Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

Ο ποιητής Γιώργος Γκανέλης σε 10 ποιήματα περί ποιητικής από τη συλλογή «Υπό το Μηδέν» εκδόσεις Στοχαστής μαζί 11 μοναχικά πορτραίτα του Πολυχρόνη Νικηφοράκη


Ο ποιητής Γιώργος Γκανέλης

σε 10 ποιήματα περί ποιητικής

από τη συλλογή «Υπό το Μηδέν»

εκδόσεις Στοχαστής

μαζί 11 μοναχικά πορτραίτα του Πολυχρόνη Νικηφοράκη




Ο τρόπος που αντιμετωπίζει την  ποίηση ο Γιώργος Γκανέλης ανιχνεύεται σε όλα του σχεδόν τα ποιήματα, είτε αναφέρονται σ’ αυτήν καθεαυτήν τη λειτουργία ή τη φύση της ποίησης είτε όχι. Εδώ γίνεται μια επιλογή δέκα ποιημάτων, στα οποία είναι εμφανής η διάθεση να κατατεθεί από τον ποιητή η απολύτως προσωπική του θεώρηση (πρώτα προς εαυτόν και κατόπιν με στόχο τον αποδέκτη του έργου του) ως προς τον ρόλο του ποιητή. Μια υποφώσκουσα επιρροή από τη σαχτουρική ανάλογη θεώρηση, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα στην ειλικρίνειά της και απολύτως σκληρή στην αποκάλυψη της μοναχικής (ίσως και μάταιης) πορείας προς την  ποιητική δημιουργία. Ο Γκανέλης δεν μετρά τις λέξεις του και δεν τις λειαίνει προκειμένου να γίνουν αυτές περισσότερο εύληπτες. Άλλωστε είναι, όπως φαίνεται, υποστηρικτής της θέσης ότι η ποίηση είναι μια προσωπική υπόθεση, που εμπεριέχει τον στόχο της και κατ’ ευχήν και μόνον επιζητεί τον αποδέκτη της. Πρόκειται για μια εσωτερική ανάγκη που γεννά το ποίημα μακριά από τις πολλαπλά προσφερόμενες «στρατεύσεις» ιδεολογικές και μη. Με δεδομένο ότι ίσως μόνον έτσι γράφεται η αληθινή ποίηση, νομίζω πως μπορούμε να θεωρήσουμε τον Γιώργο Γκανέλη έναν καθαρό ποιητή χωρίς επιθέματα και χωρίς προφάσεις. Ακόμα και οι εμφανείς επιρροές του από άλλους μεγάλους θιασώτες της αληθινής ποιητικής προσφοράς είναι ομαλά αφομοιωμένες στη δική του ποιητική κατάθεση, καταξιώνοντας τους παλαιούς και ανοίγοντας ελεύθερο τον δικό του ορίζοντα. Με κοφτό και λιτό λόγο, μικρές ουσιαστικές ποιητικές προτάσεις. Με κατ’ ουσίαν χρήση των λέξεων, αποδίδοντας έτσι το σημαινόμενο σε όλο του το εύρος. Μια Ποίηση με κεφαλαίο το γράμμα της.

Διώνη Δημητριάδου




Περί Λόγου



Ποιήματα με ψεύτικο μανδύα

Πνίγονται σε μια χούφτα νερό

Στίχοι γραμμένοι κατά λάθος

Πέφτουν σε βαριά κατάθλιψη

Λέξεις φτηνές, κενές νοήματος

Ποζάρουν σε μεγεθυντικό φακό

Συλλαβές τεμαχισμένου έρωτα

Τραυλίζουν σε ανώνυμη αγκαλιά

Δίφθογγοι σε ρωμαϊκά ψηφιδωτά

Κοσμούν της Ιστορίας το φιάσκο

Φωνήεντα ηττημένων κραυγών

Κρέμονται από ένα μανταλάκι

Σύμφωνα ανήμπορης εκφοράς

Αναζητούν ρητορικά χαλίκια



Στίγματα λόγου αδικαίωτα

Χτυπάνε την πόρτα της Λήθης




Του Δρόμου



Ανήλικο ποίημα του δρόμου

Δωρεάν φαγητό των αστέγων

Σύνθημα σε παράνομη πορεία

Ρίχνεις τους στίχους στις ρόδες

Ακροβατείς σε μοίρα ηττημένη

Μπλέκεις τον θάνατο με το φως.



Αναγραμματισμός των λέξεων

Κουρέλι σπασμένων συλλαβών

Σκελετός σε υπαίθριο μαρασμό

Σε πιάνει λάστιχο στην άσφαλτο

Μεθάς τα βράδια μ’ έναν τυφλό

Χαρτοπαίζεις με τους φονιάδες.



Επιτέλους, μη με απορρίπτεις

Δεν έχω σπίτι, ούτε έμπνευση

Θα γίνω δρόμος να με πατήσεις.




Τα Πρόβατα



Ο βοσκός φυλάει τα πρόβατα

Ο ποιητής τις ανασφάλειές του.



