Η ανατομία μιας
απολύτως καφκικής ιστορίας
«Γυαλιά τύπου ρέιμπαν»
του Σπύρου Λ. Βρεττού
από τη συλλογή
διηγημάτων «Ένας αόριστος άνθρωπος»
εκδόσεις Γαβριηλίδης
(η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal http://fractalart.gr/gyalia-typou-rayban/)
(η πρώτη δημοσίευση στο περιοδικό Fractal http://fractalart.gr/gyalia-typou-rayban/)
Από το πρωί που ξύπνησε ο Κ. ήθελε να νιώσει καφκικά. Αν όχι να
μεταμορφωθεί σε σκαθάρι, να του συμβεί κάτι πρωτόγνωρο που να του σφίγγει τη
ζωή, να τον γεμίζει άγχος τι άλλο φοβερό θα ακολουθούσε. Ήθελε λοιπόν να του
συμβεί κάτι σαν αυτό που συνέβη στον Κ., τον ήρωα της «Δίκης» του Κάφκα. Να
κατηγορηθεί χωρίς να φταίει και να προσπαθεί μάταια να ξεμπλέξει, ή τέλος
πάντων κάτι τέτοιο.
Έτσι ξεκινά η ιστορία. Με τον
ήρωα μόνο με το αρχικό του ονόματός του, Κ, όπως ο ήρωας της «Δίκης», με τη μνεία της «Μεταμόρφωσης» του Κάφκα, κυρίως με τη
συνειδητή επιθυμία του ήρωα να ζήσει ως προσωπικό του βίωμα -και όχι μόνον
αναγνωστικό- την εμπειρία της συμμετοχής σε μια παράλογη διαδικασία. Θεωρώ
εξαιρετική αυτή την ιδιαίτερη επέμβαση του Σπύρου Βρεττού στην υπόθεση μιας
καφκικής ιστορίας, τη συνειδητοποίηση εννοώ αρχικά από τον ήρωα της εμπλοκής
του στο παράλογο τοπίο. Εδώ φαίνεται να μην είναι το θύμα στα πλοκάμια της
παράλογης συνύπαρξης του όντος με το φυσικό ή κοινωνικό «σύμπαν», αντιθέτως
επιλέγει ο ίδιος ο ήρωας να εμπλακεί. Έτσι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον προσεγγίζεται
από την αρχή αυτή η ιστορία.
Το μόνο που τον ένοιαζε ήταν να μην αφήσει τη σκέψη του να χαλαρώσει.
Να μην αφήσει τον εφιάλτη να απομακρυνθεί. «Θα συμβεί η ιστορία του Κ.». Αυτό σημείωσε στο ημερολόγιο του γραφείου
μόλις έφτασε εκεί.
Σαν να είναι ο κυρίαρχος της
επινοημένης εικόνας, σαν να κρατά στα χέρια του την εξέλιξη της ιστορίας που
τον αφορά. Πώς, όμως, μπορεί να αποτελεί το κέντρο της εξέλιξης ένας άνθρωπος
που βρίσκεται, έστω και οικειοθελώς, μπλεγμένος στα γρανάζια του παράλογου
κόσμου;
Η εικόνα πρέπει να συμπληρωθεί
και από άλλα άτομα που θα πλαισιώσουν το κεντρικό πρόσωπο συμβάλλοντας στο
χτίσιμο της ιστορίας το καθένα στο μέγεθος που του αναλογεί. Έτσι ο φίλος του,
ο Τ. (με μόνο το αρχικό του ονόματος και αυτός), θα σκεφθεί να κάνει ένα δώρο στον Κ. ένα
ζευγάρι γυαλιά ρέιμπαν. Να σημειωθεί εδώ πως τα γυαλιά δεν είναι αυθεντικά αλλά
απομίμηση, λεπτομέρεια που θα μπορούσε να περάσει και απαρατήρητη σε μια άλλη
ιστορία. Όχι όμως σ’ αυτήν, μια που το κάθε τι εδώ συμβάλλει, ώστε να συμβεί το
αναμενόμενο. Τα γυαλιά θα τα αφήσει στο μόνιμα ξεκλείδωτο (σημαντική κι αυτή η
λεπτομέρεια) γραμματοκιβώτιο του Κ.
Ο τρόπος του να τα δώσει χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση ότι τα αφήνει στο
γραμματοκιβώτιο, αποδείχθηκε σωστός. Σωστός με βάση αυτά που ο Κ. περίμενε και
ήθελε να του συμβούν. Ο Κ. είδε τις κλήσεις του φίλου του αργά το μεσημέρι. Δεν
τον κάλεσε όμως, όχι για να μην τον ενοχλήσει αλλά γιατί ο εφιάλτης είχε
αρχίσει.
Ναι, για εφιάλτη πρόκειται. Τώρα
αρχίζουν να δένουν τα επιμέρους στοιχεία μεταξύ τους. Τα γυαλιά που, ανύποπτα
για τον σημαίνοντα ρόλο τους στην ιστορία, αναμένουν την απρόσμενη ανακάλυψή
τους από τον Κ., παράλληλα σε εξέλιξη μια δίκη για μια ληστεία, η οποία δεν τον
αφορά κατά άμεσο τρόπο, γιατί σ’ αυτήν ο Κ. έχει μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα.
Το ότι ο ληστής φορούσε ξανθιά περούκα και γυαλιά τύπου ρέιμπαν μόνο τυχαίο δεν
θα πρέπει να θεωρηθεί για την οικονομία
της ιστορίας μας. Μια ξανθιά αυτόπτης μάρτυς που νιώθει να απειλείται από ένα
τηλεφώνημα που δέχεται. Το ότι αυτό το τηλεφώνημα μπορεί απλώς να ήταν δηλωτικό
της επιθυμίας για ερωτική σχέση μην έχοντας κανένα στοιχείο σύνδεσης με τη
ληστεία, ας θεωρηθεί επίσης αμελητέα εκδοχή. Η ουσία είναι πως ο Κ., όπως
παρεμβατικά θα δηλώσει ο συγγραφέας:
[…]άρχισε να νιώθει εφιαλτικά, δηλαδή πολύ όμορφα.
Πρέπει, όμως, να μπει αυτός ο
ίδιος στο κέντρο της παράλογης σύμπτωσης στοιχείων. Έτσι, θα ανακαλύψει τα
γυαλιά τύπου ρέιμπαν στο γραμματοκιβώτιο, και φυσικά θα κάνει τις συνδέσεις στο
μυαλό του. Άρα απειλείται και ο ίδιος. Αν είχαμε θεατρική εκδοχή της ιστορίας,
θα λειτουργούσε περίφημα εδώ η απαραίτητη τραγική
ειρωνεία, με την άγνοια του ήρωα και την ταυτόχρονη γνώση του θεατή.
Επειδή, όμως, βρισκόμαστε στην πεζογραφική μυθοπλασία, ας πούμε πως εδώ έχουμε απλώς
την άγνοια του ήρωα, απολύτως όμως απαραίτητη για να ολοκληρωθεί η καφκική
ιστορία.
[…] Το μόνο που υπήρχε στο μυαλό του ήταν η σκέψη πως επιτέλους η
ιστορία γυρίζει και σ’ αυτόν. Ότι ο εφιάλτης βιώνεται.
Κι όμως, ο συγγραφέας έχει μια
ακόμη ενδιαφέρουσα πτυχή να δώσει. Ο Κ. θα συνομιλήσει με τον Τ. και θα του
αναφέρει το σενάριο που έχει φτιάξει για την ενδεχόμενη απειλή που δέχθηκε μέσω
του ζευγαριού των γυαλιών. Και, ενώ θα ήταν λογικά αναμενόμενη η αποκάλυψη της
αλήθειας και άρα η καταστροφή του σεναρίου,
που επιμελώς φτιάχνει στο μυαλό του, ο Τ. πείθεται από τον Κ. για την απειλή,
διαγράφοντας στο μυαλό του την καθοριστική δική του γνώση.
[…] ο Τ. είχε μπει όσο πολύ στον εφιάλτη, περισσότερο κι από τον Κ.,
που ξέχασε εντελώς πως τα γυαλιά τα είχε αφήσει αυτός στο γραμματοκιβώτιο.
Αυτός κι αν βίωνε τον ξένο εφιάλτη.
Πρόκειται για το αποκορύφωμα της
παράλογης ιστορίας; Για την πληρέστερη ως τώρα αποτύπωση στη σύγχρονη
πεζογραφία της έννοιας της αλλοτρίωσης, που τόσο πειστικά αποδίδει στις δικές
του ιστορίες ο Κάφκα; Ο ήρωας Κ. έχει εισχωρήσει στην ιστορία της Δίκης, νιώθει να είναι ο Κ. της Δίκης, νιώθει περίφημα γι’ αυτό.
Ζούσε επιτέλους καφκικά.
Ναι, ο ήρωας Κ. κατόρθωσε να
ζήσει αυτήν την εμπειρία της ενσωμάτωσης στη ζωή του μιας καφκικής ιστορίας.
Μάλιστα συμπαρέσυρε και τον Τ. σ’ αυτήν. Είναι, λοιπόν, ο «σκηνοθέτης» της ζωής
του, όπως ίσως φαίνεται; Στον κόσμο του παραλόγου μπορεί να σταθεί ο συμφυρμός
του ονειρικού με το ρεαλιστικό στοιχείο, ακόμη μπορεί να σταθεί η επιθυμία του
αφελούς όντος, του ανθρώπου, να διαμορφώσει, έστω και εξωπραγματικά, τη ζωή του
κατά την επιθυμία του. Αυτό, όμως, που θα
καταστρατηγούσε εντελώς το καφκικό τοπίο είναι η υποψία έστω ότι μπορεί να
επιτύχει το επιθυμητό μόνο με την προσωπική του διασάλευση της τάξης του
κόσμου. Στον κόσμο του Κάφκα ο ήρωας είναι έρμαιο των καταστάσεων, αδυνατεί να
συμφιλιωθεί με την ιδέα ότι όλα συνωμοτούν για την ενοχή του, ώσπου αφήνεται τελικά
στην αλλότρια βούληση που τον ισοπεδώνει. Οι καταστάσεις είναι πιο ισχυρές, και
εκεί που νομίζει ότι μπορεί να τις ελέγξει αντιλαμβάνεται το αδύνατο του
πράγματος. Η αλλοτρίωση λογικά έχει όρια, στον κόσμο όμως του παραλόγου (ας
εννοήσουμε πως αυτός είναι ο αληθινός κόσμος μας) αυτά είναι σκοπίμως
δυσδιάκριτα, ώστε να φαίνεται απολύτως κλειστός και αδιέξοδος ο χώρος των κινήσεων, που πλέον αποβαίνουν
μάταιες προσκρούσεις σε αδιαπέραστο τείχος. Ο Κάφκα μάς οδήγησε ως τα σύνορα
της αλλοτρίωσης, μας έδειξε ποια είναι αυτά, πού βρίσκονται. Ως εκεί; Ίσως όχι
μόνο ως εκεί, αν λάβουμε υπ’ όψη μας τη συνειδητοποίηση των καταστάσεων που
δεσμεύουν το άτομο. Αν αυτή μπορεί να οδηγήσει σε μια συνειδητή θέληση για
αποδέσμευση, τότε ο κόσμος του Κάφκα να μην είναι τόσο αδιέξοδος.
Ο Σπύρος Βρεττός σ’ αυτό το
εξαιρετικό στην πολυσημία του διήγημα επιχείρησε να δείξει, έστω και από μια
χαραμάδα, τα όρια αυτά της αλλοτρίωσης. Ο Κ. ο δικός του νομίζει ότι είναι ο
σκηνοθέτης της ζωής του οδηγώντας την στα όρια ενός παραλογισμού. Ωστόσο, είναι
απλώς ένα γρανάζι στο πλέγμα που διαμορφώνεται. Εντούτοις αυτό το γρανάζι
αυτονομήθηκε στην αρχή επιλέγοντας τον ιδιόμορφο εγκλεισμό του στον εφιάλτη.
Ένα βήμα συνειδητοποίησης; Μια χαραμάδα;
Κι εδώ το ενδιαφέρον
ερώτημα/συμπλήρωμα: όλη αυτή η ιστορία συνέβη; Στο τέλος του διηγήματος
διαβάζουμε:
Μέρες μετά, ενώ ο Τ. ήταν έτοιμος να πει στον φίλο του τη φράση «Εγώ τα
έβαλα», δεν την είπε. Τα γυαλιά τύπου Ρέιμπαν βρίσκονταν εκεί, στο ανοιχτό
συρτάρι του γραφείου του.
Η ιστορία ολοκληρώνεται, έτσι,
αποδίδοντας στο ακέραιο το καφκικό πρότυπο που είχε. Και ο Σπύρος Βρεττός
αναδεικνύει πως μια μυθοπλασία μπορεί να εμπεριέχει μια άλλη μυθοπλασία που
αναιρεί τον εαυτό της. Στο καφκικό σύμπαν αυτή είναι μια απολύτως απαραίτητη
συνιστώσα, προκειμένου να λειτουργήσουν τα πολλαπλά κάτοπτρα που ο άνθρωπος βλέπει
γύρω του να απεικονίζουν όψεις του κόσμου ψευδείς όσο και αληθινές,
παραμορφωτικές όσο και πιστές στην αντιγραφή τους. Άλλωστε και τα γυαλιά μια
απομίμηση ήταν, δεν ήταν αυθεντικά. Ο ήρωας Κ. του Βρεττού έχει εγκλιματιστεί
στο περιβάλλον που τόσο επιθυμούσε. Και έχει την απατηλή εντύπωση ότι τα
κατάφερε. Άλλος ένας ήρωας εγγράφεται στη μεγάλη σειρά των καφκικών ετερωνύμων.
Μόνο να νιώσουμε πως αυτά δεν βρίσκονται μόνο μέσα στη μυθοπλασία της φαντασίας
των συγγραφέων. Ο κόσμος μας έχει πάρει τη μορφή του καφκικού τοπίου. Και είναι
ιδιαίτερα σημαντικό η λογοτεχνία να μπορεί να προσεγγίσει τέτοιες αλήθειες.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου