Ο βοηθός του κυρίου Κλάιν
μυθιστόρημα
Χλόη Κουτσουμπέλη
εκδόσεις Μελάνι
Το γρήγορα και το αργά είναι έννοιες σχετικές, αγαπητέ μου. Ανάλογες με
τη σφοδρότητα της επιθυμίας. Με το πάθος ή το πένθος. Με την ενοχή και τη
μετάνοια. Με τον αποχαιρετισμό. Με το τέλος του τέλους.
Τα παραπάνω λόγια του
μυστηριώδους κυρίου Κλάιν συμπυκνώνουν το νόημα της παράξενης αυτής ιστορίας. Ο
χρόνος είναι μια υποκειμενική υπόθεση, έτσι όπως την αντιλαμβανόμαστε με τη
συμβατική ανθρωποκεντρική θεώρηση του κόσμου. Βιώνεται από τη συνείδησή μας (αποκτώντας έτσι
την απαραίτητη υλική υπόσταση) η οποία όμως
αγνοεί την πραγματική του διάσταση, καθώς αυτή βρίσκεται πέρα πολύ από τα όρια της λογικής μας
ικανότητας, και έτσι ζώντας μέσα του αδυνατούμε να συλλάβουμε την ουσία του. Ο χρόνος μετριέται με τα σημάδια του πάνω μας,
με τις απώλειες και τη φθορά που γράφει στο σώμα και στη μνήμη. Παραμένει ασύλληπτος
όμως. Και αυτή τη σχετικότητα της έννοιας του χρόνου φαίνεται να τη γνωρίζει ο
κύριος Κλάιν, όπως και τα όρια της ανθρώπινης εκδοχής του: το
τέλος του τέλους.
Αυτό το τέλος για τον ήρωα της
ιστορίας, τον Στέφαν, θα έρχεται αργά, σε μια απροσδιοριστία του αληθινού και
του φανταστικού. Η ιστορία ξεκινά με ένα ατύχημα, καθώς ο Στέφαν παρασύρεται
από ένα μαύρο αυτοκίνητο στην προσπάθειά του να διασχίσει τον δρόμο για να
προφτάσει το ραντεβού του με τον κύριο Κλάιν, ο οποίος του έχει υποσχεθεί θέση
εργασίας. Σώζεται (αλήθεια σώζεται;)
όμως και αναλαμβάνει τη δουλειά που του προσφέρει ο ιδιόρρυθμος εργοδότης του παραδίδοντας
ταυτόχρονα την υπόστασή του στην ανυπαρξία, τουλάχιστον για τα ανθρώπινα μέτρα.
Η συμφωνία προβλέπει την εγκατάστασή του στην πολυκατοικία του κυρίου Κλάιν για
σαράντα μέρες έναντι υψηλής αμοιβής, που παρουσιάζεται σωτήρια για τον Στέφαν,
με την υποχρέωση να επιδιορθώνει τα προβλήματα που θα προκύπτουν στα
διαμερίσματα. Ό,τι θα ακολουθήσει θα
ακροβατεί ανάμεσα στο ρεαλιστικό και στο αιφνίδια ανατρεπτικό τοπίο, ίδιον της
γραφής της Χλόης Κουτσουμπέλη ακόμα και στον ποιητικό της λόγο και όχι μόνον
στα πεζά της. Χωρίζει την αφήγησή της σε κεφάλαια των οποίων οι προμετωπίδες,
που εισαγωγικά προετοιμάζουν τον αναγνώστη, θα μπορούσαν να αποτελούν και μια
τρόπον τινά περίληψη όλης της ιστορίας, φυσικά με την ανάλογη μεταφορικότητα
και με υπόρρητες συνδέσεις. Έτσι, η άποψη του Μπέρναρντ Σω, που μας εισάγει στο
πρώτο κεφάλαιο, προϊδεάζει για το ξετύλιγμα της ζωής του Στέφαν που θα
παρακολουθήσουμε και μας προβληματίζει για τη σημασία μιας ζωής που αναλώθηκε σε λάθη παραμένοντας όμως αξιέπαινη. Και παρακάτω το ζύγισμα της
ψυχής από τον θεό Άνουβι, στο απόσπασμα από την Αιγυπτιακή Βίβλο των Νεκρών,
θα μας υποψιάσει για το τι πραγματικά συμβαίνει στη ζωή του Στέφαν, που νιώθει να τον ξεπερνά ο χρόνος και βλέπει το
σώμα του να μεταμορφώνεται, να φθίνει, να φθείρεται. Η αναφορά σε άλλη
προμετωπίδα κεφαλαίου (και όταν η πλοκή πλέον έχει αφήσει να διαφανεί η αλήθεια
των πραγμάτων) στην εμβληματική Έβδομη
σφραγίδα του Μπέργκμαν, αποτελεί μια από τις ισχυρότερες συνδέσεις/οδηγούς
της ανάγνωσης.
Δίπλα στον κεντρικό ήρωα, οι
υπόλοιποι χαρακτήρες, όλοι με κάποια σχέση μαζί του που αναδύεται από τα βάθη
της μνήμης συνδέοντάς τον με ένα παρελθόν που θα προτιμούσε να μη θυμάται. Έχει
πολύ ενδιαφέρον αυτό το λογοτεχνικό τοπίο που δημιουργεί η Χλόη Κουτσουμπέλη.
Σαν ο ήρωας να βυθίζεται σε μια δίνη, η οποία συμπαρασύρει με τους κύκλους της
τα υπόλοιπα πρόσωπα, ώσπου να εξαφανιστούν τα ορατά σημάδια της παρουσίας τους.
Η πέτρα που πέφτει σε μια ήρεμη λίμνη και δημιουργεί ομόκεντρους κύκλους που
όσο απομακρύνονται από το κέντρο τόσο φθίνουν, μέχρι να εξαφανιστούν. Ο Στέφαν
θα επηρεαστεί από την παρουσία τους, ταυτόχρονα θα αποβεί καταλύτης στα δικά
τους αδιέξοδα. Και όλα αυτά μέσα σε μια πόλη σύγχρονη, να βιώνει την κατάντια
της κοινωνικής και οικονομική κρίσης και να «κρύβει κάτω από το χαλί» την
ύπαρξη της Παλιάς πόλης των
αποσυνάγωγων και περιθωριακών, των απορριμμάτων της ζωής. Από τη μια η ηθική
και από την άλλη η ανηθικότητα, λες και η μία δεν είναι απότοκο της άλλης, σε
μια συμβατικά δομημένη θεώρηση του σωστού και του λαθεμένου.
Η Κουτσουμπέλη παράλληλα με την
πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία της, που οδηγεί τον αναγνώστη να αποκωδικοποιεί τις
ευρηματικές εικόνες, παράλληλα και με μια φιλοσοφικών προεκτάσεων συμβολιστική,
κατορθώνει να μιλήσει με γλώσσα απολύτως σημερινή δίνοντας το αντικαθρέφτισμα
μιας κοινωνίας που μοιάζει απελπιστικά με τη δική μας. Η επιλογή μιας
απροσδιόριστης πόλης ως προς την ταυτότητά της, καθώς και τα ξένα ονόματα των
ηρώων της, αποθαρρύνουν την απόλυτη ταύτιση με το ελληνικό τοπίο και καθιστούν
το μυθιστόρημα οικουμενικό ως προς τις αναφορές του, σε απόλυτη αρμονία με τα
θέματα που θίγει. Ο άνθρωπος και η κοινωνία, τα αναπάντητα ερωτήματα γύρω από
τη ζωή και τον θάνατο, την καταξίωση και την απαξίωση, τη συμπόρευση με τους
άλλους, τη συμφιλίωση με τη διαφορετικότητά τους, τη διάθεση της προσφοράς με
το μοίρασμα του εαυτού. Όλα σε μία δυναμική σύμπλευση, αλληλοσυμπληρούμενα και
αλληλοαναιρούμενα. Ένα μυθιστόρημα που κινείται στο μεταίχμιο, στο ενδιάμεσο
μεταβατικό στάδιο, όπου όλα πιθανολογούνται για αληθινά και όλα απειλούνται με
μια διάψευση. Σημαντική η αναφορά στον θιβετιανό Βουδισμό και στην κατάσταση μπάρντο, με το σώμα να είναι
νεκρό και τη συνείδηση να εξακολουθεί να ζει
βιώνοντας νέες εμπειρίες. Άλλωστε ζης και
είσαι νεκρός θα δούμε και στην Αποκάλυψη του Ιωάννη, που ως προμετωπίδα θα
μας οδηγήσει σε ένα από τα κεφάλαια του βιβλίου.
Η ιστορία αυτή θυμίζει το
περιβάλλον που επιλέγει ο Κάφκα στις δικές του απεικονίσεις του κόσμου μέσα
στον οποίο ζουν οι ήρωες. Την κατάλληλη στιγμή που έχεις νιώσει να πλανάται η
εφιαλτική αυτή ομοιότητα πάνω από τα πρόσωπα της ιστορίας, θα έρθει και η
κατευθείαν αναφορά:
Ο Κάφκα λέει σε ένα από τα γράμματά του στη Μίλενα ότι η
τιμωρία της κόλασης συνίσταται στο να αναγκάζεται κάποιος να διεξέλθει μια φορά
τη ζωή του με τη ματιά της γνώσης και το χειρότερο δεν είναι να αναθεωρεί τις
προφανώς κακές του πράξεις, αλλά τις πράξεις που νόμιζε άλλοτε καλές.
Η Χλόη Κουτσουμπέλη μας οδηγεί με
το βιβλίο αυτό σε μια καταβύθιση εσώτερη και οδυνηρή, στον βαθμό που η
λογοτεχνία ξεπερνά τα στενά όρια των σελίδων και εγκαθίσταται στο μυαλό του
αναγνώστη για να δημιουργήσει εκεί τις δικές της συνδέσεις. Ωστόσο έχει και μια
πρόταση/θέση, που αφήνει μια κάποια αισιοδοξία μέσα σ’ αυτό το χάος και την
περιδίνηση:
[…]ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι, ανάμεσα στους άπειρους κόσμους,
κάποιος μας φυσά κι εμείς ξεκολλάμε και ταξιδεύουμε στα Σύμπαντα. Του εδώ και
του Αλλού. Και μόνον η αγάπη είναι η συγκολλητική ουσία, η επιλογή μας, αυτό
που μπορεί να δώσει κάποιο νόημα στην παράξενη περιπέτεια, στο Χάος της ζωής
μας.
Αν λοιπόν οι υπάρξεις μας είναι
εκλάμψεις του τυχαίου, τότε η επιλογή η δική μας έγκειται στη διαχείριση αυτής
της συνθήκης που ονομάζουμε ζωή, χωρίς φυσικά να γνωρίζουμε τα όριά της αλλά
και την αληθινή φύση της. Στη βάση της αγάπης, της αλληλοϋποστήριξης και της
συνδρομής στις ανάγκες του άλλου, ωστόσο, θα μπορούσε αυτή η ζωή να γίνει
ανεκτή.
Διαφαίνεται πίσω από το εγχείρημα
της συγγραφής αυτής της ξεχωριστής ιστορίας η προσπάθεια της Κουτσουμπέλη να
κατανοήσει τη διάκριση ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο. Γιατί όλο αυτό το
πολύπλευρο και πολυσήμαντο θέμα προσεγγίστηκε με την αγωνία μιας επαλήθευσης
του βαθύτερου πόθου για μια επαρκή ερμηνεία του ταξιδιού της ζωής και της
σύνδεσής του με το πέρασμα σε μια άλλη κατάσταση. Ποιος μπορεί να συμφιλιωθεί
με το τελεσίδικο κενό μετά το τέλος του
τέλους;
Και επειδή οι συνειρμοί που κάνει
ο αναγνώστης είναι αποδεκτοί στη λογοτεχνική περιπέτεια, διαβάζοντας τον Βοηθό του κυρίου Κλάιν σκέφτομαι από τη
μία εκείνη την ταινία του Joseph Losey, το Monsieur
Klein, σκοτεινή και εφιαλτική, με την ομοιότητα να εντοπίζεται όχι μόνον
στο όνομα αλλά και στον παράδοξο κόσμο (καφκικό επίσης) της ιστορίας. Από την άλλη το όνομα έχει και την ερμηνεία
του, Klein, δηλαδή μικρός, με όποια
σύνδεση μπορεί να γίνει ανάμεσα στον άνθρωπο/Στέφαν και στον θάνατο/μοίρα/κύριο
Κλάιν. Πολύ περισσότερο, αν πρόκειται για έναν απλό μεσάζοντα, που τώρα
φαίνεται τόσο μικρός μπροστά στον
πάσχοντα και αγωνιούντα κατακρημνισμένο άνθρωπο. Ένα μυθιστόρημα με πολλές
αναγνώσεις/ερμηνείες, γι’ αυτό και άξιο προσοχής.
Διώνη Δημητριάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου