθαρμένες νύχτες στη Μονεμβασιά

με φαρμακωμένα τζιτζίκια μήνα Ιούλη

και

άκαιρες κωδονοκρουσίες σε εποχές δακρύων

στις Βυζαντινές καμάρες της Σαλονίκης.



Για φαντάσου

ένα μουχλιασμένο απόγευμα,

με φουρκισμένες λέξεις για την Ειρήνη,

εκεί στην Παλαιστίνη,

με οπλίτες και αξιωματικούς με ξεφτισμένα  στις επωμίδες,

τα σιρίτια εκεί στην Ιερουσαλήμ.




Για φαντάσου άχρονα τον Όμηρο,

σε μάθημα δημιουργικής γραφής

στις αποβάθρες των Τρώων,

με τους Μυκηναίους να πανηγυρίζουν,

τον θάνατο του Έκτορα.





Του χρόνου το πορτρέτο φαντάσου,

έναν ουρανό λίγο πριν χαράξει

κάπου στο Αιγαίο.



Αντώνης Δ. Σκιαθάς

 



Ανέκδοτο ποίημα

από τη συλλογή "Τα Τιμαλφή"

Ο χρόνος που αλλάζει και ο "άλλος χρόνος" (της Διώνης Δημητριάδου) και μια φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου


Ο χρόνος που αλλάζει και ο "άλλος χρόνος"



Όχι ότι έχει και τόση σημασία η αλλαγή του χρόνου. Συμβάσεις γενικά αποδεκτές και τηρούμενες απαρεγκλίτως. Ωστόσο, αυτό που έχει πραγματική αξία είναι η επαφή με τον "μέσα" χρόνο. Και η τήρηση αυτής της σχέσης εναπόκειται αποκλειστικά στις πολυδαίδαλες συνδέσεις του μυαλού μας. Μακάρι να μπορούμε διαρκώς να έχουμε ζωντανή την εσωτερική μνήμη και εναργές το πνεύμα. Όσο για το σώμα, ας ακολουθεί κι αυτό τη χρονική πορεία. Όσο μπορεί, με δεδομένες τις αναπόφευκτες απώλειες.

Μια μικρή αναφορά στον "άλλο χρόνο", λοιπόν, μέσα από το βιβλίο μου "Ο Βιωμένος Χρόνος - μικρές ιστορίες" (εκδόσεις Αω)

Ο "μέσα" χρόνος

Παράξενη η πορεία που ακολουθεί ο μέσα χρόνος. Και άχρονοι οι χρόνοι του. Ανοίγεις κάποιο παλιό τετράδιο, βρίσκεις στίχους γραμμένους κάποτε, δεν ξέρεις πότε, γιατί ποτέ δεν κράταγες ταυτότητα των σκέψεων. Μιλάν ακόμα μέσα σου, νιώθεις να πάλλεται πίσω τους μια φυγή.

"Ένα μικρό παράπονο κρατώ, σαν το παιδί

που δεν του τέλειωσαν το παραμύθι,

κι έμεινε ξάγρυπνο το τέλος να φαντάζεται.

Τώρα τις νύχτες αγκαλιάζω ένα φεγγάρι,

που εσύ ποτέ σου δεν θα δεις".



Και δεν μιλάς για το παλιό το τραύμα, ούτε για το ατελές στο σώμα των πραγμάτων. Όσο γι' αυτά, τον ξέρεις δα τον δρόμο του συμβιβασμού. Δεν καταφέρνεις όμως καθόλου να δέσεις τους στίχους με το πρόσωπο. Ίσως η μνήμη φθίνει. Ή πάλι μπορεί όλα τα παλαιά να φαίνεται πως μοιάζουν. Μα, πώς γίνεται μια απρόσωπη πλέον απουσία να γεννά τόση θλίψη; Εκτός αν οι στίχοι από ένα όριο χρονικό και πέρα αυτονομούνται και -έτσι ελεύθεροι και αποκομμένοι από την αφορμή τους-μπορούν να σου μιλήσουν. Ως αναγνώστη πια, που μοιάζει να ακουμπά έναν ξένο πόνο.

Διώνη Δημητριάδου
("Ο Βιωμένος Χρόνος - μικρές ιστορίες", εκδόσεις Αω)

(η φωτογραφία της Βούλας Παπαϊωάννου, Κάλαντα Πρωτοχρονιάς, 1953)

Πέμπτη 28 Δεκεμβρίου 2017

10 βιβλιοπροτάσεις στο τέλος του 2017 επιλογή - επιμέλεια: Διώνη Δημητριάδου


10 βιβλιοπροτάσεις στο τέλος του 2017
επιλογή - επιμέλεια: Διώνη Δημητριάδου





Henry James

Ντε Γκρέυ

Μια ρομαντική ιστορία

μετάφραση-εισαγωγή: Αργυρώ Μαντόγλου

διόρθωση-επιμέλεια: Μαρία Γιακανίκη

εκδόσεις Ars Nocturna




Μια νεανική ιστορία του μεγάλου συγγραφέα (γραμμένη σε ηλικία μόλις 25 ετών) με την υπέροχη αμφισημία, τα υπερφυσικά στοιχεία, το βάρος της Μοίρας, τα κενά της αφήγησης που κινητοποιούν τον αναγνώστη να εισχωρήσει στην πλοκή με τη δική του φαντασία. Όλα όσα κατόπιν θα γνωρίσουμε στα διάσημα έργα του James. Μικρή, ευφάνταστη, υποβλητική, απολαυστική ιστορία.





Κλεοπάτρα Λυμπέρη

Ποίηση με τέσσερα πόδια

[Παίγνια και φάρσες]

Οι εκδόσεις των Φίλων




Χωρισμένο το βιβλίο σε δύο μέρη: Περί Συνομιλίας και Περί μη Ταπεινότητας. Με 160 μικρές καταθέσεις στο πρώτο μέρος να ανατέμνουν την έννοια του Λόγου (τον θορυβώδη και φύσει αναρχικό) και να «συνομιλούν» ποιητικώ τω τρόπω με το εύρος της συνομιλίας. Στο δεύτερο μέρος 61 μικρές παρακαταθήκες γύρω από την έννοια της ταπεινότητας ή την πιθανή εγγενή της αναίρεση. Μια ενδιαφέρουσα γραφή.





Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου

Υπερκαινοφανής

εκδόσεις Μελάνι




Η δεύτερη ποιητική συλλογή του Κύπριου ποιητή, που έχει κάνει αίσθηση ήδη από την πρώτη του εμφάνιση. Μια ποιητική περιήγηση στο σύμπαν, στον μεταφυσικό προβληματισμό, στις πιθανότητες και απιθανότητες της ζωής. Η αναμέτρηση της ποίησης με όσα ισορροπούν ανάμεσα στη λογική κα στην υπέρβασή της.





Σπύρος Μπρίκος

Αγία παπαλίνα η καλλονή

διηγήματα

εκδόσεις Μανδραγόρας




Μετά το πρωτότυπο «Ιατρικό παράδοξο», την πρώτη του συλλογή διηγημάτων, στην οποία αποδείχθηκε όχι μόνον ευφυής ως προς την αφετηρία της σκέψης και την  επεξεργασία του υλικού του, αλλά κυρίως εύστοχος ως προς την ερμηνεία της σύγχρονης πραγματικότητας, επανέρχεται ο γιατρός Σπύρος Μπρίκος με 22 ιστορίες στα όρια του ρεαλισμού, με πολλές υπερχειλίσεις στον συμβολισμό και στις μυθοπλαστικές αλληγορίες. Από τους πλέον αξιόλογους νέους πεζογράφους.





Γιώργος Δουατζής

Το κόκκινο κασκόλ

εκδόσεις Μανδραγόρας




Μάστορας της γραφής και στον ποιητικό και στον πεζογραφικό χώρο  ο Γιώργος Δουατζής, εδώ με τη γνώριμη προσέγγιση του λόγου, την ευθύβολη γραφή, την οικεία ατμόσφαιρα. Ένα ώριμο καταστάλαγμα μιας ζωής γεμάτης και ουσιαστικής. Με την ταυτόχρονη κατακτημένη γνώση για τις αληθινές ασκήσεις επί ζωής και όχι επί χάρτου. Ο έρωτας, ο πόνος της απώλειας. Η ποίηση εν τέλει στα καλύτερά της.





Περικλής Μποζινάκης

Απόκρημνος Χρόνος

εκδόσεις Ars Nocturna




Η αγάπη του Περικλή Μποζινάκη για τον χώρο του φανταστικού έκδηλη σ’ αυτή την ιστορία αστικού τρόμου, όπως τη θέλει ο ίδιος στον υπότιτλο. Με σαφή τη διάθεση να δείξει πως, όταν νομίζουμε ότι όλα αυτά που αφηγείται ανήκουν σε έναν κόσμο μακριά από τον ασφαλή δικό μας, απλώς έχουμε εξαπατηθεί από την τετράγωνη λογική μας. Η σκοτεινή πραγματικότητα, με τις ψηφίδες της να συναρμολογούν μια εικόνα που συναρπάζει.





Πολύνα Γ. Μπανά

Η καταφανής εξωστρέφεια των φωνηέντων

εκδόσεις Σαιξπηρικόν




Η πρώτη ποιητική συλλογή μιας ποιήτριας που γνωρίζει και σέβεται τη γλώσσα, τη χρησιμοποιεί εύστοχα στην κυριολεξία της και στη μεταφορικότητά της, χειρίζεται τις προθέσεις των λέξεων αξιοποιώντας όλο τον γλωσσικό πλούτο. Μια ποίηση με την ωριμότητα που το ποιητικό υποκείμενο έχει κερδίσει και έτσι τολμά να συστήνεται με το αληθινό του πρόσωπο, το πρώτο ενικό.





Δέσποινα Γιαμβριά-Μπλαστροπούλου

Ψίθυροι

εκδόσεις Πνοή




Μια αισθητικά όμορφη έκδοση, με σχέδια του Δημήτρη Ταλαγάνη. Και μια γραφή πληθωρική και ενδιαφέρουσα, που σε καμία περίπτωση δεν περνά απαρατήρητη, όπως άλλωστε και η δημιουργός της. Ψίθυροι που παραπέμπουν σε εσωτερική φωνή και διεργασία, ωστόσο φανερώνουν την εγγενή τους διάθεση να ακουστούν και μάλιστα ηχηρά. Ο έρωτας, η μνήμη, ο φιλοσοφικός στοχασμός. Μια εκδοτική έκπληξη. Ένα βιβλίο πολύ διαφορετικό και ξεχωριστό.





Πάνος Μυρμιγγίδης

Μικροφίλμ

εκδόσεις Λιβάνη




25 ιστορίες μικρές σε έκταση. Αν και σε νεαρή ακόμα ηλικία ο Μυρμιγγίδης έχει ήδη εκδώσει ποιητικά και πεζά 6 βιβλία. Εδώ θα συναντήσουμε ιστορίες που φιλοδοξούν να δώσουν ένα πλήρες νόημα μέσα σε λίγες λέξεις. Παράτολμο ίσως το εγχείρημα, έχει ωστόσο ενδιαφέρον η προσπάθεια αποτύπωσης της ιδέας με τη μορφή ενός πλάνου κινηματογραφικού. Χρησιμοποιώντας κατά κόρον τον διάλογο επιτείνει την αίσθηση της κινηματογραφικής λήψης και δικαιολογεί απολύτως τον τίτλο της συλλογής.





Παναγιώτης Γκούβερης

Μην κλαις, ρε γοργόνα!

εκδόσεις Γαβριηλίδης




Μια ρέουσα γλώσσα, μια πρωτότυπη γραφή. Είναι μία η ιστορία; Είναι πολλές μικρότερες σε συρραφή εσωτερική; Δεν έχει και τόση σημασία. Διαβάζεται απνευστί σαν μια εξομολόγηση προς εαυτόν αλλά και σαν μια κουβέντα προς τον αναγνώστη. Φυσικά είναι και η γοργόνα, που έχει χρεωθεί τη θλίψη και την αγωνία για τον χαμένο αδελφό, όπως όλοι μας κάποτε επωμιζόμαστε τα ξένα βάρη. Ας πούμε ότι η καλή γραφή προσπαθεί να αποσείσει από πάνω μας κάτι από το προσωπικό μας άχθος.



Επιλογή - Επιμέλεια: Διώνη Δημητριάδου
(Henri Matisse, Γυναίκα που διαβάζει με ομπρέλα, Νίκαια, 1921)









Τετάρτη 27 Δεκεμβρίου 2017

Κ.Γ. Καρυωτάκης Ποιήματα και Πεζά Επιμέλεια: Δημήτρης Δημηρούλης Εκδόσεις Gutenberg η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal http://fractalart.gr/karywtakis-poiimata-peza/


Κ.Γ. Καρυωτάκης

Ποιήματα και Πεζά

Επιμέλεια: Δημήτρης Δημηρούλης

Εκδόσεις Gutenberg
η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal http://fractalart.gr/karywtakis-poiimata-peza/





Μια νέα πολύ ενδιαφέρουσα θεώρηση
του έργου του Κώστα Καρυωτάκη


Το ότι κυκλοφορεί μια νέα έκδοση για τον Κώστα Καρυωτάκη και το έργο του αποτελεί σημαίνουσα είδηση στον χώρο της λογοτεχνίας. Μοιάζει να μην τελειώνει ποτέ η συζήτηση γύρω από το πρόσωπο του ποιητή. Και χρησιμοποιώ εδώ τη φράση το πρόσωπο του ποιητή και συνειδητά όχι την ποίησή του, γιατί είθισται να επικεντρώνεται ο διάλογος περισσότερο στον βίο του (κυρίως στην κατάληξή του) και λιγότερο στον τρόπο που αυτός είδε την ποίηση. Με ξεχωριστό ενδιαφέρον είδα ότι την επιμέλεια της νέας αυτής έκδοσης του Gutenberg την υπογράφει ο Δημήτρης Δημηρούλης. Έχοντας διαβάσει την κατά καιρούς σχετική αρθρογραφία του και έχοντας εκτιμήσει τον τρόπο που εστιάζει στην ποιητική δημιουργία και όχι στα περί τη ζωή του ποιητή (που τροφοδοτεί εδώ και κοντά έναν αιώνα την επιφανειακή προσέγγιση) θεώρησα -και ορθώς- ότι έχουμε πλέον στα χέρια μας μια έκδοση με τη σοβαρότητα που ταιριάζει στον Καρυωτάκη, τον ποιητή που καθόρισε την πορεία πολλών μεταγενέστερων και που ακόμα ανιχνεύεται η δική του ποιητική μέσα στα ποιήματα των άλλων. Ο επιμελητής της έκδοσης ξεκινά με μια Εισαγωγή, που ξεπερνά κατά πολύ την τυπική κατατοπιστική είσοδο στο βιβλίο. Πρόκειται στην ουσία περισσότερο για μια Μονογραφία πάνω στο θέμα του Καρυωτάκη, στην οποία δείχνει με τον ξεχωριστό τρόπο που γράφει όλα του τα κείμενα, εννοώ με μια γραφή  ευθύβολη στις κρίσεις της και ουσιαστική στη λιτότητα των μέσων της, πώς πρέπει -πώς αξίζει ίσως είναι η ορθότερη έκφραση- να διαβάζεται η ποίησή του. Στο τεύχος 175-176 του περιοδικού Το Δέντρο (καλοκαίρι 2010) είχε με άρθρο του επισημάνει την ουσία του όρου «ελληνικός μοντερνισμός» καθώς και την ιδεοληπτική σκιαμαχία (όρος δικός του) που οδήγησε πολλούς πολέμιους της αξίας του ποιητή να τον αποδιώξουν από τον Κανόνα της Ποίησης. Στην Εισαγωγή στον παρόντα τόμο θέτει εξ αρχής το θέμα. Εφόσον ασχολούμαστε με τον ποιητή θα πρέπει να δούμε αφενός τη θέση του στη διαχρονία και αφετέρου να εκτιμήσουμε το ερμηνευτικό πλαίσιο κατανόησης του έργου του. Έτσι θα απαντηθεί και το εύλογο ερώτημα: τι σημαίνει το έργο του σήμερα; Με επίκεντρο, λοιπόν, το ποιητικό έργο (άρα το αποτέλεσμα, τη δημιουργία) και όχι το πρόσωπο που δημιουργεί, θα δώσει το πλαίσιο του κειμένου του:

Μιλώ για τον Καρυωτάκη σήμερα, επομένως, σημαίνει ότι ξαναθέτω τους όρους της ανάγνωσής του και αντιτίθεμαι στο καθεστώς που τον θεωρεί κτήμα του και τον διαχειρίζεται με ιδιοτέλεια.

Ήδη έχει φανεί η ιδιαιτερότητα (και η σημασία) της νέας αυτής έκδοσης. Ο ίδιος σε σημείωμα ολοκληρώνοντας την Εισαγωγή θα εκτιμήσει με ευθύτητα τα πράγματα:

[…] το εκδοτικό εγχείρημα δεν μπορεί να διαχωριστεί από το κριτικό. Αυτό που φαίνεται να είναι ένα σχολαστικό φιλολογικό έργο, εξαρτημένο πλήρως από τη νοοτροπία, τη μέθοδο και το λεξιλόγιο της έκδοσης κειμένων, θέτει ταυτόχρονα […] καίρια θεωρητικά ζητήματα ερμηνείας και συναφή ζητήματα αισθητικής ιδεολογίας και πολιτισμικής πολιτικής.



Με τον σωστό, επομένως, τρόπο θα εξετάσει τη σχέση του Καρυωτάκη με τη γενιά του ’30, που με την επέλασή της (ο όρος δικός του) διαμόρφωσε διαφορετικά την πορεία προς τον μοντερνισμό οριοθετώντας εκτός την ποιητική μορφή του Καρυωτάκη (αλλά και του Καβάφη). Θα επικεντρώσει με την ποιητική αλλά και την ψυχολογική οπτική την επίδραση του Καρυωτάκη στους επιγόνους/καρυωτακιστές.  Θα εξετάσει τη σχέση της ποιητικής γραφής του Καρυωτάκη με εκείνη του Baudelaire (ο Έλληνας  Μπωντλαίρ κατά τον Δημηρούλη), διακρίνοντας τον πρώτο από τον δεύτερο ως προς την κοινωνική και ακόμα την πολιτική στάση που επηρεάζουν την ποίησή του. Μια πολύ ενδιαφέρουσα γωνία εξέτασης, διαφορετική από την ως τώρα τοποθέτηση άλλων μελετητών (συχνά και πολιτικών χώρων!) σχετικά με την πολιτική στάση του ποιητή, που αλλοίωνε εν πολλοίς την αλήθεια. Μια σημαντική προσθήκη στην εξέταση του καρυωτακικού έργου, θεωρώ πως βρίσκεται στη συνεξέταση από τον Δημηρούλη των πεζών και των ποιητικών έργων στη λογική της αλληλενέργειας. Συνολικά μια κριτική εποπτεία του ποιητή με άποψη, με δήλωση διαφωνιών, με σοβαρότητα. Μαζί ένα εκτενές Χρονολόγιο, φωτογραφικό υλικό, οι ποιητικές συλλογές, τα λογοτεχνικά και τα μη λογοτεχνικά Πεζά του ποιητή, οι Μεταφράσεις του, και στο εκτενέστατο Παράρτημα οι Επιστολές του (ικανό δείγμα για ιχνηλάτηση του χαρακτήρα) καθώς και 214 σελίδες στις οποίες καταγράφονται κρίσεις για το έργο του ποιητή, θετικές και αρνητικές (καθόσον ο Καρυωτάκης δίχασε τους μελετητές του έργου του), εκτεινόμενες από το 1921 ως το 1974. Θα βρούμε κείμενα/κριτικές του Τέλλου Άγρα, του Κλέωνα Παράσχου, του Βασίλη Ρώτα, του Πωλ Νορ, του Καραντώνη, του Δημαρά, του Λορεντζάτου, του Λεοντάρη και πλείστες άλλων. Να σημειωθεί εδώ η πολύ προσεκτική παράθεση των κριτικών, οι οποίες χωρίζονται σε κατηγορίες αναλόγως της εποχής, του ύφους, της χρονικής απόστασης από τον κρινόμενο ποιητή, λαμβάνοντας ακόμα υπ’ όψη και τις αναθεωρήσεις ή συμπληρώσεις των αρχικών κειμένων. Χωρίς αμφιβολία η πληρέστερη ως σήμερα συλλογή κριτικών κειμένων για τον ποιητή. Η έκδοση ολοκληρώνεται με μια Ενδεικτική Βιβλιογραφία και τέσσερα Ευρετήρια.

Εν κατακλείδι, η νέα αυτή έκδοση για τον Κώστα Καρυωτάκη δεν είναι απλώς άλλη μία που έρχεται να προστεθεί στις προηγούμενες.
Είναι μια νέα θεώρηση του έργου του ποιητή από πολλές πλευρές και με την προσοχή (αλλά και την αγάπη) που απαιτεί ένα τέτοιο έργο. Καθόλου τυχαίο, φυσικά, το εξαιρετικό αποτέλεσμα. Ο επιμελητής Δημήτρης Δημηρούλης και οι εκδόσεις Gutenberg το εγγυώνται.



Διώνη Δημητριάδου

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2017

"Ο Κανόνας" του Τάσου Σ. Μάντζιου και δύο φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου


"Ο Κανόνας"

του Τάσου Σ. Μάντζιου
και δύο φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου





   Πουλάει η ανάγκη στο φανάρι

χαρτομάντιλα

κι ευθύς 

το βλέμμα στρέφω αλλού,

μακριά

απ’ της ευδαιμονίας μου

την ανορθογραφία.

Γλίστρησε πάνω στο παρμπρίζ

απ’ τη ματιά του

η διάψευση.

Με νόμισε

για εξαίρεση,

και ήμουν

ο ανελέητος κανόνας


Τάσος Σ. Μάντζιος


(οι φωτογραφίες της Βούλας Παπαϊωάννου)

Η γραφομηχανούλα του Ζίγκφριντ Κρακάουερ - Nietzsche Ex Machina έξι επιστολές και ένα ποίημα του Φρίντριχ Νίτσε για τη «γραφόσφαιρα» εισαγωγή – μετάφραση: Νικήτας Σινιόσογλου εκδόσεις Κίχλη η πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό frear.gr http://frear.gr/?p=20258


Η γραφομηχανούλα
του Ζίγκφριντ Κρακάουερ
- Nietzsche Ex Machina
έξι επιστολές και ένα ποίημα του Φρίντριχ Νίτσε
για τη «γραφόσφαιρα»
εισαγωγή – μετάφραση: Νικήτας Σινιόσογλου
εκδόσεις Κίχλη
η πρώτη δημοσίευση στο ηλεκτρονικό frear.gr http://frear.gr/?p=20258




H  flânerie (στη αστική της εκδοχή κατά τον Baudelaire) από τη μια, αλλά και η νεωτερικότητα (ως πρωτόγνωρη εμπειρία του θραύσματος κατά τον Walter Benjamin) από την άλλη, μπορούν μέσα από την περιπλάνηση και την επαφή με το αναπάντεχα εφήμερο -πλην όμορφο- να δώσουν κάποια απρόσμενα εξαίσια δείγματα μιας ζωής που τείνει να ξεχαστεί. Έτσι εδώ ο Ζίγκφριντ Κρακάουερ (1889-1966) θυμάται και απαθανατίζει ένα εργαλείο γραφής από τα πλέον αγαπητά στους ερωτευμένους με τους πιο παραδοσιακούς τρόπους αποτύπωσης του λόγου. Όπως μας πληροφορεί στην εισαγωγή ο μεταφραστής Νικήτας Σινιόσογλου, πρόκειται για ένα Χρονογράφημα δημοσιευμένο αρχικά το 1927, το οποίο αναπαριστά τις εντυπώσεις ενός ικανού flâneur.
Ο αφηγητής, μανιακός με τη γραφομηχανούλα, δεν θα εγκαταλείψει βέβαια καθόλου το δωμάτιό του, ωστόσο η ιστορία του δεν αποπνέει αίσθημα κλειστοφοβικό, καθόσον η flânerie επιτυγχάνεται με την περιπλάνηση στη συναισθηματική του εναλλαγή, γρήγορη και στοχαστική όσο μια περιδιάβασή του σε τόπους, καταστάσεις και πρόσωπα. Θα αποκτήσει μια σχέση πολύ εσωτερική (και όχι μόνο χρηστική) με το τεχνούργημα που θα ανακαλύψει, απογυμνώνοντάς το από όλα τα τεχνικά του χαρακτηριστικά,  επινοώντας τα πιο ατομικά και προς τούτο επινοημένα από αυτόν γνωρίσματά του,  και θα αποκοπεί αναπόφευκτα από την αληθινή ζωή γύρω του. 


Κάποια μέρα συνέβη ένα γεγονός ολωσδιόλου απρόβλεπτο: η μηχανούλα αρρώστησε.[…] Η μηχανή είναι κακοδιάθετη, συλλογίστηκα σιωπηλά, πρόκειται για μια παροδική, ούτως ειπείν, αδιαθεσία.[…] Όποτε ήταν παρούσα, πίεζα τον εαυτό μου να είμαι πρόσχαρος και επινοούσα νέα παιχνίδια στο πληκτρολόγιο, όσα ίσως να διασκέδαζαν το παραλυμένο κλαδάκι.



Σταδιακά, ωστόσο,  θα το αποφορτίσει  από όλα τα επινοημένα (που πλέον καταλήγουν βασανιστικά γι’ αυτόν) αποκαλύπτοντας μόνο τις χρηστικές, τις απομυθοποιημένες τεχνικές του ιδιότητες. Ένας παραλληλισμός με μια ανθρώπινη σχέση που διατρέχει όλες τις πιθανές της εκδοχές από τη λατρεία και την αφοσίωση ως την απόσταση και τη καταστροφή. Είναι τότε που θα αποκατασταθεί και η σχέση του με το αληθινό κοινωνικό περιβάλλον, θα πάψει να είναι ο αποσυνάγωγος των κοινωνικών συναναστροφών:

Συγχρωτίζομαι εκ νέου με λογής λογής ανθρώπους και επιζητώ χαμερπείς ηδονές από τις επαφές μου με τις γυναίκες. Τη μηχανή τη χειρίζομαι σαν αντικείμενο.[…] Οι φίλοι μου είναι ικανοποιημένοι[…]

Έχουμε εδώ έναν φετιχιστή της γραφής και των μέσων της, που νιώθει τα εργαλεία ως συνέχεια του χεριού και του μυαλού του; Μήπως μια αλληγορία για τον (ακόμα και σύγχρονο) άνθρωπο, που αναζητά τον απεγκλωβισμό του από όσα -διευκολύνοντας τη ζωή του- καθίστανται δεσμευτικά και άρα πολύ δύσκολα στην αποκοπή τους από την καθημερινότητά του; Ή ίσως εδώ έχουμε μια σαγηνευτική μικρή ιστορία, σαν αυτές που μόνον οι καλοί τεχνίτες του λόγου μπορούν να δώσουν; Θα τολμούσα να πω πως και μόνον αυτή η τελευταία εκδοχή προσωπικά θα μου ήταν αρκετή ως ερμηνεία αυτού του αφηγήματος.

Η ενδιαφέρουσα σύνδεση του αφηγήματος του Κρακάουερ, στη συγκεκριμένη έκδοση, γίνεται με τον Νίτσε και τη δική του σχέση (σε έμμεση αναφορά μέσα από τις επιστολές του) με τη γραφομηχανή του, η οποία τον ενθουσιάζει. Γράφει στην αδελφή του Ελίζαμπετ, που του την έστειλε δώρο:


«Ζήτω! Η μηχανή μόλις κούρνιασε στο σπίτι μου! Δουλεύει πάλι άψογα. Δεν ξέρω τι κόστισε η επισκευή, ο φίλος Ρέε δεν ήθελε να μου πει».

Πόσο μου αρέσει η λέξη κούρνιασε που χρησιμοποιεί! Σαν να μιλάει για μια ψυχή που φωλιάζει μέσα στο -για άλλους- ψυχρό μηχάνημα. Ο Νίτσε, όμως, που είχε πλέον αρχίσει στα 1882 να χάνει την όρασή του, βλέπει σ’ αυτό έναν πολύτιμο και αποτελεσματικό σύντροφο γραφής. Πρόκειται για μια από τις πρώτες γραφομηχανές, μια «γραφόσφαιρα» (Schreibkugel), απεικόνιση της οποίας έχουμε στο εξώφυλλο της Εύης Τσακνιά (σχέδια της κοσμούν την έκδοση). Αλλά, όπως μας μεταφέρει γράφοντας στην Ελίζαμπετ ο φίλος του Νίτσε ο Ρέε (ο οποίος ασχολήθηκε με την αναγκαία επισκευή της) η χαρά ήταν πολύ μεγάλη πράγματι:

«Εχθές, ήμασταν τόσο ευτυχισμένοι κι οι δυο. Παραλίγο να την αγκαλιάσω τη μηχανή, εφόσον λειτουργούσε εκ νέου, να όμως που σήμερα δυστυχώς, δυστυχώς, μία ακόμη κρίση έπιασε τον αδερφό σας. Κατά τα άλλα εναποθέτει κι αυτός τις πιο ζωηρές ελπίδες του στη μηχανή… »

Και στην αναφορά του  Νίτσε στη γραφομηχανή του θα δούμε, σε σαφώς χαμηλότερο τόνο και απολύτως συνάδοντα με την κατάσταση της υγείας του, τον τρόπο που μιλά γι’ αυτήν, μια ευφυή συμπερίληψή της με τα «δυσχείριστα» της ζωής του:

Σε ό,τι αφορά τη γραφομηχανή, χάλασε εντελώς: όπως καθετί που πέφτει στα χέρια αδύναμων ανθρώπων για κάποιο διάστημα, είτε πρόκειται για μηχανές, για προβλήματα ή για γυναίκες, όπως η Λου.



Μια έκδοση τόσο ξεχωριστή και για την επιλογή των κειμένων -κυρίως για τη συστέγασή τους- αλλά και για τη λεπτοδουλειά και έμπνευση στα τεχνικά μέρη της, τα σχέδια της Εύης Τσακνιά, το φωτογραφικό υλικό με τα δακτυλόγραφα του Νίτσε. Όλα δείχνουν την αγάπη για το αντικείμενο των εκδόσεων Κίχλη. Η Εισαγωγή από τον Νικήτα Σινιόσογλου όχι μόνον κατατοπιστική αλλά και γραμμένη με την ευαισθησία και τη γνώση ότι συχνά μέσα σε ελάχιστα στην έκταση κείμενα κρύβονται μικροί θησαυροί λόγου και αφορμές για ενδιαφέρουσες σκέψεις.

[…] κάποιες φορές οι παραμικρές ρωγμές σε μια απόλυτη σχέση επιτρέπουν στην πραγματικότητα να εισέλθει τόσο ορμητικά, ώστε καταργούνται οι σπάνιες, βραχύβιες στιγμές εξαίρεσης που προηγήθηκαν. (από την Εισαγωγή)

Η παραπάνω σκέψη άραγε αφορά μόνον στη σχέση του αφηγητή της ιστορίας του Κρακάουερ με τη γραφομηχανούλα του ή μήπως επεκτείνεται στις ανθρώπινες πολύπαθες σχέσεις; Άλλωστε, πόσο εύστοχη και αγαπητική συνάμα η μετάφραση της πρωτότυπης λέξης Schreibmaschinchen με την αισθαντική και ερωτική γραφομηχανούλα!



Διώνη Δημητριάδου


Έντεκα ιστορίες και ένας αποχαιρετισμός του Henry James ανθολόγηση -  μετάφραση -  σημειώσεις: Κατερίνα Σχινά


Έντεκα ιστορίες και ένας αποχαιρετισμός

του Henry James

ανθολόγηση -  μετάφραση -  σημειώσεις: Κατερίνα Σχινά

εκδόσεις Μεταίχμιο
(πρώτη δημοσίευση στο diastixo.gr http://diastixo.gr/kritikes/xenipezografia/8680-enteka-istories





Πόσο σημαντική μπορεί να είναι μια ανθολόγηση διηγημάτων του Henry James  και μάλιστα σήμερα; Για το πρώτο σκέλος της ερώτησης αρκεί να επισημανθεί η αξία μιας ανθολόγησης, που συνιστά και επί της ουσίας επιλογή, γιατί μέσω αυτής καταδεικνύεται η πορεία του συγγραφέα, δηλαδή η διαφοροποίηση που έφερε στο έργο του ο χρόνος και η επισωρευμένη πείρα στην παρατήρηση των ανθρώπων και των καταστάσεων. Η προσεκτική επιλογή, που δεν ανταποκρίνεται μόνο στον πρακτικό σκοπό να συμπληρωθεί μια έκδοση αλλά δημιουργείται για να φωτίσει το έργο του συγγραφέα, επέχει θέση οδηγού για τον αναγνώστη, που παρακολουθεί τη σκέψη του δημιουργού μέσα στον χρόνο με τις ενδιαφέρουσες αλλαγές στην αισθητική και στην ιδεολογική προσέγγιση του κόσμου. Όσο για το δεύτερο σκέλος του ερωτήματος, η αναγνωστική στροφή προς τους κλασικούς δημιουργούς ίσως αποδεικνύει μια πραγματική ανάγκη ανανέωσης της σημερινής λογοτεχνικής κατάθεσης μέσα από μια επανεκτίμηση των παλαιότερων επιλογών, που άντεξαν στον χρόνο και άνοιξαν (και ακόμα ανοίγουν) δρόμο για να πατήσουν οι νεότεροι.

Εν προκειμένω, η ανθολόγηση που επιμελήθηκε η Κατερίνα Σχινά ακριβώς ανταποκρίνεται στα παραπάνω κριτήρια. Αν στις επιλογές (που μεταφράστηκαν μάλιστα από την ίδια) προσθέσουμε την έκδηλη των προθέσεών της κατατοπιστική εισαγωγή και κυρίως τα σχολιαστικά σημειώματα πριν από κάθε διήγημα, θα ήταν ορθότερο να πούμε πως εδώ έχουμε όχι μόνο μια ανθολόγηση αλλά και μια ενδιαφέρουσα μελέτη πάνω στο έργο του James. Και αυτό από μόνο του είναι σπουδαίο για τα λογοτεχνικά πράγματα.

Η ανθολόγηση περιλαμβάνει έντεκα ιστορίες, που χρονολογούνται από το 1864 (συνιστώντας και τις πρώτες απόπειρες του συγγραφέα να ασκηθεί  στη διηγηματική μορφή) και σταδιακά φθάνουν ως το 1910, που γράφεται το τελευταίο του αφήγημα. Προστίθεται σ’ αυτές τις ιστορίες ένα ακόμα κείμενο, που ονομάζεται «Αποχαιρετισμός», γιατί κάτω από αυτή την ονομασία βρίσκουμε τα τελευταία κείμενα που υπαγόρευσε τον Δεκέμβριο του 1915 ο James στη γραμματέα του όντας κατάκοιτος μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο.  Σ’ αυτό το τελευταίο διακρίνουμε το σπινθηροβόλο πνεύμα λίγο πριν σβήσει, μια σκέψη που διατηρεί όσο μπορεί τη διαύγειά της, ωστόσο έχει ήδη αντικρίσει το μαύρο χρώμα της αβύσσου και φλέγεται από την επιθυμία να το περιγράψει, εν είδει ακροτελεύτιας κατάθεσης/μαρτυρίας. Αν ο συγγραφέας σε όλη του την πορεία καταγράφει εικόνες κάνοντας  τις παρατηρήσεις του, τότε η θέα του σκοτεινού και άφατου -συνιστώντας γι’ αυτόν το μοναδικά εξαιρετικό συμβάν που αξίζει αυτός να αφηγηθεί- ίσως πάρει μια μορφή, ακόμα και σε ακατάληπτη σε πολλά σημεία γλώσσα. Το γεγονός, λοιπόν,  ότι σ’ αυτό το κείμενο επικρατεί μια σύγχυση στα πρόσωπα και στα γεγονότα θα πρέπει να θεωρηθεί απότοκο της γειτνίασής του πλέον με αυτό που αποκάλεσε Διακεκριμένο Συμβάν, νιώθοντας πως φθάνει προς το τέλος μιας ζωής, που αναλώθηκε στην αναζήτηση των σημαντικών και άξιων λόγου πραγμάτων – αυτή άλλωστε είναι και η πεμπτουσία της συγγραφής. Ταύτιση της ζωής του με τη γραφή του; Ένας αυτοσαρκασμός αντάξιος του πνεύματός του; Η συνειδητοποίηση των ορίων και των μεγεθών, θα λέγαμε καλύτερα.

Στις έντεκα ιστορίες θα δούμε τη σταδιακή πορεία από τη ρεαλιστική καταγραφή προς πιο αφαιρετικές εικόνες, από τη λεπτομερή περιγραφή των χώρων (απαραίτητο σκηνικό για να αποκτήσουν υπόσταση και κίνηση οι ήρωες), στους ίδιους τους ήρωες, από τον εξωτερικό κόσμο (το περίβλημα) προς τον εσωτερικό κόσμο, τον ψυχισμό των προσώπων. Μια ενδιαφέρουσα διάβαση στον κόσμο της γραφής του James. Μια γραφή-κέντημα, ένας κήπος λέξεων και εκφράσεων, περιγραφών και λεπτομερών παρεκβάσεων/αναλύσεων τόπων και προσώπων, ψυχογράφηση χαρακτήρων μέσα από την τεχνική του εσωτερικού μονολόγου, ειρωνικές υπογραμμίσεις και υπαινιγμοί εύγλωττοι. Όλα στη θέση τους, τη στιγμή που η αφήγηση το απαιτεί. Μια «σχολή», θα μπορούσαμε να πούμε, για να θητεύσουν νεότεροι αποδεικνύοντας πως η ανάγνωση δόκιμων μεγάλων γραφιάδων είναι ο δρόμος που μπορεί να τους καλλιεργήσει το εγγενές ταλέντο (αν φυσικά το διαθέτουν).

Επιλέγω κάποια σημεία της γραφής του μάστορα (ή  master, αν προτιμάτε) που δείχνουν τη σταδιακή διαμόρφωση της μεγαλοσύνης του.

Στην πρώτη ιστορία, Ένα τραγικό λάθος (1864), θα ξεκινήσει ο συγγραφέας με μια απομυθοποίηση της ίδιας της συγγραφικής «απάτης» ξεκαθαρίζοντας ότι μυθοπλαστικά γράφονται όλα, με αυτόν ως σκηνοθέτη:

Η ιστορία μου αρχίζει μ’ έναν κύριο, που βγαίνει από το ταχυδρομείο…

Θα κατορθώσει ωστόσο στην πορεία να παρασύρει τον αναγνώστη του στον μύθο της κατασκευασμένης του ιστορίας, έτσι που στο τέλος να τον ξαφνιάσει με την ανατροπή που του επιφυλάσσει, ίδιον μιας γραφής ενδιαφέρουσας και οπωσδήποτε ευρηματικής.

Στις «Τέσσερις συναντήσεις» (1876), ανιχνεύεται η επίμονη και λεπτομερειακή περιγραφή προσώπων και καταστάσεων, περισσότερο με τα εξωτερικά τους χαρακτηριστικά ακόμα.

Στο «Μια δέσμη επιστολών» (1878), παρά την εμφανή (και λόγω θέματος) απουσία πλοκής, το αναγνωστικό ενδιαφέρον παραμένει αμείωτο, παρακολουθώντας την ιστορία μέσα από τις αδιόρατες συνδέσεις που ανακαλύπτουμε.

Στον αριστουργηματικό, κατά τη γνώμη μου, «Μπρούκσμιθ (1886-87), βλέπουμε την αξία μιας χαμηλόφωνης γραφής, χωρίς εξάρσεις, σε απόλυτη συμφωνία με τον βασικό χαρακτήρα, που πέρασε όλη του τη ζωή σε δεύτερο πλάνο, όντας περιέργως ο ουσιαστικός πρωταγωνιστής. Θέμα οπτικής, υπόθεση καθαρά προσωπικής εκτίμησης των αληθινών αξιών.

Στο «Η ιδιωτική ζωή» (1892), έχουμε ένα σχεδόν σύγχρονο σχόλιο στο θέμα της ιδιωτικότητας και στο ουσιαστικό ανέφικτο της υπόστασής της. Αναμφίβολα η διαχρονικότητα μιας ιδέας αποτελεί και ένα από τα πλέον σημαντικά στοιχεία που κάνουν μια γραφή κλασική.

Στο πολύ εσωτερικό και αναπόφευκτα τραγικό στις διαστάσεις  του «Η μέση ηλικία» (1893), ο χρόνος που γράφει πάνω στο σώμα του ίδιου του δημιουργού καταγράφεται ως αίσθηση στον μυθοπλαστικό χαρακτήρα της ιστορίας. Ας μην ψάχνουμε, όμως, ομοιότητες ήρωα-δημιουργού. Αυτές πάντα διαπερνούν τη γραφή είτε είναι ορατές είτε όχι.

Στην ιστορία «Ο τροχός του χρόνου» (1893), ο James κάνει, νομίζω, ένα ευφυές παιχνίδι με την κατασταλαγμένη πλέον ενασχόλησή του με την ψυχογραφία των χαρακτήρων. Επιμένει, στις παράλληλες ιστορίες που εμπεριέχονται στην αφήγησή του, στο θέμα της διάστασης ανάμεσα στην εξωτερική  μορφή και στον ενδότερο τόπο των ηρώων, τον ψυχισμό τους. Και φυσικά καταξιώνει τον δεύτερο, όπως ακριβώς και στις επιλογές της γραφής του.

Στο «Η ιστορία μέσα του» (1899-1900), αριστοτεχνικά δένει τον χώρο (προσφιλής του συνήθεια η απεικόνιση ολοζώντανα του πλαισίου των ιστοριών του) με τους ήρωες αλλά ακόμα και με το εξώφυλλο ενός βιβλίου, που σημαντικό ρόλο θα παίξει στην πλοκή.

Η εντύπωση που έδινε στο μάτι το εξώφυλλο, το οποίο προφανώς περιέβαλλε ένα από τα μόλις εκδοθέντα γαλλικά μυθιστορήματα (μυθιστόρημα αποδεδειγμένα «καλό», αν κρίνουμε από την προσήλωση της αναγνώστριας), το έκανε να εναρμονίζεται χαρούμενα με την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα του δωματίου, που ισορροπούσε με συνέπεια μεταξύ ελευθερίας και αυτοσυγκράτησης – την αδιάψευστα αναγνωρίσιμη ατμόσφαιρα, δηλαδή, που χαρακτηρίζει τις πιο εκλεπτυσμένες αισθητικές καινοτομίες.



Η εναρμόνιση ανάμεσα στα αντικείμενα, στους ήρωες και στην ατμόσφαιρα! Η τοποθέτηση από έναν πολύ καλό συγγραφέα, του ήρωα στο λεπτομερειακά περιγραφόμενο σκηνικό, προκειμένου να δέσει μαζί του την ατμόσφαιρα και να μην τον αφήσει μετέωρο. Σοφή υπόδειξη προς νεότερους, που θεωρούν τη δράση ικανή από μόνη της να αποδώσει την αληθοφάνεια του λόγου τους.

Της ίδιας εποχής είναι και «Η χροιά του χρόνου» (1899-1900), με το θέμα της Τέχνης και του Χρόνου να συνομιλούν μεταξύ τους αλλά και με τον εν ζωή θάνατο ή την εν θανάτω ζωή, όπως επισημαίνει στο σχόλιό της η Κατερίνα Σχινά εισάγοντάς μας σε μια ιστορία που αγγίζει τα αγαπημένα φανταστικά θέματα του James, εκείνα που ακροβατούν στο λεπτό σχοινί του ορατού και του μη ορατού.

Η ιστορία της «Τζούλιας Μπράιντ» (1907), μια αυθεντική ψυχολογική περιπέτεια, με ηρωίδα μια γυναίκα που η πορεία της ζωής της αντιστέκεται στη σημασία του ονόματός της. Μια σοφή υπενθύμιση για το πόσο χιούμορ έχει η ζωή τελικά.

Στο τελευταίο του αφήγημα «Ένας γύρος επισκέψεων» (1910), η ωριμότητα είναι εμφανής, συνακόλουθη άλλωστε της ηλικίας του συγγραφέα. Κοινωνική κριτική και σαφής στάση απέναντι στα ήθη της εποχής του.

Στις έντεκα αυτές ιστορίες ο αναγνώστης έχει την ευκαιρία, όσα βιβλία του Henry James  κι αν έχει διαβάσει, να ανακεφαλαιώσει τη γνώση του γι’ αυτόν και σε κάθε περίπτωση να την εμπλουτίσει. Φθάνοντας στον «Αποχαιρετισμό» (1915), νιώθει πλέον πως έχει επανασυστηθεί με τη γραφή, την προσωπικότητα, την ευφυΐα του εξαιρετικού αυτού ανατόμου καταστάσεων και προσώπων. Έτσι, σ’ αυτά τα τελευταία αποσπάσματα σκέψεων είναι σε θέση να αφουγκραστεί την ανάσα του ανθρώπου που αρθρώνει αυτές τις ύστατες, αχνές, ξεθωριασμένες παρατηρήσεις, όπως θα τις ονομάσει ο ίδιος.

πέρα από τα σύνορα

όλα τα κομμάτια

μοναχικές ψυχές.





Διώνη Δημητριάδου