Τα φαντάσματα έπιασαν δουλειά

Στα πιο ακατοίκητα ξενοδοχεία

Το φεγγάρι του Απρίλη θαμπό

Το δάκρυ σου κι αυτό πνιγμένο

Οι ζωντανοί ήσυχοι στον δρόμο

Περιμένουν το άσπρο καράβι

Οι νεκροί ανήσυχοι στο χώμα

Ψάχνουν το Μεγάλο Σάββατο

Ανάβουν σπίρτα για την ψύχρα

Σβήνουν τις λάμπες για σιγουριά

Πάνε κρυφά στο προποτζίδικο

Ρίχνουν ομαδικά δελτία θανάτου

Κερδίζουν εκατομμύρια ελπίδες

Πέφτουν στη γη απ’ τον ουρανό

Το πρωί τις παρασέρνει η βροχή

Σ’ ένα μεγάλο ποτάμι με αίμα.



Κι εγώ που δεν ήμουν ποιητής

Όλη τη νύχτα μετρούσα πρόβατα

Στα πολυσύχναστα ξενοδοχεία.




Βιασύνη



Πρέπει να βιαστώ να σώσω τη νύχτα

Με περιμένουν οι χαραυγές στη γωνία

Να προλάβω να τρυπήσω τα σκοτάδια

Πριν το φως δώσει τα διαπιστευτήρια

Και ξεκινήσουν ελεγχόμενοι θάνατοι

Πριν ο ήλιος ψευδομαρτυρήσει ξανά

Στη δίκη της χρωματιστής πιτζάμας.



Πρέπει να βιαστώ για να κρεμάσω

Τα χαρτονομίσματα στον ουρανό

Πριν ανοίξουν το πρωί οι τράπεζες

Να τα επενδύσω στο ανεμόβροχο

Σίγουρα κέρδη ανεξαρτήτως καιρού

Να μετατρέψω τα κέρματα σε άστρα

Και να τα μετρώ με πάθος σαν παιδί.



Κι όταν θα ’χει επιτέλους ξημερώσει

Θα τραυλίζω λέξεις πάνω στο χαρτί.




Μεταμορφώσεις της Ποίησης



Η Ποίηση δρόμος νεκρών πουλιών

Έπεσαν απ’ τον ουρανό χαράματα

Τα φόρτωσαν τα παιδιά στην τσάντα

Την ώρα του μαθήματος κελαηδάνε.



Η Ποίηση κήπος νεκρών λουλουδιών

Γέμισε το χώμα από ξερά φύλλα

Τα έβαλαν οι νοικοκυρές στο βάζο

Το δειλινό μοσχοβολάει το δωμάτιο.



Η Ποίηση λέξεις νεκρών υποσχέσεων

Κρέμονται απ’ το στόμα μετέωρες

Τις έκαναν στίχους σε τραγούδια

Τα βράδια ακούγονται απ’ το ράδιο.



Η Ποίηση στάλες νεκρού φθινοπώρου

Γαντζώνονται πάνω στο βρόμικο τζάμι

Τις άγγιξα προσεκτικά με τα δάχτυλα

Στον ύπνο μου κολυμπάω σε θάλασσα.



Τα Ποιήματα προεξαγγελτικά θανάτων

Κι ο Ποιητής ένας έντιμος νεκροθάφτης.




Ποιητική



Κύκνειο άσμα υψηλής τέχνης

Λέξεις εισπνέουν καυσαέριο

Υπερρεαλισμός σε καταστολή

Ποιητικός οίστρος με αστερίσκο.



Μεταφορές υπέρβαρων στίχων

Με καράβια χαμηλού κόστους

Παρομοιώσεις υπεράνω υποψίας

Ποιητική συλλογή στα αζήτητα.



Υπογραμμίζω τις άγνωστες νύχτες

Πακετάρω την τελευταία εικόνα

Εξαρτημένα σχήματα άνευ λόγου

Ποιητικός σχολιασμός με δόσεις.



Αυτόματη γραφή χωρίς μελάνι

Γλώσσα περίτεχνη με κόμπους

Αναταραχή στο υποσυνείδητο

Ποιητική αδεία υπό προθεσμία.




Κατά μία Έννοια



Κατά μία έννοια είμαι νεκρός

Με λογοκρίνουν τα ποιήματα

Αλλάζουν τη σειρά των λέξεων

Σβήνουν τελείες και κόμματα

Στο περιθώριο οι παρενθέσεις

(Ανοίγουν μόνο για θανάτους)

Σε απόγνωση τα εισαγωγικά

Μένουν μόνο κάποιες παύλες

Να θυμίζουν την πρώτη φορά.



Κατά μία έννοια είμαι σώος

Παραδίδω μαθήματα μνήμης

Σε κάτι ανώμαλους αόριστους

Παθητικούς και βαρεμένους

Απ’ τις σελίδες ανασύρω ζωές

Ακατοίκητες εδώ και χρόνια

Ανάταση χεριών ως τον ήλιο

Ψυχές σε συνεχή  εγρήγορση

Πηδάνε έξω από το βιβλίο.



Δεν ξέρω πια ποιον να πιστέψω

Εμένα ή τα νεκρά ποιήματα.




Νέος Ποιητής



Ποιήματα πάθους με ημερομηνία λήξεως

Συνωστίζονται σε ανέραστο άσπρο χαρτί

Το προϊόν κυκλοφορεί με προφυλακτικό

Το ραντίζουν οι άνεμοι με φρέσκο σπέρμα

Στις προθήκες των βιβλιοπωλείων λιάζεται

Ατόφια αισθήματα ανεκπλήρωτων ερώτων

Προδικάζουν την επιτυχία του πονήματος.



Έκθεση νεοεμφανιζόμενου συγγραφέα

Στα γόνατα του αστικού καθωσπρεπισμού

Τον θωπεύουν οι Μούσες των σαλονιών

Κι ένα περιστέρι με μανικετόκουμπα

Αφήνει την κουτσουλιά του στο εξώφυλλο.



Παρουσίαση με εκλεκτούς καλεσμένους

Τα λαμπάκια τ’ ουρανού σε ετοιμότητα

Να φωταγωγήσουν την υψηλή Τέχνη

Αυτόγραφα κρέμονται απ’ τις σελίδες

Κι ο αναγνώστης καταθέτει τον οβολό

Για επιβράβευση του πηγαίου ταλέντου.



Σε αποστειρωμένο δωμάτιο ο ποιητής

Εμφιαλώνει την επόμενη συλλογή του.




Ξαφνική Έμπνευση



Η έμπνευση με μια ξαφνική κίνηση

Μου ξεκούμπωσε το πουκάμισο

Κι άρχισε τις εντριβές με τσίπουρο

Μέχρι που μέθυσε το δεξί μου χέρι

Κι άρχισε να γράφει ποιήματα

Πάνω σ’ ένα κιτρινισμένο χαρτί

Μετά με κέρασε μεζέ στα όρθια

Και ξαναμπήκε πάλι μέσα στο χώμα

Ενώ έξω έπεφτε μια σκληρή βροχή

Στέγνωσαν τα τρύπια παντελόνια

Στην απλώστρα και οι νεκρές ώρες

Φορώντας αλεξίσφαιρα γιλέκα.



Δυναμώνει η βροχή από κέρματα

Κανείς δε σκύβει να τα μαζέψει

Πιάνω τυχαία το πιο σκουριασμένο

Μ’ αυτό αγοράζω όλο τον ουρανό

Από αύριο μόνιμος κάτοικος του ύψους

Με κιάλια θα παρατηρώ τους πλανήτες

Την πτώση του φεγγαριού στο πηγάδι

Κι όταν θα έχω ξεμεθύσει το πρωί

Θα κουμπώνω ξανά το πουκάμισο

Και θα κρεμάω τα ποιήματα στο φως.




Τα Λόγια μου



Ακούστε και μένα που σας μιλώ

Το πολύ-πολύ να με βαρεθείτε

Να με κρεμάσετε στο υπνοδωμάτιο

Να ξενερώνετε όταν κάνετε έρωτα

Δεν είμαι ο ιδανικός φίλος που ψάχνατε

Έχουν παρέλθει πια οι αγνές εποχές

Το ματς παίζεται στο μισό γήπεδο

Ακόμη κι ο τερματοφύλακας σκοράρει

Δεν έχω τη δύναμη να σας δικαιώσω

Αποστρατεύθηκα νωρίς απ’ τη ζωή

Δε γνώριζα και τη γλώσσα του σώματος

Το μόνο που μου μένει είναι να φλυαρώ

Πάνω σε λευκές τρομαγμένες σελίδες

Κι ύστερα να τις σκίζω από ανασφάλεια.



Παρ’ όλα αυτά ακούστε με που σας μιλώ

Μαζέψτε τα λόγια μου από τον δρόμο.





(επιλογή από τη συλλογή του Γιώργου Γκανέλη «Υπό το μηδέν», εκδόσεις Στοχαστής)


Οι φωτογραφίες είναι του Πολυχρόνη Νικηφοράκη





O Γιώργος Γκανέλης


γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα. Σπούδασε Κλασική Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Είναι καθηγητής Φιλολογίας στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Έχει εκδώσει τις ποιητικές συλλογές "Ανάπηροι Δρομείς" (2012), "Ο Σκοπευτής της Μνήμης" (2013), "Χρεοκοπία Ιδεών" (2014), "Εκτός εαυτού" (2016) και "Υπό το μηδέν" (2017), όλες από τις εκδόσεις Στοχαστής. Συμμετέχει στο συλλογικό έργο "Το θέατρο στην ποίηση" (2017). Επίσης ανθολογείται στο ''Ποιητικό Ημερολόγιο'' των ετών 2013-2017. Πολλά ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί σε ηλεκτρονικά περιοδικά.





Επιλογή – Επιμέλεια – Σχολιασμός: Διώνη Δημητριάδου

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου