Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Μια αληθινή ιστορία σαν παραμύθι "Το νυφικό της Ρηνούλας" (από την Κωνσταντινούπολη του 18ου αιώνα στο Μεσολόγγι και στους «ελεύθερους πολιορκημένους»)


Μια αληθινή ιστορία σαν παραμύθι
"Το νυφικό της Ρηνούλας"
(από την Κωνσταντινούπολη του 18ου αιώνα στο Μεσολόγγι και στους «ελεύθερους πολιορκημένους»)

Το νυφικό της Ρηνούλας


      Στην Κωνσταντινούπολη γεννήθηκε ο Χρίστος (ο επονομαζόμενος, χρόνια αργότερα, και Χριστάκης), στις 12 Φεβρουαρίου στα 1772. Ως προς το μικρό όνομα αυτά. Ως προς το επίθετο, όμως, αυτό στην ουσία δεν υπάρχει, και όχι επειδή ήταν αγνώστου πατρός, όπως λένε, ίσα-ίσα πασίγνωστου ήταν. Θεόφιλος το όνομα του πατέρα του, γιατρός ως προς το επάγγελμα. Στην Κωνσταντινούπολη, όμως, εκτός από τους λίγους τιτλούχους, οι υπόλοιποι έπαιρναν το όνομα του επαγγέλματός τους. Οι γιατροί, οι μεν εμπειρικοί ονομάζονταν απλώς Γιατροί, οι σπουδαγμένοι, όμως, σε πανεπιστήμιο είχαν την επωνυμία Εξοχώτατοι. Έτσι ο πατέρας του Χρίστου ονομαζόταν Θεόφιλος ο Εξοχώτατος, γιατί είχε δίπλωμα γιατρού από το πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας. Μητέρα του η Μαρία Πολυγένη. Τον πατέρα του δεν τον χάρηκε για πολύ· σκοτώθηκε, όταν βρέθηκε τυχαία σε μια συμπλοκή με κακοποιούς και την αστυνομία, στη μέση της αγοράς. Τα δυο του παιδιά, τον Χρίστο και τον μεγαλύτερο, τον Χρύσανθο, τα προστάτευε ο αδελφός του Θεόφιλου, ο Αβέρκιος, ο οποίος ήταν ηγούμενος στη μονή των Αγίων Αναργύρων στην Ήπειρο.

Τα δυο παιδιά τελείωσαν τη Μεγάλη του Γένους Σχολή, και μετά ο μεν Χρύσανθος έγινε ιεροδιάκονος στο Πατριαρχείο και κατόπιν Μητροπολίτης Άρτας, ο δε Χρίστος έγινε δημοσιογράφος και κατά τη συνήθεια, όπως είπαμε παραπάνω, μέσα από το επάγγελμά του πήρε και το επώνυμό του Γκιτ-γκελ (Σύρε-έλα).  Μέσα από τα έντυπα που συνεργαζόταν πολλές φορές υπερασπιζόταν το δίκιο των Ελλήνων της Πόλης, και κατάφερε να γίνει ανεπιθύμητος στις τουρκικές αρχές. Όταν, λοιπόν, πληροφορήθηκε ότι ετοίμαζαν οι Τούρκοι διωγμό των διανοουμένων, άρα κινδύνευε κι ο ίδιος, το έσκασε με τη βοήθεια ισχυρών Οθωμανών από την Πόλη και κατέφυγε στον αδελφό του, στην Άρτα. Από τον φόβο μάλιστα των Τούρκων άλλαξε και το όνομά του σε Χρίστος Άρτης.

Ο Χρύσανθος θέλοντας να εξασφαλίσει τον αδελφό του, πρότεινε στον Αλή Πασά των Ιωαννίνων να τον πάρει κοντά του ως γραμματικό, γιατί είναι αλήθεια ότι ο Χρίστος και μόρφωση είχε αλλά και ξένες γλώσσες ήξερε (γαλλικά, ιταλικά, τουρκικά). Αυτό άλλαξε την τύχη του Χρίστου, και να πώς. Ο Αλή Πασάς ενδιαφερόταν να έχει καλές σχέσεις με ισχυρούς Έλληνες της ευρύτερης περιοχής, εφόσον δεν μπορούσε να τους εξοντώσει. Ένας από αυτούς ήταν ο πρόκριτος του Μεσολογγίου Χρήστος Καψάλης. Πρότεινε, λοιπόν, ο πασάς στον Καψάλη ένα συνοικέσιο, του Χρίστου Άρτη με την εγγονή του Καψάλη, κόρη του γιου του Αποστόλη, την Ειρήνη ή Ειρηνούλα, όπως τη φώναζαν, μια που ήταν η πιο μικρή, και η πιο όμορφη, όπως έλεγαν. Το συνοικέσιο φτιάχτηκε, και ο πασάς προίκισε την Ειρηνούλα μαζί με πολλά άλλα και με ένα εξαίσιο νυφικό χρυσοκέντητο. Να πούμε ότι το υπέροχο αυτό φόρεμα σώζεται μέχρι σήμερα



(στη φωτογραφία το φοράει απόγονός της) παρά τα διακόσια χρόνια του αλλά και τις ταλαιπωρίες (στα χρόνια της πολιορκίας του Μεσολογγίου η Ειρηνούλα το είχε φυλάξει θαμμένο στη γη για να το σώσει). Να σημειώσουμε ότι το νυφικό αυτό είναι μέχρι σήμερα τόσο ξεχωριστό, που έρχονται να το δουν από ξένα μουσεία ειδικοί και να το θαυμάσουν, το θεωρούν δε κατά πολύ ομορφότερο από άλλα φορέματα της εποχής που γνωρίζουμε, όπως για παράδειγμα της κυρα-Φροσύνης.

Ο Χρίστος μετά τον γάμο του εγκαταστάθηκε πια στο Μεσολόγγι, όπου έγινε γρήγορα ιδιαίτερα αγαπητός. Λόγω του μικρού του αναστήματος (ήταν λιγνός και βραχύσωμος) άρχισαν να τον φωνάζουν Χριστάκη, και του έμεινε. Με την Ειρήνη Καψάλη απέκτησε δυο γιους, τον Γιώργο και τον Σπυρίδωνα.
 Στα χρόνια της Επανάστασης ο Χριστάκης πήρε από τη Επιτροπή Αγώνα τον τίτλο του εκατόνταρχου. Λίγους μήνες πριν την Έξοδο του Μεσολογγίου (1826) αρρώστησε από πνευμονία και πέθανε. Η  Ειρηνούλα ασκούσε πρακτική ιατρική, ήταν γιάτρισσα, όπως την ονόμαζαν.

Κατά τη δεύτερη πολιορκία της πόλης προτίμησε να επιχειρήσει την έξοδο μαζί με τους άλλους αγωνιστές παρακούοντας τον παππού της, τον Χρήστο Καψάλη, που της ζήτησε να τον ακολουθήσει μαζί με τα παιδιά της. Η συνέχεια για τον Χρήστο Καψάλη είναι γνωστή, καθόσον πρόκειται για την πιο ηρωική πράξη όλου του αγώνα της ανεξαρτησίας. Κλείστηκε μαζί με τους ασθενείς και τα γυναικόπαιδα στο σπίτι του, και όταν τους κύκλωσαν οι Τούρκοι έβαλε φωτιά στο μπαρούτι που είχε συναγμένο και ανατινάχτηκαν όλοι, Έλληνες και πολυάριθμοι Τούρκοι. 



Η Ειρήνη, όμως, βρέθηκε με τα παιδιά της και τους απελπισμένους συμπατριώτες της στην Έξοδο. Πάνω στην επίθεση των Τούρκων έχασε επαφή με τα παιδιά της. Την ίδια την απήγαγαν και τη μετέφεραν στην Πρέβεζα, από όπου απελευθερώθηκε με τη μεσολάβηση του Τούρκου διοικητή και επέστρεψε στο Μεσολόγγι. Τα δυο παιδιά, ο Γιώργος και ο Σπυρίδωνας χωρίστηκαν το ένα απ’ το άλλο με βίαιο τρόπο (χρειάστηκε να κόψουν το δάχτυλο του Σπυρίδωνα, γιατί ο Γιώργος δεν άφηνε τον μικρό του αδελφό από το χέρι). Η τύχη τους δεν ήταν ίδια. Ο μικρός γιος, ο Σπυρίδωνας, αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους και ναυτολογήθηκε στο τουρκικό ναυτικό κι έφτασε στο βαθμό του ναυάρχου. Παντρεύτηκε Αγγλίδα και ασπάσθηκε το δυτικό θρησκευτικό δόγμα. Αυτά είναι όσα ξέρουμε γι’ αυτόν.

 Ο μεγάλος γιος, ο Γιώργος (ένδεκα ετών τότε), απήχθη κι αυτός από τους Τούρκους, πουλήθηκε δούλος και έμεινε για οκτώ χρόνια στην Αίγυπτο δίπλα στον γέροντα Μπέη τσιφλικούχο του χωριού Αλή Κιόι. Αυτός, καθόσον ήταν γέρος και άκληρος, επιθυμούσε σιγά σιγά να τον κάνει να ασπασθεί τη θρησκεία του και να τον καταστήσει κληρονόμο του. Υπάρχει εδώ η μαρτυρία του γιου του Γιώργου, του Γιάννη Άρτη,  ο οποίος θυμάται αυτά να του τα διηγείται ο πατέρας του: 

«Και επειδή ο πατέρας μου δεν ενέδιδε, τον κατατυραννούσε φρικτά. Και τον τυραννικόν αυτόν βίον έζησε ο πατέρας μου επί οκτώ συνεχή έτη. Διότι ο αφέντης του με την θρησκευτικήν του επιθυμίαν επέμενεν εις τον σκοπόν του. Και εν τέλει πεισθείς εις τον συχνά επισκεπτόμενον ιατρόν, ως φιλάσθενος, συμβουλεύοντα τον Μπέην ότι η σύγχυσις την οποίαν δοκιμάζει με τους δαρμούς και τας ύβρεις του κατά του άπιστου γκιαούρη θα τον οδηγήσει εις τον θάνατον πρόωρα, πεισθείς, λοιπόν, εις τας ανωτέρω ιατρικάς συμβουλάς, εδέχθη μεν να τον πωλήσει αλλά επειδή  ήτο εγγράμματος εζήτει υπέρογκα ποσά και δυσκόλως εύρισκεν αγοραστήν Τούρκον». 

Ο γιατρός, ο οποίος ήταν χριστιανός και συμπαθούσε τον Γιώργο, στράφηκε προς τον Μιχαήλ Τοσίτσα, που τότε ήταν πρόεδρος της επιτροπής εξαγοράς υποδούλων, και κατόρθωσε να πείσει τον Μπέη να παραλάβει τον Γιώργο και να τον παρουσιάσει στην Αλεξάνδρεια στην επιτροπή (αυτά, βέβαια, αφού έβαλε πρώτα το δικό του το κεφάλι εγγύηση). Έτσι και έγινε, πήρε μαζί του τον νεαρό, τον συμβούλεψε πώς να συμπεριφερθεί κατά τα έθιμα και τον παρουσίασε στον Τοσίτσα. Ο Γιώργος, καλά δασκαλεμένος, έκανε τρεις μετάνοιες και αφού έφερε στα χείλη την άκρη του τσουμπέ ( ο Τοσίτσας φορούσε χρυσοϋφασμένο ένδυμα) γονυπετής άρθρωσε: 

« κάμε αυθέντη μου το έλεός σου και για μένα!».

Ο Τοσίτσας τον αντιμετώπισε με προσποιητό θυμό, καθόσον θέλοντας να είναι αρεστός στον διοικητή της Αλεξάνδρειας έκανε τον τουρκόφιλο, και άρχισε να του κάνει ερωτήσεις υποτιμητικές για την Επανάσταση. Ο Γιώργος δεν έδειξε να ταράζεται και απαντούσε με σκυμμένο κεφάλι. Μέχρι, βέβαια, που διατυπώθηκε η ερώτηση περί της καταγωγής του. Με την απάντηση του Γιώργου ότι προέρχεται από το Μεσολόγγι, ο Τοσίτσας του είπε: 

«εσείς οι Μεσολογγίτες ηθέλατε σούβλισμα και εκείνος ο σκατόψυχος ο Καψάλης…». 

Δεν πρόλαβε να τελειώσει τη φράση του και άκουσε τον θυμωμένο πια νεαρό να του λέει: 

«να σε χέσω»!

 Αμέσως το έβαλε στα πόδια και κατρακύλησε στις σκάλες πηδώντας δυο δυο τα σκαλοπάτια από τον φόβο να μην συλληφθεί. Τρέχαν πίσω του οι υπηρέτες του μεγάρου έτρεχε κι αυτός και κατέφυγε σε μια ανοιχτή πόρτα του γραμματέα του Τοσίτσα. Αυτός τον έκρυψε μέχρι το απόγευμα προσποιούμενος ότι τον ψάχνει, και μετά τον παρέδωσε στην επιτροπή. Μπορούμε, φυσικά, να φανταστούμε όλες αυτές τις ώρες την αγωνία του γιατρού, ο οποίος είχε βάλει εγγύηση το κεφάλι του! Μετά από λίγες μέρες ο Γιώργος ήταν πια ελεύθερος και ο γιατρός παρέδιδε τα λύτρα στον Μπέη.

Η επιτροπή εκτός από την απελευθέρωση των Ελλήνων ενδιαφερόταν και για την αποκατάστασή τους. Επειδή ο Γιώργος ήταν εγγράμματος και επιθυμούσε να συνεχίσει για κάτι καλύτερο, τον έστειλε να σπουδάσει αρχικά στη Φλωρεντία, κατόπιν στην Πίζα και στο Λιβόρνο, και για πανεπιστημιακές σπουδές στη Νομική σχολή του Παρισιού.
 Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Παρίσι παρουσιάστηκε στο πόδι του φλεγμονή, η οποία γρήγορα εξελίχθηκε σε γάγγραινα και οι γιατροί αποφάσισαν να του κόψουν το πόδι. Εκείνος, φλεγόμενος από την επιθυμία να δει τη μητέρα του, ρώτησε τι ελπίδες είχε να ζήσει. Του απάντησαν ότι, αν έχανε το πόδι του, υπήρχε η ελπίδα αλλά όχι η βεβαιότητα να ζήσει, και εκείνος αποφάσισε να μην κάνει την εγχείρηση που του πρότειναν αλλά να φύγει για το Μεσολόγγι προκειμένου να δει, έστω και για τελευταία φορά, τη μητέρα του. Αυτή του η απόφαση αποδείχτηκε σωτήρια και για το πόδι του αλλά και για τη ζωή του.
 Η Ειρήνη Άρτη, όταν βρισκόταν, μετά την αιχμαλωσία της στη Έξοδο του Μεσολογγίου, στην Ήπειρο, βρήκε στον ναό των Αγίων Αναργύρων γραμμένη στην πρόσοψη του κουτιού των εράνων μια συνταγή για γάγγραινα, την οποία και αντέγραψε, γιατί όπως ξέρουμε ήταν η ίδια γιάτρισσα. Όταν μετά τη σύντομη αιχμαλωσία της επανήλθε στο Μεσολόγγι, χωρίς τα παιδιά της, την περιουσία της, χωρίς τίποτε, χρησιμοποίησε τη συνταγή αυτή αλλά και άλλα πρακτικά γιατροσόφια που γνώριζε, και σύντομα η φήμη της πέρασε και στην ευρύτερη γύρω περιοχή. Έσπευσε, όπως ήταν φυσικό, να γιατρέψει το πόδι του γιου της χρησιμοποιώντας ως αντισηπτικό το μπάνιο στη θάλασσα και ως θεραπευτικό την αλοιφή της. Το πόδι ως εκ θαύματος έγιανε και ο Γιώργος επέστρεψε στις σπουδές του στο Παρίσι και στους έκπληκτους εκεί γιατρούς, οι οποίοι δεν έχασαν την ευκαιρία να ζητήσουν τη θαυματουργή αυτή συνταγή.

Ας πούμε και δυο λόγια για τον τρόπο που απελευθερώθηκε η Ειρήνη. Μαζί με τις άλλες γυναίκες είχε αιχμαλωτισθεί και η εγγονή του Χρήστου Καψάλη, η Ελένη, την οποία πρόσφεραν ως δώρο στον διοικητή Πασά της Πρέβεζας. Αυτή συνδέθηκε μαζί του, τον παντρεύτηκε και ασπάσθηκε τον Μωαμεθανισμό. Η Ειρήνη τότε την επισκέφθηκε για να την επιπλήξει για την αλλαξοπιστία της και τη συμβούλεψε προκειμένου να μην χάσει τελείως την πίστη της να λέει κρυφά τις προσευχές της, και να κάνει αγαθοεργίες για τους χριστιανούς αιχμαλώτους για να εξιλεωθεί. Μια από τις πράξεις αυτές ήταν η μεσολάβησή της για να αφεθεί ελεύθερη η Ειρήνη Άρτη. Όταν επέστρεψε στο Μεσολόγγι η αγωνία της ήταν να μάθει αν ζούσαν τα παιδιά της από τα οποία αποχωρίστηκε την ώρα του μακελειού στην Έξοδο. Επί πολλά χρόνια δεν γνώριζε το παραμικρό ούτε για τον Γιώργο που, όπως είδαμε, ζούσε δούλος στην Αίγυπτο, γιατί, αν και γνώριζε γράμματα για να γράψει στη μητέρα του, δεν του το επέτρεπε ο Μπέης. Για πρώτη φορά πήρε τα νέα του ότι ζούσε, όταν απελευθερώθηκε και βρισκόταν στην Ιταλία. Για το άλλο της παιδί, τον Σπυρίδωνα, ανέθεσε στον αδελφό του να κάνει ενέργειες να τον βρει, όταν, όμως, αυτός έμαθε ότι ο αδελφός του τούρκεψε, έπαψε να ενδιαφέρεται, στη δε μητέρα του είπε ότι ο αδελφός του πέθανε από χολέρα. 

Ιωάννης Άρτης

Στην οικογένεια αυτή η “εκδοχή ” έγινε αποδεκτή.* Την αλήθεια την έμαθε ο γιος του Γιώργου, ο Γιάννης (πρόκειται για τον επίλαρχο Ιωάννη Άρτη, τον απελευθερωτή το 1912 της Καστοριάς και της Φλώρινας), χρόνια μετά, το 1917. Είχε ήδη μάθει ότι υπήρχε στο τουρκικό ναυτικό αξιωματούχος με το όνομα Άρτης αλλά, φυσικά, μόνο εικασία μπορούσε να κάνει για την ταύτισή του με τον θείο του. Το 1917, και ενώ ταξίδευε με το τραίνο για τη Λάρισα, συνάντησε ένα νέο συνταξιδιώτη του, ο οποίος αν και άγνωστος τού φαινόταν πολύ οικείος. Μιλούσε αγγλικά με κάποιον φίλο του. Όταν του απεύθυνε τον λόγο, ο Άγγλος του απάντησε στα ελληνικά, και στην απορία του συνομιλητή του πώς γνωρίζει τη γλώσσα τού είπε πως ονομαζόταν Άρτης και καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη! Του είπε ότι ο παππούς του ήταν ναύαρχος του τουρκικού ναυτικού, χριστιανός στο θρήσκευμα, και είχε κομμένο το μικρό δάχτυλο του χεριού του! Ο ίδιος ήταν Άγγλος υπήκοος. Παιχνίδια που παίζει η μοίρα καμιά φορά…
*την εκδοχή αυτή, λογοτεχνικά δοσμένη σε μορφή διηγήματος, μπορείτε να τη διαβάσετε σ' αυτό το ιστολόγιο στην Ετικέτα "Μια αληθινή ιστορία σαν παραμύθι - Ο Τούρκος"




 (Θυμάμαι από μικρή τον πατέρα μου να μου λέει για τον αγωνιστή του Μεσολογγίου Χρήστο Καψάλη και τη συγγένεια που είχαμε μαζί του: «η γιαγιά σου ήταν Καψάλαινα». Γνώρισα τον ξάδελφο του πατέρα μου (στην πραγματικότητα ήταν θείος του, σχεδόν όμως συνομήλικος), τον Γιώργο τον Άρτη, χωρίς να γνωρίζω τότε ότι ήταν ο εγγονός του Γιώργου Άρτη, του οποίου την ιστορία αφηγήθηκα παραπάνω. Δεν το είχα ψάξει ιδιαιτέρως τότε. Μακάρι σε μικρή ηλικία να είχαμε τη φρόνηση να ρωτάμε περισσότερο τους μεγαλύτερους για τη γενιά μας. Δεν το ζυγίζουμε όσο πρέπει, νομίζουμε ότι αυτοί που ξέρουν θα ζουν για πάντα, και ξαφνικά μένουμε μόνοι με τις εικασίες μας και τις λειψές μας γνώσεις. Τώρα που ο πατέρας μου δεν ζει πια έψαξα τα αρχεία που κρατούσε, βρήκα κάποιες πληροφορίες που έδειχναν τη σχέση με την  Ήπειρο. Φαινόταν, άλλωστε, φυσικό το όνομα Άρτης να σχετίζεται με την Άρτα. Σχετιζόταν βέβαια, όπως είδαμε,  αλλά όχι έτσι όπως νόμιζα εγώ. Ψάχνοντας να βρω επιζώντες συγγενείς από αυτή τη γενιά βρήκα άλλη μία εγγονή του με εξαιρετική μνήμη παρά την ηλικία της, βρήκα τα γραφτά του γιου του Άρτη, του Γιάννη, και έτσι συνέθεσα την ιστορία αυτή.

 Πάντα, όταν με ρώταγαν για την καταγωγή μου έλεγα ότι όσον αφορά τη μητέρα μου αυτή ήταν Πειραιώτισσα από γονείς Συμιακούς. Ως προς την πλευρά του πατέρα μου έλεγα ότι αυτός γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπως άλλωστε κι εγώ, και η καταγωγή του ήταν από την Καβάλα (η μητέρα του) και από το Μεσολόγγι και το Καρπενήσι (η γιαγιά του, η Βιργινία Άρτη, ήταν η κόρη του Γιώργου Άρτη, εγγονή της Ειρηνούλας και του Χριστάκη Άρτη, δισέγγονη του Χρήστου Καψάλη, η οποία παντρεύτηκε τον Δημήτρη Δημητριάδη, της γνωστής οικογένειας αγωνιστών της Επανάστασης από το Καρπενήσι). Ως εκεί ήξερα. Αυτό που έμαθα μετά την έρευνα που έκανα είναι ότι κατά ένα μικρό ποσοστό (πρόκειται για το τρία τοις εκατό και κάτι ψιλά της καταγωγής μου)  κρατάω από την Κωνσταντινούπολη. Και λέω τώρα. Δεν αξίζει κανείς να ψάχνει λίγο παραπάνω τη ρίζα του; Πραγματικά αυτή μπορεί να πηγαίνει πολύ βαθιά και να είναι και εξόχως ενδιαφέρουσα!)

Διώνη Δημητριάδου




                                                    


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου