Δημήτρης Δημητριάδης
10 ποιήματα
από την ανέκδοτη ποιητική του συλλογή
Άνευ βιογραφικού
Επιμέλεια και σχολιασμός: Διώνη Δημητριάδου
μαζί με 10 φωτογραφίες του Δημήτρη Χαρισιάδη
Τομέας Δ
Προηγούμενες
ζωές δεν είχα
Δεν αναπολώ
Δεν
ενθυμούμαι
Αλλιώς πόση
αξία θα είχε να
ταυτοποιούμαι
κάθε λίγο
Μένω στον
τομέα - Δ -
Στην πρώτη
σειρά
των ημι -
πολυκατοικιών
Δίπλα του
στενού δρόμου
που βαδίζουν
τα
γυναικόπαιδα και οι θρήσκοι
Ήρωες δεν
έχει εδώ
Ούτε
διδάσκονται θέματα ιστορίας
Εκ παραδόσεως
είμαστε γέννες
ηττημένων
μέσου αναστήματος
κι από τα κομπλιμέντα
αντιλαμβανόμαστε
τους ξένους
επισκέπτες
που έρχονται
το περισσότερο
όταν χάνουν
το ηθικό τους
Πρώτο πρόσωπο
Και να -
Πρώτο πρόσωπο
δεν υπάρχει να του γράψω
Και δεινοπαθώ
Και αντλώ
δυνάμεις
Και ιστορίες
ακούω
Να
φιλοξενούμαι σε ακατάλληλες στιγμές
Και ν’
αναπνέω νικοτίνη δίπλα
σε ξίδι και
νερό
Όχι - αφέντες
εδώ δεν έχει
Μήτε διάδοχη
κατάσταση
Ό,τι
προλάβεις αυτό θα πάρεις
Ύστερα όλοι
χάνονται
Αγνοούνται
Στ’ αλήθεια
αγνοούνται
Προφανώς
οίκτο δεν θέλουν
Και αλλάζουν
διεύθυνση
Αλλάζουν
έδαφος
Και
διαμορφώνονται σε πρόσωπα τρίτα
Ούτε ένας
μιλά για αθώωση
Πολιτεία
ολόκληρη δίχως μνησίκακους
Με την
ομορφιά να πηγαίνει περίπατο
Τους
πληθυντικούς των εντυπώσεων
να δείχνουν
ενδεχομένως ως ενδιάμεσοι
χαιρετισμοί
Και τα χέρια
τους -
Εδώ είναι το
μυστικό
Να μην
κουνιούνται
Ούτε να
δείχνουν
Θαρρείς να
μην έχουν
Ζωές
τέσσερις
Έλα στα δικά
μου ποιήματα
που δεν
μπλέκουν με πραγματικούς
θανάτους
Ούτε σε
πεπρωμένα άθλια
Με μοίρες
γραμμένες στις παλάμες
Έλα να σε
καλωσορίσουν οι ήττες -
Τα έξω από δω
που πολεμάω
και ζωές
τέσσερις θα έχεις
Έλα στα δικά
μου ποιήματα
που δεν
μπλέκουν με κερδισμένους
έρωτες
Ούτε σε Άνοιξες εύκολες
Με αγάπες
ζητιάνες
Ώρες
Υπάρχουν
πρόσωπα
Πολιτείες
ολόκληρες
να θυμίζουν
Υπάρχουν
φωνές
τρεμάμενες
εξ ολοκλήρου
Υπάρχουν ώρες
-
μέρες και
νύχτες
κατά το ήμισυ
νεκρές
Τίτλος
Όλα ξεκίνησαν
κάπως αίφνης
- βιαστικά
Όπως η
αριθμητική
Έλυνες έλυνες
Και
βρισκόσουν πιο σιμά
του
απραγματοποίητου
Ύστερα
ανέλαβαν
κάποιες
πόρνες
τα ηνία του
θιάσου
και κάποιοι
ταχυδρόμοι
που
βρεχόντουσαν δίχως λόγο
όξω της
κερκόπορτας
Κατόπιν κάποιοι
καθηγητές
πανεπιστημίου
που υπέβαλαν
αίτημα διωγμού
της ηλικίας
μου
Και τέλος
ποτέ δεν έβλεπα
Καθώς οι
τόσες
επιδείξεις
άνευ
συγκεκριμένου πεπρωμένου
οδηγούσαν σε
νέα πάθη
την προσωπική
μου βίβλο
Συμβουλές
απόψε δεν
δίδονται
Ούτε να με
κατανοήσεις θέλω
Η δε τιμή
είναι δική
μου
από συνήθεια
ευγλωττίας
Του παλαιού
εκείνου
δασκάλου
που χαιρότανε
το γλυκό
νεράντζι
και αμέσως
χανόταν
Για ένα
κουταλάκι του γλυκού
Πήγαινε ρε
φίλε και
χανόταν
Λευκά
φάκελα
Ανεβαίνουν
κατεβαίνουν
Σκάλες
δεκαπέντε
Ζωγραφικές
Αόρατες
Σε φάκελα
λευκά
Θάλασσες που
δε νοιάζονται
Άψυχα κύματα
των πελάγων
Οι εσωτερικοί
κόσμοι έχουν
τέσσερις
καρδιές
και
επαμφοτερίζουσες επτά ψυχές
Με πάθη που
δεν έχουν
ιδιαίτερη
πατρίδα
Σε ένα πλήθος
ανεπανόρθωτα
παλιό
- μη μου
μιλάς για Κυριακές -
Βραδιά
Δευτέρας χάθηκα
Μικρή περίμετρος
Αν το σκεφτώ
καλά
Τα πρόσωπα
που στέκονται
αμήχανα
Με τους
ορίζοντες
στα δυο μέτρα
Με τις
ανύπαρκτες
ανάσες
Ακίνητα
σχεδόν σώματα
που σαν
Χριστός
αφήνονται
Με την
γεωγραφία
μιας θλιβερής
μικρής
περιμέτρου
Που αιωνία
κατοικείται
από αγάπες
ενθύμια
Αόριστα
Παράξενα που
φαίνονται
μέσα στο κρύο
τα
συναισθήματα
Κόσμος τα
προσπερνά
Η κοινωνία
ακμάζει
εντός των
ημερομηνιών
Στο γκισέ
άνθρωποι
συνωστίζονται
και η αγάπη
μετατίθεται
εντός του
πλαισίου
Κανείς δε
νιώθει αθώος
και η
πληρότητα
σιγοπεθαίνει
Και χάνονται
και
επαναπροσδιορίζονται
οι όρκοι
δίπλα σε
αόριστα
θαύματα
Έως που όλα
ξεχνιούνται
Ταχυδρόμοι
Δεν έμαθα
ποτέ αν
οι ταχυδρόμοι
γνώριζαν την
ανάγνωση μου
Αν στο
κάθισμα
της πάλαι
ποτέ μοναξιάς μου
κάποιος με
κρυφάκουγε
Αν η
νοσταλγία μου
πήγαινε και
ταξίδευε
στα κρυφά και
κάπου αλλού
Αν η ζωή μου
στερήθηκε
της
προσωπικής μου ακρόασης
Αν τα
κιτρινισμένα βιβλία
των ποιητών
μετά από
εμένα κι άλλους μετέφεραν
Νύχτες
ερωτημάτων
Τι να σου
γράψω για την αγάπη
Εφ’ όσον όλα
τα γνωρίζεις
Γνωρίζεις να
τη διαβάζεις
Ξέρεις να τη
μετράς
Γνωρίζεις πώς
να της φερθείς
Εμένα τι να
με κάνεις άνθρωπε μου
που βάλθηκες
και θέλεις να με βάλεις
μέσα στο
κλαμπ
Απορώ! Να με
σώσεις;
Να με σώσεις
από τι;
Το παράθυρο
δεν θα είναι
παράθυρο;
Της εξώπορτας
δεν θα φεύγει
πλέον κανείς;
Δημήτρης Δημητριάδης
Άνευ βιογραφικού (ανέκδοτη συλλογή)
Ο Δημήτρης Δημητριάδης γεννήθηκε το
1960 στην Αισύμη Αλεξανδρούπολης, όπου και διαμένει και εργάζεται. Από τα
νεανικά του χρόνια μελετά ιστορία, γλώσσα, φιλοσοφία, δίκαιο και, φυσικά,
ποίηση. Έχει εκδώσει μια ποιητική συλλογή, «Κι όμως τα περισσότερα δεν ανθίζουν»,
Αλεξίσφαιρο, 2013.
Ένα σχόλιο
στην ποίηση του Δημήτρη Δημητριάδη
Προηγούμενες
ζωές δεν είχα
Δεν αναπολώ
Δεν
ενθυμούμαι
Με τους στίχους αυτούς ο ποιητής
Δημήτρης Δημητριάδης επιχειρεί έναν προσδιορισμό του εαυτού του. Μέσα από το
αρνητικό πρόσημο δίνει την εικόνα του. Η ποίησή του είναι σαφώς μια ρεαλιστική εκδοχή
της πραγματικότητας που τη βιώνει, χωρίς να έχει ανάγκη από ψευδεπίγραφες
συνδέσεις με το παρελθόν.
Εκ παραδόσεως
είμαστε γέννες
ηττημένων
μέσου αναστήματος
κι από τα
κοπλιμέντα αντιλαμβανόμαστε
τους ξένους
επισκέπτες
που έρχονται
το περισσότερο
όταν χάνουν
το ηθικό τους
Οι παραπάνω στίχοι αποτελούν μια
από τις πιο ειλικρινείς καταθέσεις της σύγχρονης ποίησης, χωρίς ίχνος εξωραϊσμού
για να ακουστεί πιο ελαφρύς και γλυκός ο λόγος. Η ωριμότητα φανερή, η αίσθηση
του περιττού επίσης ξεκάθαρη. Εδώ θα ειπωθούν όσα πρέπει μόνον. Μια ποίηση
ουσίας; Χωρίς αμφιβολία.
Έλα στα δικά
μου ποιήματα
που δεν
μπλέκουν με πραγματικούς
θανάτους
Ούτε σε
πεπρωμένα άθλια
Με μοίρες
γραμμένες στις παλάμες
Έλα να σε
καλωσορίσουν οι ήττες –
Χρησιμοποιεί το πρώτο ενικό πρόσωπο, σε μια εντελώς προσωπική εκμυστήρευση, και καλεί τον
αποδέκτη/αναγνώστη/κοινωνό της ποίησής του να μοιραστεί το ποιητικό του τοπίο, αυτό
που έχει συμφιλιωθεί με την ήττα της ζωής και της αγάπης, έτσι όπως τη μετρούν οι
περισσότεροι. Αυτός, όμως, γνωρίζει πως στη δυσκολία βρίσκεται η αληθινή
κατάκτηση. Κι αυτήν αξίζει να τη γνωρίσουν
όλοι.
Υπάρχουν
φωνές
τρεμάμενες
εξ ολοκλήρου
Υπάρχουν ώρες
-
μέρες και
νύχτες
κατά το ήμισυ
νεκρές
Θαρρώ πως σε κάτι τέτοιες ώρες, νεκρές κατά το ήμισυ, τρεμάμενες εξ
ολοκλήρου, είναι που γράφεται ετούτη η ποίηση. Γι’ αυτό και ακούγεται
γνήσια και αυθεντική. Άλλωστε:
Κανείς δε
νιώθει αθώος
και η
πληρότητα
σιγοπεθαίνει
Επιμέλεια και σχολιασμός: Διώνη Δημητριάδου
(οι φωτογραφίες του Δημήτρη Χαρισιάδη)
φυλε δημητρη καλημερα νασε παντα καλα να εχειςγερο νου δυνατο χερι να μας γραφης σε ευχαριστουμε γιαννης απο ν τρικαλων πρωην κυνηγος συνταξιουχος τωρα
ΑπάντησηΔιαγραφή